Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (3.114.1-3.115.6)

[3.114.1] Μετὰ δὲ ταῦτα τρίτον μέρος νείμαντες τῶν σκύλων τοῖς Ἀθηναίοις τὰ ἄλλα κατὰ τὰς πόλεις διείλοντο. καὶ τὰ μὲν τῶν Ἀθηναίων πλέοντα ἑάλω, τὰ δὲ νῦν ἀνακείμενα ἐν τοῖς Ἀττικοῖς ἱεροῖς Δημοσθένει ἐξῃρέθησαν τριακόσιαι πανοπλίαι, καὶ ἄγων αὐτὰς κατέπλευσεν· καὶ ἐγένετο ἅμα αὐτῷ μετὰ τὴν ἐκ τῆς Αἰτωλίας ξυμφορὰν ἀπὸ ταύτης τῆς πράξεως ἀδεεστέρα ἡ κάθοδος. [3.114.2] ἀπῆλθον δὲ καὶ οἱ ἐν ταῖς εἴκοσι ναυσὶν Ἀθηναῖοι ἐς Ναύπακτον. Ἀκαρνᾶνες δὲ καὶ Ἀμφίλοχοι ἀπελθόντων Ἀθηναίων καὶ Δημοσθένους τοῖς ὡς Σαλύνθιον καὶ Ἀγραίους καταφυγοῦσιν Ἀμπρακιώταις καὶ Πελοποννησίοις ἀναχώρησιν ἐσπείσαντο ἐξ Οἰνιαδῶν, οἷπερ καὶ μετανέστησαν παρὰ Σαλυνθίου. [3.114.3] καὶ ἐς τὸν ἔπειτα χρόνον σπονδὰς καὶ ξυμμαχίαν ἐποιήσαντο ἑκατὸν ἔτη Ἀκαρνᾶνες καὶ Ἀμφίλοχοι πρὸς Ἀμπρακιώτας ἐπὶ τοῖσδε, ὥστε μήτε Ἀμπρακιώτας μετὰ Ἀκαρνάνων στρατεύειν ἐπὶ Πελοποννησίους μήτε Ἀκαρνᾶνας μετὰ Ἀμπρακιωτῶν ἐπ᾽ Ἀθηναίους, βοηθεῖν δὲ τῇ ἀλλήλων, καὶ ἀποδοῦναι Ἀμπρακιώτας ὁπόσα ἢ χωρία ἢ ὁμήρους Ἀμφιλόχων ἔχουσι, καὶ ἐπὶ Ἀνακτόριονμὴ βοηθεῖν πολέμιον ὂν Ἀκαρνᾶσιν. [3.114.4] ταῦτα ξυνθέμενοι διέλυσαν τὸν πόλεμον. μετὰ δὲ ταῦτα Κορίνθιοι φυλακὴν ἑαυτῶν ἐς τ ὴν Ἀμπρακίαν ἀπέστειλαν ἐς τριακοσίους ὁπλίτας καὶ Ξενοκλείδαν τὸν Εὐθυκλέους ἄρχοντα· οἳ κομιζόμενοι χαλεπῶς διὰ τῆς ἠπείρου ἀφίκοντο. τὰ μὲν κατ᾽ Ἀμπρακίαν οὕτως ἐγένετο.
[3.115.1] Οἱ δ᾽ ἐν τῇ Σικελίᾳ Ἀθηναῖοι τοῦ αὐτοῦ χειμῶνος ἔς τε τὴν Ἱμεραίαν ἀπόβασιν ἐποιήσαντο ἐκ τῶν νεῶν μετὰ τῶν Σικελῶν τῶν ἄνωθεν ἐσβεβληκότων ἐς τὰ ἔσχατα τῆς Ἱμεραίας, καὶ ἐπὶ τὰς Αἰόλου νήσους ἔπλευσαν. [3.115.2] ἀναχωρήσαντες δὲ ἐς Ῥήγιον Πυθόδωρον τὸν Ἰσολόχου Ἀθηναίων στρατηγὸν καταλαμβάνουσιν ἐπὶ τὰς ναῦς διάδοχον ὧν ὁ Λάχης ἦρχεν. [3.115.3] οἱ γὰρ ἐν Σικελίᾳ ξύμμαχοι πλεύσαντες ἔπεισαν τοὺς Ἀθηναίους βοηθεῖν σφίσι πλείοσι ναυσίν· τῆς μὲν γὰρ γῆς αὐτῶν οἱ Συρακόσιοι ἐκράτουν, τῆς δὲ θαλάσσης ὀλίγαις ναυσὶν εἰργόμενοι παρεσκευάζοντο ναυτικὸν ξυναγείροντες ὡς οὐ περιοψόμενοι. [3.115.4] καὶ ἐπλήρουν ναῦς τεσσαράκοντα οἱ Ἀθηναῖοι ὡς ἀποστελοῦντες αὐτοῖς, ἅμα μὲν ἡγούμενοι θᾶσσον τὸν ἐκεῖ πόλεμον καταλυθήσεσθαι, ἅμα δὲ βουλόμενοι μελέτην τοῦ ναυτικοῦ ποιεῖσθαι. [3.115.5] τὸν μὲν οὖν ἕνα τῶν στρατηγῶν ἀπέστειλαν Πυθόδωρον ὀλίγαις ναυσί, Σοφοκλέα δὲ τὸν Σωστρατίδου καὶ Εὐρυμέδοντα τὸν Θουκλέους ἐπὶ τῶν πλειόνων νεῶν ἀποπέμψειν ἔμελλον. [3.115.6] ὁ δὲ Πυθόδωρος ἤδη ἔχων τὴν τοῦ Λάχητος τῶν νεῶν ἀρχὴν ἔπλευσε τελευτῶντος τοῦ χειμῶνος ἐπὶ τὸ Λοκρῶν φρούριον ὃ πρότερον Λάχης εἷλε, καὶ νικηθεὶς μάχῃ ὑπὸ τῶν Λοκρῶν ἀπεχώρησεν.

