Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (2.82.1-2.84.5)

[2.82.1] ἐπειδὴ δὲ νὺξ ἐγένετο, ἀναχωρήσας ὁ Κνῆμος τῇ στρατιᾷ κατὰ τάχος ἐπὶ τὸν Ἄναπον ποταμόν, ὃς ἀπέχει σταδίους ὀγδοήκοντα Στράτου, τούς τε νεκροὺς κομίζεται τῇ ὑστεραίᾳ ὑποσπόνδους, καὶ Οἰνιαδῶν ξυμπαραγενομένων κατὰ φιλίαν ἀναχωρεῖ παρ᾽ αὐτοὺς πρὶν τὴν ξυμβοήθειαν ἐλθεῖν. κἀκεῖθεν ἐπ᾽ οἴκου ἀπῆλθον ἕκαστοι. οἱ δὲ Στράτιοι τροπαῖον ἔστησαν τῆς μάχης τῆς πρὸς τοὺς βαρβάρους.
[2.83.1] Τὸ δ᾽ ἐκ τῆς Κορίνθου καὶ τῶν ἄλλων ξυμμάχων τῶν ἐκ τοῦ Κρισαίου κόλπου ναυτικόν, ὃ ἔδει παραγενέσθαι τῷ Κνήμῳ, ὅπως μὴ ξυμβοηθῶσιν οἱ ἀπὸ θαλάσσης ἄνω Ἀκαρνᾶνες, οὐ παραγίγνεται, ἀλλ᾽ ἠναγκάσθησαν περὶ τὰς αὐτὰς ἡμέρας τῆς ἐν Στράτῳ μάχης ναυμαχῆσαι πρὸς Φορμίωνα καὶ τὰς εἴκοσι ναῦς τῶν Ἀθηναίων αἳ ἐφρούρουν ἐν Ναυπάκτῳ. [2.83.2] ὁ γὰρ Φορμίων παραπλέοντας αὐτοὺς ἔξω τοῦ κόλπου ἐτήρει, βουλόμενος ἐν τῇ εὐρυχωρίᾳ ἐπιθέσθαι. [2.83.3] οἱ δὲ Κορίνθιοι καὶ οἱ ξύμμαχοι ἔπλεον μὲν οὐχ ὡς ἐπὶ ναυμαχίᾳ, ἀλλὰ στρατιωτικώτερον παρεσκευασμένοι ἐς τὴν Ἀκαρνανίαν καὶ οὐκ ἂν οἰόμενοι πρὸς ἑπτὰ καὶ τεσσαράκοντα ναῦς τὰς σφετέρας τολμῆσαι τοὺς Ἀθηναίους εἴκοσι ταῖς ἑαυτῶν ναυμαχίαν ποιήσασθαι· ἐπειδὴ μέντοι ἀντιπαραπλέοντάς τε ἑώρων αὐτούς, παρὰ γῆν σφῶν κομιζομένων, καὶ ἐκ Πατρῶν τῆς Ἀχαΐας πρὸς τὴν ἀντιπέρας ἤπειρον διαβάλλοντες ἐπ᾽ Ἀκαρνανίας κατεῖδον τοὺς Ἀθηναίους ἀπὸ τῆς Χαλκίδος καὶ τοῦ Εὐήνου ποταμοῦ προσπλέοντας σφίσι καὶ οὐκ ἔλαθον νυκτὸς ἀφορμισάμενοι, οὕτω δὴ ἀναγκάζονται ναυμαχεῖν κατὰ μέσον τὸν πορθμόν. [2.83.4] στρατηγοὶ δὲ ἦσαν μὲν καὶ κατὰ πόλεις ἑκάστων οἳ παρεσκευάζοντο, Κορινθίων δὲ Μαχάων καὶ Ἰσοκράτης καὶ Ἀγαθαρχίδας. [2.83.5] καὶ οἱ μὲν Πελοποννήσιοι ἐτάξαντο κύκλον τῶν νεῶν ὡς μέγιστον οἷοί τ᾽ ἦσαν μὴ διδόντες διέκπλουν, τὰς πρῴρας μὲν ἔξω, ἔσω δὲ τὰς πρύμνας, καὶ τά τε λεπτὰ πλοῖα ἃ ξυνέπλει ἐντὸς ποιοῦνται καὶ πέντε ναῦς τὰς ἄριστα πλεούσας, ὅπως ἐκπλέοιεν διὰ βραχέος