Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (6.62.1-6.66.3)

[6.62.1] Μετὰ δὲ ταῦτα οἱ λοιποὶ τῶν Ἀθηναίων στρατηγοὶ ἐν τῇ Σικελίᾳ, δύο μέρη ποιήσαντες τοῦ στρατεύματος καὶ λαχὼν ἑκάτερος, ἔπλεον ξύμπαντι ἐπὶ Σελινοῦντος καὶ Ἐγέστης, βουλόμενοι μὲν εἰδέναι τὰ χρήματα εἰ δώσουσιν οἱ Ἐγεσταῖοι, κατασκέψασθαι δὲ καὶ τῶν Σελινουντίων τὰ πράγματα καὶ τὰ διάφορα μαθεῖν τὰ πρὸς Ἐγεσταίους. [6.62.2] παραπλέοντες δ᾽ ἐν ἀριστερᾷ τὴν Σικελίαν, τὸ μέρος τὸ πρὸς τὸν Τυρσηνικὸν κόλπον, ἔσχον ἐς Ἱμέραν, ἥπερ μόνη ἐν τούτῳ τῷ μέρει τῆς Σικελίας Ἑλλὰς πόλις ἐστίν· καὶ ὡς οὐκ ἐδέχοντο αὐτούς, παρεκομίζοντο. [6.62.3] καὶ ἐν τῷ παράπλῳ αἱροῦσιν Ὕκκαρα, πόλισμα Σικανικὸν μέν, Ἐγεσταίοις δὲ πολέμιον· ἦν δὲ παραθαλασσίδιον. καὶ ἀνδραποδίσαντες τὴν πόλιν παρέδοσαν Ἐγεσταίοις (παρεγένοντο γὰρ αὐτῶν ἱππῆς), αὐτοὶ δὲ πάλιν τῷ μὲν πεζῷ ἐχώρουν διὰ τῶν Σικελῶν ἕως ἀφίκοντο ἐς Κατάνην, αἱ δὲ νῆες περιέπλευσαν τὰ ἀνδράποδα ἄγουσαι. [6.62.4] Νικίας δὲ εὐθὺς ἐξ Ὑκκάρων ἐπὶ Ἐγέστης παραπλεύσας, καὶ τἆλλα χρηματίσας καὶ λαβὼν τάλαντα τριάκοντα παρῆν ἐς τὸ στράτευμα· καὶ τἀνδράποδα ἀπέδοσαν, καὶ ἐγένοντο ἐξ αὐτῶν εἴκοσι καὶ ἑκατὸν τάλαντα. [6.62.5] καὶ ἐς τοὺς τῶν Σικελῶν ξυμμάχους περιέπλευσαν, στρατιὰν κελεύοντες πέμπειν· τῇ τε ἡμισείᾳ τῆς ἑαυτῶν ἦλθον ἐπὶ Ὕβλαν τὴν Γελεᾶτιν πολεμίαν οὖσαν, καὶ οὐχ εἷλον. καὶ τὸ θέρος ἐτελεύτα.
[6.63.1] Τοῦ δ᾽ ἐπιγιγνομένου χειμῶνος εὐθὺς τὴν ἔφοδον οἱ Ἀθηναῖοι ἐπὶ Συρακούσας παρεσκευάζοντο, οἱ δὲ Συρακόσιοι καὶ αὐτοὶ ὡς ἐπ᾽ ἐκείνους ἰόντες. [6.63.2] ἐπειδὴ γὰρ αὐτοῖς πρὸς τὸν πρῶτον φόβον καὶ τὴν προσδοκίαν οἱ Ἀθηναῖοι οὐκ εὐθὺς ἐπέκειντο, κατά τε τὴν ἡμέραν ἑκάστην προϊοῦσαν ἀνεθάρσουν μᾶλλον καὶ ἐπειδὴ πλέοντές τε τὰ ἐπ᾽ ἐκεῖνα τῆς Σικελίας πολὺ ἀπὸ σφῶν ἐφαίνοντο καὶ πρὸς τὴν Ὕβλαν ἐλθόντες καὶ πειράσαντες οὐχ εἷλον βίᾳ, ἔτι πλέον κατεφρόνησαν καὶ ἠξίουν τοὺς στρατηγούς, οἷον δὴ ὄχλος φιλεῖ θαρσήσας ποιεῖν, ἄγειν σφᾶς ἐπὶ Κατάνην, ἐπειδὴ οὐκ ἐκεῖνοι ἐφ᾽ ἑαυτοὺς ἔρχονται. [6.63.3] καὶ ἱππῆς προσελαύνοντες αἰεὶ κατάσκοποι τῶν Συρακοσίων πρὸς τὸ στράτευμα τῶν Ἀθηναίων ἐφύβριζον ἄλλα τε καὶ εἰ ξυνοικήσοντες σφίσιν αὐτοὶ μᾶλλον ἥκοιεν ἐν τῇ ἀλλοτρίᾳ ἢ Λεοντίνους ἐς τὴν οἰκείαν κατοικιοῦντες. [6.64.1] ἃ γιγνώσκοντες οἱ στρατηγοὶ τῶν Ἀθηναίων καὶ βουλόμενοι αὐτοὺς ἄγειν πανδημεὶ ἐκ τῆς πόλεως ὅτι πλεῖστον, αὐτοὶ δὲ ταῖς ναυσὶν ἐν τοσούτῳ ὑπὸ νύκτα παραπλεύσαντες στρατόπεδον καταλαμβάνειν ἐν ἐπιτηδείῳ καθ᾽ ἡσυχίαν, εἰδότες οὐκ ἂν ὁμοίως δυνηθέντες καὶ εἰ ἐκ τῶν νεῶν πρὸς παρεσκευασμένους ἐκβιβάζοιεν ἢ κατὰ γῆν ἰόντες γνωσθεῖεν (τοὺς γὰρ ἂν ψιλοὺς τοὺς σφῶν καὶ τὸν ὄχλον τῶν Συρακοσίων τοὺς ἱππέας πολλοὺς ὄντας, σφίσι δ᾽ οὐ παρόντων ἱππέων, βλάπτειν ἂν μεγάλα, οὕτω δὲ λήψεσθαι χωρίον ὅθεν ὑπὸ τῶν ἱππέων οὐ βλάψονται ἄξια λόγου· ἐδίδασκον δ᾽ αὐτοὺς περὶ τοῦ πρὸς τῷ Ὀλυμπιείῳ χωρίου, ὅπερ καὶ κατέλαβον, Συρακοσίων φυγάδες, οἳ ξυνείποντο), τοιόνδε τι οὖν πρὸς ἃ ἐβούλοντο οἱ στρατηγοὶ μηχανῶνται. [6.64.2] πέμπουσιν ἄνδρα σφίσι μὲν πιστόν, τοῖς δὲ τῶν Συρακοσίων στρατηγοῖς τῇ δοκήσει οὐχ ἧσσον ἐπιτήδειον· ἦν δὲ Καταναῖος ὁ ἀνήρ, καὶ ἀπ᾽ ἀνδρῶν ἐκ τῆς Κατάνης ἥκειν ἔφη ὧν ἐκεῖνοι τὰ ὀνόματα ἐγίγνωσκον καὶ ἠπίσταντο ἐν τῇ πόλει ἔτι ὑπολοίπους ὄντας τῶν σφίσιν εὔνων. [6.64.3] ἔλεγε δὲ τοὺς Ἀθηναίους αὐλίζεσθαι ἀπὸ τῶν ὅπλων ἐν τῇ πόλει, καὶ εἰ βούλονται ἐκεῖνοι πανδημεὶ ἐν ἡμέρᾳ ῥητῇ ἅμα ἕῳ ἐπὶ τὸ στράτευμα ἐλθεῖν, αὐτοὶ μὲν ἀποκλῄσειν τοὺς παρὰ σφίσι καὶ τὰς ναῦς ἐμπρήσειν, ἐκείνους δὲ ῥᾳδίως τὸ στράτευμα προσβαλόντας τῷ σταυρώματι