Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (3.33.2-3.36.6)

[3.33.2] Τῷ δὲ Πάχητι καὶ τοῖς Ἀθηναίοις ἦλθε μὲν καὶ ἀπὸ τῆς Ἐρυθραίας ἀγγελία, ἀφικνεῖτο δὲ καὶ πανταχόθεν· ἀτειχίστου γὰρ οὔσης τῆς Ἰωνίας μέγα τὸ δέος ἐγένετο μὴ παραπλέοντες οἱ Πελοποννήσιοι, εἰ καὶ ὣς μὴ διενοοῦντο μένειν, πορθῶσιν ἅμα προσπίπτοντες τὰς πόλεις. αὐτάγγελοι δ᾽ αὐτὸν ἰδοῦσαι ἐν τῇ Κλάρῳ ἥ τε Πάραλος καὶ ἡ Σαλαμινία ἔφρασαν. [3.33.3] ὁ δὲ ὑπὸ σπουδῆς ἐποιεῖτο τὴν δίωξιν· καὶ μέχρι μὲν Πάτμου τῆς νήσου ἐπεδίωξεν, ὡς δ᾽ οὐκέτι ἐν καταλήψει ἐφαίνετο, ἐπανεχώρει. κέρδος δὲ ἐνόμισεν, ἐπειδὴ οὐ μετεώροις περιέτυχεν, ὅτι οὐδαμοῦ ἐγκαταληφθεῖσαι ἠναγκάσθησαν στρατόπεδόν τε ποιεῖσθαι καὶ φυλακὴν σφίσι καὶ ἐφόρμησιν παρασχεῖν. [3.34.1] παραπλέων δὲ πάλιν ἔσχε καὶ ἐς Νότιον τὸ Κολοφωνίων, οὗ κατῴκηντο Κολοφώνιοι τῆς ἄνω πόλεως ἑαλωκυίας ὑπὸ Ἰταμάνους καὶ τῶν βαρβάρων κατὰ στάσιν ἰδίαν ἐπαχθέντων· ἑάλω δὲ μάλιστα αὕτη ὅτε ἡ δευτέρα Πελοποννησίων ἐσβολὴ ἐς τὴν Ἀττικὴν ἐγίγνετο. [3.34.2] ἐν οὖν τῷ Νοτίῳ οἱ καταφυγόντες καὶ κατοικήσαντες αὐτόθι αὖθις στασιάσαντες, οἱ μὲν παρὰ Πισσούθνου ἐπικούρους Ἀρκάδων τε καὶ τῶν βαρβάρων ἐπαγαγόμενοι ἐν διατειχίσματι εἶχον, καὶ τῶν ἐκ τῆς ἄνω πόλεως Κολοφωνίων οἱ μηδίσαντες ξυνεσελθόντες ἐπολίτευον, οἱ δὲ ὑπεξελθόντες τούτους καὶ ὄντες φυγάδες τὸν Πάχητα ἐπάγονται. [3.34.3] ὁ δὲ προκαλεσάμενος ἐς λόγους Ἱππίαν τῶν ἐν τῷ διατειχίσματι Ἀρκάδων ἄρχοντα, ὥστε, ἢν μηδὲν ἀρέσκον λέγῃ, πάλιν αὐτὸν καταστήσειν ἐς τὸ τεῖχος σῶν καὶ ὑγιᾶ, ὁ μὲν ἐξῆλθε παρ᾽ αὐτόν, ὁ δ᾽ ἐκεῖνον μὲν ἐν φυλακῇ ἀδέσμῳ εἶχεν, αὐτὸς δὲ προσβαλὼν τῷ τειχίσματι ἐξαπιναίως καὶ οὐ προσδεχομένων αἱρεῖ, τούς τε Ἀρκάδας καὶ τῶν βαρβάρων ὅσοι ἐνῆσαν διαφθείρει· καὶ τὸν Ἱππίαν ὕστερον ἐσαγαγὼν ὥσπερ ἐσπείσατο, ἐπειδὴ ἔνδον ἦν, ξυλλαμβάνει καὶ κατατοξεύει. [3.34.4] Κολοφωνίοις δὲ Νότιον παραδίδωσι πλὴν τῶν μηδισάντων. καὶ ὕστερον Ἀθηναῖοι οἰκιστὰς πέμψαντες κατὰ τοὺς ἑαυτῶν νόμους κατῴκισαν τὸ Νότιον, ξυναγαγόντες πάντας ἐκ τῶν πόλεων, εἴ πού τις ἦν Κολοφωνίων.
