Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΗΡΟΔΟΤΟΣ

Ἱστορίαι (7.148.1-7.152.3)

[7.148.1] Οἱ μέν νυν κατάσκοποι οὕτω θεησάμενοί τε καὶ ἀποπεμφθέντες ἐνόστησαν ἐς τὴν Εὐρώπην, οἱ δὲ συνωμόται Ἑλλήνων ἐπὶ τῷ Πέρσῃ μετὰ τὴν ἀπόπεμψιν τῶν κατασκόπων δεύτερα ἔπεμπον ἐς Ἄργος ἀγγέλους. [7.148.2] Ἀργεῖοι δὲ λέγουσι τὰ κατ᾽ ἑωυτοὺς γενέσθαι ὧδε· πυθέσθαι γὰρ αὐτίκα κατ᾽ ἀρχὰς τὰ ἐκ τοῦ βαρβάρου ἐγειρόμενα ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα, πυθόμενοι δὲ καὶ μαθόντες ὥς σφεας οἱ Ἕλληνες πειρήσονται παραλαμβάνοντες ἐπὶ τὸν Πέρσην, πέμψαι θεοπρόπους ἐς Δελφοὺς τὸν θεὸν ἐπειρησομένους, ὥς σφι μέλλει ἄριστα ποιέουσι γίνεσθαι· νεωστὶ γὰρ σφέων τεθνάναι ἑξακισχιλίους ὑπὸ Λακεδαιμονίων καὶ Κλεομένεος τοῦ Ἀναξανδρίδεω, τῶν δὴ εἵνεκα πέμπειν. [7.148.3] τὴν δὲ Πυθίην ἐπειρωτῶσι αὐτοῖσι ἀνελεῖν τάδε·
ἐχθρὲ περικτιόνεσσι, φίλ᾽ ἀθανάτοισι θεοῖσι,
εἴσω τὸν προβόλαιον ἔχων πεφυλαγμένος ἧσο
καὶ κεφαλὴν πεφύλαξο· κάρη δὲ τὸ σῶμα σαώσει.
ταῦτα μὲν τὴν Πυθίην χρῆσαι πρότερον, μετὰ δὲ ὡς ἐλθεῖν τοὺς ἀγγέλους ἐς δὴ τὸ Ἄργος, ἐπελθεῖν ἐπὶ τὸ βουλευτήριον καὶ λέγειν τὰ ἐντεταλμένα. [7.148.4] τοὺς δὲ πρὸς τὰ λεγόμενα ὑποκρίνασθαι ὡς ἕτοιμοί εἰσι Ἀργεῖοι ποιέειν ταῦτα τριήκοντα ἔτεα εἰρήνην σπεισάμενοι Λακεδαιμονίοισι καὶ ἡγεόμενοι κατὰ τὸ ἥμισυ πάσης τῆς συμμαχίης· καίτοι κατά γε τὸ δίκαιον γίνεσθαι τὴν ἡγεμονίην ἑωυτῶν, ἀλλ᾽ ὅμως σφι ἀποχρᾶν κατὰ τὸ ἥμισυ ἡγεομένοισι. [7.149.1] ταῦτα μὲν λέγουσι τὴν βουλὴν ὑποκρίνασθαι, καίπερ ἀπαγορεύοντός σφι τοῦ χρηστηρίου μὴ ποιέεσθαι τὴν πρὸς τοὺς Ἕλληνας συμμαχίην. σπουδὴν δὲ ἔχειν σπονδὰς γενέσθαι τριηκοντοέτιδας, καίπερ τὸ χρηστήριον φοβεομένοισι, ἵνα δή σφι οἱ παῖδες ἀνδρωθέωσι ἐν τούτοισι τοῖσι ἔτεσι· μὴ δὲ σπονδέων ἐουσέων ἐπιλέγεσθαι, ἢν ἄρα σφέας καταλάβῃ πρὸς τῷ γεγονότι κακῷ ἄλλο πταῖσμα πρὸς τὸν Πέρσην, μὴ τὸ λοιπὸν ἔωσι Λακεδαιμονίων ὑπήκοοι. [7.149.2] τῶν δὲ ἀγγέλων τοὺς ἀπὸ τῆς Σπάρτης πρὸς τὰ ῥηθέντα ἐκ τῆς βουλῆς ἀμείψασθαι τοῖσδε, περὶ μὲν σπονδέων ἀνοίσειν ἐς τοὺς πλεῦνας, περὶ δὲ ἡγεμονίης