αἱρήσειν· εἶναι δὲ ταῦτα τοὺς ξυνδράσοντας πολλοὺς Καταναίων καὶ ἡτοιμάσθαι ἤδη, ἀφ᾽ ὧν αὐτὸς ἥκειν. [6.65.1] οἱ δὲ στρατηγοὶ τῶν Συρακοσίων, μετὰ τοῦ καὶ ἐς τὰ ἄλλα θαρσεῖν καὶ εἶναι ἐν διανοίᾳ καὶ ἄνευ τούτων ἰέναι παρεσκευάσθαι ἐπὶ Κατάνην, ἐπίστευσάν τε τῷ ἀνθρώπῳ πολλῷ ἀπερισκεπτότερον καὶ εὐθὺς ἡμέραν ξυνθέμενοι ᾗ παρέσονται ἀπέστειλαν αὐτόν, καὶ αὐτοί (ἤδη γὰρ καὶ τῶν ξυμμάχων Σελινούντιοι καὶ ἄλλοι τινὲς παρῆσαν) προεῖπον πανδημεὶ πᾶσιν ἐξιέναι Συρακοσίοις. ἐπεὶ δὲ ἑτοῖμα αὐτοῖς καὶ τὰ τῆς παρασκευῆς ἦν καὶ αἱ ἡμέραι ἐν αἷς ξυνέθεντο ἥξειν ἐγγὺς ἦσαν, πορευόμενοι ἐπὶ Κατάνης ηὐλίσαντο ἐπὶ τῷ Συμαίθῳ ποταμῷ ἐν τῇ Λεοντίνῃ. [6.65.2] οἱ δ᾽ Ἀθηναῖοι ὡς ᾔσθοντο αὐτοὺς προσιόντας, ἀναλαβόντες τό τε στράτευμα ἅπαν τὸ ἑαυτῶν καὶ ὅσοι Σικελῶν αὐτοῖς ἢ ἄλλος τις προσεληλύθει καὶ ἐπιβιβάσαντες ἐπὶ τὰς ναῦς καὶ τὰ πλοῖα, ὑπὸ νύκτα ἔπλεον ἐπὶ τὰς Συρακούσας. [6.65.3] καὶ οἵ τε Ἀθηναῖοι ἅμα ἕῳ ἐξέβαινον ἐς τὸ κατὰ τὸ Ὀλυμπιεῖον ὡς τὸ στρατόπεδον καταληψόμενοι, καὶ οἱ ἱππῆς οἱ Συρακοσίων πρῶτοι προσελάσαντες ἐς τὴν Κατάνην καὶ αἰσθόμενοι ὅτι τὸ στράτευμα ἅπαν ἀνῆκται, ἀποστρέψαντες ἀγγέλλουσι τοῖς πεζοῖς, καὶ ξύμπαντες ἤδη ἀποτρεπόμενοι ἐβοήθουν ἐπὶ τὴν πόλιν. [6.66.1] ἐν τούτῳ δ᾽ οἱ Ἀθηναῖοι, μακρᾶς οὔσης τῆς ὁδοῦ αὐτοῖς, καθ᾽ ἡσυχίαν καθῖσαν τὸ στράτευμα ἐς χωρίον ἐπιτήδειον, καὶ ἐν ᾧ μάχης τε ἄρξειν ἔμελλον ὁπότε βούλοιντο καὶ οἱ ἱππῆς τῶν Συρακοσίων ἥκιστ᾽ ἂν αὐτοὺς καὶ ἐν τῷ ἔργῳ καὶ πρὸ αὐτοῦ λυπήσειν· τῇ μὲν γὰρ τειχία τε καὶ οἰκίαι εἶργον καὶ δένδρα καὶ λίμνη, παρὰ δὲ τὸ κρημνοί. [6.66.2] καὶ τὰ ἐγγὺς δένδρα κόψαντες καὶ κατενεγκόντες ἐπὶ τὴν θάλασσαν παρά τε τὰς ναῦς σταύρωμα ἔπηξαν καὶ ἐπὶ τῷ Δάσκωνι ἔρυμά τι, ᾗ εὐεφοδώτατον ἦν τοῖς πολεμίοις, λίθοις λογάδην καὶ ξύλοις διὰ ταχέων ὤρθωσαν, καὶ τὴν τοῦ Ἀνάπου γέφυραν ἔλυσαν. [6.66.3] παρασκευαζομένων δὲ ἐκ μὲν τῆς πόλεως οὐδεὶς ἐξιὼν ἐκώλυε, πρῶτοι δὲ οἱ ἱππῆς τῶν Συρακοσίων προσεβοήθησαν, ἔπειτα δὲ ὕστερον καὶ τὸ πεζὸν ἅπαν ξυνελέγη. καὶ προσῆλθον μὲν ἐγγὺς τοῦ στρατεύματος τῶν Ἀθηναίων τὸ πρῶτον, ἔπειτα δὲ ὡς οὐκ ἀντιπροῇσαν αὐτοῖς, ἀναχωρήσαντες καὶ διαβάντες τὴν Ἑλωρίνην ὁδὸν ηὐλίσαντο.

