Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ

Κατὰ Φιλίππου γ΄ (9) (41-46)

[41] Ὅτι δ᾽ οὕτω ταῦτ᾽ ἔχει τὰ μὲν νῦν ὁρᾶτε δήπου καὶ οὐδὲν ἐμοῦ προσδεῖσθε μάρτυρος· τὰ δ᾽ ἐν τοῖς ἄνωθεν χρόνοις ὅτι τἀναντί᾽ εἶχεν ἐγὼ δηλώσω, οὐ λόγους ἐμαυτοῦ λέγων, ἀλλὰ γράμματα τῶν προγόνων τῶν ὑμετέρων ἁκεῖνοι κατέθεντ᾽ εἰς στήλην χαλκῆν γράψαντες εἰς ἀκρόπολιν, οὐχ ἵν᾽ αὐτοῖς ᾖ χρήσιμα (καὶ γὰρ ἄνευ τούτων τῶν γραμμάτων τὰ δέοντ᾽ ἐφρόνουν), ἀλλ᾽ ἵν᾽ ὑμεῖς ἔχηθ᾽ ὑπομνήματα καὶ παραδείγματα ὡς ὑπὲρ τῶν τοιούτων σπουδάζειν προσήκει. [42] τί οὖν λέγει τὰ γράμματα; «Ἄρθμιος» φησὶ «Πυθώνακτος Ζελείτης ἄτιμος καὶ πολέμιος τοῦ δήμου τοῦ Ἀθηναίων καὶ τῶν συμμάχων αὐτὸς καὶ γένος.» εἶθ᾽ ἡ αἰτία γέγραπται, δι᾽ ἣν ταῦτ᾽ ἐγένετο· «ὅτι τὸν χρυσὸν τὸν ἐκ Μήδων εἰς Πελοπόννησον ἤγαγεν.» ταῦτ᾽ ἐστὶ τὰ γράμματα. [43] λογίζεσθε δὴ πρὸς θεῶν, τίς ἦν ποθ᾽ ἡ διάνοια τῶν Ἀθηναίων τῶν τότε, ταῦτα ποιούντων, ἢ τί τὸ ἀξίωμα. ἐκεῖνοι Ζελείτην τινά, Ἄρθμιον, δοῦλον βασιλέως (ἡ γὰρ Ζέλειά ἐστι τῆς Ἀσίας), ὅτι τῷ δεσπότῃ διακονῶν χρυσίον ἤγαγεν εἰς Πελοπόννησον, οὐκ Ἀθήναζε, ἐχθρὸν αὑτῶν ἀνέγραψαν καὶ τῶν συμμάχων αὐτὸν καὶ γένος, καὶ ἀτίμους. [44] τοῦτο δ᾽ ἐστὶν οὐχ ἣν οὑτωσί τις ἂν φήσειεν ἀτιμίαν· τί γὰρ τῷ Ζελείτῃ, τῶν Ἀθηναίων κοινῶν εἰ μὴ μεθέξειν ἔμελλεν; ἀλλ᾽ ἐν τοῖς φονικοῖς γέγραπται νόμοις, ὑπὲρ ὧν ἂν μὴ διδῷ φόνου δικάσασθαι, ἀλλ᾽ εὐαγὲς ᾖ τὸ ἀποκτεῖναι, «καὶ ἄτιμος» φησὶ «τεθνάτω.» τοῦτο δὴ λέγει, καθαρὸν τὸν τούτων τιν᾽ ἀποκτείναντ᾽ εἶναι. [45] οὐκοῦν ἐνόμιζον ἐκεῖνοι τῆς πάντων τῶν Ἑλλήνων σωτηρίας αὑτοῖς ἐπιμελητέον εἶναι· οὐ γὰρ ἂν αὐτοῖς ἔμελ᾽ εἴ τις ἐν Πελοποννήσῳ τινὰς ὠνεῖται καὶ διαφθείρει, μὴ τοῦθ᾽ ὑπολαμβάνουσιν· ἐκόλαζον δ᾽ οὕτω καὶ ἐτιμωροῦνθ᾽ οὓς αἴσθοιντο, ὥστε καὶ στηλίτας ποιεῖν. ἐκ δὲ τούτων εἰκότως τὰ τῶν Ἑλλήνων ἦν τῷ βαρβάρῳ φοβερά, οὐχ ὁ βάρβαρος τοῖς Ἕλλησιν. ἀλλ᾽ οὐ νῦν· οὐ γὰρ οὕτως ἔχεθ᾽ ὑμεῖς οὔτε πρὸς τὰ τοιαῦτ᾽ οὔτε πρὸς τἄλλα, ἀλλὰ πῶς; [46] ἴστ᾽ αὐτοί· τί γὰρ δεῖ περὶ πάντων ὑμῶν κατηγορεῖν; παραπλησίως δὲ καὶ οὐδὲν βέλτιον ὑμῶν ἅπαντες οἱ λοιποὶ Ἕλληνες· διόπερ φήμ᾽ ἔγωγε καὶ σπουδῆς πολλῆς καὶ βουλῆς ἀγαθῆς τὰ παρόντα πράγματα προσδεῖσθαι. τίνος; εἴπω κελεύετε; καὶ οὐκ ὀργιεῖσθε;
[ΕΚ ΤΟΥ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΟΥ ΑΝΑΓΙΓΝΩΣΚΕΙ]