[3.114.1] Μετά απ᾽ αυτά, αφού έδωσαν στους Αθηναίους το ένα τρίτο από τα λάφυρα, μοίρασαν τα άλλα μεταξύ τους οι διάφορες πολιτείες. Τα λάφυρά τους οι Αθηναίοι τα φόρτωσαν σε καράβι αλλά τους τα κυρίεψε ο εχθρός στην επιστροφή. Τις τριακόσιες πανοπλίες που βρίσκονται, σήμερα, στα ιερά της Αττικής τις ξεχώρισαν για τον Δημοσθένη που τις πήρε μαζί του γυρίζοντας στον Πειραιά. Μετά από τέτοια επιτυχία η επιστροφή του ήταν πιο εύκολη παρά μετά την συμφορά της Αιτωλίας. [3.114.2] Τα είκοσι αθηναϊκά καράβια γύρισαν στην Ναύπακτο. Όταν έφυγαν οι Αθηναίοι και ο Δημοσθένης, οι Ακαρνάνες, και οι Αμφιλόχιοι έκαναν ανακωχή με τους Αμπρακιώτες και τους Πελοποννησίους που είχαν καταφύγει στον Σαλύνθιο και στους Αγραίους και τους άφησαν να γυρίσουν στην πατρίδα τους από τους Οινιάδες, όπου τους είχε μεταφέρει ο Σαλύνθιος. [3.114.3] Αργότερα οι Ακαρνάνες και οι Αμφιλόχιοι έκαναν εκατόχρονη ειρήνη με τους Αμπρακιώτες. Οι όροι της ειρήνης ήσαν οι ακόλουθοι. Ούτε οι Αμπρακιώτες είχαν υποχρέωση να βοηθούν τους Ακαρνάνες στις εκστρατείες τους εναντίον των Πελοποννησίων, ούτε οι Ακαρνάνες να βοηθούν τους Αμπρακιώτες στις εκστρατείες τους εναντίον των Αθηναίων. Θα βοηθούσαν ο ένας τον άλλον για να υπερασπίζονται την χώρα τους. Οι Αμπρακιώτες επιστρέψαν όσους ομήρους και όσα μέρη της Αμφιλοχίας είχαν και ανάλαβαν την υποχρέωση να μην βοηθούν το Ανακτόριο που ήταν εχθρός των Ακαρνάνων. [3.114.4] Αφού τα συμφώνησαν αυτά, τέλειωσε ο πόλεμος μεταξύ τους. Αργότερα, όμως, οι Κορίνθιοι έστειλαν δική τους φρουρά στην Αμπρακία, τριακόσιους οπλίτες, με αρχηγό τον Ξενοκλείδα του Ευθυκλέους. Έφτασαν εκεί από στεριά με μεγάλες δυσκολίες. Αυτά για την Αμπρακία.

[3.115.1] Τον ίδιο χειμώνα, οι Αθηναίοι που ήσαν στην Σικελία έκαναν απόβαση στο έδαφος της Ιμέρας. Τους βοήθησαν οι Σικελοί που έκαναν εισβολή από στεριά στα σύνορα της Σικελίας. Έκαναν επίθεση και εναντίον των νησιών του Αιόλου. [3.115.2] Όταν γύρισαν στο Ρήγιο, βρήκαν τον Πυθόδωρο του Ισολόχου, που είχε διαδεχτεί τον Λάχη στην αρχηγία του στόλου [3.115.3] και τούτο γιατί οι Σικελιώτες, σύμμαχοι των Αθηναίων, είχαν πάει στην Αθήνα και είχαν πείσει τους Αθηναίους να στείλουν περισσότερες δυνάμεις, επειδή οι Συρακούσιοι που κυριαρχούσαν στην στεριά, αλλά δεν είχαν ελευθερία κινήσεων στη θάλασσα εξαιτίας της παρουσίας μιας ναυτικής μοίρας, δεν ανέχονταν αυτή την κατάσταση κι ετοιμάζονταν ν᾽ αρματώσουν στόλο. [3.115.4] Οι Αθηναίοι ετοίμασαν σαράντα καράβια να τους τα στείλουν με σκοπό και τον πόλεμο να τελειώσουν πιο γρήγορα εκεί, και να γυμνάσουν τα πληρώματά τους. [3.115.5] Έστειλαν, λοιπόν, τον ένα από τους στρατηγούς, τον Πυθόδωρο, με λίγα καράβια και επρόκειτο να στείλουν τον Σοφοκλή του Σωστρατίδου και τον Ευρυμέδοντα του Θουκλέους με το μεγαλύτερο μέρος του στόλου. [3.115.6] Ο Πυθόδωρος, αφού είχε κιόλας παραλάβει την αρχηγία από τον Λάχη, όταν τέλειωνε ο χειμώνας ξεκίνησε εναντίον του φρουρίου των Λοκρών το οποίο άλλοτε είχε κυριέψει ο Λάχης. Νικήθηκε, όμως, από τους Λοκρούς και αποσύρθηκε.