Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ

Παναθηναϊκός (12) (39-48)


[39] Ἃ μὲν οὖν ἐβουλήθην καὶ περὶ ἐμαυτοῦ καὶ περὶ τῶν ἄλλων ὥσπερ χορὸς [πρὸ τοῦ ἀγῶνος] προαναβαλέσθαι, ταῦτ᾽ ἐστιν. Ἡγοῦμαι δὲ χρῆναι τοὺς βουλομένους ἐγκωμιάσαι τινὰ τῶν πόλεων ἀκριβῶς καὶ δικαίως μὴ μόνον περὶ αὐτῆς ποιεῖσθαι τοὺς λόγους ἧς προῃρημένοι τυγχάνουσιν, ἀλλ᾽ ὥσπερ τὴν πορφύραν καὶ τὸν χρυσὸν θεωροῦμεν καὶ δοκιμάζομεν ἕτερα παραδεικνύοντες τῶν καὶ τὴν ὄψιν ὁμοίαν ἐχόντων καὶ τῆς τιμῆς τῆς αὐτῆς ἀξιουμένων, [40] οὕτω καὶ ταῖς πόλεσι παριστάναι μὴ τὰς μικρὰς ταῖς μεγάλαις, μηδὲ τὰς πάντα τὸν χρόνον ὑφ᾽ ἑτέραις οὔσας ταῖς ἄρχειν εἰθισμέναις, μηδὲ τὰς σῴζεσθαι δεομένας πρὸς τὰς σῴζειν δυναμένας, ἀλλὰ τὰς παραπλησίαν καὶ τὴν δύναμιν ἐχούσας καὶ περὶ τὰς αὐτὰς πράξεις γεγενημένας καὶ ταῖς ἐξουσίαις ὁμοίαις κεχρημένας· οὕτω γὰρ ἂν μάλιστα τῆς ἀληθείας τύχοιεν. [41] Ἢν δή τις ἡμᾶς τὸν τρόπον τοῦτον σκοπῆται καὶ παραβάλλῃ μὴ πρὸς τὴν τυχοῦσαν πόλιν, ἀλλὰ πρὸς τὴν Σπαρτιατῶν, ἣν οἱ μὲν πολλοὶ μετρίως ἐπαινοῦσιν, ἔνιοι δέ τινες ὥσπερ τῶν ἡμιθέων ἐκεῖ πεπολιτευμένων μέμνηνται περὶ αὐτῶν, φανησόμεθα καὶ τῇ δυνάμει καὶ ταῖς πράξεσι καὶ ταῖς εὐεργεσίαις ταῖς περὶ τοὺς Ἕλληνας πλέον ἀπολελοιπότες αὐτοὺς ἢ ᾽κεῖνοι τοὺς ἄλλους.
[42] Τοὺς μὲν οὖν παλαιοὺς ἀγῶνας τοὺς ὑπὲρ τῶν Ἑλλήνων γεγενημένους ὕστερον ἐροῦμεν, νῦν δὲ ποιήσομαι περὶ ἐκείνων τοὺς λόγους ἀρξάμενος, ἐπειδὴ κατέσχον τὰς πόλεις τὰς Ἀχαιίδας καὶ πρὸς Ἀργείους καὶ Μεσσηνίους διείλοντο τὴν χώραν· ἐντεῦθεν γὰρ προσήκει διαλέγεσθαι περὶ αὐτῶν. Οἱ μὲν τοίνυν ἡμέτεροι πρόγονοι φανήσονται τήν τε πρὸς τοὺς Ἕλληνας ὁμόνοιαν καὶ τὴν πρὸς τοὺς βαρβάρους ἔχθραν, ἣν παρέλαβον ἐκ τῶν Τρωικῶν, διαφυλάττοντες καὶ μένοντες ἐν τοῖς αὐτοῖς. [43] Καὶ πρῶτον μὲν τὰς Κυκλάδας νήσους, περὶ ἃς ἐγένοντο πολλαὶ πραγματεῖαι κατὰ τὴν Μίνω τοῦ Κρητὸς δυναστείαν, ταύτας τὸ τελευταῖον ὑπὸ Καρῶν κατεχομένας, ἐκβαλόντες ἐκείνους οὐκ ἐξιδιώσασθαι τὰς χώρας ἐτόλμησαν, ἀλλὰ τοὺς μάλιστα βίου τῶν Ἑλλήνων δεομένους κατῴκισαν εἰς αὐτάς· [44] καὶ μετὰ ταῦτα πολλὰς πόλεις ἐφ᾽ ἑκατέρας τῆς ἠπείρου καὶ μεγάλας ἔκτισαν, καὶ τοὺς μὲν βαρβάρους ἀνέστειλαν ἀπὸ τῆς θαλάττης, τοὺς δ᾽ Ἕλληνας ἐδίδαξαν ὃν τρόπον διοικοῦντες τὰς αὑτῶν πατρίδας καὶ πρὸς οὓς πολεμοῦντες μεγάλην ἂν τὴν Ἑλλάδα ποιήσειαν. [45] Λακεδαιμόνιοι δὲ περὶ τὸν αὐτὸν χρόνον τοσοῦτον ἀπέσχον τοῦ πράττειν τι τῶν αὐτῶν τοῖς ἡμετέροις καὶ τοῦ τοῖς μὲν βαρβάροις πολεμεῖν, τοὺς δ᾽ Ἕλληνας εὐεργετεῖν, ὥστ᾽ οὐδ᾽ ἡσυχίαν ἄγειν ἠθέλησαν, ἀλλ᾽ ἔχοντες πόλιν ἀλλοτρίαν καὶ χώραν οὐ μόνον ἱκανὴν, ἀλλ᾽ ὅσην οὐδεμία πόλις τῶν Ἑλληνίδων, οὐκ ἔστερξαν ἐπὶ τούτοις, [46] ἀλλὰ μαθόντες ἐξ αὐτῶν τῶν συμβεβηκότων κατὰ μὲν τοὺς νόμους τάς τε πόλεις καὶ τὰς χώρας τούτων εἶναι δοκούσας τῶν ὀρθῶς καὶ νομίμως κτησαμένων, κατὰ δὲ τὴν ἀλήθειαν τούτων γιγνομένας τῶν τὰ περὶ τὸν πόλεμον μάλιστ᾽ ἀσκούντων καὶ νικᾶν ἐν ταῖς μάχαις τοὺς πολεμίους δυναμένων, ταῦτα διανοηθέντες, ἀμελήσαντες γεωργιῶν καὶ τεχνῶν καὶ τῶν ἄλλων ἁπάντων, οὐδὲν ἐπαύοντο κατὰ μίαν ἑκάστην τῶν πόλεων τῶν ἐν Πελοποννήσῳ πολιορκοῦντες καὶ κακῶς ποιοῦντες, ἕως ἁπάσας κατεστρέψαντο πλὴν τῆς Ἀργείων. [47] Συνέβαινεν οὖν ἐξ ὧν μὲν ἡμεῖς ἐπράττομεν, αὐξάνεσθαί τε τὴν Ἑλλάδα καὶ τὴν Εὐρώπην κρείττω γίγνεσθαι τῆς Ἀσίας, καὶ πρὸς τούτοις τῶν μὲν Ἑλλήνων τοὺς ἀποροῦντας πόλεις λαμβάνειν καὶ χώρας, τῶν δὲ βαρβάρων τοὺς εἰθισμένους ὑβρίζειν ἐκπίπτειν ἐκ τῆς αὑτῶν καὶ φρονεῖν ἔλαττον ἢ πρότερον· ἐξ ὧν δὲ Σπαρτιᾶται, τὴν ἐκείνων μόνην μεγάλην γίγνεσθαι, καὶ πασῶν μὲν τῶν ἐν Πελοποννήσῳ πόλεων ἄρχειν, ταῖς δ᾽ ἄλλαις φοβερὰν εἶναι καὶ πολλῆς θεραπείας τυγχάνειν παρ᾽ αὐτῶν. [48] Ἐπαινεῖν μὲν οὖν δίκαιόν ἐστι τὴν τοῖς ἄλλοις πολλῶν ἀγαθῶν αἰτίαν γεγενημένην, δεινὴν δὲ νομίζειν τὴν αὑτῇ τὰ συμφέροντα διαπραττομένην, καὶ φίλους μὲν ποιεῖσθαι τοὺς ὁμοίως αὑτοῖς τε καὶ τοῖς ἄλλοις χρωμένους, φοβεῖσθαι δὲ καὶ δεδιέναι τοὺς πρὸς σφᾶς μὲν αὐτοὺς ὡς δυνατὸν οἰκειότατα διακειμένους, πρὸς δὲ τοὺς ἄλλους ἀλλοτρίως καὶ πολεμικῶς τὴν αὑτῶν διοικοῦντας. Τὴν μὲν οὖν ἀρχὴν ἑκατέρα τοῖν πολέοιν τοιαύτην ἐποιήσατο.