[3.35.1] Ὁ δὲ Πάχης ἀφικόμενος ἐς τὴν Μυτιλήνην τήν τε Πύρραν καὶ Ἔρεσον παρεστήσατο, καὶ Σάλαιθον λαβὼν ἐν τῇ πόλει τὸν Λακεδαιμόνιον κεκρυμμένον ἀποπέμπει ἐς τὰς Ἀθήνας καὶ τοὺς ἐκ τῆς Τενέδου Μυτιληναίων ἄνδρας ἅμα οὓς κατέθετο καὶ εἴ τις ἄλλος αὐτῷ αἴτιος ἐδόκει εἶναι τῆς ἀποστάσεως· [3.35.2] ἀποπέμπει δὲ καὶ τῆς στρατιᾶς τὸ πλέον, τοῖς δὲ λοιποῖς ὑπομένων καθίστατο τὰ περὶ τὴν Μυτιλήνην καὶ τὴν ἄλλην Λέσβον ᾗ αὐτῷ ἐδόκει. [3.36.1] ἀφικομένων δὲ τῶν ἀνδρῶν καὶ τοῦ Σαλαίθου οἱ Ἀθηναῖοι τὸν μὲν Σάλαιθον εὐθὺς ἀπέκτειναν, ἔστιν ἃ παρεχόμενον τά τ᾽ ἄλλα καὶ ἀπὸ Πλαταιῶν (ἔτι γὰρ ἐπολιορκοῦντο) ἀπάξειν Πελοποννησίους· [3.36.2] περὶ δὲ τῶν ἀνδρῶν γνώμας ἐποιοῦντο, καὶ ὑπὸ ὀργῆς ἔδοξεν αὐτοῖς οὐ τοὺς παρόντας μόνον ἀποκτεῖναι, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἅπαντας Μυτιληναίους ὅσοι ἡβῶσι, παῖδας δὲ καὶ γυναῖκας ἀνδραποδίσαι, ἐπικαλοῦντες τήν τε ἄλλην ἀπόστασιν ὅτι οὐκ ἀρχόμενοι ὥσπερ οἱ ἄλλοι ἐποιήσαντο, καὶ προσξυνελάβοντο οὐκ ἐλάχιστον τῆς ὁρμῆς αἱ Πελοποννησίων νῆες ἐς Ἰωνίαν ἐκείνοις βοηθοὶ τολμήσασαι παρακινδυνεῦσαι· οὐ γὰρ ἀπὸ βραχείας διανοίας ἐδόκουν τὴν ἀπόστασιν ποιήσασθαι. [3.36.3] πέμπουσιν οὖν τριήρη ὡς Πάχητα ἄγγελον τῶν δεδογμένων, κατὰ τάχος κελεύοντες διαχρήσασθαι Μυτιληναίους. [3.36.4] καὶ τῇ ὑστεραίᾳ μετάνοιά τις εὐθὺς ἦν αὐτοῖς καὶ ἀναλογισμὸς ὠμὸν τὸ βούλευμα καὶ μέγα ἐγνῶσθαι, πόλιν ὅλην διαφθεῖραι μᾶλλον ἢ οὐ τοὺς αἰτίους. [3.36.5] ὡς δ᾽ ᾔσθοντο τοῦτο τῶν Μυτιληναίων οἱ παρόντες πρέσβεις καὶ οἱ αὐτοῖς τῶν Ἀθηναίων ξυμπράσσοντες, παρεσκεύασαν τοὺς ἐν τέλει ὥστε αὖθις γνώμας προθεῖναι· καὶ ἔπεισαν ῥᾷον, διότι καὶ ἐκείνοις ἔνδηλον ἦν βουλόμενον τὸ πλέον τῶν πολιτῶν αὖθίς τινας σφίσιν ἀποδοῦναι βουλεύσασθαι. [3.36.6] καταστάσης δ᾽ εὐθὺς ἐκκλησίας ἄλλαι τε γνῶμαι ἀφ᾽ ἑκάστων ἐλέγοντο καὶ Κλέων ὁ Κλεαινέτου, ὅσπερ καὶ τὴν προτέραν ἐνενικήκει ὥστε ἀποκτεῖναι, ὢν καὶ ἐς τὰ ἄλλα βιαιότατος τῶν πολιτῶν τῷ τε δήμῳ παρὰ πολὺ ἐν τῷ τότε πιθανώτατος, παρελθὼν αὖθις ἔλεγε τοιάδε.

