Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (1.85.1-1.88.1)

[1.85.1] «Ταύτας οὖν ἃς οἱ πατέρες τε ἡμῖν παρέδοσαν μελέτας καὶ αὐτοὶ διὰ παντὸς ὠφελούμενοι ἔχομεν μὴ παρῶμεν, μηδὲ ἐπειχθέντες ἐν βραχεῖ μορίῳ ἡμέρας περὶ πολλῶν σωμάτων καὶ χρημάτων καὶ πόλεων καὶ δόξης βουλεύσωμεν, ἀλλὰ καθ᾽ ἡσυχίαν. ἔξεστι δ᾽ ἡμῖν μᾶλλον ἑτέρων διὰ ἰσχύν. [1.85.2] καὶ πρὸς τοὺς Ἀθηναίους πέμπετε μὲν περὶ τῆς Ποτειδαίας, πέμπετε δὲ περὶ ὧν οἱ ξύμμαχοί φασιν ἀδικεῖσθαι, ἄλλως τε καὶ ἑτοίμων ὄντων αὐτῶν δίκας δοῦναι· ἐπὶ δὲ τὸν διδόντα οὐ πρότερον νόμιμον ὡς ἐπ᾽ ἀδικοῦντα ἰέναι. παρασκευάζεσθε δὲ τὸν πόλεμον ἅμα. ταῦτα γὰρ καὶ κράτιστα βουλεύσεσθε καὶ τοῖς ἐναντίοις φοβερώτατα.» [1.85.3] καὶ ὁ μὲν Ἀρχίδαμος τοιαῦτα εἶπεν· παρελθὼν δὲ Σθενελαΐδας τελευταῖος, εἷς τῶν ἐφόρων τότε ὤν, ἔλεξεν [τοῖς Λακεδαιμονίοις] ὧδε.
[1.86.1] «Τοὺς μὲν λόγους τοὺς πολλοὺς τῶν Ἀθηναίων οὐ γιγνώσκω· ἐπαινέσαντες γὰρ πολλὰ ἑαυτοὺς οὐδαμοῦ ἀντεῖπον ὡς οὐκ ἀδικοῦσι τοὺς ἡμετέρους ξυμμάχους καὶ τὴν Πελοπόννησον· καίτοι εἰ πρὸς τοὺς Μήδους ἐγένοντο ἀγαθοὶ τότε, πρὸς δ᾽ ἡμᾶς κακοὶ νῦν, διπλασίας ζημίας ἄξιοί εἰσιν, ὅτι ἀντ᾽ ἀγαθῶν κακοὶ γεγένηνται. [1.86.2] ἡμεῖς δὲ ὁμοῖοι καὶ τότε καὶ νῦν ἐσμέν, καὶ τοὺς ξυμμάχους, ἢν σωφρονῶμεν, οὐ περιοψόμεθα ἀδικουμένους οὐδὲ μελλήσομεν τιμωρεῖν· οἱ δ᾽ οὐκέτι μέλλουσι κακῶς πάσχειν. [1.86.3] ἄλλοις μὲν γὰρ χρήματά ἐστι πολλὰ καὶ νῆες καὶ ἵπποι, ἡμῖν δὲ ξύμμαχοι ἀγαθοί, οὓς οὐ παραδοτέα τοῖς Ἀθηναίοις ἐστίν, οὐδὲ δίκαις καὶ λόγοις διακριτέα μὴ λόγῳ καὶ αὐτοὺς βλαπτομένους, ἀλλὰ τιμωρητέα ἐν τάχει καὶ παντὶ σθένει. [1.86.4] καὶ ὡς ἡμᾶς πρέπει βουλεύεσθαι ἀδικουμένους μηδεὶς διδασκέτω, ἀλλὰ τοὺς μέλλοντας ἀδικεῖν μᾶλλον πρέπει πολὺν χρόνον βουλεύεσθαι. [1.86.5] ψηφίζεσθε οὖν, ὦ Λακεδαιμόνιοι, ἀξίως τῆς Σπάρτης τὸν πόλεμον, καὶ μήτε τοὺς Ἀθηναίους ἐᾶτε μείζους γίγνεσθαι μήτε τοὺς ξυμμάχους καταπροδιδῶμεν, ἀλλὰ ξὺν τοῖς θεοῖς ἐπίωμεν ἐπὶ τοὺς ἀδικοῦντας.»
