Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (5.59.4-5.62.2)

[5.59.4] Τὸ μὲν οὖν πλῆθος τῶν Ἀργείων καὶ τῶν ξυμμάχων οὐχ οὕτω δεινὸν τὸ παρὸν ἐνόμιζον, ἀλλ᾽ ἐν καλῷ ἐδόκει ἡ μάχη ἔσεσθαι, καὶ τοὺς Λακεδαιμονίους ἀπειληφέναι ἐν τῇ αὐτῶν τε καὶ πρὸς τῇ πόλει. [5.59.5] τῶν δὲ Ἀργείων δύο ἄνδρες, Θράσυλός τε τῶν πέντε στρατηγῶν εἷς ὢν καὶ Ἀλκίφρων πρόξενος Λακεδαιμονίων, ἤδη τῶν στρατοπέδων ὅσον οὐ ξυνιόντων προσελθόντε Ἄγιδι διελεγέσθην μὴ ποιεῖν μάχην· ἑτοίμους γὰρ εἶναι Ἀργείους δίκας δοῦναι καὶ δέξασθαι ἴσας καὶ ὁμοίας, εἴ τι ἐπικαλοῦσιν Ἀργείοις Λακεδαιμόνιοι, καὶ τὸ λοιπὸν εἰρήνην ἄγειν σπονδὰς ποιησαμένους. [5.60.1] καὶ οἱ μὲν ταῦτα εἰπόντες τῶν Ἀργείων ἀφ᾽ ἑαυτῶν καὶ οὐ τοῦ πλήθους κελεύσαντος εἶπον· καὶ ὁ Ἆγις δεξάμενος τοὺς λόγους αὐτός, καὶ οὐ μετὰ τῶν πλεόνων οὐδὲ αὐτὸς βουλευσάμενος ἀλλ᾽ ἢ ἑνὶ ἀνδρὶ κοινώσας τῶν ἐν τέλει ξυστρατευομένων, σπένδεται τέσσαρας μῆνας, ἐν οἷς ἔδει ἐπιτελέσαι αὐτοὺς τὰ ῥηθέντα. καὶ ἀπήγαγε τὸν στρατὸν εὐθύς, οὐδενὶ φράσας τῶν ἄλλων ξυμμάχων. [5.60.2] οἱ δὲ Λακεδαιμόνιοι καὶ οἱ ξύμμαχοι εἵποντο μὲν ὡς ἡγεῖτο διὰ τὸν νόμον, ἐν αἰτίᾳ δ᾽ εἶχον κατ᾽ ἀλλήλους πολλῇ τὸν Ἆγιν, νομίζοντες ἐν καλῷ παρατυχὸν σφίσι ξυμβαλεῖν καὶ πανταχόθεν αὐτῶν ἀποκεκλῃμένων καὶ ὑπὸ ἱππέων καὶ πεζῶν οὐδὲν δράσαντες ἄξιον τῆς παρασκευῆς ἀπιέναι. [5.60.3] στρατόπεδον γὰρ δὴ τοῦτο κάλλιστον Ἑλληνικὸν τῶν μέχρι τοῦδε ξυνῆλθεν· ὤφθη δὲ μάλιστα ἕως ἔτι ἦν ἁθρόον ἐν Νεμέᾳ, ἐν ᾧ Λακεδαιμόνιοί τε πανστρατιᾷ ἦσαν καὶ Ἀρκάδες καὶ Βοιωτοὶ καὶ Κορίνθιοι καὶ Σικυώνιοι καὶ Πελληνῆς καὶ Φλειάσιοι καὶ Μεγαρῆς, καὶ οὗτοι πάντες λογάδες ἀφ᾽ ἑκάστων, ἀξιόμαχοι δοκοῦντες εἶναι οὐ τῇ Ἀργείων μόνον ξυμμαχίᾳ ἀλλὰ κἂν ἄλλῃ ἔτι προσγενομένῃ. [5.60.4] τὸ μὲν οὖν στρατόπεδον οὕτως ἐν αἰτίᾳ ἔχοντες τὸν Ἆγιν ἀνεχώρουν τε καὶ διελύθησαν ἐπ᾽ οἴκου ἕκαστοι, [5.60.5] Ἀργεῖοι δὲ καὶ αὐτοὶ ἔτι ἐν πολλῷ πλέονι αἰτίᾳ εἶχον τοὺς σπεισαμένους ἄνευ τοῦ πλήθους, νομίζοντες κἀκεῖνοι μὴ ἂν σφίσι ποτὲ κάλλιον παρασχὸν Λακεδαιμονίους διαπεφευγέναι· πρός τε γὰρ τῇ σφετέρᾳ πόλει καὶ μετὰ πολλῶν καὶ ἀγαθῶν ξυμμάχων τὸν ἀγῶνα ἂν γίγνεσθαι. [5.60.6] τόν τε Θράσυλον ἀναχωρήσαντες ἐν τῷ Χαράδρῳ, οὗπερ τὰς ἀπὸ στρατείας δίκας πρὶν ἐσιέναι κρίνουσιν, ἤρξαντο λεύειν. ὁ δὲ καταφυγὼν ἐπὶ τὸν βωμὸν περιγίγνεται· τὰ μέντοι χρήματα ἐδήμευσαν αὐτοῦ.
