Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (1.118.1-1.120.5)

[1.118.1] Μετὰ ταῦτα δὲ ἤδη γίγνεται οὐ πολλοῖς ἔτεσιν ὕστερον τὰ προειρημένα, τά τε Κερκυραϊκὰ καὶ τὰ Ποτειδεατικὰ καὶ ὅσα πρόφασις τοῦδε τοῦ πολέμου κατέστη. [1.118.2] ταῦτα δὲ ξύμπαντα ὅσα ἔπραξαν οἱ Ἕλληνες πρός τε ἀλλήλους καὶ τὸν βάρβαρον ἐγένετο ἐν ἔτεσι πεντήκοντα μάλιστα μεταξὺ τῆς τε Ξέρξου ἀναχωρήσεως καὶ τῆς ἀρχῆς τοῦδε τοῦ πολέμου· ἐν οἷς οἱ Ἀθηναῖοι τήν τε ἀρχὴν ἐγκρατεστέραν κατεστήσαντο καὶ αὐτοὶ ἐπὶ μέγα ἐχώρησαν δυνάμεως, οἱ δὲ Λακεδαιμόνιοι αἰσθόμενοι οὔτε ἐκώλυον εἰ μὴ ἐπὶ βραχύ, ἡσύχαζόν τε τὸ πλέον τοῦ χρόνου, ὄντες μὲν καὶ πρὸ τοῦ μὴ ταχεῖς ἰέναι ἐς τοὺς πολέμους, ἢν μὴ ἀναγκάζωνται, τὸ δέ τι καὶ πολέμοις οἰκείοις ἐξειργόμενοι, πρὶν δὴ ἡ δύναμις τῶν Ἀθηναίων σαφῶς ᾔρετο καὶ τῆς ξυμμαχίας αὐτῶν ἥπτοντο. τότε δὲ οὐκέτι ἀνασχετὸν ἐποιοῦντο, ἀλλ᾽ ἐπιχειρητέα ἐδόκει εἶναι πάσῃ προθυμίᾳ καὶ καθαιρετέα ἡ ἰσχύς, ἢν δύνωνται, ἀραμένοις τόνδε τὸν πόλεμον. [1.118.3] αὐτοῖς μὲν οὖν τοῖς Λακεδαιμονίοις διέγνωστο λελύσθαι τε τὰς σπονδὰς καὶ τοὺς Ἀθηναίους ἀδικεῖν, πέμψαντες δὲ ἐς Δελφοὺς ἐπηρώτων τὸν θεὸν εἰ πολεμοῦσιν ἄμεινον ἔσται· ὁ δὲ ἀνεῖλεν αὐτοῖς, ὡς λέγεται, κατὰ κράτος πολεμοῦσι νίκην ἔσεσθαι, καὶ αὐτὸς ἔφη ξυλλήψεσθαι καὶ παρακαλούμενος καὶ ἄκλητος. [1.119.1] αὖθις δὲ τοὺς ξυμμάχους παρακαλέσαντες ψῆφον ἐβούλοντο ἐπαγαγεῖν εἰ χρὴ πολεμεῖν. καὶ ἐλθόντων τῶν πρέσβεων ἀπὸ τῆς ξυμμαχίας καὶ ξυνόδου γενομένης οἵ τε ἄλλοι εἶπον ἃ ἐβούλοντο, κατηγοροῦντες οἱ πλείους τῶν Ἀθηναίων καὶ τὸν πόλεμον ἀξιοῦντες γίγνεσθαι, καὶ οἱ Κορίνθιοι δεηθέντες μὲν καὶ κατὰ πόλεις πρότερον ἑκάστων ἰδίᾳ ὥστε ψηφίσασθαι τὸν πόλεμον, δεδιότες περὶ τῇ Ποτειδαίᾳ μὴ προδιαφθαρῇ, παρόντες δὲ καὶ τότε καὶ τελευταῖοι ἐπελθόντες ἔλεγον τοιάδε.
