Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΣΟΦΟΚΛΗΣ

Οἰδίπους Τύραννος (87-131)


ΚΡΕΩΝ
ἐσθλήν· λέγω γὰρ καὶ τὰ δύσφορ᾽, εἰ τύχοι
κατ᾽ ὀρθὸν ἐξιόντα, πάντ᾽ ἂν εὐτυχεῖν.
ΟΙ. ἔστιν δὲ ποῖον τοὔπος; οὔτε γὰρ θρασὺς
90οὔτ᾽ οὖν προδείσας εἰμὶ τῷ γε νῦν λόγῳ.
ΚΡ. εἰ τῶνδε χρῄζεις πλησιαζόντων κλύειν,
ἑτοῖμος εἰπεῖν, εἴτε καὶ στείχειν ἔσω.
ΟΙ. ἐς πάντας αὔδα. τῶνδε γὰρ πλέον φέρω
τὸ πένθος ἢ καὶ τῆς ἐμῆς ψυχῆς πέρι.
95ΚΡ. λέγοιμ᾽ ἂν οἷ᾽ ἤκουσα τοῦ θεοῦ πάρα.
ἄνωγεν ἡμᾶς Φοῖβος ἐμφανῶς ἄναξ
μίασμα χῶρας, ὡς τεθραμμένον χθονὶ
ἐν τῇδ᾽, ἐλαύνειν μηδ᾽ ἀνήκεστον τρέφειν.
ΟΙ. ποίῳ καθαρμῷ; τίς ὁ τρόπος τῆς ξυμφορᾶς;
100ΚΡ. ἀνδρηλατοῦντας, ἢ φόνῳ φόνον πάλιν
λύοντας, ὡς τόδ᾽ αἷμα χειμάζον πόλιν.
ΟΙ. ποίου γὰρ ἀνδρὸς τήνδε μηνύει τύχην;
ΚΡ. ἦν ἡμίν, ὦναξ, Λάιός ποθ᾽ ἡγεμὼν
γῆς τῆσδε, πρὶν σὲ τήνδ᾽ ἀπευθύνειν πόλιν.
105ΟΙ. ἔξοιδ᾽ ἀκούων· οὐ γὰρ εἰσεῖδόν γέ πω.
ΚΡ. τούτου θανόντος νῦν ἐπιστέλλει σαφῶς
τοὺς αὐτοέντας χειρὶ τιμωρεῖν τινας.
ΟΙ. οἳ δ᾽ εἰσὶ ποῦ γῆς; ποῦ τόδ᾽ εὑρεθήσεται
ἴχνος παλαιᾶς δυστέκμαρτον αἰτίας;
110ΚΡ. ἐν τῇδ᾽ ἔφασκε γῇ. τὸ δὲ ζητούμενον
ἁλωτόν, ἐκφεύγει δὲ τἀμελούμενον.
ΟΙ. πότερα δ᾽ ἐν οἴκοις, ἢ ᾽ν ἀγροῖς ὁ Λάιος,
ἢ γῆς ἐπ᾽ ἄλλης τῷδε συμπίπτει φόνῳ;
ΚΡ. θεωρός, ὡς ἔφασκεν, ἐκδημῶν πάλιν
115πρὸς οἶκον οὐκέθ᾽ ἵκεθ᾽, ὡς ἀπεστάλη.
ΟΙ. οὐδ᾽ ἄγγελός τις οὐδὲ συμπράκτωρ ὁδοῦ
κατεῖδ᾽, ὅτου τις ἐκμαθὼν ἐχρήσατ᾽ ἄν;
ΚΡ. θνῄσκουσι γάρ, πλὴν εἷς τις, ὃς φόβῳ φυγὼν
ὧν εἶδε πλὴν ἓν οὐδὲν εἶχ᾽ εἰδὼς φράσαι.
120ΟΙ. τὸ ποῖον; ἓν γὰρ πόλλ᾽ ἂν ἐξεύροι μαθεῖν,
ἀρχὴν βραχεῖαν εἰ λάβοιμεν ἐλπίδος.
ΚΡ. λῃστὰς ἔφασκε συντυχόντας οὐ μιᾷ
ῥώμῃ κτανεῖν νιν, ἀλλὰ σὺν πλήθει χερῶν.
