Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (6.8.1-6.11.7)

[6.8.1] Τοῦ δ᾽ ἐπιγιγνομένου θέρους ἅμα ἦρι οἱ τῶν Ἀθηναίων πρέσβεις ἧκον ἐκ τῆς Σικελίας καὶ οἱ Ἐγεσταῖοι μετ᾽ αὐτῶν ἄγοντες ἑξήκοντα τάλαντα ἀσήμου ἀργυρίου ὡς ἐς ἑξήκοντα ναῦς μηνὸς μισθόν, ἃς ἔμελλον δεήσεσθαι πέμπειν. [6.8.2] καὶ οἱ Ἀθηναῖοι ἐκκλησίαν ποιήσαντες καὶ ἀκούσαντες τῶν τε Ἐγεσταίων καὶ τῶν σφετέρων πρέσβεων τά τε ἄλλα ἐπαγωγὰ καὶ οὐκ ἀληθῆ καὶ περὶ τῶν χρημάτων ὡς εἴη ἑτοῖμα ἔν τε τοῖς ἱεροῖς πολλὰ καὶ ἐν τῷ κοινῷ, ἐψηφίσαντο ναῦς ἑξήκοντα πέμπειν ἐς Σικελίαν καὶ στρατηγοὺς αὐτοκράτορας Ἀλκιβιάδην τε τὸν Κλεινίου καὶ Νικίαν τὸν Νικηράτου καὶ Λάμαχον τὸν Ξενοφάνους, βοηθοὺς μὲν Ἐγεσταίοις πρὸς Σελινουντίους, ξυγκατοικίσαι δὲ καὶ Λεοντίνους, ἤν τι περιγίγνηται αὐτοῖς τοῦ πολέμου, καὶ τἆλλα τὰ ἐν τῇ Σικελίᾳ πρᾶξαι ὅπῃ ἂν γιγνώσκωσιν ἄριστα Ἀθηναίοις. [6.8.3] μετὰ δὲ τοῦτο ἡμέρᾳ πέμπτῃ ἐκκλησία αὖθις ἐγίγνετο, καθ᾽ ὅτι χρὴ τὴν παρασκευὴν ταῖς ναυσὶ τάχιστα γίγνεσθαι, καὶ τοῖς στρατηγοῖς, εἴ του προσδέοιντο, ψηφισθῆναι ἐς τὸν ἔκπλουν. [6.8.4] καὶ ὁ Νικίας ἀκούσιος μὲν ᾑρημένος ἄρχειν, νομίζων δὲ τὴν πόλιν οὐκ ὀρθῶς βεβουλεῦσθαι, ἀλλὰ προφάσει βραχείᾳ καὶ εὐπρεπεῖ τῆς Σικελίας ἁπάσης, μεγάλου ἔργου, ἐφίεσθαι, παρελθὼν ἀποτρέψαι ἐβούλετο, καὶ παρῄνει τοῖς Ἀθηναίοις τοιάδε.