παραγιγνόμενοι, εἴ πῃ προσπίπτοιεν οἱ ἐναντίοι. [2.84.1] οἱ δ᾽ Ἀθηναῖοι κατὰ μίαν ναῦν τεταγμένοι περιέπλεον αὐτοὺς κύκλῳ καὶ ξυνῆγον ἐς ὀλίγον, ἐν χρῷ αἰεὶ παραπλέοντες καὶ δόκησιν παρέχοντες αὐτίκα ἐμβαλεῖν· προείρητο δ᾽ αὐτοῖς ὑπὸ Φορμίωνος μὴ ἐπιχειρεῖν πρὶν ἂν αὐτὸς σημήνῃ. [2.84.2] ἤλπιζε γὰρ αὐτῶν οὐ μενεῖν τὴν τάξιν, ὥσπερ ἐν γῇ πεζήν, ἀλλὰ ξυμπεσεῖσθαι πρὸς ἀλλήλας τὰς ναῦς καὶ τὰ πλοῖα ταραχὴν παρέξειν, εἴ τ᾽ ἐκπνεύσειεν ἐκ τοῦ κόλπου τὸ πνεῦμα, ὅπερ ἀναμένων τε περιέπλει καὶ εἰώθει γίγνεσθαι ἐπὶ τὴν ἕω, οὐδένα χρόνον ἡσυχάσειν αὐτούς· καὶ τὴν ἐπιχείρησιν ἐφ᾽ ἑαυτῷ τε ἐνόμιζεν εἶναι, ὁπόταν βούληται, τῶν νεῶν ἄμεινον πλεουσῶν, καὶ τότε καλλίστην γίγνεσθαι. [2.84.3] ὡς δὲ τό τε πνεῦμα κατῄει καὶ αἱ νῆες ἐν ὀλίγῳ ἤδη οὖσαι ὑπ᾽ ἀμφοτέρων, τοῦ τε ἀνέμου τῶν τε πλοίων, ἅμα προσκειμένων ἐταράσσοντο, καὶ ναῦς τε νηὶ προσέπιπτε καὶ τοῖς κοντοῖς διεωθοῦντο, βοῇ τε χρώμενοι καὶ πρὸς ἀλλήλους ἀντιφυλακῇ τε καὶ λοιδορίᾳ οὐδὲν κατήκουον οὔτε τῶν παραγγελλομένων οὔτε τῶν κελευστῶν, καὶ τὰς κώπας ἀδύνατοι ὄντες ἐν κλύδωνι ἀναφέρειν ἄνθρωποι ἄπειροι τοῖς κυβερνήταις ἀπειθεστέρας τὰς ναῦς παρεῖχον, τότε δὴ κατὰ τὸν καιρὸν τοῦτον σημαίνει, καὶ οἱ Ἀθηναῖοι προσπεσόντες πρῶτον μὲν καταδύουσι τῶν στρατηγίδων νεῶν μίαν, ἔπειτα δὲ καὶ τὰς ἄλλας ᾗ χωρήσειαν διέφθειρον, καὶ κατέστησαν ἐς ἀλκὴν μὲν μηδένα τρέπεσθαι αὐτῶν ὑπὸ τῆς ταραχῆς, φεύγειν δὲ ἐς Πάτρας καὶ Δύμην τῆς Ἀχαΐας. [2.84.4] οἱ δὲ Ἀθηναῖοι καταδιώξαντες καὶ ναῦς δώδεκα λαβόντες τούς τε ἄνδρας ἐξ αὐτῶν τοὺς πλείστους ἀνελόμενοι ἐς Μολύκρειον ἀπέπλεον, καὶ τροπαῖον στήσαντες ἐπὶ τῷ Ῥίῳ καὶ ναῦν ἀναθέντες τῷ Ποσειδῶνι ἀνεχώρησαν ἐς Ναύπακτον. [2.84.5] παρέπλευσαν δὲ καὶ οἱ Πελοποννήσιοι εὐθὺς ταῖς περιλοίποις τῶν νεῶν ἐκ τῆς Δύμης καὶ Πατρῶν ἐς Κυλλήνην τὸ Ἠλείων ἐπίνειον· καὶ ἀπὸ Λευκάδος Κνῆμος καὶ αἱ ἐκείνων νῆες, ἃς ἔδει ταύταις ξυμμεῖξαι, ἀφικνοῦνται μετὰ τὴν ἐν Στράτῳ μάχην ἐς τὴν Κυλλήνην.