ΟΙ. πῶς οὖν ὁ λῃστής, εἴ τι μὴ ξὺν ἀργύρῳ
125ἐπράσσετ᾽ ἐνθένδ᾽, ἐς τόδ᾽ ἂν τόλμης ἔβη;
ΚΡ. δοκοῦντα ταῦτ᾽ ἦν· Λαΐου δ᾽ ὀλωλότος
οὐδεὶς ἀρωγὸς ἐν κακοῖς ἐγίγνετο.
ΟΙ. κακὸν δὲ ποῖον ἐμποδὼν τυραννίδος
οὕτω πεσούσης εἶργε τοῦτ᾽ ἐξειδέναι;
130ΚΡ. ἡ ποικιλῳδὸς Σφὶγξ τὸ πρὸς ποσὶ σκοπεῖν
μεθέντας ἡμᾶς τἀφανῆ προσήγετο.


ΚΡΕΩΝ
Εξαίσιο.
Γιατί θαρρώ πως όταν κατ᾽ ευχή
σκορπίσει το κακό,
μπαίνουν στον δρόμο τον καλό τα πάντα.
ΟΙΔ. Τί λέει ο λόγος του θεού;
Γιατί τα λόγια σου
90ούτε με θάρρεψαν ούτε και με τρόμαξαν.
ΚΡΕ. Αν νιώθεις την ανάγκη
μπροστά σ᾽ αυτούς ν᾽ ακούσεις,
έτοιμος είμαι και μιλώ·
αλλιώς να πάμε μέσα.
ΟΙΔ. Μίλησε σε όλους μπροστά·
τα δικά τους τα πάθη
πενθώ πιο πολύ,
παρά της ψυχής μου τα πάθη.
ΚΡΕ. Θα πω λοιπόν το λόγο του θεού.
Ο Άναξ Φοίβος προστάζει
με πεντακάθαρο χρησμό
να διώξουμε το μίασμα της χώρας
που θρέφεται σ᾽ αυτή τη γη,
προτού θεριέψει
και δεν σηκώνει γιατρειά.
ΟΙΔ. Με ποιόν καθαρμό;
Και πώς τα δεινά θα περάσουν;
100ΚΡΕ. Στέλνοντας εξορία το φονιά
ή ξεδιψώντας ο φόνος με φόνο
αλλιώς η πόλη θα πνιγεί σ᾽ αυτό το αίμα.
ΟΙΔ. Τίνος ανδρός τη μοίρα προμαντεύουν οι χρησμοί;
ΚΡΕ. Κυβερνούσε κάποτε αυτή τη γη,
βασιλιά μου, ο Λάιος,
προτού βρεθείς εσύ στης πόλης το τιμόνι.
ΟΙΔ. Τον έχω ακουστά· ποτέ μου δεν τον είδα.
ΚΡΕ. Δολοφονήθηκε και τώρα
ο θεός προστάζει με σαφήνεια
τους αυτουργούς του φόνου, όποιοι και να᾽ ναι,
να τιμωρήσουμε σκληρά.
ΟΙΔ. Πού βρίσκονται; Και πώς να ξεδιαλύνεις πια
μισοσβησμένα χνάρια
παλιού φονικού;
110ΚΡΕ. Ο μάντης είπε πως βρίσκονται σ᾽ αυτή τη γη.
Ψάχνεις, θα βρεις· χασομεράς, θα χάσεις.
ΟΙΔ. Και πού σκοτώθηκε ο Λάιος;
Στ᾽ ανάκτορα, στην ύπαιθρο,
σε ξένη χώρα;
ΚΡΕ. Είπε πως έφευγε να πάει στους Δελφούς
προσκυνητής· μα δεν επέστρεψε ποτέ.
ΟΙΔ. Δε φάνηκε κανείς μαντατοφόρος;
Δε μίλησε κανείς συνοδοιπόρος;
Κάποιός που να μπορούσε κάπως να φωτίσει;
ΚΡΕ. Όλοι πεθάνανε· ένας μονάχα ξέφυγε
και τρομαγμένος ένα μονάχα έλεγε πως είδε.
120ΟΙΔ. Σαν τί; Το ένα σε πάει να βρεις τα πολλά,
αν πιάσεις μιαν ακρούλα της ελπίδας.
ΚΡΕ. Έλεγε πως αντάμωσαν στη στράτα τους
ληστές· πολλούς μαζί·
και δεν τον σκότωσε ένας ληστής μονάχος.
ΟΙΔ. Και ποιός ληστής
θα τόλμαγε μια τέτοια πράξη,
αν κάποιος δεν τον πλήρωνε από ᾽δω;
ΚΡΕ. Πολύ πιθανό θεωρήθηκε.
Αλλά με το χαμό του Λάιου
και τις απανωτές τις συμφορές
κανείς δεν σκέφτηκε να βρει την άκρη.
ΟΙΔ. Ποιές συμφορές εμπόδιζαν
του βασιλιά σας ν᾽ ανιχνεύσετε το φόνο;
130ΚΡΕ. Τα στρυφνά της Σφιγγός τα αινίγματα
μας πίεζαν να ζούμε το παρόν
αφήνοντας το σκοτεινό
το παρελθόν στη λήθη.


ΚΡΕΟΝΤΑΣ
Καλός· γιατί, λέω, και τα δύσκολα, όταν
τύχει πέρα να βγουν, καλά όλα θα ᾽ναι.
ΟΙΔ. Κι είναι ποιός ο χρησμός; γιατ᾽ αυτά πού ειπες
90ούτε θάρρος μου δίνουν κι ούτε φόβο.
ΚΡΕ. Αν θες και μπρος σ᾽ αυτούς έτοιμος είμαι
να σου τα πω, ή και να πάμε μέσα.
ΟΙΔ. Μπρος σ᾽ όλους μίλα· γιατ᾽ αυτών ο πόνος
πιότερο με βαραίνει, παρ᾽ αν ήταν
και για την ίδια εμένα την ψυχή μου.
ΚΡΕ. Θα πω λοιπόν το τί άκουσ᾽ απ᾽ το Φοίβο:
Με λόγια καθαρά ο Θεός προστάζει
να βγάλομε το μόλυσμα της χώρας
που μες στη γη αυτή θρέφεται και μήτε
ν᾽ αφήσομε αθεράπευτο να γίνει.
ΟΙΔ. Με τί καθαρμό; και το μίασμα ποιό ειναι;
100ΚΡΕ. Ξορίζοντας τον ένοχο, ή το φόνο
με φόνο αντιπληρώνοντας, γιατ᾽ είναι
το αίμ᾽ αυτό που τη χώρα φουρτουνιάζει.
ΟΙΔ. Και ποιός, μηνά, πως είχε αυτή την τύχη;
ΚΡΕ. Ο Λάιος ήταν πρώτα βασιλιάς μας
πριν εσύ πάρεις την αρχή, άρχοντά μου.
ΟΙΔ. Το ᾽χω ακουστά· ποτέ όμως δεν τον είδα.
ΚΡΕ. Τον σκότωσαν αυτόν και τώρα ο Φοίβος
προστάζει καθαρά να εκδικηθούμε
τους αυτουργούς του φόνου, όποιοι και να ᾽ναι.
ΟΙΔ. Κι αυτοί πού να ᾽ναι; πού θενα βρεθούνε
τα δύσκολα ίχνη τόσου παλιού φόνου;
110ΚΡΕ. Σ᾽ αυτή τη γη είπε· κι ό,τι κανείς ψάχνει
το βρίσκει, μα ξεφεύγει ό,τι αμελήσει.
ΟΙΔ. Μες το παλάτι ή σ᾽ εξοχή να βρήκε
το θάνατό του ο Λάιος, ή στα ξένα;
ΚΡΕ. Βγήκε απ᾽ εδώ, όπως έλεγε, να πάει
θεού προσκυνητής· αλλ᾽ από τότε
πὄφυγε δε μας γύρισε πια πίσω.
ΟΙΔ. Μα ούτε κανείς μιαν είδηση να φέρει
μήτε και κάποιος απ᾽ τους συνοδούς του
να ξέρει κάτι που ένα φως να χύσει;
ΚΡΕ. Όλοι τους σκοτωθήκανε, εκτός ένας
που πήρε το φευγιό από φόβο, κι άλλο
δεν ήξερε να πει παρά ένα μόνο.
120ΟΙΔ. Το ποιό; γιατί πολλά μπορεί και το ένα
να βοηθήσει νά ᾽βγουνε στη μέση,
αν πιάναμε μια λίγην άκρη ελπίδας.
ΚΡΕ. Ληστές τους βγήκαν, έλεγε, στο δρόμο
και σκότωσαν το Λάιο πλήθος χέρια
κι όχι ένας μόνος. ΟΙΔ. Αλλά πώς ληστής,
χωρίς να ενεργηθεί κάτι απ᾽ εδώθε
με χρήματα, θα ᾽παιρνε τέτοια τόλμη;
ΚΡΕ. Το υποπτεύσαμε αυτό· μα του Λαΐου
το θάνατο μέσα στις συφορές μας
δε βρέθηκε να εκδικηθεί κανένας.