αὐτοῖσι ἐντετάλθαι ὑποκρίνασθαι, καὶ δὴ λέγειν σφίσι μὲν εἶναι δύο βασιλέας, Ἀργείοισι δὲ ἕνα· οὐκ ὦν δυνατὸν εἶναι τῶν ἐκ Σπάρτης οὐδέτερον παῦσαι τῆς ἡγεμονίης, μετὰ δὲ δύο τῶν σφετέρων ὁμόψηφον τὸν Ἀργεῖον εἶναι κωλύειν οὐδέν. [7.149.3] οὕτω δὴ οἱ Ἀργεῖοί φασι οὐκ ἀνασχέσθαι τῶν Σπαρτιητέων τὴν πλεονεξίην, ἀλλ᾽ ἑλέσθαι μᾶλλον ὑπὸ τῶν βαρβάρων ἄρχεσθαι ἤ τι ὑπεῖξαι Λακεδαιμονίοισι, προειπεῖν τε τοῖσι ἀγγέλοισι πρὸ δύντος ἡλίου ἀπαλλάσσεσθαι ἐκ τῆς Ἀργείων χώρης, εἰ δὲ μή, περιέψεσθαι ὡς πολεμίους. [7.150.1] αὐτοὶ μὲν Ἀργεῖοι τοσαῦτα τούτων πέρι λέγουσι· ἔστι δὲ ἄλλος λόγος λεγόμενος ἀνὰ τὴν Ἑλλάδα, ὡς Ξέρξης ἔπεμψε κήρυκα ἐς Ἄργος πρότερον ἤ περ ὁρμῆσαι στρατεύεσθαι ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα. [7.150.2] ἐλθόντα δὲ τοῦτον λέγεται εἰπεῖν· Ἄνδρες Ἀργεῖοι, βασιλεὺς Ξέρξης τάδε ὑμῖν λέγει· Ἡμεῖς νομίζομεν Πέρσην εἶναι ἀπ᾽ οὗ ἡμεῖς γεγόναμεν, παῖδα Περσέος τοῦ Δανάης, γεγονότα ἐκ τῆς Κηφέος θυγατρὸς Ἀνδρομέδης. οὕτω ἂν ὦν εἴημεν ὑμέτεροι ἀπόγονοι. οὔτε ὦν ἡμέας οἰκὸς ἐπὶ τοὺς ἡμετέρους προγόνους ἐκστρατεύεσθαι, οὔτε ὑμέας ἄλλοισι τιμωρέοντας ἡμῖν ἀντιξόους γίνεσθαι, ἀλλὰ παρ᾽ ὑμῖν αὐτοῖσι ἡσυχίην ἔχοντας κατῆσθαι. ἢν γὰρ ἐμοὶ γένηται κατὰ νόον, οὐδαμοὺς μέζονας ὑμέων ἄξω. [7.150.3] ταῦτα ἀκούσαντας Ἀργείους λέγεται πρῆγμα ποιήσασθαι, καὶ παραχρῆμα μὲν οὐδὲν ἐπαγγελλομένους μεταιτέειν, ἐπεὶ δέ σφεας παραλαμβάνειν τοὺς Ἕλληνας, οὕτω δὴ ἐπισταμένους ὅτι οὐ μεταδώσουσι τῆς ἀρχῆς Λακεδαιμόνιοι μεταιτέειν, ἵνα ἐπὶ προφάσιος ἡσυχίην ἄγωσι. [7.151.1] συμπεσεῖν δὲ τούτοισι καὶ τόνδε τὸν λόγον λέγουσί τινες Ἑλλήνων, πολλοῖσι [τε] ἔτεσι ὕστερον γενόμενον τούτων· τυχεῖν ἐν Σούσοισι τοῖσι Μεμνονείοισι ἐόντας ἑτέρου πρήγματος εἵνεκα ἀγγέλους Ἀθηναίων, Καλλίην τε τὸν Ἱππονίκου καὶ τοὺς μετὰ τούτου ἀναβάντας, Ἀργείους δὲ τὸν αὐτὸν τοῦτον χρόνον πέμψαντας καὶ τούτους ἐς Σοῦσα ἀγγέλους εἰρωτᾶν Ἀρτοξέρξην τὸν Ξέρξεω εἴ σφι ἔτι ἐμμένει τὴν πρὸς Ξέρξην φιλίην συνεκεράσαντο, ἢ νομιζοίατο πρὸς αὐτοῦ εἶναι πολέμιοι· βασιλέα δὲ Ἀρτοξέρξην μάλιστα ἐμμένειν