Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (3.99.1-3.102.7)

[3.99.1] Κατὰ δὲ τοὺς αὐτοὺς χρόνους καὶ οἱ περὶ Σικελίαν Ἀθηναῖοι πλεύσαντες ἐς τὴν Λοκρίδα ἐν ἀποβάσει τέ τινι τοὺς προσβοηθήσαντας Λοκρῶν ἐκράτησαν καὶ περιπόλιον αἱροῦσιν ὃ ἦν ἐπὶ τῷ Ἄληκι ποταμῷ.
[3.100.1] Τοῦ δ᾽ αὐτοῦ θέρους Αἰτωλοὶ προπέμψαντες πρότερον ἔς τε Κόρινθον καὶ ἐς Λακεδαίμονα πρέσβεις, Τόλοφόν τε τὸν Ὀφιονέα καὶ Βοριάδην τὸν Εὐρυτᾶνα καὶ Τείσανδρον τὸν Ἀποδωτόν, πείθουσιν ὥστε σφίσι πέμψαι στρατιὰν ἐπὶ Ναύπακτον διὰ τὴν τῶν Ἀθηναίων ἐπαγωγήν. [3.100.2] καὶ ἐξέπεμψαν Λακεδαιμόνιοι περὶ τὸ φθινόπωρον τρισχιλίους ὁπλίτας τῶν ξυμμάχων. τούτων ἦσαν πεντακόσιοι ἐξ Ἡρακλείας τῆς ἐν Τραχῖνι πόλεως τότε νεοκτίστου οὔσης· Σπαρτιάτης δ᾽ ἦρχεν Εὐρύλοχος τῆς στρατιᾶς, καὶ ξυνηκολούθουν αὐτῷ Μακάριος καὶ Μενεδάϊος οἱ Σπαρτιᾶται. [3.101.1] ξυλλεγέντος δὲ τοῦ στρατεύματος ἐς Δελφοὺς ἐπεκηρυκεύετο Εὐρύλοχος Λοκροῖς τοῖς Ὀζόλαις· διὰ τούτων γὰρ ἡ ὁδὸς ἦν ἐς Ναύπακτον, καὶ ἅμα τῶν Ἀθηναίων ἐβούλετο ἀποστῆσαι αὐτούς. [3.101.2] ξυνέπρασσον δὲ μάλιστα αὐτῷ τῶν Λοκρῶν Ἀμφισσῆς διὰ τὸ τῶν Φωκέων ἔχθος δεδιότες· καὶ αὐτοὶ πρῶτοι δόντες ὁμήρους καὶ τοὺς ἄλλους ἔπεισαν δοῦναι φοβουμένους τὸν ἐπιόντα στρατόν, πρῶτον μὲν οὖν τοὺς ὁμόρους αὐτοῖς Μυονέας (ταύτῃ γὰρ δυσεσβολώτατος ἡ Λοκρίς), ἔπειτα Ἰπνέας καὶ Μεσσαπίους καὶ Τριταιέας καὶ Χαλαίους καὶ Τολοφωνίους καὶ Ἡσσίους καὶ Οἰανθέας. οὗτοι καὶ ξυνεστράτευον πάντες. Ὀλπαῖοι δὲ ὁμήρους μὲν ἔδοσαν, ἠκολούθουν δὲ οὔ· καὶ Ὑαῖοι οὐκ ἔδοσαν ὁμήρους πρὶν αὐτῶν εἷλον κώμην Πόλιν ὄνομα ἔχουσαν. [3.102.1] ἐπειδὴ δὲ παρεσκεύαστο πάντα καὶ τοὺς ὁμήρους κατέθετο ἐς Κυτίνιον τὸ Δωρικόν, ἐχώρει τῷ στρατῷ ἐπὶ τὴν Ναύπακτον διὰ τῶν Λοκρῶν, καὶ πορευόμενος Οἰνεῶνα αἱρεῖ αὐτῶν καὶ Εὐπάλιον· οὐ γὰρ προσεχώρησαν. [3.102.2] γενόμενοι δ᾽ ἐν τῇ Ναυπακτίᾳ καὶ οἱ Αἰτωλοὶ ἅμα ἤδη προσβεβοηθηκότες ἐδῄουν τὴν γῆν καὶ τὸ προάστειον ἀτείχιστον ὂν εἷλον· ἐπί τε Μολύκρειον ἐλθόντες τὴν Κορινθίων μὲν ἀποικίαν, Ἀθηναίων δὲ ὑπήκοον, αἱροῦσιν. [3.102.3] Δημοσθένης