Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΗΡΟΔΟΤΟΣ

Ἱστορίαι (8.70.1-8.73.3)

[8.70.1] Ἐπειδὴ δὲ παρήγγελλε ἀναπλέειν, ἀνῆγον τὰς νέας ἐπὶ τὴν Σαλαμῖνα, καὶ παρεκρίθησαν διαταχθέντες κατ᾽ ἡσυχίην. τότε μέν νυν οὐκ ἐξέχρησέ σφι ἡ ἡμέρη ναυμαχίην ποιήσασθαι· νὺξ γὰρ ἐπεγένετο· οἱ δὲ παρεσκευάζοντο ἐς τὴν ὑστεραίην. [8.70.2] τοὺς δὲ Ἕλληνας εἶχε δέος τε καὶ ἀρρωδίη, οὐκ ἥκιστα δὲ τοὺς ἀπὸ Πελοποννήσου· ἀρρώδεον δὲ, ὅτι αὐτοὶ μὲν ἐν Σαλαμῖνι κατήμενοι ὑπὲρ γῆς τῆς Ἀθηναίων ναυμαχέειν μέλλοιεν, νικηθέντες τε ἐν νήσῳ ἀπολαμφθέντες πολιορκήσονται, ἀπέντες τὴν ἑωυτῶν ἀφύλακτον· [8.71.1] τῶν δὲ βαρβάρων ὁ πεζὸς ὑπὸ τὴν παρεοῦσαν νύκτα ἐπορεύετο ἐπὶ τὴν Πελοπόννησον. καίτοι τὰ δυνατὰ πάντα ἐμεμηχάνητο ὅκως κατ᾽ ἤπειρον μὴ ἐσβάλοιεν οἱ βάρβαροι. ὡς γὰρ ἐπύθοντο τάχιστα Πελοποννήσιοι τοὺς ἀμφὶ Λεωνίδην ἐν Θερμοπύλῃσι τετελευτηκέναι, συνδραμόντες ἐκ τῶν πολίων ἐς τὸν Ἰσθμὸν ἵζοντο, καί σφι ἐπῆν στρατηγὸς Κλεόμβροτος ὁ Ἀναξανδρίδεω, Λεωνίδεω δὲ ἀδελφεός. [8.71.2] ἱζόμενοι δὲ ἐν τῷ Ἰσθμῷ καὶ συγχώσαντες τὴν Σκειρωνίδα ὁδόν, μετὰ τοῦτο ὥς σφι ἔδοξε βουλευομένοισι, οἰκοδόμεον διὰ τοῦ Ἰσθμοῦ τεῖχος. ἅτε δὲ ἐουσέων μυριάδων πολλέων καὶ παντὸς ἀνδρὸς ἐργαζομένου ἤνετο τὸ ἔργον· καὶ γὰρ λίθοι καὶ πλίνθοι καὶ ξύλα καὶ φορμοὶ ψάμμου πλήρεες ἐσεφορέοντο, καὶ ἐλίνυον οὐδένα χρόνον οἱ βοηθήσαντες ἐργαζόμενοι, οὔτε νυκτὸς οὔτε ἡμέρης. [8.72.1] οἱ δὲ βοηθήσαντες ἐς τὸν Ἰσθμὸν πανδημεὶ οἵδε ἦσαν Ἑλλήνων, Λακεδαιμόνιοί τε καὶ Ἀρκάδες πάντες καὶ Ἠλεῖοι καὶ Κορίνθιοι καὶ Σικυώνιοι καὶ Ἐπιδαύριοι καὶ Φλειάσιοι καὶ Τροιζήνιοι καὶ Ἑρμιονέες. οὗτοι μὲν ἦσαν οἱ βοηθήσαντες καὶ ὑπεραρρωδέοντες τῇ Ἑλλάδι κινδυνευούσῃ· τοῖσι δὲ ἄλλοισι Πελοποννησίοισι ἔμελε οὐδέν. Ὀλύμπια δὲ καὶ Κάρνεια παροιχώκεε ἤδη.
[8.73.1] Οἰκέει δὲ τὴν Πελοπόννησον ἔθνεα ἑπτά. τούτων δὲ τὰ μὲν δύο αὐτόχθονα ἐόντα κατὰ χώρην ἵδρυται νῦν τῇ καὶ τὸ πάλαι οἴκεον, Ἀρκάδες τε καὶ Κυνούριοι· ἓν δὲ ἔθνος τὸ Ἀχαιϊκὸν ἐκ μὲν Πελοποννήσου οὐκ ἐξεχώρησε, ἐκ μέντοι τῆς ἑωυτῶν, οἰκέει δὲ γῆν ἀλλοτρίην. [8.73.2] τὰ δὲ λοιπὰ ἔθνεα τῶν ἑπτὰ τέσσερα ἐπήλυδά ἐστι, Δωριέες τε καὶ Αἰτωλοὶ καὶ Δρύοπες καὶ Λήμνιοι. Δωριέων μὲν πολλαί τε καὶ δόκιμοι πόλιες, Αἰτωλῶν δὲ Ἦλις μούνη, Δρυόπων δὲ Ἑρμιών τε καὶ Ἀσίνη ἡ πρὸς Καρδαμύλῃ τῇ Λακωνικῇ, Λημνίων δὲ Παρωρεῆται πάντες. [8.73.3] οἱ δὲ Κυνούριοι αὐτόχθονες ἐόντες δοκέουσι μοῦνοι εἶναι Ἴωνες, ἐκδεδωρίωνται δὲ ὑπό τε Ἀργείων ἀρχόμενοι καὶ τοῦ χρόνου, ἐόντες Ὀρνεῆται καὶ [οἱ] περίοικοι. τούτων ὦν τῶν ἑπτὰ ἐθνέων αἱ λοιπαὶ πόλιες, πάρεξ τῶν κατέλεξα, ἐκ τοῦ μέσου κατέατο· εἰ δὲ ἐλευθέρως ἔξεστι εἰπεῖν, ἐκ τοῦ μέσου κατήμενοι ἐμήδιζον.

