Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (1.78.1-1.81.6)

[1.78.1] «Βουλεύεσθε οὖν βραδέως ὡς οὐ περὶ βραχέων, καὶ μὴ ἀλλοτρίαις γνώμαις καὶ ἐγκλήμασι πεισθέντες οἰκεῖον πόνον πρόσθησθε. τοῦ δὲ πολέμου τὸν παράλογον, ὅσος ἐστί, πρὶν ἐν αὐτῷ γενέσθαι προδιάγνωτε· [1.78.2] μηκυνόμενος γὰρ φιλεῖ ἐς τύχας τὰ πολλὰ περιίστασθαι, ὧν ἴσον τε ἀπέχομεν καὶ ὁποτέρως ἔσται ἐν ἀδήλῳ κινδυνεύεται. [1.78.3] ἰόντες τε οἱ ἄνθρωποι ἐς τοὺς πολέμους τῶν ἔργων πρότερον ἔχονται, ἃ χρῆν ὕστερον δρᾶν, κακοπαθοῦντες δὲ ἤδη τῶν λόγων ἅπτονται. [1.78.4] ἡμεῖς δὲ ἐν οὐδεμιᾷ πω τοιαύτῃ ἁμαρτίᾳ ὄντες οὔτ᾽ αὐτοὶ οὔθ᾽ ὑμᾶς ὁρῶντες λέγομεν ὑμῖν, ἕως ἔτι αὐθαίρετος ἀμφοτέροις ἡ εὐβουλία, σπονδὰς μὴ λύειν μηδὲ παραβαίνειν τοὺς ὅρκους, τὰ δὲ διάφορα δίκῃ λύεσθαι κατὰ τὴν ξυνθήκην. εἰ δὲ μή, θεοὺς τοὺς ὁρκίους μάρτυρας ποιούμενοι πειρασόμεθα ἀμύνεσθαι πολέμου ἄρχοντας ταύτῃ ᾗ ἂν ὑφηγῆσθε.»
[1.79.1] Τοιαῦτα δὲ οἱ Ἀθηναῖοι εἶπον. ἐπειδὴ δὲ τῶν τε ξυμμάχων ἤκουσαν οἱ Λακεδαιμόνιοι τὰ ἐγκλήματα τὰ ἐς τοὺς Ἀθηναίους καὶ τῶν Ἀθηναίων ἃ ἔλεξαν, μεταστησάμενοι πάντας ἐβουλεύοντο κατὰ σφᾶς αὐτοὺς περὶ τῶν παρόντων. [1.79.2] καὶ τῶν μὲν πλεόνων ἐπὶ τὸ αὐτὸ αἱ γνῶμαι ἔφερον, ἀδικεῖν τε τοὺς Ἀθηναίους ἤδη καὶ πολεμητέα εἶναι ἐν τάχει· παρελθὼν δὲ Ἀρχίδαμος ὁ βασιλεὺς αὐτῶν, ἀνὴρ καὶ ξυνετὸς δοκῶν εἶναι καὶ σώφρων, ἔλεξε τοιάδε.
[1.80.1] «Καὶ αὐτὸς πολλῶν ἤδη πολέμων ἔμπειρός εἰμι, ὦ Λακεδαιμόνιοι, καὶ ὑμῶν τοὺς ἐν τῇ αὐτῇ ἡλικίᾳ ὁρῶ, ὥστε μήτε ἀπειρίᾳ ἐπιθυμῆσαί τινα τοῦ ἔργου, ὅπερ ἂν οἱ πολλοὶ πάθοιεν, μήτε ἀγαθὸν καὶ ἀσφαλὲς νομίσαντα. [1.80.2] εὕροιτε δ᾽ ἂν τόνδε περὶ οὗ νῦν βουλεύεσθε οὐκ ἂν ἐλάχιστον γενόμενον, εἰ σωφρόνως τις αὐτὸν ἐκλογίζοιτο. [1.80.3] πρὸς μὲν γὰρ Πελοποννησίους καὶ τοὺς ἀστυγείτονας παρόμοιος ἡμῶν ἡ ἀλκή, καὶ διὰ ταχέων οἷόν τε ἐφ᾽ ἕκαστα ἐλθεῖν· πρὸς δὲ ἄνδρας οἳ γῆν τε ἑκὰς ἔχουσι καὶ προσέτι θαλάσσης ἐμπειρότατοί εἰσι καὶ τοῖς ἄλλοις ἅπασιν ἄριστα ἐξήρτυνται, πλούτῳ τε ἰδίῳ καὶ δημοσίῳ καὶ ναυσὶ καὶ ἵπποις καὶ ὅπλοις καὶ ὄχλῳ ὅσος οὐκ ἐν ἄλλῳ ἑνί γε χωρίῳ Ἑλληνικῷ ἐστίν, ἔτι δὲ καὶ ξυμμάχους πολλοὺς φόρου ὑποτελεῖς ἔχουσι, πῶς χρὴ πρὸς τούτους ῥᾳδίως πόλεμον ἄρασθαι καὶ τίνι πιστεύσαν τας ἀπαρασκεύους ἐπειχθῆναι; [1.80.4] πότερον ταῖς ναυσίν; ἀλλ᾽ ἥσσους ἐσμέν· εἰ δὲ μελετήσομεν καὶ ἀντιπαρασκευασόμεθα, χρόνος ἐνέσται. ἀλλὰ τοῖς χρήμασιν; ἀλλὰ πολλῷ πλέον ἔτι τούτου ἐλλείπομεν καὶ οὔτε ἐν κοινῷ ἔχομεν οὔτε ἑτοίμως ἐκ τῶν ἰδίων φέρομεν. [1.81.1] τάχ᾽ ἄν τις θαρσοίη ὅτι τοῖς ὅπλοις αὐτῶν καὶ τῷ πλήθει ὑπερφέρομεν, ὥστε τὴν γῆν δῃοῦν ἐπιφοιτῶντες. [1.81.2] τοῖς δὲ ἄλλη γῆ ἐστὶ πολλὴ ἧς ἄρχουσι, καὶ ἐκ θαλάσσης ὧν δέονται ἐπάξονται. [1.81.3] εἰ δ᾽ αὖ τοὺς ξυμμάχους ἀφιστάναι πειρασόμεθα, δεήσει καὶ τούτοις ναυσὶ βοηθεῖν τὸ πλέον οὖσι νησιώταις. [1.81.4] τίς οὖν ἔσται ἡμῶν ὁ πόλεμος; εἰ μὴ γὰρ ἢ ναυσὶ κρατήσομεν ἢ τὰς προσόδους ἀφαιρήσομεν ἀφ᾽ ὧν τὸ ναυτικὸν τρέφουσι, βλαψόμεθα τὰ πλείω. [1.81.5] κἀν τούτῳ οὐδὲ καταλύεσθαι ἔτι καλόν, ἄλλως τε καὶ εἰ δόξομεν ἄρξαι μᾶλλον τῆς διαφορᾶς. [1.81.6] μὴ γὰρ δὴ ἐκείνῃ γε τῇ ἐλπίδι ἐπαιρώμεθα ὡς ταχὺ παυσθήσεται ὁ πόλεμος, ἢν τὴν γῆν αὐτῶν τέμωμεν. δέδοικα δὲ μᾶλλον μὴ καὶ τοῖς παισὶν αὐτὸν ὑπολίπωμεν· οὕτως εἰκὸς Ἀθηναίους φρονήματι μήτε τῇ γῇ δουλεῦσαι μήτε ὥσπερ ἀπείρους καταπλαγῆναι τῷ πολέμῳ.

[1.78.1] »Μην βιασθείτε, λοιπόν, να πάρετε απόφαση για ένα τόσο σπουδαίο ζήτημα και μην επηρεασθείτε από γνώμες και κατηγορίες άλλων για να αναλάβετε έναν αγώνα που το βάρος του θα πέσει στους δικούς σας ώμους. Σκεφθείτε, επίσης, προτού τον αναλάβετε, πόσο απρόβλεπτες είναι οι εξελίξεις του πολέμου. [1.78.2] Όσο γίνεται μακρύτερος, τόσο η έκβασή του καταντάει να εξαρτάται από τυχαία περιστατικά, μπροστά στα οποία και σεις κι εμείς βρισκόμαστε σε ίση μοίρα. Είναι περιπέτεια από την οποία κανείς δεν ξέρει πώς θα βγει. [1.78.3] Όταν οι άνθρωποι ριχτούν στον πόλεμο, αρχίζουν από εκείνο με το οποίο θα έπρεπε να τελειώσουν, δηλαδή αρχίζουν απ᾽ την δράση και μόνο άμα κακοπάθουν αρχίζουν διαπραγματεύσεις. [1.78.4] Εμείς που δεν κάναμε ποτέ αυτό το σφάλμα το οποίο ούτε και σεις, καθώς βλέπομε, έχετε κάνει, σας λέμε: Όσο είναι ακόμα στο χέρι και των δυο μας να πάρομε την σωστή απόφαση, μην λύσετε τις σπονδές και μην καταπατήστε τους όρκους. Τις διαφορές μας ας τις λύσομε σύμφωνα με την διαδικασία της συνθήκης. Αλλιώς, μά τους θεούς προστάτες των όρκων, θα προσπαθήσομε, αν μας κηρύξετε πόλεμο, ν᾽ αγωνιστούμε με τα μέσα που πρώτοι σεις θα έχετε μεταχειριστεί».