[6.62.1] Μετά από αυτό οι άλλοι δύο Αθηναίοι στρατηγοί στην Σικελία διαίρεσαν τον στρατό σε δύο μέρη και, με κλήρο, πήραν ο καθένας το ένα. Ξεκίνησαν με όλο τον στρατό για τον Σελινούντα και την Έγεστα. Ήθελαν να δουν αν οι Εγεσταίοι θα δώσουν χρήματα, και να εξετάσουν την κατάσταση των Σελινουντίων, καθώς και να πληροφορηθούν τις διαφορές τους με τους Εγεσταίους. [6.62.2] Αρμένιζαν έχοντας την Σικελία αριστερά από το μέρος του Τυρρηνικού κόλπου κι έφτασαν στην Ιμέρα (μόνη ελληνική πολιτεία στο μέρος αυτό της Σικελίας) που δεν τους δέχτηκε και εξακολούθησαν τον δρόμο τους. [6.62.3] Καθώς προχωρούσαν κυρίεψαν τα Ύκκαρα, παραθαλάσσιο Σικανικό οικισμό, αλλά εχθρικό προς τους Εγεσταίους. Πήραν όλους τους κατοίκους δούλους και παράδωσαν τον οικισμό στους Εγεσταίους, οι οποίοι τους είχαν βοηθήσει με ιππικό. Οι Αθηναίοι, με τον στρατό τους, προχώρησαν μέσ᾽ από την χώρα των Σικελών και γύρισαν στην Κατάνη. Ο στόλος παράπλευσε τις ακτές φέρνοντας δούλους. [6.62.4] Ο Νικίας είχε πάει απευθείας από τα Ύκκαρα στην Έγεστα, παραπλέοντας την ακτή, και αφού κανόνισε διάφορα ζητήματα και πήρε τα τριάντα τάλαντα, γύρισε πίσω στον στρατό. Πούλησαν τους δούλους και πήραν εκατόν είκοσι τάλαντα. [6.62.5] Μετά έστειλαν στους διαφόρους Σικελούς συμμάχους ζητώντας να τους δώσουν στρατό. Με τον μισό τους στρατό πήγαν στην εχθρική Ύβλα της περιοχής της Γέλας, αλλά δεν μπόρεσαν να την κυριέψουν. Έτσι τέλειωσε το καλοκαίρι.