[8.70.1] Κι όταν δόθηκε το παράγγελμα να σηκώσουν άγκυρα, έβγαζαν τα καράβια στο πέλαγος προς τη Σαλαμίνα κι αντιπαρατάχτηκαν παίρνοντας θέση μάχης ανενόχλητοι. Τότε βέβαια η προχωρημένη ώρα της ημέρας δεν τους επέτρεψε να δώσουν ναυμαχία· και καθώς έπεσε η νύχτα, ετούτοι ετοιμάζονταν για την άλλη μέρα. [8.70.2] Τους Έλληνες πάλι τους έζωνε φόβος και τρόμος και προπάντων τους Πελοποννησίους· κι έτρεμαν, επειδή οι ίδιοι τους, αγκυροβολημένοι στη Σαλαμίνα, όπου να ᾽ναι θα έδιναν ναυμαχία για τη γη των Αθηναίων, και, στην περίπτωση που θα νικιούνταν, θ᾽ αποκλείονταν σε νησί και θα πολιορκούνταν, αφήνοντας τη χώρα τους ανυπεράσπιστη.
[8.71.1] Κι απ᾽ τη μεριά του το πεζικό των βαρβάρων εκείνη τη νύχτα κινήθηκε εναντίον της Πελοποννήσου. Οι Πελοποννήσιοι βέβαια είχαν πάρει όλα τα μέτρα που μπορούσαν για να εμποδίσουν την εισβολή των εχθρών στη γη τους. Κι έτσι, μόλις πληροφορήθηκαν ότι σκοτώθηκαν οι άντρες του Λεωνίδα στις Θερμοπύλες, έσπευσαν αμέσως όλοι μαζί από τις πόλεις τους κι εγκαταστάθηκαν στον Ισθμό· στρατηγός τους με το γενικό πρόσταγμα ήταν ο Κλεόμβροτος, ο γιος του Αναξανδρίδα κι αδερφός του Λεωνίδα. [8.71.2] Εγκαταστάθηκαν λοιπόν στον Ισθμό και χαλνούσαν το δρόμο της Σκειρωνίδας· ύστερα, σύμφωνα με την απόφαση που πάρθηκε σε σύναξή τους, έχτιζαν τείχος απ᾽ τη μια άκρη του Ισθμού ώς την άλλη. Κι έτσι που ήταν πολλές χιλιάδες και οι πάντες δούλευαν, το έργο προχωρούσε· γιατί έφερναν κι απόθεταν εκεί πέτρες και πλιθιά και ξύλα και κοφίνια γεμάτα άμμο· κι αυτοί που έτρεξαν να υπερασπιστούν τη χώρα τους δε σταματούσαν ούτε στιγμή, δούλευαν νύχτα–μέρα.
[8.72.1] Νά τώρα ποιοί Έλληνες έτρεξαν να υπερασπιστούν τον Ισθμό πανστρατιά: οι Λακεδαιμόνιοι και οι Αρκάδες στο σύνολό τους, κι οι Ηλείοι και οι Κορίνθιοι κι οι Σικυώνιοι κι οι Επιδαύριοι και οι Φλειάσιοι κι οι Τροιζήνιοι και οι Ερμιονείς. Αυτοί λοιπόν ήταν που έτρεξαν να υπερασπιστούν την Ελλάδα κι αγωνιούσαν για τη σωτηρία της· αντίθετα, οι υπόλοιποι Πελοποννήσιοι έμεναν εντελώς αδιάφοροι. Κι ωστόσο τα Ολύμπια και τα Κάρνεια είχαν πια περάσει.
[8.73.1] Τώρα, την Πελοπόννησο την κατοικούν εφτά φυλές. Από αυτές οι δυο, που είναι γηγενείς, ζουν σήμερα μόνιμα στον τόπο που κατοικούσαν και στο παρελθόν, οι Αρκάδες και οι Κυνούριοι· μια φυλή πάλι, οι Αχαιοί, δε βγήκε βέβαια έξω απ᾽ την Πελοπόννησο, αλλά απ᾽ την ιδιαίτερη περιοχή της, και εγκαταστάθηκε σε γη που ανήκε σε άλλους. [8.73.2] Οι τέσσερις άλλες φυλές, από τις εφτά, έχουν έρθει απ᾽ έξω: Δωριείς και Αιτωλοί και Δρύοπες και Λήμνιοι. Στους Δωριείς ανήκουν πολλές και αξιόλογες πόλεις, στους Αιτωλούς μονάχα μια, η Ήλιδα, στους Δρύοπες η Ερμιών και η Ασίνη που γειτονεύει με την Καρδαμύλη της Λακωνίας, ενώ στους Λημνίους όλες οι πόλεις των Παρωρεητών. [8.73.3] Και οι Κυνούριοι, μια και είναι γηγενείς, πιστεύουν πως μονάχα αυτοί είναι Ίωνες, αλλά έχουν εντελώς αφομοιωθεί από τους Δωριείς —αυτό οφείλεται στην υποταγή τους στους Αργείους και στον πολύ καιρό που πέρασε— κι αποκαλούνται Ορνεάτες και περίοικοι. Λοιπόν οι υπόλοιπες πόλεις αυτών των εφτά φυλών, δηλαδή όσες δεν απαρίθμησα, κρατούσαν ουδετερότητα· αν όμως μπορώ να μιλήσω ελεύθερα, η ουδετερότητα που κρατούσαν δεν ήταν παρά μηδισμός.