[6.9.1] «Ἡ μὲν ἐκκλησία περὶ παρασκευῆς τῆς ἡμετέρας ἥδε ξυνελέγη, καθ᾽ ὅτι χρὴ ἐς Σικελίαν ἐκπλεῖν· ἐμοὶ μέντοι δοκεῖ καὶ περὶ αὐτοῦ τούτου ἔτι χρῆναι σκέψασθαι, εἰ ἄμεινόν ἐστιν ἐκπέμπειν τὰς ναῦς, καὶ μὴ οὕτω βραχείᾳ βουλῇ περὶ μεγάλων πραγμάτων ἀνδράσιν ἀλλοφύλοις πειθομένους πόλεμον οὐ προσήκοντα ἄρασθαι. [6.9.2] καίτοι ἔγωγε καὶ τιμῶμαι ἐκ τοῦ τοιούτου καὶ ἧσσον ἑτέρων περὶ τῷ ἐμαυτοῦ σώματι ὀρρωδῶ, νομίζων ὁμοίως ἀγαθὸν πολίτην εἶναι ὃς ἂν καὶ τοῦ σώματός τι καὶ τῆς οὐσίας προνοῆται· μάλιστα γὰρ ἂν ὁ τοιοῦτος καὶ τὰ τῆς πόλεως δι᾽ ἑαυτὸν βούλοιτο ὀρθοῦσθαι. ὅμως δὲ οὔτε ἐν τῷ πρότερον χρόνῳ διὰ τὸ προτιμᾶσθαι εἶπον παρὰ γνώμην οὔτε νῦν, ἀλλὰ ᾗ ἂν γιγνώσκω βέλτιστα, ἐρῶ. [6.9.3] καὶ πρὸς μὲν τοὺς τρόπους τοὺς ὑμετέρους ἀσθενὴς ἄν μου ὁ λόγος εἴη, εἰ τά τε ὑπάρχοντα σῴζειν παραινοίην καὶ μὴ τοῖς ἑτοίμοις περὶ τῶν ἀφανῶν καὶ μελλόντων κινδυνεύειν· ὡς δὲ οὔτε ἐν καιρῷ σπεύδετε οὔτε ῥᾴδιά ἐστι κατασχεῖν ἐφ᾽ ἃ ὥρμησθε, ταῦτα διδάξω.
[6.10.1] «Φημὶ γὰρ ὑμᾶς πολεμίους πολλοὺς ἐνθάδε ὑπολιπόντας καὶ ἑτέρους ἐπιθυμεῖν ἐκεῖσε πλεύσαντας δεῦρο ἐπαγαγέσθαι. [6.10.2] καὶ οἴεσθε ἴσως τὰς γενομένας ὑμῖν σπονδὰς ἔχειν τι βέβαιον, αἳ ἡσυχαζόντων μὲν ὑμῶν ὀνόματι σπονδαὶ ἔσονται (οὕτω γὰρ ἐνθένδε τε ἄνδρες ἔπραξαν αὐτὰ καὶ ἐκ τῶν ἐναντίων), σφαλέντων δέ που ἀξιόχρεῳ δυνάμει ταχεῖαν τὴν ἐπιχείρησιν ἡμῖν οἱ ἐχθροὶ ποιήσονται, οἷς πρῶτον μὲν διὰ ξυμφορῶν ἡ ξύμβασις καὶ ἐκ τοῦ αἰσχίονος ἢ ἡμῖν κατ᾽ ἀνάγκην ἐγένετο, ἔπειτα ἐν αὐτῇ ταύτῃ πολλὰ τὰ ἀμφισβητούμενα ἔχομεν. [6.10.3] εἰσὶ δ᾽ οἳ οὐδὲ ταύτην πω τὴν ὁμολογίαν ἐδέξαντο, καὶ οὐχ οἱ ἀσθενέστατοι· ἀλλ᾽ οἱ μὲν ἄντικρυς πολεμοῦσιν, οἱ δὲ καὶ διὰ τὸ Λακεδαιμονίους ἔτι ἡσυχάζειν δεχημέροις σπονδαῖς καὶ αὐτοὶ κατέχονται. [6.10.4] τάχα δ᾽ ἂν ἴσως, εἰ δίχα ἡμῶν τὴν δύναμιν λάβοιεν, ὅπερ νῦν σπεύδομεν, καὶ πάνυ ἂν ξυνεπιθοῖντο μετὰ Σικελιωτῶν, οὓς πρὸ πολλῶν ἂν ἐτιμήσαντο ξυμμάχους γενέσθαι ἐν τῷ πρὶν χρόνῳ. [6.10.5] ὥστε χρὴ σκοπεῖν τινὰ αὐτὰ καὶ μὴ μετεώρῳ τε ‹τῇ› πόλει ἀξιοῦν κινδυνεύειν καὶ ἀρχῆς ἄλλης ὀρέγεσθαι πρὶν ἣν ἔχομεν βεβαιωσώμεθα, εἰ Χαλκιδῆς γε οἱ ἐπὶ Θρᾴκης ἔτη τοσαῦτα ἀφεστῶτες ἀφ᾽ ἡμῶν ἔτι ἀχείρωτοί εἰσι καὶ ἄλλοι τινὲς κατὰ τὰς ἠπείρους ἐνδοιαστῶς ἀκροῶνται. ἡμεῖς δὲ Ἐγεσταίοις δὴ οὖσι ξυμμάχοις ὡς ἀδικουμένοις ὀξέως βοηθοῦμεν· ὑφ᾽ ὧν δ᾽ αὐτοὶ πάλαι ἀφεστώτων ἀδικούμεθα, ἔτι μέλλομεν ἀμύνεσθαι. [6.11.1] καίτοι τοὺς μὲν κατεργασάμενοι κἂν κατάσχοιμεν· τῶν δ᾽ εἰ καὶ κρατήσαιμεν, διὰ πολλοῦ γε καὶ πολλῶν ὄντων χαλεπῶς ἂν ἄρχειν δυναίμεθα. ἀνόητον δ᾽ ἐπὶ τοιούτους ἰέναι ὧν κρατήσας τε μὴ κατασχήσει τις καὶ μὴ κατορθώσας μὴ ἐν τῷ ὁμοίῳ καὶ πρὶν ἐπιχειρῆσαι ἔσται. [6.11.2] Σικελιῶται δ᾽ ἄν μοι δοκοῦσιν, ὥς γε νῦν ἔχουσι, καὶ ἔτι ἂν ἧσσον δεινοὶ ἡμῖν γενέσθαι, εἰ ἄρξειαν αὐτῶν Συρακόσιοι· ὅπερ οἱ Ἐγεσταῖοι μάλιστα ἡμᾶς ἐκφοβοῦσιν. [6.11.3] νῦν μὲν γὰρ κἂν ἔλθοιεν ἴσως Λακεδαιμονίων ἕκαστοι χάριτι, ἐκείνως δ᾽ οὐκ εἰκὸς ἀρχὴν ἐπὶ ἀρχὴν στρατεῦσαι· ᾧ γὰρ ἂν τρόπῳ τὴν ἡμετέραν μετὰ Πελοποννησίων ἀφέλωνται, εἰκὸς ὑπὸ τῶν αὐτῶν καὶ τὴν σφετέραν διὰ τοῦ αὐτοῦ καθαιρεθῆναι. [6.11.4] ἡμᾶς δ᾽ ἂν οἱ ἐκεῖ Ἕλληνες μάλιστα μὲν ἐκπεπληγμένοι εἶεν εἰ μὴ ἀφικοίμεθα, ἔπειτα δὲ καὶ εἰ δείξαντες τὴν δύναμιν δι᾽ ὀλίγου ἀπέλθοιμεν· τὰ γὰρ διὰ πλείστου πάντες ἴσμεν θαυμαζόμενα καὶ τὰ πεῖραν ἥκιστα τῆς δόξης δόντα. εἰ δὲ σφαλείημέν τι, τάχιστ᾽ ἂν ὑπεριδόντες μετὰ τῶν ἐνθάδε ἐπιθοῖντο. [6.11.5] ὅπερ νῦν ὑμεῖς ὦ Ἀθηναῖοι ἐς Λακεδαιμονίους καὶ τοὺς ξυμμάχους πεπόνθατε· διὰ τὸ παρὰ γνώμην αὐτῶν πρὸς ἃ ἐφοβεῖσθε τὸ πρῶτον περιγεγενῆσθαι, καταφρονήσαντες ἤδη καὶ Σικελίας ἐφίεσθε. [6.11.6] χρὴ δὲ μὴ πρὸς τὰς τύχας τῶν ἐναντίων ἐπαίρεσθαι, ἀλλὰ τὰς διανοίας κρατήσαντας θαρσεῖν, μηδὲ Λακεδαιμονίους ἄλλο τι ἡγήσασθαι ἢ διὰ τὸ αἰσχρὸν σκοπεῖν ὅτῳ τρόπῳ ἔτι καὶ νῦν, ἢν δύνωνται, σφήλαντες ἡμᾶς τὸ σφέτερον ἀπρεπὲς εὖ θήσονται, ὅσῳ καὶ περὶ πλείστου καὶ διὰ πλείστου δόξαν ἀρετῆς μελετῶσιν. [6.11.7] ὥστε οὐ περὶ τῶν ἐν Σικελίᾳ Ἐγεσταίων ἡμῖν, ἀνδρῶν βαρβάρων, ὁ ἀγών, εἰ σωφρονοῦμεν, ἀλλ᾽ ὅπως πόλιν δι᾽ ὀλιγαρχίας ἐπιβουλεύουσαν ὀξέως φυλαξόμεθα.