φάναι καὶ οὐδεμίαν νομίζειν πόλιν Ἄργεος φιλιωτέρην. [7.152.1] εἰ μέν νυν Ξέρξης τε ἀπέπεμψε ταῦτα λέγοντα κήρυκα ἐς Ἄργος καὶ Ἀργείων ἄγγελοι ἀναβάντες ἐς Σοῦσα ἐπειρώτων Ἀρτοξέρξην περὶ φιλίης, οὐκ ἔχω ἀτρεκέως εἰπεῖν, οὐδέ τινα γνώμην περὶ αὐτῶν ἀποφαίνομαι ἄλλην γε ἢ τήν περ αὐτοὶ Ἀργεῖοι λέγουσι. [7.152.2] ἐπίσταμαι δὲ τοσοῦτον, ὅτι εἰ πάντες ἄνθρωποι τὰ οἰκήια κακὰ ἐς μέσον συνενείκαιεν ἀλλάξασθαι βουλόμενοι τοῖσι πλησίοισι, ἐγκύψαντες ἂν ἐς τὰ τῶν πέλας κακὰ ἀσπασίως ἕκαστοι αὐτῶν ἀποφεροίατο ὀπίσω τὰ ἐσηνείκαντο. [7.152.3] οὕτω [δὴ] οὐδ᾽ Ἀργείοισι αἴσχιστα πεποίηται. ἐγὼ δὲ ὀφείλω λέγειν τὰ λεγόμενα, πείθεσθαί γε μὲν οὐ παντάπασιν ὀφείλω, καί μοι τοῦτο τὸ ἔπος ἐχέτω ἐς πάντα τὸν λόγον· ἐπεὶ καὶ ταῦτα λέγεται, ὡς ἄρα Ἀργεῖοι ἦσαν οἱ ἐπικαλεσάμενοι τὸν Πέρσην ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα, ἐπειδή σφι πρὸς τοὺς Λακεδαιμονίους κακῶς ἡ αἰχμὴ ἑστήκεε, πᾶν δὴ βουλόμενοι σφίσι εἶναι πρὸ τῆς παρεούσης λύπης.

[7.148.1] Λοιπόν οι κατάσκοποι, αφού μ᾽ αυτό τον τρόπο είδαν όλα τα πάντα και στάλθηκαν πίσω, γύρισαν στην Ευρώπη· τώρα, οι Έλληνες που δέθηκαν με όρκο εναντίον του Πέρση, ύστερ᾽ από την επιστροφή των κατασκόπων, έκαναν τη δεύτερη ενέργειά τους· έστειλαν απεσταλμένους στο Άργος. [7.148.2] Κι οι Αργείοι λένε πως, σ᾽ ό,τι αφορά στην πόλη τους, τα πράγματα εξελίχτηκαν ως εξής: αμέσως από την πρώτη στιγμή έμαθαν τον κίνδυνο με τον οποίο ο βάρβαρος απειλούσε την Ελλάδα· κι όταν πήραν την πληροφορία κι αντιλήφτηκαν ότι οι Έλληνες θα προσπαθήσουν να τους πάρουν συμμάχους εναντίον των Περσών, έστειλαν επίσημη αντιπροσωπεία στους Δελφούς, για να ρωτήσουν το θεό τί ήταν το καλύτερο που είχαν να κάνουν· γιατί πρόσφατα σκοτώθηκαν από τους Λακεδαιμονίους και τον Κλεομένη, το γιο του Αναξανδρίδα, έξι χιλιάδες δικοί τους — κι αυτός ήταν ο λόγος που τους έκανε να στείλουν για χρησμό· [7.148.3] και, λένε, πως στο ερώτημά τους η Πυθία αποκρίθηκε με τον εξής χρησμό:
Σ᾽ εχθρεύονται οι γείτονες, μα οι θεοί, Αργείε,
οι αθάνατοι, σε αγαπούν.