[1.120.1] «Τοὺς μὲν Λακεδαιμονίους, ὦ ἄνδρες ξύμμαχοι, οὐκ ἂν ἔτι αἰτιασαίμεθα ὡς οὐ καὶ αὐτοὶ ἐψηφισμένοι τὸν πόλεμόν εἰσι καὶ ἡμᾶς ἐς τοῦτο νῦν ξυνήγαγον. χρὴ γὰρ τοὺς ἡγεμόνας τὰ ἴδια ἐξ ἴσου νέμοντας τὰ κοινὰ προσκοπεῖν, ὥσπερ καὶ ἐν ἄλλοις ἐκ πάντων προτιμῶνται. [1.120.2] ἡμῶν δὲ ὅσοι μὲν Ἀθηναίοις ἤδη ἐνηλλάγησαν οὐχὶ διδαχῆς δέονται ὥστε φυλάξασθαι αὐτούς· τοὺς δὲ τὴν μεσόγειαν μᾶλλον καὶ μὴ ἐν πόρῳ κατῳκημένους εἰδέναι χρὴ ὅτι, τοῖς κάτω ἢν μὴ ἀμύνωσι, χαλεπωτέραν ἕξουσι τὴν κατακομιδὴν τῶν ὡραίων καὶ πάλιν ἀντίληψιν ὧν ἡ θάλασσα τῇ ἠπείρῳ δίδωσι, καὶ τῶν νῦν λεγομένων μὴ κακοὺς κριτὰς ὡς μὴ προσηκόντων εἶναι, προσδέχεσθαι δέ ποτε, εἰ τὰ κάτω πρόοιντο, κἂν μέχρι σφῶν τὸ δεινὸν προελθεῖν, καὶ περὶ αὑτῶν οὐχ ἧσσον νῦν βουλεύεσθαι. [1.120.3] δι᾽ ὅπερ καὶ μὴ ὀκνεῖν δεῖ αὐτοὺς τὸν πόλεμον ἀντ᾽ εἰρήνης μεταλαμβάνειν. ἀνδρῶν γὰρ σωφρόνων μέν ἐστιν, εἰ μὴ ἀδικοῖντο, ἡσυχάζειν, ἀγαθῶν δὲ ἀδικουμένους ἐκ μὲν εἰρήνης πολεμεῖν, εὖ δὲ παρασχὸν ἐκ πολέμου πάλιν ξυμβῆναι, καὶ μήτε τῇ κατὰ πόλεμον εὐτυχίᾳ ἐπαίρεσθαι μήτε τῷ ἡσύχῳ τῆς εἰρήνης ἡδόμενον ἀδικεῖσθαι. [1.120.4] ὅ τε γὰρ διὰ τὴν ἡδονὴν ὀκνῶν τάχιστ᾽ ἂν ἀφαιρεθείη τῆς ῥᾳστώνης τὸ τερπνὸν δι᾽ ὅπερ ὀκνεῖ, εἰ ἡσυχάζοι, ὅ τε ἐν πολέμῳ εὐτυχίᾳ πλεονάζων οὐκ ἐντε θύμηται θράσει ἀπίστῳ ἐπαιρόμενος. [1.120.5] πολλὰ γὰρ κακῶς γνωσθέντα ἀβουλοτέρων τῶν ἐναντίων τυχόντα κατωρθώθη, καὶ ἔτι πλείω καλῶς δοκοῦντα βουλευθῆναι ἐς τοὐναντίον αἰσχρῶς περιέστη· ἐνθυμεῖται γὰρ οὐδεὶς ὁμοῖα τῇ πίστει καὶ ἔργῳ ἐπεξέρχεται, ἀλλὰ μετ᾽ ἀσφαλείας μὲν δοξάζομεν, μετὰ δέους δὲ ἐν τῷ ἔργῳ ἐλλείπομεν.

[1.118.1] Μετά από λίγα χρόνια έγιναν τα όσα ιστορήθηκαν στην αρχή, δηλαδή τα Κερκυραϊκά και τα Ποτιδαιατικά και όσα άλλα έγιναν αιτία του πολέμου αυτού. [1.118.2] Όλοι αυτοί οι πόλεμοι, τους οποίους έκαναν οι Έλληνες, είτε μεταξύ τους είτε εναντίον των βαρβάρων, έγιναν στα πενήντα περίπου χρόνια από την υποχώρηση του Ξέρξη έως την αρχή του πολέμου αυτού. Στο διάστημα αυτό οι Αθηναίοι εδραίωσαν την ηγεμονία τους κι έγιναν μεγάλη δύναμη. Οι Λακεδαιμόνιοι το έβλεπαν, αλλά μόνο σπασμωδικές προσπάθειες έκαναν για να τους σταματήσουν και τον περισσότερο καιρό αδρανούσαν, γιατί και προηγουμένως δύσκολα αποφάσιζαν να πολεμήσουν, εκτός εάν ήταν απόλυτη ανάγκη. Εκτός απ᾽ αυτό, και οι πόλεμοι με τους γείτονές τους τούς ήσαν εμπόδιο. Η κατάσταση αυτή εξακολουθούσε έως τη στιγμή που αναπτύχθηκε πάρα πολύ η δύναμη της Αθήνας και άρχισε να βλάπτει τους συμμάχους της Σπάρτης. Τότε θεώρησαν ότι δεν μπορούσαν πια ν᾽ ανεχθούν την κατάσταση και ότι έπρεπε να δράσουν αποφασιστικά και να καταστρέψουν, αν μπορούσαν, τη δύναμη των Αθηναίων προκαλώντας τον πόλεμο αυτόν. [1.118.3] Οι Λακεδαιμόνιοι είχαν, λοιπόν, αποφασίσει ότι οι τριαντάχρονες σπονδές είχαν λυθεί και ότι οι Αθηναίοι τις είχαν παραβιάσει. Έστειλαν στους Δελφούς να ρωτήσουν τον θεό αν θα κάνουν καλά να πολεμήσουν και ο θεός, καθώς λέγεται, τους αποκρίθηκε ότι, αν κάνουν τον πόλεμο με όλες τις τους τις δυνάμεις, θα νικήσουν και ότι αυτός ο ίδιος θα τους βοηθήσει, είτε του το ζητήσουν είτε όχι.
