Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΗΡΟΔΟΤΟΣ

Ἱστορίαι (4.59.1-4.62.4)

[4.59.1] Τὰ μὲν δὴ μέγιστα οὕτω σφι εὔπορά ἐστι, τὰ δὲ λοιπὰ νόμαια κατὰ τάδε σφι διάκειται. θεοὺς μὲν μούνους τούσδε ἱλάσκονται, Ἱστίην μὲν μάλιστα, ἐπὶ δὲ Δία τε καὶ Γῆν, νομίζοντες τὴν Γῆν τοῦ Διὸς εἶναι γυναῖκα, μετὰ δὲ τούτους Ἀπόλλωνά τε καὶ οὐρανίην Ἀφροδίτην καὶ Ἡρακλέα καὶ Ἄρεα, τούτους μὲν πάντες Σκύθαι νενομίκασι, οἱ δὲ [καλεόμενοι] βασιλήιοι Σκύθαι καὶ τῷ Ποσειδέωνι θύουσι. [4.59.2] ὀνομάζεται δὲ σκυθιστὶ Ἱστίη μὲν Ταβιτί, Ζεὺς δέ, ὀρθότατα κατὰ γνώμην γε τὴν ἐμὴν καλεόμενος, Παπαῖος, Γῆ δὲ Ἀπί, Ἀπόλλων δὲ Γοιτόσυρος, οὐρανίη δὲ Ἀφροδίτη Ἀργίμπασα, Ποσειδέων δὲ Θαγιμασάδας. ἀγάλματα δὲ καὶ βωμοὺς καὶ νηοὺς οὐ νομίζουσι ποιέειν πλὴν Ἄρεϊ· τούτῳ δὲ νομίζουσι. [4.60.1] θυσίη δὲ ἡ αὐτὴ πᾶσι κατέστηκε περὶ πάντα τὰ ἱρὰ ὁμοίως, ἐρδομένη ὧδε· τὸ μὲν ἱρήιον αὐτὸ ἐμπεποδισμένον τοὺς ἐμπροσθίους πόδας ἕστηκε, ὁ δὲ θύων ὄπισθε τοῦ κτήνεος ἑστεὼς σπάσας τὴν ἀρχὴν τοῦ στρόφου καταβάλλει μιν, [4.60.2] πίπτοντος δὲ τοῦ ἱρηίου ἐπικαλέει τὸν θεὸν τῷ ἂν θύῃ καὶ ἔπειτα βρόχῳ περὶ ὦν ἔβαλε τὸν αὐχένα, σκυταλίδα δὲ ἐμβαλὼν περιάγει καὶ ἀποπνίγει, οὔτε πῦρ ἀνακαύσας οὔτε καταρξάμενος οὔτ᾽ ἐπισπείσας· ἀποπνίξας δὲ καὶ ἀποδείρας τρέπεται πρὸς ἕψησιν. [4.61.1] τῆς δὲ γῆς τῆς Σκυθικῆς αἰνῶς ἀξύλου ἐούσης ὧδέ σφι ἐς τὴν ἕψησιν τῶν κρεῶν ἐξεύρηται. ἐπεὰν ἀποδείρωσι τὰ ἱρήια, γυμνοῦσι τὰ ὀστέα τῶν κρεῶν· ἔπειτα δὲ ἐσβάλλουσι, ἢν μὲν τύχωσι ἔχοντες, ‹ἐς› λέβητας ἐπιχωρίους, μάλιστα Λεσβίοισι κρητῆρσι προσεικέλους, χωρὶς ἢ ὅτι πολλῷ μέζονας· ἐς τούτους ἐσβαλόντες ἕψουσι ὑποκαίοντες τὰ ὀστέα τῶν ἱρηίων· ἢν δὲ μή σφι παρῇ λέβης, οἱ δὲ ἐς τὰς γαστέρας τῶν ἱρηίων ἐμβαλόντες τὰ κρέα πάντα καὶ παραμείξαντες ὕδωρ ὑποκαίουσι τὰ ὀστέα. [4.61.2] τὰ δὲ αἴθεται κάλλιστα, αἱ δὲ γαστέρες χωρέουσι εὐπετέως τὰ κρέα ἐψιλωμένα τῶν ὀστέων· καὶ οὕτω βοῦς τε ἑωυτὸν ἐξέψει καὶ τἆλλα ἱρήια ἑωυτὸ ἕκαστον. ἐπεὰν δὲ ἑψηθῇ τὰ κρέα, ὁ θύσας τῶν κρεῶν καὶ τῶν σπλάγχνων ἀπαρξάμενος ῥίπτει ἐς τὸ ἔμπροσθε. θύουσι δὲ καὶ τὰ ἄλλα πρόβατα καὶ ἵππους μάλιστα.