Φυλάξου, μέσα κάθισε στα κάστρα σου, κρατώντας
το δόρυ στο δεξί σου.
Φύλαγε το κεφάλι σου· γιατί η κεφαλή σου
θα σώσει το κορμί σου.
Λένε λοιπόν πως αυτούς τους χρησμούς έδωσε πρωτύτερα η Πυθία, κι αργότερα, όταν έφτασαν οι αγγελιοφόροι στο Άργος, παρουσιάστηκαν στη βουλή κι έλεγαν αυτά που είχαν εντολή να πουν. [7.148.4] Και πως αυτοί απάντησαν στις προτάσεις πως είναι πρόθυμοι να τις δεχτούν, αν συνομολογηθεί ειρήνη για τριάντα χρόνια με τους Σπαρτιάτες κι αν μοιραστούν μ᾽ αυτούς την ηγεμονία όλης της συμμαχίας· βέβαια, έλεγαν, η ηγεμονία δικαιωματικά ανήκει σ᾽ αυτούς, όμως θ᾽ αρκεστούν κι αν την έχουν μισή μισή.
[7.149.1] Λένε λοιπόν πως αυτή ήταν η απάντηση της βουλής, μολονότι ο χρησμός τούς απέτρεπε να κάνουν συμμαχία με τους Έλληνες. Και πως επιδίωξαν να γίνουν συνθήκες για τριάντα χρόνια, όσο κι αν τους φοβέριζε ο χρησμός, για ν᾽ αντρωθούν τα παιδιά τους μέσα σ᾽ αυτό το διάστημα· και πως έκαναν μια πρόσθετη σκέψη, μήπως, αν δεν κάνουν συνθήκες και, ύστερ᾽ από το κακό που είχαν πάθει, δεχτούν κι άλλο χτύπημα απ᾽ τον Πέρση, αποκεί και πέρα υποταχτούν στους Λακεδαιμονίους. [7.149.2] Κι ακόμη λένε πως οι αγγελιοφόροι που εκπροσωπούσαν τη Σπάρτη έδωσαν την εξής απάντηση σε όσα άκουσαν από τη βουλή: όσο για τις συνθήκες, θα μετέφεραν το αίτημα στη συνέλευση του λαού, για την αρχηγία όμως έχουν εξουσιοδοτηθεί να δώσουν οι ίδιοι την απάντηση: δηλαδή, τους είπαν, πως αυτοί έχουν δυο βασιλιάδες, ενώ οι Αργείοι έναν· λοιπόν τους είναι αδύνατο να καθαιρέσουν από την αρχηγία τον ένα ή τον άλλο από τους βασιλιάδες της Σπάρτης, αλλά δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα να έχει κι ο βασιλιάς του Άργους ψήφο ισότιμη με τους δυο δικούς τους. [7.149.3] Λοιπόν οι Αργείοι ισχυρίζονται πως ύστερ᾽ απ᾽ αυτά δεν ανέχτηκαν την πλεονεξία των Σπαρτιατών, αλλά προτίμησαν να εξουσιάζονται από τους βαρβάρους παρά να κάνουν κάποια υποχώρηση στους Λακεδαιμονίους· και πως προειδοποίησαν τους αγγελιοφόρους, πριν βασιλέψει ο ήλιος, να σηκωθούν και να φύγουν από τη χώρα των Αργείων, αλλιώς θα έχουν τη μεταχείριση που ταιριάζει σε εχθρούς.
[7.150.1] Λοιπόν γι᾽ αυτή την υπόθεση οι Αργείοι από τη μεριά τους λένε αυτά· υπάρχει όμως και μια άλλη ιστορία που διαδόθηκε σ᾽ όλη την Ελλάδα, ότι δηλαδή ο Ξέρξης, πριν ακόμα αποφασίσει να ξεκινήσει την εκστρατεία εναντίον των Ελλήνων, έστειλε κήρυκα στο Άργος. [7.150.2] Κι όταν αυτός έφτασε, λένε πως είπε: «Άνδρες Αργείοι, ο βασιλιάς Ξέρξης σάς λέει τα εξής: Εμείς πιστεύουμε ότι ο γενάρχης μας είναι ο Πέρσης, ο γιος του Περσέα, που τον απόχτησε από τη θυγατέρα του Κηφέα, την Ανδρομέδα. Σύμφωνα μ᾽ αυτά εμείς πρέπει να ᾽μαστε απόγονοί σας. Δεν είναι σωστό λοιπόν ούτε εμείς να εκστρατεύουμε εναντίον των προγόνων μας, ούτε εσείς, βοηθώντας άλλους, να ταχθείτε εναντίον μας, αλλά να κάθεστε στη χώρα σας ζώντας ειρηνικά. Γιατί, αν τα πράματα έρθουν όπως τα εύχομαι, θα είστε οι πρώτοι στην εύνοιά μου». [7.150.3] Λέγεται λοιπόν πως, όταν οι Αργείοι άκουσαν αυτή την πρόταση, τους έκανε μεγάλη εντύπωση, αλλά εκείνη τη στιγμή ούτε έδωσαν κάποια υπόσχεση ούτε πρόβαλαν κάποιο αίτημα· πως όμως, όταν οι Έλληνες πήγαν να τους πάρουν στη συμμαχία τους, τότε λοιπόν, ξέροντας καλά ότι οι Λακεδαιμόνιοι δε θα στρέξουν να τους κάνουν συναρχηγούς, πρόβαλαν αυτή την απαίτηση, για να έχουν πρόφαση να μείνουν στην ησυχία τους.
[7.151.1] Μερικοί Έλληνες λένε πως με την εκδοχή αυτή ταιριάζει απόλυτα ένα περιστατικό που συνέβη πολλά χρόνια αργότερα· πως, δηλαδή, έτυχε να βρίσκονται στα Σούσα, την πόλη του Μέμνονος, καθένας τους για άλλη υπόθεση, από τη μεριά τους απεσταλμένοι των Αθηναίων, ο Καλλίας, ο γιος του Ιππονίκου, κι εκείνοι που τον συνόδευαν στην αποστολή του στον βασιλιά, κι από τη δική τους τον ίδιο καιρό, Αργείοι απεσταλμένοι απ᾽ την πόλη τους στα Σούσα, που ρωτούσαν τον Αρτοξέρξη, το γιο του Ξέρξη, αν παραμένει η φιλία που τους συνέδεε με τον Ξέρξη ή τους θεωρούσε εχθρούς του· και πως ο βασιλιάς Αρτοξέρξης δήλωσε ότι μένει απόλυτα σταθερός σ᾽ αυτήν και δε θεωρεί καμιά πόλη πιο φιλική από το Άργος.
[7.152.1] Τώρα, αν ο Ξέρξης έστειλε κήρυκα στο Άργος μ᾽ αυτές τις προτάσεις κι αν απεσταλμένοι των Αργείων ανέβηκαν στα Σούσα και ρωτούσαν τον Αρτοξέρξη για τη φιλία τους, δεν μπορώ να το πω με βεβαιότητα ούτε να διατυπώσω γι᾽ αυτά κάποια γνώμη διαφορετική απ᾽ εκείνην που λένε οι ίδιοι οι Αργείοι. [7.152.2] Όμως ξέρω καλά τούτο: αν όλοι οι άνθρωποι κουβαλούσαν τις δικές του δυστυχίες ο καθένας και τις απέθεταν στον ίδιο τόπο θέλοντας να τις ανταλλάξουν με τις δυστυχίες των πλησίον τους, σκύβοντας πάνω στις δυστυχίες των πλησίον τους ο καθένας με αγαλλίαση θα σήκωνε και θα έπαιρνε πίσω τις δυστυχίες που κουβάλησε εκεί. [7.152.3] Με αυτό το σκεπτικό κι η συμπεριφορά των Αργείων δεν ήταν η χειρότερη που μπορούσε να γίνει. Από τη μεριά μου, έχω υποχρέωση να λέω τα λεγόμενα, δεν έχω όμως υποχρέωση να τα πιστεύω πέρα για πέρα, κι αυτή μου η διακήρυξη θα ισχύει σε όλα όσα εξιστορώ· για παράδειγμα, άκουσα να λένε κι αυτό, πως τάχα οι Αργείοι ήταν εκείνοι που προσκάλεσαν τον Πέρση εναντίον της Ελλάδας, επειδή ο στρατός τους τσακίστηκε στον πόλεμο με τους Λακεδαιμονίους· προτιμούσαν λοιπόν οτιδήποτε άλλο μπορούσε να τους έρθει παρά τη συμφορά που τους βρήκε.