[41] Και ότι έτσι έχουν αυτά, τα μεν τωρινά τα βλέπετε βέβαια και δεν χρειάζεστε επιπλέον τη δική μου μαρτυρία· όσο για τα περασμένα, ότι ήταν αντίθετα, εγώ θα το δηλώσω, χωρίς να πω δικά μου λόγια, αλλά αναφέροντας επιγραφή των προγόνων σας, που εκείνοι έγραψαν σε χάλκινη στήλη και την κατέθεσαν στην ακρόπολη, όχι για να χρησιμεύσει στους ίδιους (γιατί και χωρίς αυτήν την επιγραφή εκείνοι σκέφτονταν τα πρέποντα), αλλά για να έχετε εσείς υπομνήσεις και παραδείγματα για το πώς αρμόζει σε σας να φροντίζετε για τέτοια ζητήματα. [42] Τι λοιπόν λέει η επιγραφή; «Ο Άρθμιος» λέει «ο γιος του Πυθώνακτα από τη Ζέλεια να είναι άτιμος και εχθρός του λαού των Αθηναίων και των συμμάχων του ο ίδιος και το γένος του». Στη συνέχεια έχει χαραχτεί η αιτία για την οποία πάρθηκε αυτή η απόφαση: «γιατί έφερε στην Πελοπόννησο το χρυσάφι από τους Μήδους». Αυτή είναι η επιγραφή. [43] Για όνομα των θεών, σκεφθείτε ποιος ήταν ο σκοπός των τότε Αθηναίων, όταν έκαναν αυτά ή ποια η αξίωσή τους. Εκείνοι κάποιον Ζελείτη, ονόματι Άρθμιο, δούλο του Μεγάλου βασιλιά (καθόσον η Ζέλεια βρίσκεται στην Ασία), επειδή υπηρετώντας τον αφέντη του έφερε χρυσάφι στην Πελοπόννησο, όχι στην Αθήνα, τον κήρυξαν εχθρό δικό τους και των συμμάχων τους, τον ίδιο και το γένος του, και άτιμους. [44] Αυτό όμως δεν σήμαινε, όπως θα έλεγε κάποιος έτσι απλά, απώλεια πολιτικών δικαιωμάτων· γιατί τι τον ένοιαζε τον Ζελείτη αν επρόκειτο να μην έχει πολιτικά δικαιώματα στην Αθήνα; Δεν έχει σχέση με αυτό, αλλά έχει συμπεριληφθεί στους νόμους για φόνο για περιπτώσεις για τις οποίες δεν επιτρέπει ο νομοθέτης να ασκηθεί δίωξη για φόνο, αλλά θεωρείται θεμιτή ενέργεια και λέει «και να πεθάνει άτιμος». Αυτό προφανώς υπονοεί η επιγραφή, ότι όποιος σκοτώσει κάποιον από αυτούς να μην διώκεται. [45] Εκείνοι λοιπόν νόμιζαν ότι χρέος τους ήταν να φροντίζουν για τη σωτηρία όλων των Ελλήνων· γιατί, αν δεν σκέφτονταν έτσι, δεν θα τους ενδιέφερε αν κάποιος εξαγοράζει και διαφθείρει ανθρώπους στην Πελοπόννησο. Αλλά σωφρόνιζαν και τιμωρούσαν όσους έπεφταν στην αντίληψή τους ότι δωροδοκούνταν, με τέτοιον τρόπο ώστε και να αναγράφουν τα ονόματά τους σε στήλη. Εξαιτίας αυτών εύλογα οι βάρβαροι φοβούνταν τους Έλληνες και όχι οι Έλληνες τους βαρβάρους. Αλλά όχι τώρα· γιατί δεν σκέφτεστε σήμερα έτσι ούτε για τέτοια ζητήματα ούτε για τα άλλα γενικά· αλλά πώς σκέφτεστε; [46] Το ξέρετε καλά και μόνοι σας· γιατί λοιπόν για όλα πρέπει να κατηγορώ εσάς; Παρόμοιες σκέψεις και όχι καλύτερες από σας κάνουν και όλοι οι άλλοι Έλληνες. Γι᾽ αυτό ακριβώς, εγώ τουλάχιστον φρονώ ότι η παρούσα κατάσταση χρειάζεται πολλή φροντίδα και σοβαρή σκέψη. Τι ακριβώς; Να το πω; Με προτρέπετε και δεν θα οργισθείτε;
[ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΙΣΗΜΟ ΕΓΓΡΑΦΟ ΔΙΑΒΑΖΕΙ]