Απόλλωνας - Κασσάνδρα, Πολύιδος - Μίνωας, Μελάμποδας: Μαντικοί βίοι παράλληλοι

 

Ο Γλαύκος, σε πολύ μικρή ηλικία, κυνηγώντας ένα ποντίκι έπεσε σε ένα πιθάρι γεμάτο μέλι και πέθανε.[9] Το παιδί έγινε άφαντο και ο Μίνωας, αφού το αναζήτησε παντού, ζήτησε χρησμό από τους μάντεις, για να μπορέσει να το βρει. Και οι Κούρητες του είπαν ότι στα κοπάδια του έχει έναν τρίχρωμο ταύρο και ότι αυτός που θα μπορέσει να περιγράψει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα χρώματά του θα του παραδώσει το παιδί ζωντανό. Στη συγκέντρωση, λοιπόν, των μάντεων, ο Πολύιδος, ο γιος του Κοιρανού, παρομοίασε το χρώμα του ταύρου με του βατόμουρου[10]· αναγκασμένος να βρει το παιδί, με κάποια μαντεία το βρήκε. Όταν ο Μίνωας του είπε ότι πρέπει να παραλάβει το παιδί, και μάλιστα ζωντανό, κλείστηκε μέσα μαζί με το νεκρό παιδί. Και εκεί που καθόταν τελείως αμήχανος, είδε ένα φίδι να προχωρά προς το νεκρό σώμα του παιδιού· το χτύπησε με πέτρα και το σκότωσε, επειδή φοβήθηκε μήπως και ο ίδιος πεθάνει αν πάθει κάτι το νεκρό σώμα. Ύστερα όμως ήρθε και άλλο φίδι που μόλις είδε νεκρό το πρώτο έφυγε· επέστρεψε όμως φέρνοντας ένα βοτάνι που το άπλωσε πάνω σε όλο το σώμα του άλλου φιδιού· όταν του έβαλε το βοτάνι, το φίδι αναστήθηκε. Έκπληκτος ο Πολύιδος με ό,τι έβλεπε, έβαλε το ίδιο βοτάνι στο σώμα του Γλαύκου και τον ανέστησε. Ο Μίνωας πήρε το παιδί του, όμως ύστερα από αυτό δεν άφηνε τον Πολύιδο να επιστρέψει στο Άργος, προτού διδάξει τη μαντική τέχνη στον Γλαύκο · αναγκαστικά λοιπόν ο Πολύιδος του τη δίδαξε. Όμως όταν ήταν να αποπλεύσει, ζήτησε από τον Γλαύκο να φτύσει μέσα στο στόμα του· μόλις το έκανε αυτό ο Γλαύκος, λησμόνησε τη μαντική τέχνη. (Απολλόδωρος 3.17-20)

 

Ο Κρηθέας, αφού ίδρυσε την Ιωλκό, παντρεύτηκε την Τυρώ, κόρη του Σαλμωνέα, από την οποία απέκτησε τον Αίσονα, τον Αμυθάονα, τον Φέρητα. Ο Αμυθάων, λοιπόν, που εγκαταστάθηκε στην Πύλο, παντρεύτηκε την Ειδομένη, κόρη του Φέρητα, που του χάρισε δύο αγόρια, τον Βίαντα και τον Μελάμποδα· αυτός ο τελευταίος ζούσε στους αγρούς και μπροστά το σπίτι του υπήρχε μια βαλανιδιά που πάνω της ήταν μια φιδοφωλιά· όταν οι υπηρέτες σκότωσαν τα φίδια, αυτός μάζεψε ξύλα κι έκαψε τα ερπετά, κράτησε όμως και έθρεψε τα φιδάκια. Όταν αυτά μεγάλωσαν, κάποια φορά, την ώρα που αυτός κοιμόταν, στάθηκαν στο πλάι πάνω από τους δυο του ώμους, και καθάριζαν τ' αυτιά του με τη γλώσσα τους. Αυτός πετάχτηκε πάνω και στάθηκε έντρομος, καθώς καταλάβαινε τις φωνές των πουλιών που πετούσαν από πάνω του, και μαθαίνοντας από αυτά τα μελλούμενα τα προέλεγε στους ανθρώπους. Απέκτησε μάλιστα και την ικανότητα να μαντεύει από τα σφάγια, κι όταν κάποτε συναντησε τον Απόλλωνα στην περιοχή του Αλφειού, έγινε ύστερα άριστος μάντις.[11] (Απολλόδωρος19.11)

 

Σημειώσεις

9. Είναι διαπιστωμένη η ταφή των νεκρών σε πιθάρια κατά τη μινωική εποχή, όπως και η ταρίχευση με μέλι, γνωστή στους λαούς της Μεσογείου. Ο μύθος αντανακλά μια λατρευτική παράδοση για τον θάνατο και την αναγέννηση της ζωής αλλά αποτελεί και αναπαράσταση του τρόπου ταφής και της ταρίχευσης.

10. Λεγόταν ότι η αγελάδα άλλαζε χρώμα τρεις φορές την ημέρα ανά τέσσερις ώρες. Στην αρχή ήταν άσπρη, ύστερα κόκκινη και στο τέλος μαύρη, όπως ακριβώς και το βατόμουρο.

11. Τα φίδια παίζουν ρόλο σημαντικό στους μύθους και άλλων μάντεων (Ίαμος, Μόψος, Πολύιδος, Τειρεσίας).