[1.87.1] Τοιαῦτα λέξας ἐπεψήφιζεν αὐτὸς ἔφορος ὢν ἐς τὴν ἐκκλησίαν τῶν Λακεδαιμονίων. [1.87.2] ὁ δέ (κρίνουσι γὰρ βοῇ καὶ οὐ ψήφῳ) οὐκ ἔφη διαγιγνώσκειν τὴν βοὴν ὁποτέρα μείζων, ἀλλὰ βουλόμενος αὐτοὺς φανερῶς ἀποδεικνυμένους τὴν γνώμην ἐς τὸ πολεμεῖν μᾶλλον ὁρμῆσαι ἔλεξεν «ὅτῳ μὲν ὑμῶν, ὦ Λακεδαιμόνιοι, δοκοῦσι λελύσθαι αἱ σπονδαὶ καὶ οἱ Ἀθηναῖοι ἀδικεῖν, ἀναστήτω ἐς ἐκεῖνο τὸ χωρίον,» δείξας τι χωρίον αὐτοῖς, «ὅτῳ δὲ μὴ δοκοῦσιν, ἐς τὰ ἐπὶ θάτερα.» [1.87.3] ἀναστάντες δὲ διέστησαν, καὶ πολλῷ πλείους ἐγένοντο οἷς ἐδόκουν αἱ σπονδαὶ λελύσθαι. [1.87.4] προσκαλέσαντές τε τοὺς ξυμμάχους εἶπον ὅτι σφίσι μὲν δοκοῖεν ἀδικεῖν οἱ Ἀθηναῖοι, βούλεσθαι δὲ καὶ τοὺς πάντας ξυμμάχους παρακαλέσαντες ψῆφον ἐπαγαγεῖν, ὅπως κοινῇ βουλευσάμενοι τὸν πόλεμον ποιῶνται, ἢν δοκῇ. [1.87.5] καὶ οἱ μὲν ἀπεχώρησαν ἐπ᾽ οἴκου διαπραξάμενοι ταῦτα, καὶ οἱ Ἀθηναίων πρέσβεις ὕστερον ἐφ᾽ ἅπερ ἦλθον χρηματίσαντες· [1.87.6] ἡ δὲ διαγνώμη αὕτη τῆς ἐκκλησίας, τοῦ τὰς σπονδὰς λελύσθαι, ἐγένετο ἐν τῷ τετάρτῳ καὶ δεκάτῳ ἔτει τῶν τριακοντουτίδων σπονδῶν προκεχωρηκυιῶν, αἳ ἐγένοντο μετὰ τὰ Εὐβοϊκά. [1.88.1] ἐψηφίσαντο δὲ οἱ Λακεδαιμόνιοι τὰς σπονδὰς λελύσθαι καὶ πολεμητέα εἶναι οὐ τοσοῦτον τῶν ξυμμάχων πεισθέντες τοῖς λόγοις ὅσον φοβούμενοι τοὺς Ἀθηναίους μὴ ἐπὶ μεῖζον δυνηθῶσιν, ὁρῶντες αὐτοῖς τὰ πολλὰ τῆς Ἑλλάδος ὑποχείρια ἤδη ὄντα.

[1.85.1] »Ας μην εγκαταλείψομε, λοιπόν, όλες αυτές τις αρχές που μας κληροδότησαν οι πατέρες μας, τις οποίες εφαρμόζομε πάντα με όφελος. Ας μην βιαστούμε να πάρομε, σε λίγη ώρα μέσα, μιαν απόφαση που αφορά τόσες ζωές, τόσον πλούτο, τόσες πολιτείες και τόση δόξα, αλλά ας σκεφτούμε ψύχραιμα. Και τούτο μας επιτρέπεται ακριβώς, επειδή είμαστε ισχυροί. [1.85.2] Στείλτε πρέσβεις στην Αθήνα και κάνετε παραστάσεις για την Ποτίδαια και για όσα οι σύμμαχοί μας καταγγέλλουν ότι παθαίνουν, αφού μάλιστα οι Αθηναίοι λένε ότι είναι έτοιμοι να δεχτούν διαιτησία. Δεν είναι σωστό να εκστρατεύει κανείς εναντίον εκείνου που δέχεται να κριθεί από διαιτητή, σαν να ήταν κιόλας ένοχος. Ταυτόχρονα όμως, να ετοιμάζεστε για πόλεμο. Μια τέτοια απόφαση είναι η καλύτερη και η πιο ανησυχητική για τους εχθρούς μας».