[3.33.2] Οι πληροφορίες για την άφιξη του πελοποννησιακού στόλου έφτασαν στον Πάχη και στους Αθηναίους από την Ερυθραία και ύστερα επιβεβαιώθηκαν από παντού. Οι πολιτείες της Ιωνίας είναι ατείχιστες και τον έπιασε μεγάλος φόβος μήπως οι Πελοποννήσιοι, περιπλέοντας τις ακτές, ακόμα κι αν δεν είχαν σκοπό να μείνουν, κάνουν αποβάσεις και λεηλασίες. Τέλος η Σαλαμινία και η Πάραλος έφτασαν και είπαν ότι είχαν δει τον πελοποννησιακό στόλο στην Κλάρο. [3.33.3] Τότε ο Πάχης ξεκίνησε αμέσως σε καταδίωξη ώς την Πάτμο, αλλά βλέποντας ότι δεν μπορούσε πια να τον φτάσει, γύρισε πίσω. Θεώρησε ότι, αφού δεν μπόρεσε να τους προλάβει στην ανοιχτή θάλασσα, ήταν προτιμότερο να μην βρει τον εχθρό αποτραβηγμένο σε καμιά στεριά, γιατί στην περίπτωση αυτή οι Αθηναίοι θα είχαν αναγκαστεί ν᾽ αποσπάσουν δυνάμεις για να οργανώσουν αποκλεισμό.
[3.34.1] Επιστρέφοντας στην Μυτιλήνη ο Πάχης σταμάτησε στο Νότιο της Κολοφώνος, όπου είχαν εγκατασταθεί οι Κολοφώνιοι από τότε που η απάνω πολιτεία τους κυριεύτηκε από τον Ιταμάνη και τον βαρβαρικό στρατό του που τον είχε καλέσει ένα από τα πολιτικά κόμματα. Τούτο είχε συμβεί τον καιρό της δεύτερης εισβολής των Πελοποννησίων στην Αττική. [3.34.2] Αλλά όσοι είχαν καταφύγει στο Νότιο και είχαν εγκατασταθεί εκεί, πάλι χωρίστηκαν σε δύο παρατάξεις. Η μία ζήτησε από τον Πισσούθνη βαρβάρους και Αρκάδες μισθοφόρους και τους έστησε σε μέρος που χωριζόταν με τείχος απ᾽ την υπόλοιπη πολιτεία. Οι Κολοφώνιοι της απάνω πολιτείας, που ήσαν φίλοι με τους Πέρσες, συνεργάστηκαν μ᾽ αυτούς και κυβερνούσαν την πολιτεία, ενώ οι αντίθετοί τους, που είχαν φύγει κρυφά και ζούσαν εξόριστοι, κάλεσαν τον Πάχη να τους βοηθήσει. [3.34.3] Ο Πάχης κάλεσε τον Ιππία, αρχηγό των Αρκάδων, που ήταν στο τείχισμα, για να διαπραγματευτεί μαζί του. Του υποσχέθηκε ότι, αν δεν συμφωνήσουν, θα τον αφήσει να γυρίσει στο τείχος σώο και υγιή. Όταν όμως ο Ιππίας βγήκε από το τείχος τον έβαλε υπό επιτήρηση χωρίς, όμως, να τον δέσει κι έκανε αιφνιδιαστική επίθεση εναντίον του τείχους. Η φρουρά δεν το περίμενε και ο Πάχης κυρίεψε το τείχος. Έσφαξε όλους τους Αρκάδες και τους βαρβάρους που ήσαν εκεί. Σύμφωνα με την υπόσχεσή του, οδήγησε τον Ιππία πίσω στο τείχος και, μόλις μπήκε μέσα, τον έπιασε και τον σκότωσε, τοξεύοντάς τον. [3.34.4] Το Νότιο το παράδωσε στους Κολοφωνίους, εκτός από εκείνους που είχαν μηδίσει. Αργότερα οι Αθηναίοι έστειλαν δικούς τους ανθρώπους για να κατοικήσουν το Νότιο και το κυβέρνησαν σύμφωνα με τους αθηναϊκούς νόμους και συγκέντρωσαν εκεί όλους τους Κολοφωνίους που ήσαν διεσπαρμένοι σε διάφορες πολιτείες.
