Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΡΡΙΑΝΟΣ

Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (5.18.1-5.18.8)

[5.18.1] Καὶ ἐν τῷ αὐτῷ Κρατερός τε καὶ οἱ ἄλλοι ὅσοι τῆς στρατιᾶς [τε] τῆς Ἀλεξάνδρου ἐπὶ τῇ ὄχθῃ τοῦ Ὑδάσπου ὑπολελειμμένοι ἡγεμόνες ἦσαν, ὡς νικῶντα λαμπρῶς κατεῖδον Ἀλέξανδρον, ἐπέρων καὶ αὐτοὶ τὸν πόρον. καὶ οὗτοι οὐ μείονα τὸν φόνον ἐν τῇ ἀποχωρήσει τῶν Ἰνδῶν ἐποίησαν, ἀκμῆτες ἀντὶ κεκμηκότων τῶν ἀμφ᾽ Ἀλέξανδρον ἐπιγενόμενοι τῇ διώξει.
[5.18.2] Ἀπέθανον δὲ τῶν Ἰνδῶν πεζοὶ μὲν ὀλίγον ἀποδέοντες τῶν δισμυρίων, ἱππεῖς δὲ ἐς τρισχιλίους, τὰ δὲ ἅρματα ξύμπαντα κατεκόπη· καὶ Πώρου δύο παῖδες ἀπέθανον καὶ Σπιτάκης ὁ νομάρχης τῶν ταύτῃ Ἰνδῶν καὶ τῶν ἐλεφάντων καὶ ἁρμάτων οἱ ἡγεμόνες καὶ οἱ ἱππάρχαι καὶ οἱ στρατηγοὶ τῆς στρατιᾶς τῆς Πώρου ξύμπαντες ..... ἐλήφθησαν δὲ καὶ οἱ ἐλέφαντες, ὅσοι γε αὐτῶν μὴ αὐτοῦ ἀπέθανον. [5.18.3] τῶν δὲ ἀμφ᾽ Ἀλέξανδρον πεζοὶ μὲν ἀπὸ ἑξακισχιλίων τῶν ἐν τῇ πρώτῃ προσβολῇ γενομένων ἐς ὀγδοήκοντα μάλιστα ἀπέθανον· ἱππεῖς δὲ τῶν μὲν ἱπποτοξοτῶν, οἳ δὴ καὶ πρῶτοι τοῦ ἔργου ἥψαντο, δέκα· τῆς δὲ ἑταιρικῆς ἵππου ἀμφὶ τοὺς εἴκοσι· τῶν δὲ ἄλλων ἱππέων ὡς διακόσιοι.
[5.18.4] Πῶρος δὲ μεγάλα ἔργα ἐν τῇ μάχῃ ἀποδειξάμενος μὴ ὅτι στρατηγοῦ, ἀλλὰ καὶ στρατιώτου γενναίου, ὡς τῶν τε ἱππέων τὸν φόνον κατεῖδε καὶ τῶν ἐλεφάντων τοὺς μὲν αὐτοῦ πεπτωκότας, τοὺς δὲ ἐρήμους τῶν ἡγεμόνων λυπηροὺς πλανωμένους, τῶν δὲ πεζῶν αὐτῷ οἱ πλείους ἀπολώλεσαν, οὐχ ᾗπερ Δαρεῖος ὁ μέγας βασιλεὺς ἐξάρχων τοῖς ἀμφ᾽ αὑτὸν τῆς φυγῆς ἀπεχώρει, [5.18.5] ἀλλὰ ἔστε γὰρ ὑπέμενέ τι τῶν Ἰνδῶν ἐν τῇ μάχῃ ξυνεστηκός, ἐς τοσόνδε ἀγωνισάμενος, τετρωμένος δὲ τὸν δεξιὸν ὦμον, ὃν δὴ γυμνὸν μόνον ἔχων ἐν τῇ μάχῃ ἀνεστρέφετο (ἀπὸ γὰρ τοῦ ἄλλου σώματος ἤρκει αὐτῷ τὰ βέλη ὁ θώραξ περιττὸς ὢν κατά τε τὴν ἰσχὺν καὶ τὴν ἁρμονίαν, ὡς ὕστερον καταμαθεῖν θεωμένοις ἦν), τότε δὴ καὶ αὐτὸς ἀπεχώρει ἐπιστρέψας τὸν ἐλέφαντα. [5.18.6] καὶ Ἀλέξανδρος μέγαν τε αὐτὸν καὶ γενναῖον ἄνδρα ἰδὼν ἐν τῇ μάχῃ σῶσαι ἐπεθύμησε. πέμπει δὴ παρ᾽ αὐτὸν πρῶτα μὲν Ταξίλην τὸν Ἰνδόν· καὶ Ταξίλης προσιππεύσας ἐφ᾽ ὅσον οἱ ἀσφαλὲς ἐφαίνετο τῷ ἐλέφαντι ὃς ἔφερε τὸν Πῶρον ἐπιστῆσαί τε ἠξίου τὸ θηρίον, οὐ γὰρ εἶναί οἱ ἔτι φεύγειν, καὶ ἀκοῦσαι τῶν παρ᾽ Ἀλεξάνδρου λόγων. [5.18.7] ὁ δὲ ἰδὼν ἄνδρα ἐχθρὸν ἐκ παλαιοῦ τὸν Ταξίλην ἐπιστρέψας ἀνήγετο ὡς ἀκοντίσων· καὶ ἂν καὶ κατέκανε τυχόν, εἰ μὴ ὑποφθάσας ἐκεῖνος ἀπήλασεν ἀπὸ τοῦ Πώρου πρόσω τὸν ἵππον. Ἀλέξανδρος δὲ οὐδὲ ἐπὶ τῷδε τῷ Πώρῳ χαλεπὸς ἐγένετο, ἀλλ᾽ ἄλλους τε ἐν μέρει ἔπεμπε καὶ δὴ καὶ Μερόην ἄνδρα Ἰνδόν, ὅτι φίλον εἶναι ἐκ παλαιοῦ τῷ Πώρῳ τὸν Μερόην ἔμαθεν. [5.18.8] Πῶρος δὲ ὡς τὰ παρὰ τοῦ Μερόου ἤκουσε καὶ ἐκ τοῦ δίψους ἅμα ἐκρατεῖτο, ἐπέστησέ τε τὸν ἐλέφαντα καὶ κατέβη ἀπ᾽ αὐτοῦ· ὡς δὲ ἔπιέ τε καὶ ἀνέψυξεν, ἄγειν αὑτὸν σπουδῇ ἐκέλευσεν παρὰ Ἀλέξανδρον.

[5.18.1] Στο μεταξύ ο Κρατερός και όσοι άλλοι αρχηγοί του στρατού του Αλεξάνδρου είχαν μείνει πίσω στην όχθη του Υδάσπη, όταν είδαν ότι ο Αλέξανδρος ολοφάνερα νικούσε, άρχισαν και αυτοί να περνούν τη διάβαση. Προκάλεσαν και αυτοί όχι λιγότερη σφαγή στους Ινδούς που υποχωρούσαν, επειδή ρίχθηκαν ξεκούραστοι στην καταδίωξη, ενώ οι άνδρες του Αλεξάνδρου ήταν κουρασμένοι.