[4.62.1] Τοῖσι μὲν δὴ ἄλλοισι τῶν θεῶν οὕτω θύουσι καὶ ταῦτα τῶν κτηνέων, τῷ δὲ Ἄρεϊ ὧδε· κατὰ νομοὺς ἑκάστοισι τῶν ἀρχέων ἵδρυταί σφι Ἄρεος ἱρὸν τοιόνδε· φρυγάνων φάκελοι συννενέαται ὅσον τε ἐπὶ σταδίους τρεῖς μῆκος καὶ εὖρος, ὕψος δὲ ἔλασσον· ἄνω δὲ τούτου τετράγωνον ἄπεδον πεποίηται, καὶ τὰ μὲν τρία τῶν κώλων ἐστὶ ἀπότομα, κατὰ δὲ τὸ ἓν ἐπιβατόν. [4.62.2] ἔτεος δὲ ἑκάστου ἁμάξας πεντήκοντα καὶ ἑκατὸν ἐπινέουσι φρυγάνων· ὑπονοστέει γὰρ δὴ αἰεὶ ὑπὸ τῶν χειμώνων. ἐπὶ τούτου δὴ τοῦ ὄγκου ἀκινάκης σιδήρεος ἵδρυται ἀρχαῖος ἑκάστοισι, καὶ τοῦτ᾽ ἐστὶ τοῦ Ἄρεος τὸ ἄγαλμα. τούτῳ δὲ τῷ ἀκινάκῃ θυσίας ἐπετείους προσάγουσι προβάτων καὶ ἵππων, καὶ δὴ καὶ τοισίδ᾽ ἔτι πλέω θύουσι ἢ τοῖσι ἄλλοισι θεοῖσι. [4.62.3] ὅσους [δ᾽] ἂν τῶν πολεμίων ζωγρήσωσι, ἀπὸ τῶν ἑκατὸν ἀνδρῶν ἄνδρα ἕνα θύουσι τρόπῳ οὐ τῷ αὐτῷ [ᾧ] καὶ τὰ πρόβατα, ἀλλ᾽ ἑτεροίῳ· ἐπεὰν γὰρ οἶνον ἐπισπείσωσι κατὰ τῶν κεφαλέων, ἀποσφάζουσι τοὺς ἀνθρώπους ἐς ἄγγος καὶ ἔπειτα ἀνενείκαντες ἄνω ἐπὶ τὸν ὄγκον τῶν φρυγάνων καταχέουσι τὸ αἷμα τοῦ ἀκινάκεος. [4.62.4] ἄνω μὲν δὴ φορέουσι τοῦτο, κάτω δὲ παρὰ τὸ ἱρὸν ποιεῦσι τάδε· τῶν ἀποσφαγέντων ἀνδρῶν τοὺς δεξιοὺς ὤμους πάντας ἀποταμόντες σὺν τῇσι χερσὶ ἐς τὸν ἠέρα ἱεῖσι καὶ ἔπειτα καὶ τὰ ἄλλα ἀπέρξαντες ἱρήια ἀπαλλάσσονται· χεὶρ δὲ τῇ ἂν πέσῃ κεῖται καὶ χωρὶς ὁ νεκρός.

[4.59.1] Λοιπόν, τα απαραίτητα για τη ζωή τους με τόση ευκολία τα εξασφαλίζουν οι Σκύθες, ενώ οι υπόλοιπες συνήθειές τους έχουν διαμορφωθεί κατά τον εξής τρόπο: προσπέφτουν μόνο σ᾽ αυτούς τους θεούς: στην Εστία κυρίως, κατόπι στο Δία και τη Γη, τη Γη που τη θεωρούν γυναίκα του Δία, κι ύστερ᾽ απ᾽ αυτούς στον Απόλλωνα και στην Ουρανία Αφροδίτη και στον Ηρακλή και στον Άρη. Αυτούς λοιπόν τους λατρεύουν όλοι οι Σκύθες, αλλά οι βασιλικοί Σκύθες κάνουν θυσίες και στον Ποσειδώνα. [4.59.2] Στη σκυθική γλώσσα η Εστία ονομάζεται Ταβιτί, κι ο Δίας Παπαίος, όνομα πάρα πολύ, κατά τη γνώμη μου, ταιριαστό, η Γη Απί, ο Απόλλων Γοιτόσυρος, η Ουρανία Αφροδίτη Αργίμπασα και ο Ποσειδών Θαγιμασάδας. Αγάλματα όμως και βωμούς και ναούς δε συνηθίζουν να χτίζουν, παρεχτός για τον Άρη· γι᾽ αυτόν συνηθίζουν.
[4.60.1] Τώρα, ο τρόπος της θυσίας σε κάθε λατρευτική εκδήλωση είναι κοινός για όλους τους θεούς κι ακολουθούν την εξής ιεροτελεστία· το σφάγιο στέκεται όρθιο με τα μπροστινά του πόδια δεμένα, κι ο θύτης όρθιος πίσω από το ζώο τραβά απότομα την άκρη του σκοινιού και το ρίχνει καταγής· [4.60.2] και την ώρα που το σφάγιο πέφτει, αυτός καλεί με τ᾽ όνομά του το θεό στον οποίο προσφέρει τη θυσία, κι έπειτα λοιπόν περνά θηλιά γύρω απ᾽ το λαιμό του ζώου, κι αφού μπήξει σ᾽ αυτήν ένα στειλιάρι, μ᾽ αυτό στρίβει ένα γύρο το σκοινί, ώσπου να στραγγαλίσει το ζώο, χωρίς ούτε φωτιά να ᾽χει ανάψει ούτε να το ᾽χει ραντίσει ούτε να ᾽χει κάνει σπονδές· το στραγγαλίζει, το γδέρνει κι ύστερα αρχίζει να το ψήνει.