[1.79.1] Αυτά, περίπου, είπαν οι Αθηναίοι. Οι Λακεδαιμόνιοι, αφού άκουσαν και τις κατηγορίες των συμμάχων εναντίον των Αθηναίων και τα όσα είπαν οι Αθηναίοι, τους απομάκρυναν όλους κι έκαναν σύσκεψη μόνοι τους για την κατάσταση. [1.79.2] Οι περισσότεροι συμφωνούσαν ότι οι Αθηναίοι ήσαν ένοχοι και ότι έπρεπε να κηρυχτεί ο πόλεμος αμέσως. Αλλά ο βασιλεύς Αρχίδαμος, τον οποίο θεωρούσαν συνετό και σώφρονα, είπε τα εξής:
[1.80.1] «Λακεδαιμόνιοι! Έχω, ο ίδιος, πείρα πολλών πολέμων και βλέπω ότι μεταξύ σας υπάρχουν πολλοί συνομήλικοί μου που έχουν και αυτοί αρκετή πείρα, ώστε να μην επιθυμούν ν᾽ αρχίσει πόλεμος, όπως, ίσως, θα το ήθελε η πλειονοψηφία, και να μην τον θεωρούν σαν καλό και ακίνδυνο εγχείρημα. [1.80.2] Αν σκεφθείτε, άλλωστε, με ψυχραιμία, θα αντιληφθείτε ότι ο πόλεμος για τον οποίο τώρα συσκέπτεσθε, θα είναι δύσκολος. [1.80.3] Απέναντι στους Πελοποννησίους και τους γείτονές μας έχομε αρκετές δυνάμεις και είμαστε σε θέση να ενεργήσομε ταχύτατα σε όποιο σημείο χρειαστεί. Έχοντας, όμως, απέναντί μας ανθρώπους που η χώρα τους είναι μακριά, που έχουν μεγαλύτερη απ᾽ όλους πείρα στα ναυτικά, που είναι άριστα προετοιμασμένοι σε όλα και διαθέτουν πλούτο, ιδιωτικό και δημόσιο, και στόλους και ιππικό και όπλα και ανθρώπινες εφεδρείες περισσότερες από όσες μπορεί κανείς να βρει σε μια ελληνική πολιτεία κι έχουν, εκτός από αυτά, συμμάχους που πληρώνουν φόρο, πώς μπορούμε απερίσκεπτα ν᾽ αναλάβομε έναν πόλεμο; Και πού θα στηριχθούμε για να τον κηρύξομε, ενώ είμαστε απροετοίμαστοι; [1.80.4] Στο ναυτικό μας; Αλλά υστερούμε πολύ απέναντί τους και θα χρειαστεί πολύς καιρός για να προετοιμαστούμε και για να μπορέσουμε να τους αντιμετωπίσουμε. Στον πλούτο μας; Αλλά σ᾽ αυτό υστερούμε ακόμα περισσότερο. Ούτε δημόσιο θησαυρό έχομε ούτε είμαστε σε θέση να συνεισφέρομε απ᾽ τις ιδιωτικές μας περιουσίες.
[1.81.1] »Ίσως κανείς αναθαρρήσει με την σκέψη ότι υπερτερούμε σε οπλισμό και αριθμό ανδρών και θα μπορούσαμε έτσι να λεηλατούμε τη γη τους με συχνές επιδρομές. [1.81.2] Αλλά η κυριαρχία τους εκτείνεται σε πολλές περιοχές και θα μπορούν να προμηθεύονται, από θάλασσα, ό,τι τους χρειάζεται. [1.81.3] Αν δοκιμάσομε να υποκινήσομε τους συμμάχους τους ν᾽ αποστατήσουν, τότε θα πρέπει να τους βοηθήσουμε με στόλο, αφού οι περισσότεροι είναι νησιώτες. [1.81.4] Τί είδους πόλεμο λοιπόν θα κάνομε εναντίον τους; Αν δεν αποκτήσομε την υπεροπλία κατά θάλασσαν και αν δεν τους στερήσομε τις προσόδους με τις οποίες συντηρούν το ναυτικό τους, τότε εμείς θα παθαίνομε περισσότερες από εκείνους, συμφορές. [1.81.5] Και τότε, ούτε έντιμη ειρήνη θα μπορούμε να κάνομε, και για άλλους λόγους, αλλά και επειδή θα είναι βέβαιο ότι εμείς αρχίσαμε τον πόλεμο. [1.81.6] Δεν πρέπει, άλλωστε, να μας παρασύρει η ιδέα ότι ο πόλεμος θα τελειώσει γρήγορα, επειδή θα λεηλατήσομε την χώρα τους. Αντίθετα, πολύ φοβάμαι, ότι θα κληροδοτήσομε τον πόλεμο στα παιδιά μας, γιατί είναι απίθανο οι υπερήφανοι Αθηναίοι να υποταγούν για χάρη της γης τους ή να πανικοβληθούν σαν πρωτόπειροι, εξαιτίας του πολέμου.