[6.8.1] Το επόμενο καλοκαίρι, με την άνοιξη, γύρισαν οι Αθηναίοι πρέσβεις από την Σικελία με τους Εγεσταίους αποσταλμένους κι έφεραν μαζί τους εξήντα τάλαντα άκοπο ασήμι που αντιπροσώπευαν τους μισθούς ενός μηνός για εξήντα καράβια, όσα επρόκειτο να ζητήσουν οι Εγεσταίοι να τους στείλουν. [6.8.2] Οι Αθηναίοι συγκάλεσαν Εκκλησία και αφού άκουσαν από τους Εγεσταίους και τους δικούς τους πρέσβεις ενθαρρυντικές αλλά όχι αληθινές πληροφορίες —μεταξύ άλλων ότι υπήρχαν, έτοιμα, χρήματα πολλά στο δημόσιο ταμείο και στους ναούς— ψήφισαν να στείλουν στην Σικελία εξήντα καράβια με στρατηγούς τον Αλκιβιάδη του Κλεινίου, τον Νικία του Νικηράτου και τον Λάμαχο του Ξενοφάνους, οι οποίοι θα είχαν απόλυτη εξουσία, με εντολή να βοηθήσουν τους Εγεσταίους εναντίον των Σελινουντίων και, αν η τροπή του πολέμου ήταν ευνοϊκή, να εγκαταστήσουν πάλι τους Λεοντίνους στην πολιτεία τους και να λάβουν, στην Σικελία, όλα τα μέτρα που θα θεωρούσαν εξυπηρετικά για τα συμφέροντα της Αθήνας. [6.8.3] Πέντε μέρες αργότερα, έγινε πάλι Εκκλησία για ν᾽ αποφασιστούν τ᾽ αναγκαία μέτρα, ώστε να ετοιμαστούν το γρηγορότερο τα καράβια και για να δώσουν στους στρατηγούς ό,τι θα είχαν ακόμα ανάγκη για την εκστρατεία. [6.8.4] Ο Νικίας, ο οποίος είχε οριστεί στρατηγός παρά την θέλησή του, θεωρούσε ότι η πολιτεία είχε πάρει σφαλερή απόφαση και ότι με ισχνή πρόφαση επιδιωκόταν η κατάκτηση ολόκληρης της Σικελίας, πράγμα που ήταν δύσκολο έργο. Ήθελε να ματαιώσει την εκστρατεία. Ανέβηκε στο βήμα και είπε στους Αθηναίους, περίπου, τα εξής:
[6.9.1] «Η Εκκλησία αυτή έγινε για ν᾽ αποφασίσει πώς πρέπει να γίνουν οι προετοιμασίες για την εκστρατεία της Σικελίας. Αλλά εγώ νομίζω ότι πρέπει να εξετάσομε πάλι το ζήτημα κατ᾽ αρχήν, αν δηλαδή είναι ορθό να εκστρατεύσει ο στόλος ώστε να μην πάρομε, βιαστικά, μιαν απόφαση για τόσο σπουδαίο ζήτημα και να μην προκαλέσομε, παρασυρόμενοι από ξένους, έναν πόλεμο που δεν μας αφορά. [6.9.2] Η συμμετοχή μου στην εκστρατεία είναι τιμή για μένα και φοβάμαι για την ζωή μου λιγότερο από κάθε άλλον, αλλά θεωρώ εξίσου καλόν πολίτη εκείνον που σκέπτεται και τον εαυτό του και την περιουσία του, γιατί είναι φυσικό να θέλει, για το δικό του συμφέρον, να ευδοκιμεί η πολιτεία. Και στο παρελθόν ποτέ οι τιμές τις οποίες μου έκαναν δεν μ᾽ εμπόδισαν να μιλήσω κατά τις πεποιθήσεις μου, και ούτε τώρα θα πω τίποτε άλλο από εκείνο που πιστεύω ότι είναι καλύτερο. [6.9.3] Ξέρω καλά ότι, με την ιδιοσυγκρασία σας, τα λόγια μου δεν θα είχαν κανένα αποτέλεσμα αν σας προέτρεπα να φροντίσετε να διατηρήσετε τα όσα έχετε και να μην ριψοκινδυνεύσετε τα έτοιμα για αβέβαια και μελλοντικά πράγματα. Θα σας εξηγήσω, όμως, ότι η βιασύνη σας είναι άκαιρη και ότι δεν είναι εύκολο να επιτύχετε τον σκοπό που επιδιώκετε.