[2.82.1] Όταν νύχτωσε, ο Κνήμος πήρε τον στρατό κι έφυγε γρήγορα με κατεύθυνση τον ποταμό Άναπο που απέχει ογδόντα στάδια από την Στράτο. Την επομένη, αφού ζήτησε ανακωχή, σήκωσε τους νεκρούς. Μερικοί Οινιάδες, φίλοι των Πελοποννησίων, πήγαν και τον βρήκαν κι εκείνος ζήτησε καταφύγιο στην πολιτεία τους προτού φτάσουν οι ενισχύσεις από τις άλλες πολιτείες της Ακαρνανίας. Από εκεί διαλύθηκαν και γύρισε ο καθένας στην πατρίδα του. Οι Στράτιοι έστησαν τρόπαιο για την νίκη τους εναντίον των βαρβάρων.
[2.83.1] Ο στόλος τον οποίο η Κόρινθος και οι σύμμαχοί της του Κρισαίου κόλπου έπρεπε να στείλουν για να βοηθήσει τον Κνήμο εμποδίζοντας τους Ακαρνάνες της παραλίας να βοηθήσουν τους ομοφύλους τους του εσωτερικού, δεν μπόρεσε να φτάσει στον προορισμό του, αλλά αναγκάστηκε, τις ίδιες περίπου μέρες που έγινε η μάχη της Στράτου, να ναυμαχήσει με τον Φορμίωνα, ο οποίος με τα είκοσι καράβια του φρουρούσε τα στενά της Ναυπάκτου. [2.83.2] Ενώ ο συμμαχικός στόλος έπλεε κοντά στην Πελοποννησιακή ακτή για να βγει από τον κόλπο, ο Φορμίων τον επιτηρούσε με σκοπό να του επιτεθεί στην ανοιχτή θάλασσα. [2.83.3] Οι Κορίνθιοι και οι σύμμαχοί τους δεν είχαν ετοιμάσει τα καράβια τους για ναυμαχία, αλλά για να μεταφέρουν τον στρατό στην Ακαρνανία και δεν φαντάζονταν ποτέ ότι οι Αθηναίοι, με είκοσι πολεμικά, θα τολμούσαν να κάνουν επίθεση εναντίον των σαράντα επτά δικών τους. Αλλά ενώ παραπλέαν τις ακτές τους, είδαν τους Αθηναίους να πλέουν παράλληλα στην αντικρινή ακτή. Και όταν, από την Πάτρα της Αχαΐας, προσπάθησαν να περάσουν αντίκρυ, στην Ακαρνανία, είδαν τους Αθηναίους να προχωρούν κατά πάνω τους από την Χαλκίδα και τις εκβολές τους Ευήνου ποταμού. Αν και είχαν ξεκινήσει νύχτα, δεν μπόρεσαν να ξεγελάσουν τον Φορμίωνα κι έτσι αναγκάστηκαν να ναυμαχήσουν καταμεσής στον πορθμό. Η καθεμιά από τις πολιτείες που είχε στείλει καράβια είχε ορίσει και τον στρατηγό της. [2.83.4] Των Κορινθίων στρατηγοί ήσαν ο Μαχάων, ο Ισοκράτης και ο Αγαθαρχίδας. [2.83.5] Οι Πελοποννήσιοι παρατάξαν τον στόλο τους σε κύκλο όσο το δυνατόν μεγαλύτερο, χωρίς όμως ν᾽ αφήνουν διαστήματα απ᾽ τα οποία θα μπορούσαν να τους επιτεθούν οι Αθηναίοι. Τα καράβια είχαν τις πλώρες προς τα έξω και τις πρύμνες προς τα μέσα. Στο εσωτερικό του κύκλου έταξαν τα ελαφριά καράβια και πέντε από τα πιο γρήγορα πολεμικά, που είχαν διαταγή να βγαίνουν απ᾽ τον κύκλο και να βοηθούν σ᾽ όποιο σημείο χτυπούσε ο εχθρός.
