Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΡΡΙΑΝΟΣ

Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (4.19.4-4.21.2)

[4.19.4] Οἱ δὲ βάρβαροι ἐκπλαγέντες τῷ παραλόγῳ τῆς ὄψεως καὶ πλείονάς τε ὑποτοπήσαντες εἶναι τοὺς κατέχοντας τὰ ἄκρα καὶ ἀκριβῶς ὡπλισμένους ἐνέδοσαν σφᾶς αὐτούς· οὕτω πρὸς τὴν ὄψιν τῶν ὀλίγων ἐκείνων Μακεδόνων φοβεροὶ ἐγένοντο. ἔνθα δὴ ἄλλων τε πολλῶν γυναῖκες καὶ παῖδες ἐλήφθησαν καὶ ἡ γυνὴ ἡ Ὀξυάρτου καὶ οἱ παῖδες. [4.19.5] καὶ ἦν γὰρ Ὀξυάρτῃ παῖς παρθένος ἐν ὥρᾳ γάμου, Ῥωξάνη ὀνόματι, ἣν δὴ καλλίστην τῶν Ἀσιανῶν γυναικῶν λέγουσιν ὀφθῆναι οἱ ξὺν Ἀλεξάνδρῳ στρατεύσαντες μετά γε τὴν Δαρείου γυναῖκα. καὶ ταύτην ἰδόντα Ἀλέξανδρον ἐς ἔρωτα ἐλθεῖν αὐτῆς· ἐρασθέντα δὲ οὐκ ἐθελῆσαι ὑβρίσαι καθάπερ αἰχμάλωτον, ἀλλὰ γῆμαι γὰρ οὐκ ἀπαξιῶσαι. [4.19.6] καὶ τοῦτο ἐγὼ Ἀλεξάνδρου τὸ ἔργον ἐπαινῶ μᾶλλόν τι ἢ μέμφομαι. καίτοι τῆς γε Δαρείου γυναικός, ἣ καλλίστη δὴ ἐλέγετο τῶν ἐν τῇ Ἀσίᾳ γυναικῶν, ἢ οὐκ ἦλθεν ἐς ἐπιθυμίαν ἢ καρτερὸς αὐτὸς αὑτοῦ ἐγένετο, νέος τε ὢν καὶ τὰ μάλιστα ἐν ἀκμῇ τῆς εὐτυχίας, ὁπότε ὑβρίζουσιν οἱ ἄνθρωποι· ὁ δὲ κατῃδέσθη τε καὶ ἐφείσατο, σωφροσύνῃ τε πολλῇ διαχρώμενος καὶ δόξης ἅμα ἀγαθῆς οὐκ ἀτόπῳ ἐφέσει.
[4.20.1] Καὶ τοίνυν καὶ λόγος κατέχει ὀλίγον μετὰ τὴν μάχην, ἣ πρὸς Ἰσσῷ Δαρείῳ τε καὶ Ἀλεξάνδρῳ ξυνέβη, ἀποδράντα ἐλθεῖν παρὰ Δαρεῖον τὸν εὐνοῦχον τὸν φύλακα αὐτῷ τῆς γυναικός. καὶ τοῦτον ὡς εἶδε Δαρεῖος, πρῶτα μὲν πυθέσθαι εἰ ζῶσιν αὐτῷ αἱ παῖδες [καὶ οἱ υἱοὶ] καὶ ἡ γυνή τε καὶ ἡ μήτηρ. [4.20.2] ὡς δὲ ζώσας τε ἐπύθετο καὶ βασίλισσαι ὅτι καλοῦνται καὶ ἡ θεραπεία ὅτι ἀμφ᾽ αὐτάς ἐστιν, ἥντινα καὶ ἐπὶ Δαρείου ἐθεραπεύοντο, ἐπὶ τῷδε αὖ πυθέσθαι εἰ σωφρονεῖ αὐτῷ ἡ γυνὴ ἔτι. ὡς δὲ σωφρονοῦσαν ἐπύθετο, αὖθις ἐρέσθαι μή τι βίαιον ἐξ Ἀλεξάνδρου αὐτῇ ἐς ὕβριν ξυνέβη· καὶ τὸν εὐνοῦχον ἐπομόσαντα φάναι ὅτι· ὦ βασιλεῦ, οὕτω τοι ὡς ἀπέλιπες ἔχει ἡ σὴ γυνή, καὶ Ἀλέξανδρος ἀνδρῶν ἄριστός τέ ἐστι καὶ σωφρονέστατος. [4.20.3] ἐπὶ τοῖσδε ἀνατεῖναι Δαρεῖον ἐς τὸν οὐρανὸν τὰς χεῖρας καὶ εὔξασθαι ὧδε· ἀλλ᾽ ὦ Ζεῦ βασιλεῦ, ὅτῳ ἐπιτέτραπται νέμειν τὰ βασιλέων πράγματα ἐν ἀνθρώποις, σὺ νῦν μάλιστα μὲν ἐμοὶ φύλαξον Περσῶν τε καὶ Μήδων τὴν ἀρχήν, ὥσπερ οὖν καὶ ἔδωκας· εἰ δὲ δὴ ἐγὼ οὐκέτι σοι βασιλεὺς τῆς Ἀσίας, σὺ δὲ μηδενὶ ἄλλῳ ὅτι μὴ Ἀλεξάνδρῳ παραδοῦναι τὸ ἐμὸν κράτος. οὕτως οὐδὲ πρὸς τῶν πολεμίων ἄρα ἀμελεῖται ὅσα σώφρονα ἔργα.