[6.10.1] »Ισχυρίζομαι, δηλαδή, ότι εκείνο που επιδιώκετε είναι ν᾽ αφήσετε πίσω σας πολλούς εχθρούς και να πάτε εκεί να δημιουργήσετε άλλους, οι οποίοι, μετά, θα έρθουν και αυτοί εδώ. [6.10.2] Νομίζετε, ίσως, ότι οι συνθήκες ειρήνης που κάνατε, έχουν κάποιαν αξία. Βέβαια, όσο μένετε ήσυχοι, θα υπάρχει ειρήνη, ονομαστικά τουλάχιστον (γιατί σ᾽ αυτό το σημείο την κατάντησαν οι ενέργειες μερικών, και δικών μας και αντιπάλων), αλλά αν χάσομε κάπου σημαντικές δυνάμεις, τότε γρήγορα οι εχθροί σας θα σας επιτεθούν και τούτο επειδή μόνο οι συμφορές που έπαθαν τους ανάγκασαν να κάνουν ειρήνη, περισσότερο ταπεινωτική για εκείνους, παρά για σας. Αλλά εκτός απ᾽ αυτό, πολλές διαφορές έχουν προκύψει απ᾽ αυτήν την ίδια την συνθήκη. [6.10.3] Υπάρχουν και πολλοί, και μάλιστα όχι από τους πιο άσημους, που δεν δέχτηκαν καν την συνθήκη ειρήνης. Μερικοί μας πολεμούν ανοιχτά και άλλοι έχουν μαζί μας ανακωχή με την δεκαήμερη ρήτρα και τούτο μόνο και μόνο επειδή οι Λακεδαιμόνιοι αδρανούν ακόμα. [6.10.4] Αν, λοιπόν, έβρισκαν τις δυνάμεις μας διασκορπισμένες —και αυτό ακριβώς πάτε να κάνετε— είναι πολύ πιθανό να μας επιτεθούν μαζί με τους Σικελούς τους οποίους, άλλοτε, ήθελαν περισσότερο από κάθε άλλον για συμμάχους. [6.10.5] Πρέπει, λοιπόν, να τα σκεφθούμε καλά αυτά και να μην εκθέσομε σε κίνδυνο την πολιτεία που βρίσκεται ακόμα σε αβεβαιότητα, ούτε να επιδιώξομε να επεκτείνομε την ηγεμονία μας προτού εξασφαλίσομε εκείνην που ασκούμε, αφού οι Χαλκιδείς της Θράκης είναι από τόσα χρόνια επαναστατημένοι και δεν τους έχομε υποτάξει, κι ενώ η νομιμοφροσύνη μερικών άλλων ηπειρωτικών λαών είναι αμφίβολη. Αλλά ενώ σπεύδομε να βοηθήσομε τους Εγεσταίους που είναι σύμμαχοί μας και ισχυρίζονται ότι αδικούνται, αναβάλλομε κάθε επιχείρηση εναντίον εκείνων που μας αδίκησαν εμάς τους ίδιους επαναστατώντας εναντίον μας.
