Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (1.72.1-1.74.4)

[1.72.1] Τοιαῦτα μὲν οἱ Κορίνθιοι εἶπον. τῶν δὲ Ἀθηναίων ἔτυχε γὰρ πρεσβεία πρότερον ἐν τῇ Λακεδαίμονι περὶ ἄλλων παροῦσα, καὶ ὡς ᾔσθοντο τῶν λόγων, ἔδοξεν αὐτοῖς παριτητέα ἐς τοὺς Λακεδαιμονίους εἶναι, τῶν μὲν ἐγκλημάτων πέρι μηδὲν ἀπολογησομένους ὧν αἱ πόλεις ἐνεκάλουν, δηλῶσαι δὲ περὶ τοῦ παντὸς ὡς οὐ ταχέως αὐτοῖς βουλευτέον εἴη, ἀλλ᾽ ἐν πλέονι σκεπτέον. καὶ ἅμα τὴν σφετέραν πόλιν ἐβούλοντο σημῆναι ὅση εἴη δύναμιν, καὶ ὑπόμνησιν ποιήσασθαι τοῖς τε πρεσβυτέροις ὧν ᾔδεσαν καὶ τοῖς νεωτέροις ἐξήγησιν ὧν ἄπειροι ἦσαν, νομίζοντες μᾶλλον ἂν αὐτοὺς ἐκ τῶν λόγων πρὸς τὸ ἡσυχάζειν τραπέσθαι ἢ πρὸς τὸ πολεμεῖν. [1.72.2] προσελθόντες οὖν τοῖς Λακεδαιμονίοις ἔφασαν βούλεσθαι καὶ αὐτοὶ ἐς τὸ πλῆθος αὐτῶν εἰπεῖν, εἴ τι μὴ ἀποκωλύοι. οἱ δὲ ἐκέλευόν τε παριέναι, καὶ παρελθόντες οἱ Ἀθηναῖοι ἔλεγον τοιάδε.
[1.73.1] «Ἡ μὲν πρέσβευσις ἡμῶν οὐκ ἐς ἀντιλογίαν τοῖς ὑμετέροις ξυμμάχοις ἐγένετο, ἀλλὰ περὶ ὧν ἡ πόλις ἔπεμψεν· αἰσθανόμενοι δὲ καταβοὴν οὐκ ὀλίγην οὖσαν ἡμῶν παρήλθομεν οὐ τοῖς ἐγκλήμασι τῶν πόλεων ἀντεροῦντες (οὐ γὰρ παρὰ δικασταῖς ὑμῖν οὔτε ἡμῶν οὔτε τούτων οἱ λόγοι ἂν γίγνοιντο), ἀλλ᾽ ὅπως μὴ ῥᾳδίως περὶ μεγάλων πραγμάτων τοῖς ξυμμάχοις πειθόμενοι χεῖρον βουλεύσησθε, καὶ ἅμα βουλόμενοι περὶ τοῦ παντὸς λόγου τοῦ ἐς ἡμᾶς καθεστῶτος δηλῶσαι ὡς οὔτε ἀπεικότως ἔχομεν ἃ κεκτήμεθα, ἥ τε πόλις ἡμῶν ἀξία λόγου ἐστίν.