[1.119.1] Τότε συγκαλέσαν πάλι τους συμμάχους τους για να τους βάλουν να ψηφίσουν αν πρέπει να γίνει πόλεμος. Όταν οι αντιπρόσωποι των συμμάχων τους έφτασαν στην Σπάρτη κι έγινε συνέλευση, πολλοί είπαν εκείνο που ο καθένας τους έκρινε σκόπιμο, κατηγόρησαν τους Αθηναίους και αξίωσαν να γίνει πόλεμος. Οι Κορίνθιοι που, από πριν, είχαν ζητήσει από κάθε σύμμαχο να ψηφίσει πόλεμο, επειδή φοβόνταν ότι η Ποτίδαια δεν θα μπορέσει να κρατήσει πολύ, παρουσιάστηκαν τελευταίοι και είπαν περίπου τα ακόλουθα:
[1.120.1] «Σύμμαχοι! Δεν μπορούμε πια να κατηγορούμε τους Λακεδαιμονίους ότι δεν εψήφισαν πόλεμο ή ότι δεν μας συγκάλεσαν για τον σκοπό αυτόν. Αν οι αρχηγοί έχουν δικαίωμα να κανονίζουν μόνοι τους τις εσωτερικές τους υποθέσεις, όπως και κάθε άλλο μέλος της συμμαχίας, έχουν όμως το καθήκον να έχουν την πρώτη ευθύνη στο ν᾽ αποφασίζουν για τα κοινά ζητήματα της συμμαχίας, όπως έχουν και την πρώτη θέση στις τιμές. [1.120.2] Όσοι από μας είχαν δοσοληψίες με τους Αθηναίους δεν έχουν ανάγκη από συμβουλές για να φυλάγονται από αυτούς. Οι άλλοι, όσοι κατοικούν σε μεσόγεια μέρη, μακριά από τις θαλάσσιες συγκοινωνίες, πρέπει να ξέρουν ότι, αν δεν βοηθήσουν τις παράλιες πολιτείες, θα τους είναι δύσκολο να διαθέσουν τα γεωργικά τους προϊόντα και να τα εμπορεύονται με τα όσα η θάλασσα προμηθεύει στην στεριά. Και δεν πρέπει να κρίνουν σφαλερά τα όσα λέγονται εδώ, σαν σκέψεις που δεν τους ενδιαφέρουν. Πρέπει αντίθετα να σκεφτούν ότι, αν αδιαφορήσουν τώρα για τις παράλιες πολιτείες, θα έρθει στιγμή που θα κινδυνέψουν κι εκείνοι. Πρέπει να σκεφτούν ότι η συνέλευση γίνεται τόσο για τα συμφέροντα των άλλων όσο και για τα δικά τους συμφέροντα. [1.120.3] Για τον λόγο αυτόν δεν πρέπει να έχουν κανένα δισταγμό να προτιμήσουν τον πόλεμο απ᾽ την ειρήνη. Οι φρόνιμοι, όταν δεν τους αδικεί κανείς, μένουν, βέβαια, ήσυχοι, αλλά οι γενναίοι, όταν αδικούνται, πολεμούν· και όταν ο πόλεμος τους ευνοήσει, κάνουν πάλι ειρήνη. Και δεν παρασύρονται αλόγιστα από τις πιθανές επιτυχίες που ίσως φέρει ο πόλεμος, αλλά ούτε και ανέχονται τις αδικίες, επειδή βρίσκουν ευχάριστη την ειρηνική ζωή. [1.120.4] Όσοι αδρανούν, επειδή έχουν ευχάριστη ζωή, κινδυνεύουν γρήγορα να χάσουν την ευχαρίστηση αυτή, αιτία της αδράνειάς τους, αλλά και όσοι δείχνουν πλεονεξία με την σκέψη της πολεμικής επιτυχίας δεν καταλαβαίνουν πόσο απατηλή είναι η έπαρσή τους. [1.120.5] Πολλές επιχειρήσεις που σχεδιάστηκαν με αμέλεια πέτυχαν γιατί αντιμετώπισαν άβουλους αντιπάλους, αλλά και άλλες, περισσότερες αυτές, που είχαν μελετηθεί, καταλήξαν σε οικτρή αποτυχία γιατί κανείς, ποτέ, δεν έχει στην εκτέλεση όση αυτοπεποίθηση έχει στην κατάστρωση ενός σχεδίου. Καταστρώνομε σχέδια ενώ βρισκόμαστε σε ασφάλεια, αλλά όταν τα εκτελούμε υστερούμε έχοντας το αίσθημα του κινδύνου.
[121.1.1] «Εμείς, όμως, αρχίζομε τώρα τον πόλεμο επειδή έχομε υποστεί πολλές αδικίες και έχομε σοβαρούς λόγους να κατηγορούμε τον εχθρό, αλλά όταν νικήσομε τους Αθηναίους, θα τερματίσομε τον πόλεμο στην κατάλληλη στιγμή.