δὲ ὁ Ἀθηναῖος (ἔτι γὰρ ἐτύγχανεν ὢν μετὰ τὰ ἐκ τῆς Αἰτωλίας περὶ Ναύπακτον) προαισθόμενος τοῦ στρατοῦ καὶ δείσας περὶ αὐτῆς, ἐλθὼν πείθει Ἀκαρνᾶνας, χαλεπῶς διὰ τὴν ἐκ τῆς Λευκάδος ἀναχώρησιν, βοηθῆσαι Ναυπάκτῳ. [3.102.4] καὶ πέμπουσι μετ᾽ αὐτοῦ ἐπὶ τῶν νεῶν χιλίους ὁπλίτας, οἳ ἐσελθόντες περιεποίησαν τὸ χωρίον· δεινὸν γὰρ ἦν μὴ μεγάλου ὄντος τοῦ τείχους, ὀλίγων δὲ τῶν ἀμυνομένων, οὐκ ἀντίσχωσιν. [3.102.5] Εὐρύλοχος δὲ καὶ οἱ μετ᾽ αὐτοῦ ὡς ᾔσθοντο τὴν στρατιὰν ἐσεληλυθυῖαν καὶ ἀδύνατον ὂν τὴν πόλιν βίᾳ ἑλεῖν, ἀνεχώρησαν οὐκ ἐπὶ Πελοποννήσου, ἀλλ᾽ ἐς τὴν Αἰολίδα τὴν νῦν καλουμένην Καλυδῶνα καὶ Πλευρῶνα καὶ ἐς τὰ ταύτῃ χωρία καὶ ἐς Πρόσχιον τῆς Αἰτωλίας. [3.102.6] οἱ γὰρ Ἀμπρακιῶται ἐλθόντες πρὸς αὐτοὺς πείθουσιν ὥστε μετὰ σφῶν Ἄργει τε τῷ Ἀμφιλοχικῷ καὶ Ἀμφιλοχίᾳ τῇ ἄλλῃ ἐπιχειρῆσαι καὶ Ἀκαρνανίᾳ ἅμα, λέγοντες ὅτι, ἢν τούτων κρατήσωσι, πᾶν τὸ ἠπειρωτικὸν Λακεδαιμονίοις ξύμμαχον καθεστήξει. [3.102.7] καὶ ὁ μὲν Εὐρύλοχος πεισθεὶς καὶ τοὺς Αἰτωλοὺς ἀφεὶς ἡσύχαζε τῷ στρατῷ περὶ τοὺς χώρους τούτους, ἕως τοῖς Ἀμπρακιώταις ἐκστρατευσαμένοις περὶ τὸ Ἄργος δέοι βοηθεῖν. καὶ τὸ θέρος ἐτελεύτα.

[3.99.1] Τον ίδιο περίπου καιρό, οι Αθηναίοι που ήσαν στην Σικελία πήγαν με τον στόλο τους στην Λοκρίδα κι έκαναν απόβαση. Νίκησαν τους Λοκρούς που είχαν τρέξει να τους αποκρούσουν και κυρίεψαν ένα φρούριο στις όχθες του ποταμού Άληκα.
[3.100.1] Το ίδιο καλοκαίρι οι Αιτωλοί οι οποίοι, πριν από την αθηναϊκή επίθεση, είχαν στείλει στην Κόρινθο και στην Λακεδαίμονα πρέσβεις, τον Τόλοφο τον Οφιονέα, τον Βοριάδη τον Ευρυτάνα και τον Τείσανδρο τον Αποδωτό, έπεισαν τους Πελοποννησίους να τους στείλουν στρατό για να τιμωρήσουν την Ναύπακτο που είχε προκαλέσει την εισβολή των Αθηναίων. [3.100.2] Οι Λακεδαιμόνιοι έστειλαν, κατά το φθινόπωρο, τρεις χιλιάδες συμμαχικούς οπλίτες. Πεντακόσιοι ήσαν απ᾽ την Ηράκλεια, την νέα πόλη που είχαν, τότε, χτίσει στην Τραχινία. Αρχηγός της εκστρατείας ήταν ο Σπαρτιάτης Ευρύλοχος, που είχε βοηθούς τους Σπαρτιάτες Μακάριο και Μενεδάιο.