[1.73.2] «Καὶ τὰ μὲν πάνυ παλαιὰ τί δεῖ λέγειν, ὧν ἀκοαὶ μᾶλλον λόγων μάρτυρες ἢ ὄψις τῶν ἀκουσομένων; τὰ δὲ Μηδικὰ καὶ ὅσα αὐτοὶ ξύνιστε, εἰ καὶ δι᾽ ὄχλου μᾶλλον ἔσται αἰεὶ προβαλλομένοις, ἀνάγκη λέγειν· καὶ γὰρ ὅτε ἐδρῶμεν, ἐπ᾽ ὠφελίᾳ ἐκινδυνεύετο, ἧς τοῦ μὲν ἔργου μέρος μετέσχετε, τοῦ δὲ λόγου μὴ παντός, εἴ τι ὠφελεῖ, στερισκώμεθα. [1.73.3] ῥηθήσεται δὲ οὐ παραιτήσεως μᾶλλον ἕνεκα ἢ μαρτυρίου καὶ δηλώσεως πρὸς οἵαν ὑμῖν πόλιν μὴ εὖ βουλευομένοις ὁ ἀγὼν καταστήσεται. [1.73.4] φαμὲν γὰρ Μαραθῶνί τε μόνοι προκινδυνεῦσαι τῷ βαρβάρῳ καὶ ὅτε τὸ ὕστερον ἦλθεν, οὐχ ἱκανοὶ ὄντες κατὰ γῆν ἀμύνεσθαι, ἐσβάντες ἐς τὰς ναῦς πανδημεὶ ἐν Σαλαμῖνι ξυνναυμαχῆσαι, ὅπερ ἔσχε μὴ κατὰ πόλεις αὐτὸν ἐπιπλέοντα τὴν Πελοπόννησον πορθεῖν, ἀδυνάτων ἂν ὄντων πρὸς ναῦς πολλὰς ἀλλήλοις ἐπιβοηθεῖν. [1.73.5] τεκμήριον δὲ μέγιστον αὐτὸς ἐποίησεν· νικηθεὶς γὰρ ταῖς ναυσὶν ὡς οὐκέτι αὐτῷ ὁμοίας οὔσης τῆς δυνάμεως κατὰ τάχος τῷ πλέονι τοῦ στρατοῦ ἀνεχώρησεν. [1.74.1] τοιούτου μέντοι τούτου ξυμβάντος, καὶ σαφῶς δηλωθέντος ὅτι ἐν ταῖς ναυσὶ τῶν Ἑλλήνων τὰ πράγματα ἐγένετο, τρία τὰ ὠφελιμώτατα ἐς αὐτὸ παρεσχόμεθα, ἀριθμόν τε νεῶν πλεῖστον καὶ ἄνδρα στρατηγὸν ξυνετώτατον καὶ προθυμίαν ἀοκνοτάτην· ναῦς μέν γε ἐς τὰς τετρακοσίας ὀλίγῳ ἐλάσσους τῶν δύο μοιρῶν, Θεμιστοκλέα δὲ ἄρχοντα, ὃς αἰτιώτατος ἐν τῷ στενῷ ναυμαχῆσαι ἐγένετο, ὅπερ σαφέστατα ἔσωσε τὰ πράγματα, καὶ αὐτὸν διὰ τοῦτο ὑμεῖς ἐτιμήσατε μάλιστα δὴ ἄνδρα ξένον τῶν ὡς ὑμᾶς ἐλθόντων· [1.74.2] προθυμίαν δὲ καὶ πολὺ τολμηροτάτην ἐδείξαμεν, οἵ γε, ἐπειδὴ ἡμῖν κατὰ γῆν οὐδεὶς ἐβοήθει, τῶν ἄλλων ἤδη μέχρι ἡμῶν δουλευόντων ἠξιώσαμεν ἐκλιπόντες τὴν πόλιν καὶ τὰ οἰκεῖα διαφθείραντες μηδ᾽ ὣς τὸ τῶν περιλοίπων ξυμμάχων κοινὸν προλιπεῖν μηδὲ σκεδασθέντες ἀχρεῖοι αὐτοῖς γενέσθαι, ἀλλ᾽ ἐσβάντες ἐς τὰς ναῦς κινδυνεῦσαι καὶ μὴ ὀργισθῆναι ὅτι ἡμῖν οὐ προυτιμωρήσατε. [1.74.3] ὥστε φαμὲν οὐχ ἧσσον αὐτοὶ ὠφελῆσαι ὑμᾶς ἢ τυχεῖν τούτου. ὑμεῖς μὲν γὰρ ἀπό τε οἰκουμένων τῶν πόλεων καὶ ἐπὶ τῷ τὸ λοιπὸν νέμεσθαι, ἐπειδὴ ἐδείσατε ὑπὲρ ὑμῶν καὶ οὐχ ἡμῶν τὸ πλέον, ἐβοηθήσατε (ὅτε γοῦν ἦμεν ἔτι σῶοι, οὐ παρεγένεσθε)· ἡμεῖς δὲ ἀπό τε τῆς οὐκ οὔσης ἔτι ὁρμώμενοι καὶ ὑπὲρ τῆς ἐν βραχείᾳ ἐλπίδι οὔσης κινδυνεύοντες ξυνεσώσαμεν ὑμᾶς τε τὸ μέρος καὶ ἡμᾶς αὐτούς. [1.74.4] εἰ δὲ προσεχωρήσαμεν πρότερον τῷ Μήδῳ δείσαντες, ὥσπερ καὶ ἄλλοι, περὶ τῇ χώρᾳ, ἢ μὴ ἐτολμήσαμεν ὕστερον ἐσβῆναι ἐς τὰς ναῦς ὡς διεφθαρμένοι, οὐδὲν ἂν ἔδει ἔτι ὑμᾶς μὴ ἔχοντας ναῦς ἱκανὰς ναυμαχεῖν, ἀλλὰ καθ᾽ ἡσυχίαν ἂν αὐτῷ προυχώρησε τὰ πράγματα ᾗ ἐβούλετο.