[4.20.4] Ὀξυάρτης δὲ ἀκούσας τοὺς παῖδας ἐχομένους, ἀκούσας δὲ καὶ ὑπὲρ Ῥωξάνης τῆς θυγατρὸς ὅτι μέλει αὐτῆς Ἀλεξάνδρῳ, θαρσήσας ἀφίκετο παρὰ Ἀλέξανδρον, καὶ ἦν ἐν τιμῇ παρ᾽ αὐτῷ, ᾗπερ εἰκὸς ἐπὶ ξυντυχίᾳ τοιαύτῃ.
[4.21.1] Ἀλέξανδρος δέ, ὡς τὰ ἐν Σογδιανοῖς αὐτῷ διεπέπρακτο, ἐχομένης ἤδη καὶ τῆς πέτρας ἐς Παρειτάκας προὐχώρει, ὅτι καὶ ἐν Παρειτάκαις χωρίον τι ὀχυρόν, ἄλλην πέτραν, κατέχειν ἐλέγοντο πολλοὶ τῶν βαρβάρων. ἐκαλεῖτο δὲ αὕτη Χοριήνου ἡ πέτρα· καὶ ἐς αὐτὴν αὐτός τε ὁ Χοριήνης ξυμπεφεύγει καὶ ἄλλοι τῶν ὑπάρχων οὐκ ὀλίγοι. [4.21.2] ἦν δὲ τὸ μὲν ὕψος τῆς πέτρας ἐς σταδίους εἴκοσι, κύκλος δὲ ἐς ἑξήκοντα· αὐτὴ δὲ ἀπότομος πάντοθεν, ἄνοδος δὲ ἐς αὐτὴν μία καὶ αὐτὴ στενή τε καὶ οὐκ εὔπορος, οἷα δὴ παρὰ τὴν φύσιν τοῦ χωρίου πεποιημένη, ὡς χαλεπὴ εἶναι καὶ μηδενὸς εἴργοντος καὶ καθ᾽ ἕνα ἀνελθεῖν, φάραγξ τε κύκλῳ περιεῖργε τὴν πέτραν βαθεῖα, ὥστε ὅστις προσάξειν στρατιὰν τῇ πέτρᾳ ἔμελλε, πολὺ πρόσθεν αὐτῷ τὴν φάραγγα εἶναι χωστέον, ὡς ἐξ ὁμαλοῦ ὁρμᾶσθαι προσάγοντα ἐς προσβολὴν τὸν στρατόν.

[4.19.4] Επειδή τρομοκρατήθηκαν οι βάρβαροι από το αναπάντεχο θέαμα και υποψιάσθηκαν ότι ήταν πολύ περισσότεροι οι Μακεδόνες που κατείχαν τις κορυφές και με πλήρη οπλισμό, παραδόθηκαν σε αυτούς. Τόσο πολύ φοβήθηκαν από τη θέα των ολίγων εκείνων Μακεδόνων! Τότε, λοιπόν, αιχμαλωτίστηκαν οι γυναίκες και τα παιδιά πολλών βαρβάρων και ανάμεσά τους η γυναίκα και τα παιδιά του Οξυάρτη. [4.19.5] Είχε μάλιστα ο Οξυάρτης και κόρη παρθένο σε ηλικία γάμου που ονομαζόταν Ρωξάνη, για την οποία λένε αυτοί που εκστράτευσαν μαζί με τον Αλέξανδρο ότι φαινόταν να είναι η ωραιότερη γυναίκα της Ασίας, ύστερα βέβαια από τη γυναίκα του Δαρείου. Όταν την είδε ο Αλέξανδρος, την ερωτεύθηκε, αλλά, αν και την ερωτεύθηκε, δεν θέλησε να την ατιμάσει ως αιχμάλωτο.