[2.84.1] Οι Αθηναίοι, σε μονή γραμμή, άρχισαν να πλέουν γύρω από τους Πελοποννησίους διαγράφοντας κύκλο που τον στένευαν όλο και περισσότερο, περνώντας ξυστά στις πλώρες του εχθρού και δίνοντας την εντύπωση ότι από στιγμή σε στιγμή θα επιτεθούν. Αλλά ο Φορμίων είχε δώσει διαταγή να μην αρχίσει η επίθεση προτού υψώσει εκείνος το σήμα. [2.84.2] Είχε την ελπίδα ότι οι Πελοποννήσιοι δεν θα μπορούσαν να κρατήσουν την τάξη τους, όπως θα την κρατούσε στρατός στην στεριά, και ότι τα καράβια θ᾽ άρχιζαν να πέφτουν το ένα επάνω στο άλλο και τα ελαφριά σκάφη στο εσωτερικό του κύκλου θα αύξαναν την ακαταστασία. Ο Φορμίων ήξερε ότι, με την ανατολή του ηλίου, άρχιζε να φυσάει από το βάθος του κόλπου ένας απόγειος άνεμος, κι αυτόν περίμενε πλέοντας κυκλικά γύρω από τον εχθρό. Αν άρχιζε να φυσάει, τότε, οπωσδήποτε, δεν θα μπορούσαν οι Πελοποννήσιοι να κρατήσουν την τάξη τους. Ήξερε ότι, έχοντας πιο ευέλικτα καράβια, μπορούσε ν᾽ αρχίσει την επίθεση την στιγμή που θα διάλεγε εκείνος. [2.84.3] Όταν άρχισε να φυσάει ο άνεμος, έγινε μεγάλη σύγχυση στα πολεμικά των Πελοποννησίων που είχαν πυκνώσει την παράταξή τους κι εμποδίζονταν απ᾽ τα ελαφριά σκάφη. Τα πολεμικά έπεφταν το ένα απάνω στο άλλο, οι ναύτες προσπαθούσαν να τα χωρίσουν με κοντάρια, βρίζανε φωνάζοντας, κι έτσι δεν ακούγονταν ούτε οι διαταγές ούτε το παράγγελμα των κελευστών. Οι κωπηλάτες, άπειροι, δεν μπορούσαν με την θαλασσοταραχή να βγάζουν τα κουπιά απ᾽ το νερό κι έτσι ήταν ακόμα πιο δύσκολο να κυβερνηθούν τα καράβια. Στην πιο κατάλληλη στιγμή ο Φορμίων ύψωσε το σήμα και οι Αθηναίοι έκαναν επίθεση. Βύθισαν αμέσως μια από τις ναυαρχίδες κι ύστερα, όπου κι αν χτυπούσαν, προκαλούσαν την καταστροφή. Έφεραν τον εχθρό σε τέτοια θέση και σύγχυση, ώστε κανένα καράβι να μην προσπαθήσει να τους αντισταθεί κι όλος ο Πελοποννησιακός στόλος έφυγε προς την Πάτρα και την Δύμη της Αχαΐας. [2.84.4] Οι Αθηναίοι τους καταδιώξαν κι αιχμαλώτισαν δώδεκα καράβια. Τα πληρώματά τους τα πήραν στα δικά τους και πήγαν στην Μολύκρεια. Έστησαν τρόπαιο στο Ρίον κι αφού αφιέρωσαν ένα από τα εχθρικά καράβια στον Ποσειδώνα, γύρισαν στην Ναύπακτο. [2.84.5] Οι Πελοποννήσιοι, με τα όσα καράβια τούς έμειναν, έφυγαν από την Δύμη και την Πάτρα και πήγαν στην Κυλλήνη, το επίνειο των Ηλείων, όπου μετά την μάχη της Στράτου, έφτασε και ο Κνήμος από την Λευκάδα, με τα καράβια που ήσαν εκεί κι έπρεπε να ενωθούν με τον στόλο.