[39] Αυτά λοιπόν είναι όσα θέλησα να πω για τον εαυτό μου και για τους άλλους ως πρόλογο, όπως ο χορός ψάλλει το προοίμιό του πριν από τους μουσικούς αγώνες. Νομίζω όμως ότι όσοι επιθυμούν να είναι ακριβείς και δίκαιοι, όταν πλέκουν το εγκώμιο κάποιας πόλης, δεν πρέπει να μιλούν μόνο γι᾽ αυτήν την πόλη που έχουν επιλέξει να εγκωμιάσουν αλλά, όπως ακριβώς παρατηρούμε και υποβάλλουμε σε έλεγχο την πορφύρα και το χρυσάφι, συγκρίνοντάς τα με άλλα όμοια εξωτερικά και της ίδιας αξίας, [40] έτσι και με τις πόλεις, να μη συγκρίνουμε τις μικρές με τις μεγάλες μήτε εκείνες που ήταν πάντοτε κάτω από την εξουσία άλλων με αυτές που έχουν συνηθίσει να εξουσιάζουν άλλες μήτε αυτές που έχουν ανάγκη σωτηρίας με εκείνες που μπορούν να σώζουν άλλες, αλλά όσες έχουν την ίδια σχεδόν δύναμη, έχουν αναδειχθεί στις ίδιες πράξεις και έχουν ασκήσει όμοιες εξουσίες· γιατί έτσι κυρίως μπορούν οι άνθρωποι να φτάσουν στην αλήθεια.
[41] Εάν λοιπόν δει κανείς εμάς τους Αθηναίους με αυτόν τον τρόπο και συγκρίνει την πόλη μας όχι με μια πόλη στην τύχη αλλά με την πόλη των Σπαρτιατών, την οποία οι περισσότεροι την επαινούν μέτρια, ενώ μερικοί κάνουν λόγο για τους Σπαρτιάτες σαν να ζουν εκεί ημίθεοι, θα φανεί ότι τους έχουμε αφήσει πολύ πίσω και στη δύναμη και στα κατορθώματα και στις ευεργεσίες προς τους Έλληνες από όσο εκείνοι τους άλλους.
[42] Για τους παλαιούς λοιπόν αγώνες που έχουν διεξαχθεί χάρη των Ελλήνων, θα μιλήσουμε αργότερα· τώρα θα κάνω λόγο για τους Λακεδαιμονίους, αρχίζοντας από την εποχή που κατέλαβαν τις Αχαϊκές πόλεις και μοίρασαν τη χώρα με τους Αργείους και τους Μεσσηνίους· γιατί από τότε πρέπει αν μιλάει κανείς γι᾽ αυτούς. Έτσι λοιπόν θα φανεί ότι οι πρόγονοί μας συνέχισαν να διαφυλάττουν την ομόνοια με τους Έλληνες και την έχθρα προς τους βαρβάρους από την εποχή των Τρωικών και έμειναν σταθεροί σ᾽ αυτά τα αισθήματα. [43] Θα αρχίσω από τις Κυκλάδες, για τις οποίες έγιναν πολλοί αγώνες την περίοδο της δυναστείας του Μίνωα στην Κρήτη. Τα νησιά αυτά κατείχαν τελευταία οι Κάρες. Οι πρόγονοί μας, αφού τους έδιωξαν, αρνήθηκαν να τα οικειοποιηθούν, αλλά εγκατέστησαν σ᾽ αυτά τους πιο φτωχούς Έλληνες. [44] Ύστερα από αυτά έχτισαν σε καθεμιά από τις δυο ηπείρους πολλές και μεγάλες πόλεις και τους μεν βαρβάρους απώθησαν μακριά από τη θάλασσα, ενώ δίδαξαν τους Έλληνες με ποιό τρόπο διοικώντας τις πατρίδες τους και εναντίον ποιών πολεμώντας θα μπορούσαν να κάνουν την Ελλάδα μεγάλη.