[1.72.1] Αυτά, περίπου, είπαν οι Κορίνθιοι. Έτυχε να βρίσκονται στην Σπάρτη Αθηναίοι πρέσβεις που είχαν πάει εκεί για άλλο λόγο και οι οποίοι, όταν πληροφορήθηκαν τα όσα είχαν πει οι Κορίνθιοι, θεώρησαν σκόπιμο να παρουσιαστούν στην συνέλευση των Λακεδαιμονίων και, χωρίς ν᾽ απολογηθούν για τις κατηγορίες των διαφόρων πόλεων, να υποδείξουν στους Σπαρτιάτες γενικά ότι δεν έπρεπε να πάρουν αμέσως την απόφαση, αλλά να σκεφτούν ψύχραιμα. Ταυτόχρονα ήθελαν να υπογραμμίσουν την δύναμη της Αθήνας και να θυμίσουν περιστατικά που οι ηλικιωμένοι τα ήξεραν και οι νεότεροι θα τα μάθαιναν. Πίστευαν ότι με τα επιχειρήματά τους θα επηρεάσουν τους Λακεδαιμονίους περισσότερο προς την ειρήνη παρά προς τον πόλεμο. [1.72.2] Πήγαν στους άρχοντες της Σπάρτης και είπαν ότι ήθελαν και αυτοί, αν δεν υπήρχε εμπόδιο, να μιλήσουν στην συνέλευσή τους. Οι άρχοντες τους κάλεσαν να παρουσιαστούν και οι Αθηναίοι είπαν περίπου τα ακόλουθα:
[1.73.1] «Αποστολή δεν είχαμε να έρθομε σε αντιλογία με τους συμμάχους σας, αλλά ν᾽ ασχοληθούμε με τα ζητήματα για τα οποία μας έστειλε η πολιτεία μας. Επειδή όμως πληροφορηθήκαμε ότι υπάρχει πολλή κατακραυγή εναντίον μας, ζητήσαμε να παρουσιαστούμε όχι για να αντικρούσομε τις κατηγορίες που διατύπωσαν οι διάφορες πολιτείες εναντίον μας (γιατί δεν θα ήταν δυνατόν ούτε εκείνοι ούτε εμείς ν᾽ απευθυνόμαστε σε σας σαν να είστε δικαστές), αλλά για να σας αποτρέψομε να πάρετε αβασάνιστα, παρασυρόμενοι από τους συμμάχους σας, σφαλερές αποφάσεις για τόσο πολύ σπουδαία ζητήματα. Θέλομε, επίσης, να εξηγήσομε, σχετικά με τον θόρυβο που γίνεται για μας, ότι κατέχομε νόμιμα τις κτήσεις μας και ότι η πολιτεία μας είναι άξια σεβασμού. [1.73.2] Και για μεν τα πολύ παλιά γεγονότα, προς τί να σας μιλήσομε, αφού είναι γνωστά μόνο από προφορική παράδοση και δεν τα έχει ζήσει κανείς απ᾽ όσους μας ακούνε; Αλλά για τα Μηδικά και για τα όσα ξέρετε από προσωπική αντίληψη, είναι ανάγκη να σας μιλήσομε, ακόμα κι αν η συχνή επανάληψή τους καταντάει ενοχλητική. Γιατί όταν αγωνιζόμαστε, το εκάναμε για το κοινό συμφέρον και απ᾽ αυτό ωφεληθήκατε και σεις και δεν θα ήταν σωστό εμείς να τα στερηθούμε εντελώς απ᾽ την ωφέλεια τού να τα θυμίζομε. [1.73.3] Άλλωστε, δεν θα τα εξιστορήσομε για να σας εξευμενίσομε, αλλά για να καταλάβετε με παραδείγματα και αποδείξεις με ποιά πολιτεία θ᾽ αναμετρηθείτε αν δεν πάρετε την σωστή απόφαση. [1.73.4] Θέλομε να πούμε, δηλαδή, ότι στον Μαραθώνα προκινδυνεύσαμε μόνοι εναντίον των βαρβάρων και, όταν έκαναν την δεύτερη επιδρομή τους, εμείς, μη μπορώντας ν᾽ αμυνθούμε στην στεριά, επιβιβαστήκαμε μέχρι και του τελευταίου στα καράβια μας και συμπολεμήσαμε στην ναυμαχία της Σαλαμίνας. Αυτό εμπόδισε τον βάρβαρο να πάει να κυριέψει μια-μια τις πολιτείες της Πελοποννήσου οι οποίες θα ήσαν ανίκανες να αλληλοβοηθούν εναντίον ενός πανίσχυρου στόλου. [1.73.5] Και την καλύτερη απόδειξη γι᾽ αυτό, την έδωσε ο ίδιος ο βάρβαρος, γιατί όταν νικήθηκε στην θάλασσα κι έχασε την υπεροπλία, αποσύρθηκε αμέσως με το μεγαλύτερο μέρος του στρατού του.