[4.61.1] Καθώς όμως η γη της Σκυθίας είναι εξαιρετικά άδεντρη, νά ποιόν τρόπο επινόησαν για να ψήνουν το κρέας· γδέρνουν τα σφάγια κι ύστερα απογυμνώνουν τα κόκαλα από τις σάρκες· κατόπι βάζουν το κρέας μες σε χύτρες του τόπου τους (αν τυχαίνει να έχουν), που μοιάζουν πάρα πολύ με τους κρατήρες της Λέσβου, μόνο που είναι πολύ μεγαλύτερες· το ρίχνουν μέσα σ᾽ αυτές κι ύστερα, ανάβοντας φωτιά από κάτω με τα κόκαλα των σφαγίων, το βράζουν· κι αν δεν τους βρίσκονται χύτρες, βάζουν όλα τα κρέατα μες στις κοιλιές των σφαχταριών και, αφού ρίξουν μέσα νερό, ανάβουν από κάτω φωτιά με τα κόκαλα, [4.61.2] που βγάζουν μια φλόγα που χαίρεσαι να τη βλέπεις· τα κρέατα, καθώς τα κόκαλα έχουν αφαιρεθεί, χωρούν άνετα μες στις κοιλιές· κι έτσι και το βόδι καλομαγειρεύεται με δικά του υλικά, το ίδιο και το καθένα από τ᾽ άλλα σφάγια. Κι όταν ψηθούν τα κρέατα, ο θύτης παίρνει ένα μέρος από το κρέας κι απ᾽ τα υπόλοιπα σπλάχνα και τα ρίχνει μπροστά του. Θυσιάζουν και τ᾽ άλλα βοσκήματα και προπάντων άλογα.
[4.62.1] Στους άλλους θεούς λοιπόν αυτά τα ζώα θυσιάζουν και μ᾽ αυτό τον τρόπο, στον Άρη όμως αλλιώς: στην έδρα κάθε περιφέρειας καθενός απ᾽ τα βασίλειά τους έχουν ιδρύσει έναν τέτοιο ναό του Άρη: συσσωρεύουν δεμάτια με φρύγανα σε μάκρος και πλάτος περίπου τριών σταδίων — το ύψος βέβαια είναι μικρότερο· κατασκευάζουν ένα τετράγωνο επίπεδο πάνω απ᾽ αυτόν το σωρό, που οι τρεις πλευρές του είναι απότομες, μόνο απ᾽ την τέταρτη μπορεί κανείς ν᾽ ανεβεί· [4.62.2] λοιπόν κάθε χρόνο προσθέτουν στο σωρό εκατό πενήντα φορτώματα με φρύγανα· γιατί πάντοτε με το χειμώνα έρχονται και κάθονται τα φρύγανα. Λοιπόν σε κάθε περιφέρεια πάνω σ᾽ αυτόν τον όγκο έχουν στήσει όρθιον σιδερένιο ακινάκη του παλιού καιρού, κι αυτός είναι το άγαλμα του Άρη. Σ᾽ αυτόν τον ακινάκη προσφέρουν κάθε χρόνο θυσίες βοσκημάτων κι αλόγων, αλλά, πέρ᾽ απ᾽ ό,τι στους άλλους θεούς, του κάνουν επιπλέον και την εξής θυσία: [4.62.3] από τους εχθρούς που πιάνουν ζωντανούς, στους εκατό τον ένα τον θυσιάζουν, όχι βέβαια με τον ίδιο τρόπο με τα βοσκήματα, αλλά διαφορετικά· δηλαδή ραντίζουν τα κεφάλια τους με κρασί κι ύστερα σφάζουν τους ανθρώπους μέσα σε αγγείο που το ανεβάζουν πάνω στο σωρό των φρυγάνων και καταβρέχουν τον ακινάκη με το αίμα. [4.62.4] Λοιπόν, στο πάνω μέρος του σωρού ανεβάζουν αυτό το αγγείο, ενώ στο κάτω μέρος, δίπλα στο ναό, κάνουν τα εξής: όλων των αντρών που κατάσφαξαν κόβουν τον δεξιό ώμο μαζί με το χέρι και τον πετούν με ορμή στον αέρα, κι έπειτα, αφού τελειώσουν και με τα υπόλοιπα σφάγια, γυρίζουν στα σπίτια τους· και το χέρι κείτεται στο μέρος που έπεσε, και σ᾽ άλλο μέρος το πτώμα του νεκρού.