Καρυᾶτις και καρυατίζω

 

Η λέξη καρυᾶτις, πέρα από το να είναι ένα επίθετο για την Άρτεμη (Παυσ. 3.10.7), δηλώνει και το λακωνικό όρχημα προς τιμή της Άρτεμης (Πολυδ. 4. 104). Αντίστοιχα, το ρήμα καρυατίζω σημαίνει ορχούμαι το συγκεκριμένο όρχημα:

 

10. Οι Λακεδαιμόνιοι, οίτινες θεωρούνται ως οι ανδρειότεροι των Ελλήνων, εδιδάχθησαν παρά του Πολυδεύκους και Κάστορος να καρυατίζουν - είνε δε τούτο είδος ορχήσεως, το οποίον χορεύεται εις τας Καρύας της Λακωνικής - και πράττουν τα πάντα ρυθμικώς· και εις αυτόν ακόμη τον πόλεμον πορεύονται με ρυθμόν και κανονίζουν το βήμα των κατά τον ήχον του αυλού, ο οποίος δίδει και το πρώτον σύνθημα προς την μάχην. Κατώρθωναν δε να νικούν πάντοτε, οδηγούμενοι υπό της μουσικής και της ευρυθμίας.Αλλά και τώρα ακόμη δύνασαι να ίδης τους εφήβους των να εξασκούνται περισσότερον εις τον χορόν παρά εις την οπλομαχητικήν. Όταν παύσουν αγωνιζόμενοι εις το παγκράτιον και αλληλοκτυπούμενοι, αι ασκήσεις των τελειώνουν εις χορόν. Ο αυλητής κάθηται εις το μέσον αυτών και αυλεί και κροτεί με τον πόδα, οι δε νέοι ακολουθούν αλλήλους εις γραμμήν και χορεύοντες λαμβάνουν διαφόρους στάσεις κινούμενοι ρυθμικώς, άλλοτε μεν πολεμικάς, άλλοτε δε ερωτικάς και βακχικάς. 11. Και το άσμα, με το οποίον συνοδεύουν την όρχησιν, είνε επίκλησις προς την Αφροδίτην και τους Έρωτας, τους οποίους καλούν να λάβουν μέρος εις το άσμα και την όρχησιν αυτών, το δε άλλο άσμα - διότι δύο άσματα τραγουδούν - διδάσκει και πώς πρέπει να χορεύουν· εμπρός παιδιά το πόδι, λέγει το τραγούδι, κι' ας βράση ο χορός. Λουκιανός, περί Ορχήσεως 10-11, μετ. Ιωάννης Κονδυλάκης)