[3.35.1] Ο Πάχης γύρισε στην Μυτιλήνη και υπόταξε την Πύρρα και την Ερεσό. Έπιασε τον Λακεδαιμόνιο Σάλαιθο που κρυβόταν μέσα στην πόλη και τον έστειλε στην Αθήνα μαζί με τους Μυτιληναίους τους οποίους είχε στείλει στην Τένεδο και όσους άλλους θεωρούσε υπαίτιους για την επανάσταση. [3.35.2] Έστειλε πίσω στην Αθήνα το μεγαλύτερο μέρος του στρατού του κι έμεινε στο νησί με το υπόλοιπο. Ρύθμισε, όπως νόμιζε καλύτερα, τα ζητήματα της Μυτιλήνης και της υπόλοιπης Λέσβου.
[3.36.1] Όταν έφτασαν στην Αθήνα ο Σάλαιθος και οι άλλοι, οι Αθηναίοι σκότωσαν αμέσως τον Σάλαιθο παρόλον ότι τους υποσχόταν, μεταξύ άλλων, να πείσει τους Πελοποννησίους να σηκώσουν την πολιορκία της Πλάταιας που διαρκούσε ακόμα. [3.36.2] Για τους άλλους, έκαναν συγκέντρωση του λαού κι αποφάσισαν, απάνω στο θυμό τους, να σκοτώσουν όχι μόνο όσους είχε στείλει ο Πάχης στην Αθήνα, αλλά και όλους τους Μυτιληναίους που ήσαν ενήλικοι και να πουλήσουν τα γυναικόπαιδα δούλους. Δικαιολογούσαν την απόφασή τους με το ότι οι Μυτιληναίοι είχαν επαναστατήσει παρόλον ότι δεν ήσαν, σαν τους άλλους συμμάχους, υποτακτικοί της Αθήνας, αλλά κυρίως —και τούτο τους παρόξυνε περισσότερο— επειδή είχαν γίνει αιτία να ριψοκινδυνέψει πελοποννησιακός στόλος και να πάει ώς την Ιωνία να τους βοηθήσει. Τούτο ήταν γι᾽ αυτούς απόδειξη ότι το σχέδιο είχε καταστρωθεί από πολύν καιρό. [3.36.3] Έστειλαν, λοιπόν, καράβι στον Πάχη με εντολή να του ανακοινώσει την απόφασή τους και να του δώσει διαταγή να σκοτώσει όλους τους Μυτιληναίους χωρίς αναβολή. [3.36.4] Την επομένη, όμως, άρχισαν να μετανιώνουν και ν᾽ αναλογίζονται πόσο σκληρή κι υπερβολική ήταν η απόφασή τους να καταστρέψουν ολόκληρη πολιτεία αντί να τιμωρήσουν μόνο τους ενόχους. [3.36.5] Όταν οι αντιπρόσωποι των Μυτιληναίων που ήσαν στην Αθήνα ένιωσαν την μεταστροφή αυτή, έπεισαν μαζί με Αθηναίους φίλους τους, τους άρχοντες να συγκαλέσουν Εκκλησία του Λαού για να ξαναγίνει συζήτηση. Τους έπεισαν χωρίς δυσκολία, γιατί κι οι άρχοντες καταλάβαιναν ότι οι περισσότεροι από τους πολίτες ήθελαν να τους δοθεί η ευκαιρία να συζητήσουν πάλι το ζήτημα. [3.36.6] Έγινε αμέσως Εκκλησία του Λαού και πολλοί ρήτορες μίλησαν. Ο Κλέων του Κλεαινέτου, ο οποίος την προηγουμένη είχε πείσει την Εκκλησία ν᾽ αποφασίσει να σκοτωθούν οι Μυτιληναίοι και είχε, τότε, μεγάλη επιρροή στον λαό, ανέβηκε πάλι στο βήμα και είπε τα ακόλουθα, περίπου: