Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (6.55.1-6.58.2)

[6.55.1] ὅτι δὲ πρεσβύτατος ὢν Ἱππίας ἦρξεν, εἰδὼς μὲν καὶ ἀκοῇ ἀκριβέστερον ἄλλων ἰσχυρίζομαι, γνοίη δ᾽ ἄν τις καὶ αὐτῷ τούτῳ· παῖδες γὰρ αὐτῷ μόνῳ φαίνονται τῶν γνησίων ἀδελφῶν γενόμενοι, ὡς ὅ τε βωμὸς σημαίνει καὶ ἡ στήλη περὶ τῆς τῶν τυράννων ἀδικίας ἡ ἐν τῇ Ἀθηναίων ἀκροπόλει σταθεῖσα, ἐν ᾗ Θεσσαλοῦ μὲν οὐδ᾽ Ἱππάρχου οὐδεὶς παῖς γέγραπται, Ἱππίου δὲ πέντε, οἳ αὐτῷ ἐκ Μυρρίνης τῆς Καλλίου τοῦ Ὑπεροχίδου θυγατρὸς ἐγένοντο· εἰκὸς γὰρ ἦν τὸν πρεσβύτατον πρῶτον γῆμαι. [6.55.2] καὶ ἐν τῇ αὐτῇ στήλῃ πρῶτος γέγραπται μετὰ τὸν πατέρα, οὐδὲ τοῦτο ἀπεοικότως διὰ τὸ πρεσβεύειν τε ἀπ᾽ αὐτοῦ καὶ τυραννεῦσαι. [6.55.3] οὐ μὴν οὐδ᾽ ἂν κατασχεῖν μοι δοκεῖ ποτὲ Ἱππίας τὸ παραχρῆμα ῥᾳδίως τὴν τυραννίδα, εἰ Ἵππαρχος μὲν ἐν τῇ ἀρχῇ ὢν ἀπέθανεν, αὐτὸς δὲ αὐθημερὸν καθίστατο· ἀλλὰ καὶ διὰ τὸ πρότερον ξύνηθες τοῖς μὲν πολίταις φοβερόν, ἐς δὲ τοὺς ἐπικούρους ἀκριβές, πολλῷ τῷ περιόντι τοῦ ἀσφαλοῦς κατεκράτησε, καὶ οὐχ ὡς ἀδελφὸς νεώτερος ὢν ἠπόρησεν, ἐν ᾧ οὐ πρότερον ξυνεχῶς ὡμιλήκει τῇ ἀρχῇ. [6.55.4] Ἱππάρχῳ δὲ ξυνέβη τοῦ πάθους τῇ δυστυχίᾳ ὀνομασθέντα καὶ τὴν δόξαν τῆς τυραννίδος ἐς τὰ ἔπειτα προσλαβεῖν.
[6.56.1] Τὸν δ᾽ οὖν Ἁρμόδιον ἀπαρνηθέντα τὴν πείρασιν, ὥσπερ διενοεῖτο, προυπηλάκισεν· ἀδελφὴν γὰρ αὐτοῦ κόρην ἐπαγγείλαντες ἥκειν κανοῦν οἴσουσαν ἐν πομπῇ τινί, ἀπήλασαν λέγοντες οὐδὲ ἐπαγγεῖλαι τὴν ἀρχὴν διὰ τὸ μὴ ἀξίαν εἶναι. [6.56.2] χαλεπῶς δὲ ἐνεγκόντος τοῦ Ἁρμοδίου πολλῷ δὴ μᾶλλον δι᾽ ἐκεῖνον καὶ ὁ Ἀριστογείτων παρωξύνετο. καὶ αὐτοῖς τὰ μὲν ἄλλα πρὸς τοὺς ξυνεπιθησομένους τῷ ἔργῳ ἐπέπρακτο, περιέμενον δὲ Παναθήναια τὰ μεγάλα, ἐν ᾗ μόνον ἡμέρᾳ οὐχ ὕποπτον ἐγίγνετο ἐν ὅπλοις τῶν πολιτῶν τοὺς τὴν πομπὴν πέμψοντας ἁθρόους γενέσθαι· καὶ ἔδει ἄρξαι μὲν αὐτούς, ξυνεπαμύνειν δὲ εὐθὺς τὰ πρὸς τοὺς δορυφόρους ἐκείνους. [6.56.3] ἦσαν δὲ οὐ πολλοὶ οἱ ξυνομωμοκότες ἀσφαλείας ἕνεκα· ἤλπιζον γὰρ καὶ τοὺς μὴ προειδότας, εἰ καὶ ὁποσοιοῦν τολμήσειαν, ἐκ τοῦ παραχρῆμα ἔχοντάς γε ὅπλα ἐθελήσειν σφᾶς αὐτοὺς ξυνελευθεροῦν. [6.57.1] καὶ ὡς ἐπῆλθεν ἡ ἑορτή, Ἱππίας μὲν ἔξω ἐν τῷ Κεραμεικῷ καλουμένῳ μετὰ τῶν δορυφόρων διεκόσμει ὡς ἕκαστα ἐχρῆν τῆς πομπῆς προϊέναι, ὁ δὲ Ἁρμόδιος καὶ ὁ Ἀριστογείτων ἔχοντες ἤδη τὰ ἐγχειρίδια ἐς τὸ ἔργον προῇσαν. [6.57.2] καὶ ὡς εἶδόν τινα τῶν ξυνωμοτῶν σφίσι διαλεγόμενον οἰκείως τῷ Ἱππίᾳ (ἦν δὲ πᾶσιν εὐπρόσοδος ὁ Ἱππίας), ἔδεισαν καὶ ἐνόμισαν μεμηνῦσθαί τε καὶ ὅσον οὐκ ἤδη ξυλληφθήσεσθαι. [6.57.3] τὸν λυπήσαντα οὖν σφᾶς καὶ δι᾽ ὅνπερ πάντα ἐκινδύνευον ἐβούλοντο πρότερον, εἰ δύναιντο, προτιμωρήσασθαι, καὶ ὥσπερ εἶχον ὥρμησαν ἔσω τῶν πυλῶν, καὶ περιέτυχον τῷ Ἱππάρχῳ παρὰ τὸ Λεωκόρειον καλούμενον, καὶ εὐθὺς ἀπερισκέπτως προσπεσόντες καὶ ὡς ἂν μάλιστα δι᾽ ὀργῆς ὁ μὲν ἐρωτικῆς, ὁ δὲ ὑβρισμένος, ἔτυπτον καὶ ἀποκτείνουσιν αὐτόν. [6.57.4] καὶ ὁ μὲν τοὺς δορυφόρους τὸ αὐτίκα διαφεύγει ὁ Ἀριστογείτων, ξυνδραμόντος τοῦ ὄχλου, καὶ ὕστερον ληφθεὶς οὐ ῥᾳδίως διετέθη· Ἁρμόδιος δὲ αὐτοῦ παραχρῆμα ἀπόλλυται. [6.58.1] ἀγγελθέντος δὲ Ἱππίᾳ ἐς τὸν Κεραμεικόν, οὐκ ἐπὶ τὸ γενόμενον, ἀλλ᾽ ἐπὶ τοὺς πομπέας τοὺς ὁπλίτας, πρότερον ἢ αἰσθέσθαι αὐτοὺς ἄπωθεν ὄντας, εὐθὺς ἐχώρησε, καὶ ἀδήλως τῇ ὄψει πλασάμενος πρὸς τὴν ξυμφορὰν ἐκέλευσεν αὐτούς, δείξας τι χωρίον, ἀπελθεῖν ἐς αὐτὸ ἄνευ τῶν ὅπλων. [6.58.2] καὶ οἱ μὲν ἀνεχώρησαν οἰόμενοί τι ἐρεῖν αὐτόν, ὁ δὲ τοῖς ἐπικούροις φράσας τὰ ὅπλα ὑπολαβεῖν ἐξελέγετο εὐθὺς οὓς ἐπῃτιᾶτο καὶ εἴ τις ηὑρέθη ἐγχειρίδιον ἔχων· μετὰ γὰρ ἀσπίδος καὶ δόρατος εἰώθεσαν τὰς πομπὰς ποιεῖν.

[6.55.1] Ότι ο Ιππίας ήταν ο πρωτότοκος γιος του Πεισιστράτου και πήρε την εξουσία το υποστηρίζω επειδή το ξέρω από την προφορική παράδοση καλύτερα από άλλους, αλλά μπορεί κανείς να το συμπεράνει και από τα ακόλουθα. Από όλους τους γνήσιους αδελφούς του, ήταν ο μόνος που είχε παιδιά, όπως προκύπτει και από την επιγραφή του βωμού και από την στήλη που στήθηκε στην Ακρόπολη για τις παρανομίες των τυράννων, όπου δεν αναφέρεται κανένας γιος ούτε του Θεσσαλού ούτε του Ιππάρχου, ενώ αναφέρονται πέντε γιοι του Ιππία που τους γέννησε η Μυρσίνη του Καλλίου, γιου του Υπεροχίδου. Ήταν φυσικό ο πρωτότοκος να παντρευτεί πρώτος. [6.55.2] Στην ίδια στήλη τ᾽ όνομά του είναι γραμμένο πρώτο μετά το όνομα του πατέρα του και αυτό είναι φυσικό αφού ήταν ο μεγαλύτερος μετά απ᾽ αυτόν και είχε ασκήσει την εξουσία. [6.55.3] Αλλά και δεν μου φαίνεται ότι ο Ιππίας θα μπορούσε να πάρει αμέσως και εύκολα την εξουσία, αν ο Ίππαρχος είχε πεθάνει ενώ ήταν τύραννος κι έπρεπε να τον αντικαταστήσει την ίδια μέρα. Αλλά επειδή οι πολίτες τον είχαν συνηθίσει στην εξουσία και τον φοβόνταν και οι σωματοφύλακές του ήσαν πιστοί, μπόρεσε εύκολα να συγκρατηθεί στην εξουσία χωρίς να συναντήσει τις δυσκολίες που θα είχε ένας νεότερος αδελφός ο οποίος δεν θα είχε εξοικειωθεί με την εξουσία, ασκώντας την αδιάκοπα. [6.55.4] Συνέβηκε με τον Ίππαρχο να ξακουστεί για το πάθημά του και αργότερα εξαιτίας του να φημιστεί για τύραννος.