[5.18.2] Από τους Ινδούς σκοτώθηκαν σχεδόν είκοσι χιλιάδες πεζοί και τρεις χιλιάδες περίπου ιππείς, ενώ καταστράφηκαν όλα τα άρματα. Σκοτώθηκαν οι δύο γιοι του Πώρου και ο Σπιτάκης, ο νομάρχης των Ινδών της περιοχής και οι οδηγοί των ελεφάντων και των αρμάτων, καθώς και όλοι οι ίππαρχοι και οι στρατηγοί του στρατού του Πώρου… Πιάστηκαν επίσης και όσοι ελέφαντες δεν σκοτώθηκαν εκεί. [5.18.3] Από τον στρατό του Αλεξάνδρου σκοτώθηκαν ογδόντα περίπου πεζοί από τους έξι χιλιάδες άνδρες που πήραν μέρος στην πρώτη επίθεση. Από τους ιππείς σκοτώθηκαν δέκα ιπποτοξότες, οι οποίοι και πρώτοι άρχισαν την μάχη, από το ιππικό των εταίρων περίπου είκοσι και περίπου διακόσιοι από τους υπόλοιπους ιππείς.
[5.18.4] Ο Πώρος, που έδειξε μεγάλα προτερήματα κατά τη μάχη όχι μονάχα στρατηγού, αλλά και γενναίου στρατιώτη, μόλις είδε τη σφαγή των ιππέων του και άλλους ελέφαντές του σκοτωμένους στο πεδίο της μάχης, άλλους να περιφέρονται πτοημένοι χωρίς οδηγούς, και τους περισσότερους πεζούς του σκοτωμένους, δεν αποχώρησε από τη μάχη, όπως έκανε ο μέγας βασιλεύς Δαρείος, δίνοντας πρώτος το παράδειγμα της φυγής σε όσους πολεμούσαν μαζί του, [5.18.5] αλλά αγωνιζόταν όσο εξακολουθούσε να ανθίσταται και μικρό έστω μέρος των Ινδών πολεμιστών του. Όταν όμως πληγώθηκε στον δεξιό ώμο, το μόνο ακάλυπτο μέρος που είχε στις μετακινήσεις του κατά τη μάχη (γιατί ο θώρακας που είχε εξαιρετική στερεότητα και εφαρμογή, όπως μπόρεσαν αργότερα να μάθουν όσοι τον είδαν, προφύλαγε το υπόλοιπο σώμα του από τα βέλη), τότε πλέον υποχώρησε και αυτός στρέφοντας προς τα πίσω τον ελέφαντά του. [5.18.6] Και όταν τον είδε ο Αλέξανδρος, εύσωμο και γενναίο στη μάχη, θέλησε να τον σώσει. Έστειλε, λοιπόν, πρώτα τον Ταξίλη τον Ινδό προς αυτόν. Ο Ταξίλης πλησίασε έφιππος σε απόσταση που νόμιζε ότι ήταν ασφαλής από τον ελέφαντα που μετέφερε τον Πώρο και του πρότεινε να σταματήσει το θηρίο, γιατί δεν μπορούσε πλέον να διαφύγει, και να ακούσει τις προτάσεις του Αλεξάνδρου. [5.18.7] Ο Πώρος όμως όταν είδε τον Ταξίλη, έναν εχθρό από παλιά, έστρεψε τον ελέφαντα και έκανε πίσω για να τον χτυπήσει με ακόντιο. Και θα τον σκότωνε ίσως, αν ο Ταξίλης δεν πρόφθανε να σύρει μακριά από τον Πώρο το άλογό του.
Ο Αλέξανδρος ούτε και γι᾽ αυτό δεν οργίσθηκε κατά του Πώρου, αλλά απέστειλε και άλλους, τον ένα μετά τον άλλο και τέλος έναν Ινδό, τον Μερόη, επειδή έμαθε ότι ο Μερόης ήταν φίλος του Πώρου από παλιά. [5.18.8] Μόλις ο Πώρος άκουσε από τον Μερόη τις προτάσεις του Αλεξάνδρου, επειδή βασανιζόταν συγχρόνως και από δίψα, σταμάτησε τον ελέφαντά του και κατέβηκε από αυτόν. Ήπιε νερό, δροσίστηκε και ζήτησε από τον Μερόη να τον οδηγήσει γρήγορα στον Αλέξανδρο.