[1.74.1] »Σ᾽ αυτό το γεγονός, με το οποίο αποδείχτηκε ότι η σωτηρία των Ελλήνων κρεμόταν από το ναυτικό, εμείς συνεισφέραμε τρία σπουδαιότατα πράγματα, δηλαδή τα περισσότερα καράβια, τον καλύτερο στρατηγό και την μεγάλη μας τόλμη. Από τα τετρακόσια καράβια, κάτι λιγότερο από τα δύο τρίτα ήσαν δικά μας, αρχηγός ήταν ο Θεμιστοκλής, χάρη στον οποίο η ναυμαχία έγινε στα στενά, πράγμα που είναι βέβαιο ότι έσωσε την κατάσταση και γι᾽ αυτό σεις τον υποδεχτήκατε με τις μεγαλύτερες τιμές που κάνατε πότε σε ξένο ο οποίος σας επισκέφτηκε. [1.74.2] Τέλος, δείξαμε θάρρος και τόλμη πολύ μεγάλη, γιατί όταν οι άλλοι Έλληνες, έως τα σύνορά μας, είχαν υποδουλωθεί και δεν είχαμε καμιά βοήθεια στην στεριά, αποφασίσαμε να εγκαταλείψομε την πολιτεία μας, αλλά να μην εγκαταλείψομε, και τότε ακόμα, τους συμμάχους μας και να μη διασκορπιστούμε, για να μπορέσομε να τους βοηθήσομε. Αποφασίσαμε να μπούμε στα καράβια μας και ν᾽ αγωνιστούμε χωρίς να μνησικακούμε επειδή σεις δεν μας βοηθήσατε σύγκαιρα. [1.74.3] Ώστε μπορούμε να πούμε ότι σας προσφέραμε περισσότερες υπηρεσίες από ό,τι μας προσφέρατε σεις. Γιατί σεις ήρθατε να πολεμήστε, αφήνοντας τις πολιτείες σας άθικτες, με σκοπό να τις εξασφαλίσετε για το μέλλον, και ήρθατε να μας βοηθήστε όταν φοβηθήκατε για τους εαυτούς σας και όχι για μας, γιατί όσο δεν είχαμε πάθει τίποτε, δεν κινηθήκατε. Εμείς, αντίθετα, με βάση μια πόλη που δεν υπήρχε πια, αγωνιστήκαμε για μια ισχνή ελπίδα και, σώζοντας τους εαυτούς μας, συντελέσαμε και στην δική σας σωτηρία. [1.74.4] Εάν, από φόβο, είχαμε προσχωρήσει στους Μήδους, όπως το έκαναν τόσοι άλλοι για να σώσουν την γη τους, ή εάν, πιστεύοντας ότι είμαστε καταστραμμένοι, δεν είχαμε την τόλμη να μπούμε στα πολεμικά μας, δεν θα μπορούσατε να ναυμαχήστε μη έχοντας αρκετά καράβια και τα γεγονότα θα είχαν πάρει, χωρίς δυσκολία, την εξέλιξη που ήθελαν οι Πέρσες.