[6.56.1] Επειδή, λοιπόν, ο Αρμόδιος είχε αποκρούσει τις προτάσεις του, ο Ίππαρχος τον εξευτέλισε, όπως το είχε σκοπό. Κάλεσαν την αδελφή του, μια νέα παρθένα, να πάει να κρατήσει ένα καλάθι σε μια πομπή και μετά την έδιωξαν λέγοντάς της ότι δεν την είχαν ποτέ καλέσει, γιατί δεν ήταν άξια για τέτοια τιμή. [6.56.2] Ο Αρμόδιος το πήρε πολύ άσκημα και εξαιτίας του ο Αριστογείτων ένιωθε ακόμα μεγαλύτερη αγανάκτηση. Συνεννοήθηκαν με όλους όσους επρόκειτο να βοηθήσουν και περίμεναν τα Μεγάλα Παναθήναια, μόνη μέρα κατά την οποία οι πολίτες οι οποίοι θα σχημάτιζαν την πομπή, μπορούσαν να συγκεντρωθούν ένοπλοι χωρίς να κινήσουν υποψίες. Επρόκειτο να χτυπήσουν πρώτοι οι δυο τους και οι άλλοι να τους βοηθήσουν εναντίον της σωματοφυλακής. [6.56.3] Για περισσότερη ασφάλεια οι συνωμότες δεν ήσαν πολλοί, γιατί ήλπιζαν ότι, όσο λίγοι και αν ήσαν, οι άλλοι πολίτες που δεν ήξεραν τίποτε, θα ήθελαν πρόθυμα, έχοντας όπλα, να βοηθήσουν για την ίδια την απελευθέρωσή τους.
[6.57.1] Όταν ήρθε η μέρα της γιορτής ο Ιππίας, έχοντας τους σωματοφύλακές του, ήταν έξω από την πόλη, στο μέρος που λέγεται Κεραμεικός και κανόνιζε πώς θα πορευόταν η κάθε ομάδα στην πομπή. Ο Αρμόδιος και ο Αριστογείτων με τα κοντοσπάθια τους προχωρούσαν κιόλας για να χτυπήσουν. [6.57.2] Αλλά καθώς είδαν έναν από τους συνωμότες να μιλάει με οικειότητα στον Ιππία (τον οποίο μπορούσε εύκολα να πλησιάσει οποιοσδήποτε), φοβήθηκαν και νόμισαν ότι τους είχαν καταδώσει και ότι θα τους έπιαναν εκείνη την ώρα. [6.57.3] Θέλοντας, όμως, να προλάβουν να εκδικηθούν τον άνθρωπο που τους είχε προσβάλει και για τον οποίο τα ριψοκινδύνευαν όλα αυτά, έτρεξαν όπως ήσαν μέσα στην πολιτεία και βρήκαν τον Ίππαρχο κοντά στο λεγόμενο Λεωκόρειον και, χωρίς να σκεφτούν άλλο τίποτε, έπεσαν επάνω του. Τυφλωμένοι από το πάθος τους, ο ένας από την ερωτική του ζήλια, ο άλλος από την προσβολή που του είχε γίνει, τον χτύπησαν και τον σκότωσαν. [6.57.4] Ο Αριστογείτων, μέσα στην σύγχυση του όχλου που μαζεύτηκε, κατόρθωσε εκείνη τη στιγμή να ξεφύγει απ᾽ τους σωματοφύλακες. Αργότερα τον έπιασαν και τον θανάτωσαν με σκληρό τρόπο. Τον Αρμόδιο τον σκότωσαν επί τόπου.
[6.58.1] Μόλις πληροφόρησαν τον Ιππία στον Κεραμεικό, δεν έτρεξε στον τόπο όπου είχε γίνει το έγκλημα, αλλά στο μέρος όπου ήσαν συγκεντρωμένοι οι ένοπλοι που θα έπαιρναν μέρος στην πομπή, προτού μπορέσουν να καταλάβουν τίποτε —γιατί ήσαν κάπως μακριά— και, δίνοντας στο πρόσωπό του μια έκφραση που δεν μαρτυρούσε τίποτε από την συμφορά, τους διέταξε να συγκεντρωθούν χωρίς τα όπλα, σ᾽ ένα μέρος που τους έδειξε. [6.58.2] Πήγαν εκεί νομίζοντας ότι κάτι θα τους πει, αλλά ο Ιππίας είπε στους σωματοφύλακές του να μαζέψουν τα όπλα και άρχισε αμέσως να ξεχωρίζει όσους υποπτευόταν και όσους βρέθηκαν με κοντοσπάθι, γιατί στις πομπές είχαν συνήθεια να παίρνουν μόνο ασπίδα και κοντάρι.