[45] Οι Λακεδαιμόνιοι, αντίθετα, την ίδια περίπου εποχή, κάθε άλλο παρά προέβησαν σε κάποιαν ενέργεια ανάλογη προς αυτές των προγόνων μας, να πολεμούν δηλαδή εναντίον των βαρβάρων και να ευεργετούν τους Έλληνες· αλλά δεν έδειξαν ούτε καν διάθεση να μείνουν ήσυχοι. Έτσι, μολονότι κατείχαν ξένη πόλη και εδάφη όχι μόνο αρκετά αλλά όσα καμιά άλλη ελληνική πόλη, δεν αρκέστηκαν σ᾽ αυτά· [46] αλλά τα ίδια τα γεγονότα τούς δίδαξαν ότι φαινομενικά οι πόλεις και τα εδάφη τους ανήκουν σύμφωνα με τους νόμους σε εκείνους που τα απόκτησαν κανονικά και νόμιμα, ενώ στην πραγματικότητα περιέρχονται σε εκείνους που ασκούνται συστηματικά στα πολεμικά και μπορούν να νικούν τους εχθρούς τους στις μάχες. Αυτά έχοντας κατά νουν παραμέλησαν τη γεωργία, τις τέχνες και όλες τις άλλες ασχολίες και δεν σταμάτησαν ούτε στιγμή να πολιορκούν και να καταστρέφουν τη μια μετά την άλλη τις πόλεις στην Πελοπόννησο, ώσπου τις υπέταξαν όλες εκτός από το Άργος.
[47] Όσο εξαρτιόταν λοιπόν από τις δικές μας ενέργειες, το αποτέλεσμα ήταν να μεγαλώνει η Ελλάδα, να γίνεται η Ευρώπη ισχυρότερη από την Ασία και, εκτός από αυτά, οι φτωχότεροι Έλληνες να αποκτούν πόλεις και εδάφη, ενώ όσοι από τους βαρβάρους είχαν συνηθίσει να συμπεριφέρονται αλαζονικά να εκδιώκονται από τη χώρα τους και να είναι περισσότερο ταπεινόφρονες από ό,τι προηγουμένως. Αντίθετα, όσο εξαρτιόταν από τις ενέργειες των Σπαρτιατών, το αποτέλεσμα ήταν να μεγαλώνει μόνο η δική τους πόλη και να κυριαρχεί σε όλες τις πόλεις της Πελοποννήσου, αλλά στις υπόλοιπες να εμπνέει φόβο και να τυγχάνει μεγάλης περιποίησης εκ μέρους τους. [48] Γι᾽ αυτό είναι δίκαιο από τις δυο αυτές πόλεις να επαινούμε εκείνη που έχει προσφέρει πολλά καλά στους άλλους, αλλά να θεωρούμε επικίνδυνη εκείνη που ενδιαφέρεται μόνο για τα συμφέροντά της· να κάνουμε φίλους εκείνους που φροντίζουν όμοια για τους ίδιους και για τους άλλους, αλλά να φοβόμαστε και να είμαστε επιφυλακτικοί απέναντι εκείνων που συμπεριφέρονται με μεγάλη οικειότητα στις μεταξύ τους σχέσεις, ενώ προς τους άλλους η συμπεριφορά της πόλης τους είναι ξένη και εχθρική. Τέτοια λοιπόν ήταν η πολιτική που τήρησε καθεμιά από τις δυο αυτές πόλεις.