[3.101.1] Όταν ο στρατός συγκεντρώθηκε στους Δελφούς, ο Ευρύλοχος έστειλε κήρυκα στους Οζόλες Λοκρούς, επειδή ο δρόμος για την Ναύπακτο περνούσε απ᾽ το έδαφός τους κι επειδή ήθελε να τους αποσπάσει από τους Αθηναίους. [3.101.2] Προθυμότεροι να τον βοηθήσουν φάνηκαν οι Αμφισσείς, από φόβο της έχθρας που τους είχαν οι Φωκείς. Πρώτοι αυτοί έδωσαν ομήρους κι έπεισαν και άλλους Λοκρούς, οι οποίοι φοβόνταν τον στρατό που θα περνούσε, να δώσουν κι εκείνοι ομήρους. Έπεισαν πρώτους τους γείτονές τους Μυονείς (το έδαφός τους είναι το δυσκολότερο πέρασμα προς την Λοκρίδα) κι έπειτα τους Ιπνείς, τους Μεσσαπίους, τους Τριταιέους, τους Χαλαίους, τους Τολοφωνίους, τους Ησσίους και τους Οιανθείς. Όλοι αυτοί πήραν μέρος στην εκστρατεία. Οι Ολπαίοι έδωσαν ομήρους, αλλά δεν ακολούθησαν την εκστρατεία. Οι Υαίοι δεν έδωσαν ομήρους παρά μόνον όταν οι Λακεδαιμόνιοι κυρίεψαν ένα χωριό τους που ονομάζεται Πόλις.
[3.102.1] Αφού τα ετοίμασε όλ᾽ αυτά κι έστειλε τους ομήρους στο Δωρικό Κυτίνιο, ο Ευρύλοχος προχώρησε μέσ᾽ από το έδαφος των Λοκρών για να χτυπήσει την Ναύπακτο. Στην πορεία του κυρίεψε τον Οινεώνα και το Ευπάλιον των Λοκρών. Οι δύο αυτές πολιτείες δεν είχαν δεχτεί να προσχωρήσουν. [3.102.2] Όταν έφτασαν στην Ναυπακτία, όπου είχαν πάει να τον βοηθήσουν, οι Αιτωλοί άρχισαν να καταστρέφουν την γη και ο Ευρύλοχος κυρίεψε το ατείχιστο προάστιο. Μετά πήγε στο Μολύκρειο που ήταν αποικία των Κορινθίων, αλλά σύμμαχος των Αθηναίων, και το κυρίεψε. [3.102.3] Ο Αθηναίος Δημοσθένης, που μετά την Αιτωλική εκστρατεία βρισκόταν ακόμα στην Ναυπακτία, είχε καταλάβει ποιός ήταν ο σκοπός του Ευρυλόχου και ανησύχησε για την πολιτεία. Πήγε στους Ακαρνάνες και τους έπεισε —αν και με πολλή δυσκολία, επειδή είχε εγκαταλείψει την επιχείρηση της Λευκάδος— να βοηθήσουν την Ναύπακτο. [3.102.4] Έστειλαν χίλιους οπλίτες τους που μεταφέρθηκαν με καράβια, μπήκαν στην Ναύπακτο και την έσωσαν. Το τείχος της πολιτείας ήταν μακρύ και οι υπερασπιστές του λίγοι κι ήταν φόβος να μην μπορέσουν να το κρατήσουν. [3.102.5] Ο Ευρύλοχος και οι βοηθοί του, όταν έμαθαν ότι η δύναμη αυτή ήταν μέσα στην πολιτεία και κατάλαβαν ότι δεν ήταν δυνατόν να την κυριέψουν με έφοδο, έφυγαν, δεν πήγαν όμως στην Πελοπόννησο, αλλά στην Αιολίδα, που ονομάζεται σήμερα Καλυδών, και την Πλευρώνα και στην περιοχή τους καθώς και στο Πρόσχιο της Αιτωλίας. [3.102.6] Πήγαν εκεί επειδή οι Αμπρακιώτες τους έπεισαν να κάνουν μαζί εκστρατεία εναντίον του Άργους του Αμφιλοχικού και της Αμφιλοχίας και να στραφούν, μετά, εναντίον της υπόλοιπης Ακαρνανίας. Τους έλεγαν ότι, αν κυριέψουν τα μέρη αυτά, όλες οι άλλες ηπειρωτικές περιοχές θα γίνονταν σύμμαχοι των Λακεδαιμονίων. [3.102.7] Ο Ευρύλοχος πείστηκε, και αφού απόλυσε τον Αιτωλικό στρατό, έμεινε σ᾽ εκείνα τα μέρη χωρίς να κάνει επιχειρήσεις, έως την στιγμή που οι Αμπρακιώτες θα έκαναν επίθεση εναντίον του Άργους και θα έπρεπε να τους βοηθήσει. Και το καλοκαίρι τελείωσε.