Αντίθετα την έκρινε άξια να την κάνει γυναίκα του. [4.19.6] Εγώ και την πράξη αυτή του Αλεξάνδρου επαινώ μάλλον παρά κατακρίνω. Όσο βέβαια για τη γυναίκα του Δαρείου, για την οποία έλεγαν ότι ήταν η ωραιότερη γυναίκα της Ασίας, ο Αλέξανδρος ή δεν αισθάνθηκε ερωτική επιθυμία ή συγκρατήθηκε, αν και ήταν νέος και στην ακμή της ευτυχίας του, τότε που οι άνθρωποι φέρονται με έπαρση. Ο Αλέξανδρος όμως και την σεβάστηκε και την άφησε ανέπαφη δείχνοντας μεγάλη σωφροσύνη, παρακινούμενος συγχρόνως και από επιθυμία, όχι παράλογη, για καλή φήμη.
[4.20.1] Υπάρχει, λοιπόν, η παράδοση ότι λίγο μετά τη μάχη που έγινε στην Ισσό ανάμεσα στον Δαρείο και τον Αλέξανδρο ο ευνούχος που φύλαγε τη γυναίκα του Δαρείου απέδρασε και ήρθε στον Δαρείο. Όταν τον είδε ο Δαρείος, ρώτησε πρώτα αν ήταν ζωντανές οι κόρες [και οι γιοι του], η γυναίκα και η μητέρα του. [4.20.2] Όταν έμαθε ότι ήταν ζωντανές, ότι τις ονόμαζαν βασίλισσες και τις φρόντιζαν όπως και επί Δαρείου, ξαναρώτησε στη συνέχεια τον ευνούχο αν του παρέμενε πιστή η γυναίκα του. Όταν πληροφορήθηκε ότι του ήταν πιστή, τον ρώτησε και πάλι μήπως της φέρθηκε ο Αλέξανδρος με τρόπο βίαιο και προσβλητικό. Και ο ευνούχος τον βεβαίωσε με όρκο ότι «η γυναίκα σου, βασιλιά μου, είναι όπως την άφησες και ο Αλέξανδρος είναι ο άριστος από τους άνδρες και ο πιο εγκρατής». [4.20.3] Τότε ο Δαρείος ύψωσε τα χέρια του προς τον ουρανό και έκανε την ακόλουθη ευχή: «Δία βασιλιά, εσύ που σου έχει δοθεί η εξουσία να διαχειρίζεσαι τα ζητήματα των βασιλέων ανάμεσα στους ανθρώπους, διαφύλαξε πριν από όλα για μένα τη βασιλεία των Περσών και των Μήδων και τώρα όπως ακριβώς και μου την παραχώρησες. Αν όμως δεν πρόκειται να με αφήσεις πλέον βασιλιά της Ασίας, μην παραδώσεις το κράτος μου σε κανένα άλλο εκτός από τον Αλέξανδρο». Έτσι ακόμη και οι εχθροί αναγνωρίζουν τις συνετές πράξεις.
[4.20.4] Όταν πληροφορήθηκε ο Οξυάρτης ότι αιχμαλωτίσθηκαν τα παιδιά του και έμαθε επίσης ότι ο Αλέξανδρος ενδιαφέρεται για την κόρη του τη Ρωξάνη, πήρε θάρρος και ήρθε στον Αλέξανδρο, ο οποίος τον κράτησε κοντά του και τον τίμησε, όπως ήταν φυσικό έπειτα από ένα τόσο χαρμόσυνο γεγονός.
[4.21.1] Αφού τακτοποίησε ο Αλέξανδρος τα ζητήματα της Σογδιανής και κυρίευσε πλέον και τον βράχο, προχώρησε προς τη χώρα των Παρειτακών, επειδή έλεγαν ότι και στη χώρα των Παρειτακών πολλοί βάρβαροι κατείχαν οχυρή τοποθεσία, έναν άλλο βράχο. Ο βράχος ονομαζόταν βράχος του Χοριήνη και σε αυτόν είχε καταφύγει ο ίδιος ο Χοριήνης καθώς και πολλοί άλλοι από τους υπάρχους. [4.21.2] Το ύψος του βράχου ήταν είκοσι περίπου στάδιοι και η περιφέρειά του περίπου εξήντα. Ο βράχος ήταν απότομος από όλες τις πλευρές και είχε μία μόνο άνοδο και αυτή στενή και δύσβατη, επειδή δεν ήταν κατασκευασμένη σύμφωνα με τη φυσική διαμόρφωση της τοποθεσίας· έτσι ήταν δύσκολη η ανάβαση ακόμη και για έναν μόνο άνδρα και μάλιστα χωρίς κανένας να τον εμποδίζει. Ένα επίσης βαθύ φαράγγι περιέκλειε τον βράχο από όλες τις πλευρές, ώστε όποιος επρόκειτο να οδηγήσει στρατό στον βράχο έπρεπε πολύ πριν να επιχωματώσει το φαράγγι, ώστε να ξεκινήσει από ομαλό έδαφος ο στρατός που θα οδηγούσε για επίθεση.