[6.63.1] Με την αρχή του χειμώνα οι Αθηναίοι άρχισαν να ετοιμάζονται για την επίθεσή τους εναντίον των Συρακουσών. Ετοιμάζονταν και οι Συρακούσιοι για να βαδίσουν εναντίον των Αθηναίων. [6.63.2] Επειδή οι Αθηναίοι δεν τους είχαν επιτεθεί αμέσως, όπως το φοβόνταν, και το περίμεναν, έπαιρναν πολύ θάρρος μέρα με την ημέρα και όταν φάνηκε ότι έπλεαν μακριά από τις Συρακούσες, στα άλλα παράλια της Σικελίας, ότι είχαν βαδίσει εναντίον της Ύβλας, είχαν προσπαθήσει να την κυριέψουν αλλά δεν το είχαν κατορθώσει, τότε άρχισαν να τους καταφρονούν και, καθώς κάνει συνήθως ο όχλος όταν πάρει θάρρος, πίεζαν τους στρατηγούς τους να τους οδηγήσουν εναντίον της Κατάνης αφού οι Αθηναίοι δεν έρχονταν εναντίον τους. [6.63.3] Το ιππικό των Συρακουσίων έκανε συνεχώς αναγνωρίσεις κοντά στο στρατόπεδο των Αθηναίων, τους έβριζε και τους ρωτούσε αν δεν είχαν έρθει μάλλον να εγκατασταθούν οι ίδιοι σε ξένη γη παρά ν᾽ αποκαταστήσουν τους Λεοντίνους στη δική τους.
[6.64.1] Οι Αθηναίοι στρατηγοί ήξεραν την κατάσταση και ήθελαν να παρασύρουν ολόκληρο τον στρατό των Συρακουσίων όσο μπορούσαν μακρύτερα από την πολιτεία, ώστε οι ίδιοι να πάνε, πλέοντας νύχτα, να καταλάβουν ανεμπόδιστα κατάλληλη τοποθεσία για να στήσουν στρατόπεδο. Ήξεραν ότι θα μπορούσαν να το επιτύχουν πολύ πιο εύκολα παρά εάν έπρεπε να κάνουν απόβαση και ν᾽ αγωνιστούν εναντίον προετοιμασμένου εχθρού ή εάν βάδιζαν από στεριά και τους έπαιρναν είδηση, γιατί τότε, το ιππικό των Συρακουσίων, που ήταν πολυάριθμο, ενώ οι ίδιοι δεν είχαν ιππικό, θα μπορούσε να προξενήσει πολλές απώλειες στους ψιλούς και τους βοηθητικούς. Ενώ με τον τρόπο αυτόν θα έπιαναν μια τοποθεσία στην οποία το ιππικό δεν θα μπορούσε να τους προξενήσει βλάβη άξια λόγου. Τέτοια τοποθεσία, όπου στρατοπέδευσαν αργότερα, τους υποδείξαν Συρακούσιοι φυγάδες που τους ακολουθούσαν. Ήταν κοντά στο Ολυμπιείο. Οι στρατηγοί, για να επιτύχουν αυτό που ήθελαν, μεταχειρίστηκαν το ακόλουθο τέχνασμα. [6.64.2] Έστειλαν έμπιστό τους άνθρωπο τον οποίο, όμως, και οι Συρακούσιοι θεωρούσαν επίσης δικό τους. Ο άνθρωπος ήταν Καταναίος και είπε στους Συρακουσίους ότι τον έστελναν πολίτες της Κατάνης που τα ονόματά τους τα γνώριζαν οι Συρακούσιοι στρατηγοί και ήξεραν ότι ήσαν από τους πιστούς εκείνους φίλους τους οι οποίοι είχαν μείνει μέσα στην πολιτεία. [6.64.3] Είπε ότι οι Αθηναίοι διανυκτέρευαν, χωρίς όπλα, μέσα στην πολιτεία και ότι, αν οι Συρακούσιοι ήθελαν να βαδίσουν ορισμένη μέρα, την αυγή, με όλο τον στρατό τους εναντίον των Αθηναίων, τότε οι Καταναίοι θ᾽ αποκλείσουν όσους Αθηναίους θα είναι μέσα στην πολιτεία και θα βάλουν φωτιά στα καράβια, ενώ οι Συρακούσιοι θα έβαζαν φωτιά στο περίφραγμα και θα έπιαναν εύκολα όλο τον αθηναϊκό στρατό. Είπε ότι ήσαν πολλοί οι Καταναίοι που θα βοηθούσαν, ότι ήσαν κιόλας έτοιμοι και ότι έρχεται από μέρους τους.