[1.85.3] Αυτά, περίπου, είπε ο Αρχίδαμος. Τελευταίος μίλησε ο Σθενελαϊδας, που ήταν ένας από τους τότε εφόρους, και είπε στους Σπαρτιάτες τα εξής:
[1.86.1] «Τα πολλά λόγια των Αθηναίων δεν τα κατάλαβα. Ενώ παινεύτηκαν πολύ, σε κανένα σημείο του λόγου τους δεν αμφισβήτησαν ότι αδικούν τους συμμάχους και την Πελοπόννησο. Αν φάνηκαν ανδρείοι εναντίον των Μήδων και τώρα μας αδικούν, είναι άξιοι διπλής τιμωρίας, αφού άλλαξαν και από καλοί έγιναν βλαβεροί, [1.86.2] ενώ εμείς και τότε και τώρα είμαστε οι ίδιοι και αν είμαστε συνετοί δεν πρέπει να ανεχόμαστε τις αδικίες που παθαίνουν οι σύμμαχοί μας ούτε να αργήσομε να τους βοηθήσομε, αφού εκείνοι έχουν αρχίσει να υποφέρουν. [1.86.3] Αν άλλοι έχουν χρήματα πολλά και καράβια και ιππικό, εμείς έχομε γενναίους συμμάχους και δεν πρέπει να τους εγκαταλείψουμε στο έλεος της Αθήνας ούτε πρέπει να κριθούν με διαδικασίες και λόγους αδικίες που δεν έγιναν με λόγια, αλλά πρέπει να τους βοηθήσομε αμέσως και με όλη τη δύναμη. [1.86.5] Ψηφίστε πόλεμο. Μην αφήστε τους Αθηναίους να γίνουν ισχυρότεροι και μην προδώστε τους συμμάχους μας. Με την βοήθεια των θεών ας αναλάβομε τον αγώνα εναντίον εκείνων που μας αδικούν».
[1.87.1] Αυτά, περίπου, είπε ο Σθενελαϊδας, και επειδή ήταν έφορος, έβαλε ο ίδιος σε ψηφοφορία το ζήτημα στην συνέλευση των Λακεδαιμονίων. [1.87.2] Επειδή ψηφίζουν διά βοής και όχι με ψήφους, ο Σθενελαίδας προσποιήθηκε ότι δεν μπορούσε να διακρίνει ποιά από τις δύο μερίδες υπερίσχυε. Θέλοντας να τους αναγκάσει να εκδηλωθούν φανερά και να αποφασίσουν πόλεμο είπε: «Όσοι από σας, Λακεδαιμόνιοι, θεωρούν ότι οι Αθηναίοι καταπάτησαν τις συνθήκες και ότι μας αδικούν, ας σηκωθούν κι ας πάνε από κείνο το μέρος —και τους το έδειξε— όσοι φρονούν το αντίθετο ας σταθούν στο άλλο μέρος». [1.87.3] Σηκώθηκαν και χωρίστηκαν σε δύο ομάδες. Εκείνοι που έκριναν ότι οι συνθήκες είχαν καταπατηθεί ήσαν πολύ περισσότεροι. [1.87.4] Τότε προσκάλεσαν πάλι τους συμμάχους τους και τους ανακοίνωσαν ότι θεωρούν τους Αθηναίους ενόχους, αλλά ότι συγκάλεσαν όλους τους συμμάχους για να θέσουν το ζήτημα σε ψηφοφορία, ώστε η κήρυξη του πολέμου αν αποφασιστεί, να είναι αποτέλεσμα κοινής ενέργειας. [1.87.5] Οι αντιπρόσωποι των συμμάχων γύρισαν στις πολιτείες τους, καθώς και οι Αθηναίοι αντιπρόσωποι, αφού τελείωσαν την αποστολή για την οποία είχαν πάει στην Σπάρτη. [1.87.6] Την απόφαση αυτή, ότι παραβιάστηκαν οι συνθήκες, την πήρε η συνέλευση των Λακεδαιμονίων τον δέκατο τέταρτο χρόνο από τότε που, μετά τον Ευβοϊκό πόλεμο, είχαν γίνει οι τριαντάχρονες σπονδές.
[1.88.1] Οι Λακεδαιμόνιο ψήφισαν έτσι, ότι δηλαδή είχαν λυθεί οι σπονδές και ότι έπρεπε να γίνει πόλεμος όχι τόσο επειδή τους επηρέασαν τα όσα είχαν πει οι σύμμαχοί τους όσο επειδή φοβόνταν ότι οι Αθηναίοι θ᾽ αυξήσουν ακόμα περισσότερο την δύναμή τους, γιατί έβλεπαν ότι είχαν κιόλας υποτάξει το μεγαλύτερο μέρος της Ελλάδας.