[5.61.1] Μετὰ δὲ τοῦτο Ἀθηναίων βοηθησάντων χιλίων ὁπλιτῶν καὶ τριακοσίων ἱππέων, ὧν ἐστρατήγουν Λάχης καὶ Νικόστρατος, οἱ Ἀργεῖοι (ὅμως γὰρ τὰς σπονδὰς ὤκνουν λῦσαι πρὸς τοὺς Λακεδαιμονίους) ἀπιέναι ἐκέλευον αὐτοὺς καὶ πρὸς τὸν δῆμον οὐ προσῆγον βουλομένους χρηματίσαι, πρὶν δὴ Μαντινῆς καὶ Ἠλεῖοι (ἔτι γὰρ παρῆσαν) κατηνάγκασαν δεόμενοι. [5.61.2] καὶ ἔλεγον οἱ Ἀθηναῖοι Ἀλκιβιάδου πρεσβευτοῦ παρόντος ἔν τε τοῖς Ἀργείοις καὶ ξυμμάχοις ταῦτα, ὅτι οὐκ ὀρθῶς αἱ σπονδαὶ ἄνευ τῶν ἄλλων ξυμμάχων καὶ γένοιντο, καὶ νῦν (ἐν καιρῷ γὰρ παρεῖναι σφεῖς) ἅπτεσθαι χρῆναι τοῦ πολέμου. [5.61.3] καὶ πείσαντες ἐκ τῶν λόγων τοὺς ξυμμάχους εὐθὺς ἐχώρουν ἐπὶ Ὀρχομενὸν τὸν Ἀρκαδικὸν πάντες πλὴν Ἀργείων· οὗτοι δὲ ὅμως καὶ πεισθέντες ὑπελείποντο πρῶτον, ἔπειτα δ᾽ ὕστερον καὶ οὗτοι ἦλθον. [5.61.4] καὶ προσκαθεζόμενοι τὸν Ὀρχομενὸν πάντες ἐπολιόρκουν καὶ προσβολὰς ἐποιοῦντο, βουλόμενοι ἄλλως τε προσγενέσθαι σφίσι καὶ ὅμηροι ἐκ τῆς Ἀρκαδίας ἦσαν αὐτόθι ὑπὸ Λακεδαιμονίων κείμενοι. [5.61.5] οἱ δὲ Ὀρχομένιοι δείσαντες τήν τε τοῦ τείχους ἀσθένειαν καὶ τοῦ στρατοῦ τὸ πλῆθος καί, ὡς οὐδεὶς αὐτοῖς ἐβοήθει, μὴ προαπόλωνται, ξυνέβησαν ὥστε ξύμμαχοί τε εἶναι καὶ ὁμήρους σφῶν τε αὐτῶν δοῦναι Μαντινεῦσι καὶ οὓς κατέθεντο Λακεδαιμόνιοι παραδοῦναι. [5.62.1] μετὰ δὲ τοῦτο ἔχοντες ἤδη τὸν Ὀρχομενὸν ἐβουλεύοντο οἱ ξύμμαχοι ἐφ᾽ ὅτι χρὴ πρῶτον ἰέναι τῶν λοιπῶν. καὶ Ἠλεῖοι μὲν ἐπὶ Λέπρεον ἐκέλευον, Μαντινῆς δὲ ἐπὶ Τεγέαν· καὶ προσέθεντο οἱ Ἀργεῖοι καὶ Ἀθηναῖοι τοῖς Μαντινεῦσιν. [5.62.2] καὶ οἱ μὲν Ἠλεῖοι ὀργισθέντες ὅτι οὐκ ἐπὶ Λέπρεον ἐψηφίσαντο ἀνεχώρησαν ἐπ᾽ οἴκου· οἱ δὲ ἄλλοι ξύμμαχοι παρεσκευάζοντο ἐν τῇ Μαντινείᾳ ὡς ἐπὶ Τεγέαν ἰόντες. καί τινες αὐτοῖς καὶ αὐτῶν τῶν ἐν τῇ πόλει ἐνεδίδοσαν τὰ πράγματα.

[5.59.4] Οι περισσότεροι από τους Αργείους δεν καταλάβαιναν πόσο δύσκολη ήταν η θέση τους. Αντίθετα, νόμιζαν ότι θα δώσουν μάχη με ευνοϊκούς όρους και ότι είχαν απομονώσει στο έδαφός τους και κοντά στην πολιτεία τους, τους Λακεδαιμονίους. [5.59.5] Αλλά ενώ ακόμα δεν είχε αρχίσει η συμπλοκή, δύο Αργείοι, ο Θράσυλος, ο οποίος ήταν ένας από τους πέντε στρατηγούς και ο Αλκίφρων, πρόξενος των Λακεδαιμονίων, πήγαν και βρήκαν τον Άγι για να του συστήσουν να μην δώσει μάχη. Οι Αργείοι, του είπαν, είναι έτοιμοι, αν οι Λακεδαιμόνιοι έχουν παράπονα, να δεχτούν μια δίκαιη διαιτησία και να κάνουν σπονδές για να έχουν πια μεταξύ τους ειρήνη.
[5.60.1] Οι δύο Αργείοι μίλησαν έτσι από δική τους πρωτοβουλία και χωρίς εντολή του λαού. Και ο Άγις δέχτηκε, μόνος του κι αυτός, την πρόταση, χωρίς να ζητήσει την γνώμη περισσοτέρων και χωρίς καν να την ανακοινώσει (παρά μόνο σ᾽ έναν από τους άρχοντες, ο οποίος ήταν μαζί του στην εκστρατεία) κι έκανε τετράμηνη ανακωχή για να εκτελέσουν, στο διάστημα αυτό, τις υποχρεώσεις τους οι Αργείοι. Πήρε αμέσως τον στρατό του κι έφυγε χωρίς να δώσει καμιά εξήγηση στους άλλους συμμάχους. [5.60.2] Οι Λακεδαιμόνιοι και οι σύμμαχοι υπάκουσαν στις διαταγές του από σεβασμό προς τον νόμο, αλλά οι στρατιώτες, μεταξύ τους, κατηγορούσαν έντονα τον Άγι γιατί πίστευαν ότι, ενώ είχαν την ευκαιρία να δώσουν μάχη με πολύ ευνοϊκές συνθήκες, έχοντας τον εχθρό κυκλωμένο παντού, από πεζικό και ιππικό, γύριζαν τώρα πίσω χωρίς να έχουν επιχειρήσει τίποτε μετά από τόση προετοιμασία. [5.60.3] Πραγματικά, ποτέ άλλοτε δεν είχε γίνει τόσο λαμπρή συγκέντρωση ελληνικού στρατού και τούτο φάνηκε περισσότερο όταν, στην Νεμέα, είχαν συγκεντρωθεί οι Λακεδαιμόνιοι με όλο τον στρατό τους, οι Αρκάδες, οι Βοιωτοί, οι Κορίνθιοι, οι Σικυώνιοι, οι Πελληνείς, οι Φλειάσιοι και οι Μεγαρείς, όλοι στρατιώτες διαλεχτοί από την κάθε πολιτεία. Και οι δυνάμεις αυτές φαίνονταν άξιες ν᾽ αντιμετωπίσουν όχι μόνο τους Αργείους και τους συμμάχους τους, αλλά αντίπαλο που θα είχε διπλάσια δύναμη. [5.60.4] Με κατηγορίες εναντίον του Άγι, ο στρατός αποσύρθηκε και οι διάφορες μονάδες γύρισαν η καθεμιά στην πατρίδα της. [5.60.5] Αλλά και οι Αργείοι κατηγορούσαν πολύ έντονα τους δυο που έκαναν την ανακωχή χωρίς την έγκριση του Δήμου, γιατί νόμιζαν κι εκείνοι ότι ποτέ δεν θα τους παρουσιαστεί καλύτερη ευκαιρία και ότι είχαν αφήσει τους Λακεδαιμονίους να ξεφύγουν, ενώ μπορούσαν να δώσουν μάχη έχοντας πολλούς και διαλεχτούς συμμάχους και κοντά στην πολιτεία τους. [5.60.6] Επιστρέφοντας, λοιπόν, λίγο πριν μπουν στην πολιτεία —στο Χάραδρο, τόπο όπου δικάζουν τα στρατιωτικά αδικήματα— άρχισαν να λιθοβολούν τον Θράσυλο που κατόρθωσε να ξεφύγει προσπέφτοντας σ᾽ έναν βωμό, η περιουσία του, όμως δημεύτηκε.
[5.61.1] Μετά απ᾽ αυτά έφτασε βοήθεια από την Αθήνα, χίλιοι οπλίτες και τριακόσιοι ιππείς με στρατηγούς τον Λάχητα και τον Νικόστρατο, αλλά οι Αργείοι (που δεν ήσαν πρόθυμοι να καταγγείλουν την ανακωχή με τους Λακεδαιμονίους) τους παρακάλεσαν να φύγουν και δεν τους άφηναν, καθώς το ζητούσαν, να παρουσιαστούν και να μιλήσουν στον Δήμο έως την στιγμή που οι Μαντινείς και οι Ηλείοι που ήσαν ακόμα εκεί, ζητώντας το μ᾽ επιμονή, ανάγκασαν τους Αργείους να το δεχτούν. [5.61.2] Και τότε οι Αθηναίοι και ο Αλκιβιάδης που είχε πάει πρέσβης στο Άργος μίλησαν στους Αργείους και στους άλλους συμμάχους και τους είπαν ότι δεν είχαν ενεργήσει νόμιμα κάνοντας ανακωχή χωρίς τους άλλους συμμάχους και ότι τώρα που είχαν φτάσει, σύγκαιρα, οι αθηναϊκές ενισχύσεις, έπρεπε να ξαναρχίσουν τον πόλεμο. [5.61.3] Έπεισαν τους συμμάχους με τα επιχειρήματά τους και εκστρατεύσαν όλοι μαζί, εκτός από τους Αργείους, εναντίον του Ορχομενού της Αρκαδίας. Οι Αργείοι, αν και παραδέχτηκαν τα επιχειρήματα, δεν ξεκίνησαν αμέσως, αλλά αργότερα εκστρατεύσαν κι εκείνοι. [5.61.4] Έστησαν στρατόπεδο και πολιορκούσαν τον Ορχομενό όλοι μαζί, κάνοντας και εφόδους. Ήθελαν να κυριέψουν την πολιτεία επειδή, μεταξύ άλλων, βρίσκονταν στον Ορχομενό όμηροι από την Αρκαδία, τους οποίους οι Λακεδαιμόνιοι είχαν στείλει εκεί. [5.61.5] Επειδή το τείχος τους ήταν αδύνατο και ο στρατός που τους πολιορκούσε πολυάριθμος, οι Ορχομένιοι, που δεν έβλεπαν να έρχεται καμιά βοήθεια, φοβήθηκαν μην πάθουν συμφορά και συνθηκολόγησαν. Δέχτηκαν να μπουν στην συμμαχία, να δώσουν ομήρους στους Μαντινείς και να παραδώσουν τους ομήρους που φύλαγαν για λογαριασμό των Λακεδαιμονίων.
[5.62.1] Αφού κυρίεψαν τον Ορχομενό, οι σύμμαχοι έκαναν σύσκεψη για ν᾽ αποφασίσουν πού έπρεπε πρώτα να εκστρατεύσουν. Οι Ηλείοι ζητούσαν να πάνε στο Λέπρεον, ενώ οι Μαντινείς ζητούσαν να στραφούν εναντίον της Τεγέας. Οι Αργείοι και οι Αθηναίοι υποστήριζαν τους Μαντινείς. [5.62.2] Οι Ηλείοι οργίστηκαν επειδή δεν αποφασίστηκε να χτυπήσουν το Λέπρεον και γύρισαν στην πατρίδα τους. Οι άλλοι σύμμαχοι άρχισαν να ετοιμάζονται στην Μαντίνεια για να προχωρήσουν εναντίον της Τεγέας. Μερικοί μάλιστα Τεγεάτες, που βρίσκονταν μέσα στην πολιτεία, ήσαν έτοιμοι να τους την παραδώσουν.