[6.65.1] Οι Συρακούσιοι στρατηγοί, οι οποίοι και για άλλους λόγους είχαν πάρει θάρρος και είχαν σκοπό —ανεξάρτητα από την πρόταση αυτή— να βαδίσουν εναντίον της Κατάνης, πίστεψαν απερίσκεπτα τον άνθρωπο αυτόν και, αφού συμφώνησαν για την ημέρα που θα εμφανίζονταν στην Κατάνη, τον έστειλαν πίσω. Καθώς είχαν κιόλας φτάσει στις Συρακούσες σύμμαχοι Σελινούντιοι και άλλοι, οι Συρακούσιοι έβγαλαν διαταγή για όλους τους Συρακουσίους να είναι έτοιμοι να ξεκινήσουν μ᾽ όλο τους τον στρατό. Όταν έγιναν όλες οι ετοιμασίες και κόντευαν οι μέρες που είχαν συμφωνήσει να βρεθούν εκεί, ξεκίνησαν για την Κατάνη και στρατοπέδευσαν κοντά στον ποταμό Σύμαιθο, στο έδαφος των Λεοντίνων. [6.65.2] Όταν οι Αθηναίοι πληροφορήθηκαν ότι πλησίασαν, πήραν όλο το εκστρατευτικό σώμα και όλους τους Σικελούς ή άλλους που είχαν έρθει να τους ενισχύσουν, τους επιβίβασαν στα πολεμικά και στα μεταγωγικά και έπλευσαν νύχτα στις Συρακούσες. [6.65.3] Με την αυγή οι Αθηναίοι αποβιβάστηκαν κοντά στο Ολυμπιείο για να καταλάβουν μέρος όπου να στήσουν στρατόπεδο. Το ιππικό των Συρακουσίων, που είχε πρώτο πλησιάσει στην Κατάνη και είχε καταλάβει ότι ολόκληρος ο στρατός είχε φύγει, γύρισε πίσω και ειδοποίησε το πεζικό. Και τότε όλος ο στρατός γύρισε γρήγορα να υπερασπιστεί τις Συρακούσες.
[6.66.1] Αλλά η απόσταση ήταν μεγάλη και οι Αθηναίοι, ανενόχλητοι, οργάνωσαν το στρατόπεδό τους σε κατάλληλο μέρος απ᾽ όπου θα μπορούσαν να δώσουν μάχη όποια στιγμή θα θεωρούσαν κατάλληλη και όπου το ιππικό των Συρακουσίων θα μπορούσε ελάχιστα να τους παρενοχλήσει, είτε πριν είτε μετά την ώρα της μάχης. Από τη μια πλευρά προστάτευαν την τοποθεσία μάντρες και σπίτια, καθώς και δέντρα κι ένας βάλτος και από την άλλη ένας γκρεμός. [6.66.2] Έκοψαν τα δέντρα που βρίσκονταν κοντά, τα μετέφεραν έως την ακρογιαλιά κι έστησαν σταυρωτό φράχτη γύρω στα καράβια. Απάνω στον Δάσκωνα, από όπου ο εχθρός θα μπορούσε να τους επιτεθεί με μεγάλη ευκολία, ύψωσαν όσο γρήγορα μπορούσαν, τείχος από ξερολιθιά και ξύλα και έκοψαν την γέφυρα του ποταμού Άναπου. [6.66.3] Όσο έκαναν αυτές τις προετοιμασίες, κανείς δεν βγήκε από την πολιτεία να τους εμποδίσει, αλλά αργότερα πρώτο έφτασε το ιππικό των Συρακουσίων και ύστερα συγκεντρώθηκε όλο το πεζικό. Στην αρχή πλησίασαν αρκετά κοντά στο αθηναϊκό στρατόπεδο, αλλά επειδή δεν βγήκαν οι Αθηναίοι ν᾽ αντιπαραταχτούν, οι Συρακούσιοι συμπτύχθηκαν και, αφού διάβηκαν την Ελωρίνη οδό, κατασκήνωσαν.