[6.11.1] »Αλλ᾽ αυτούς, άμα τους υποτάξομε, θα μπορούμε να τους συγκρατούμε υπό την εξουσία μας, ενώ τους άλλους, και αν ακόμα τους υποτάσσαμε, θα μας ήταν δύσκολο, επειδή είναι πολλοί και βρίσκονται μακριά, να τους εξουσιάζομε. Είναι ανοησία να εκστρατεύει κανείς εναντίον εκείνων τους οποίους δεν θα μπορέσει να υποτάξει, και αν ακόμα τους νικήσει, ενώ αν νικηθεί δεν θα βρίσκεται στην κατάσταση όπου ήταν πριν. [6.11.2] Νομίζω ότι οι Σικελιώτες, στην κατάσταση που βρίσκονται σήμερα, θα ήσαν ακόμα λιγότερο επικίνδυνοι για μας, αν τους υπότασσαν οι Συρακούσιοι, πράγμα με το οποίο οι Εγεσταίοι προσπαθούν, κυρίως, να μας φοβίσουν. [6.11.3] Τώρα θα έρχονταν, ίσως, εδώ, εναντίον μας, μεμονωμένα, για να κάνουν χάρη στους Λακεδαιμονίους, αλλ᾽ όταν συνέβαινε να υποταχτούν όλοι σε μια πολιτεία, τότε είναι απίθανο μια ηγεμονία να κηρύξει πόλεμο εναντίον άλλης, γιατί αφού θα καταλύαν μαζί με τους Πελοποννησίους την δική μας ηγεμονία, θα ήταν φυσικό, μετά, οι Πελοποννήσιοι να καταλύσουν την δική τους. [6.11.4] Εάν θέλομε να εμπνεύσομε δέος στους Έλληνες της Σικελίας, ο καλύτερος τρόπος είναι να μην εμφανισθούμε εκεί ή, εάν εμφανισθούμε, να κάνομε μια σύντομη επίδειξη της δύναμής μας και να φύγομε. Ξέρομε όλοι ότι εκείνο που εντυπωσιάζει περισσότερο είναι αυτό που βρίσκεται μακριά και του οποίου η φήμη δεν έχει υποβληθεί σε δοκιμασία. Αλλ᾽ αν μας συνέβαινε κάποια ατυχία, θα μας περιφρονούσαν αμέσως και θα έρχονταν εδώ να μας επιτεθούν με τους άλλους Έλληνες. [6.11.5] Αυτό ακριβώς σας συμβαίνει απέναντι των Λακεδαιμονίων. Ενώ δεν το περιμένατε, και παρά τους αρχικούς σας φόβους, τους νικήσατε και τώρα τους περιφρονείτε και στρέφεστε εναντίον της Σικελίας. [6.11.6] Δεν πρέπει, όμως, να επαίρεται κανείς από τις ατυχίες που παθαίνει ο αντίπαλος, αλλά πρέπει ν᾽ αντλεί την αυτοπεποίθησή του από την υπεροχή του στην στρατηγική. Μην νομίζετε ότι οι ταπεινωμένοι Λακεδαιμόνιοι κάνουν τίποτε άλλο παρά ν᾽ αναζητούν, και τώρα ακόμα, τρόπο να μας μειώσουν, ώστε ν᾽ αποπλύνουν την δική τους ταπείνωση, αφού εκείνο το οποίο από πάντα φροντίζουν περισσότερο απ᾽ όλα, είναι η φήμη της πολεμικής αρετής τους. [6.11.7] Αν είμαστε σώφρονες πρέπει να καταλάβομε ότι η συζήτηση αυτή δεν γίνεται για τους Εγεσταίους της Σικελίας —τους βαρβάρους αυτούς— αλλά για να προφυλαχτούμε όσο το δυνατόν καλύτερα από τις επιβουλές μιας ολιγαρχικής πολιτείας.