ΟΙΔ. Ποιά συφορά, ενώ έπεσε έτσι ο θρόνος,
σας μπόδισε το τί έγινε να βρείτε;
130ΚΡΕ. Με τα στριμμένα η Σφίγγα αινίγματά της
μας βίαζε παρατώντας τα κρυμμένα
το τί ᾽ταν μπρος στα πόδια να κοιτούμε.


ΚΡΕΩΝ
Καλός· γιατί αν τα λυπηρά, λέω, τύχει
και βγουν δεξιά, πάλι ευτυχία θενά ᾽ναι.
ΟΙΔ. Και ποιός είναι ο χρησμός; γιατί ούτε θάρρος,
90ούτε φόβο απ᾽ τα λόγια σου αυτά παίρνω.
ΚΡΕ. Αν θέλεις μπρος σ᾽ αυτούς ν᾽ ακούσεις, είμαι
έτοιμος να σ᾽ το πω, αλλιώς πάμε μέσα.
ΟΙΔ. Μίλα σ᾽ όλους, γιατί πονώ για τούτους
πιότερο εγώ, παρά για τη ζωή μου.
ΚΡΕ. Λοιπόν θα πω όσα απ᾽ το Θεό έχω ακούσει.
Καθαρά, βασιλιά, προστάζει ο Φοίβος
να διώξουμε το μίασμα που η γη τούτη
θρέφει, μη κακό αγιάτρευτο μας μείνει.
ΟΙΔ. Το κακό ποιό είναι, ποιός ο καθαρμός του;
100ΚΡΕ. Ο φονιάς να βρεθεί, ή το φόνο φόνος
να ξεπλύνει· είναι το αίμα αυτό ο χαμός μας.
ΟΙΔ. Και ποιός αυτός που τέτοιο είναι γραφτό του;
ΚΡΕ. Είχαμε, βασιλιά, άρχοντά μας πρώτα
το Λάιο, πριν εσύ εδώ βασιλέψεις.
ΟΙΔ. Το ᾽χω ακουστά, ποτέ μου δεν τον είδα.
ΚΡΕ. Τον σκότωσαν· γι᾽ αυτό μας μηνά ο Φοίβος
η τιμωρία να πέσει στους φονιάδες.
ΟΙΔ. Και πού είναι αυτοί; Πού τώρα τα σβησμένα
θα βρεθούν χνάρια παλιάς αμαρτίας;
110ΚΡΕ. Σ᾽ αυτήν εδώ τη γη, είπε. Ό,τι γυρέψεις
βρίσκεις, μόνο τ᾽ αζήτητο ξεφεύγει.
ΟΙΔ. Μα πού, στο σπίτι, στα χωράφια, ή σ᾽ άλλη
ξένη χώρα, το Λάιο τον χτυπήσαν;
ΚΡΕ. Προσκυνητής σ᾽ ένα μαντείο, μας είπε,
πήγαινε, μα δε γύρισε πια πίσω.
ΟΙΔ. Και δε βρέθηκε ούτε ένας σύντροφός του
που κάτι να ᾽χει δει, να μας φωτίσει;
ΚΡΕ. Σκοτωθήκαν όλοι. Ένας που απ᾽ το φόβο
έφυγε, αυτός ένα να πει είχε μόνο.
120ΟΙΔ. Ποιό πράμα; Τι πολλά απ᾽ το ένα μπορούμε
να μάθουμε, αν αρχή μάς δώσει ελπίδας.
ΚΡΕ. Ληστές, μας είπε, απάντησαν, κι όχι ένας,
πλήθος ήταν που σκότωσε το Λάιο.
ΟΙΔ. Και πώς ληστής το φόνο θα τολμούσε,
αν δεν τον είχαν από δω πλερώσει;
ΚΡΕ. Το είπαν πολλοί. Μα πια, άμα εχάθη εκείνος,
κανείς, στις συφορές, δεν τον θυμόταν.
ΟΙΔ. Ποιά συφορά μπορούσε να εμποδίσει
να μάθετε πώς πέθανε ο άρχοντάς σας;
130ΚΡΕ. Η Σφίγγα, αυτή έκανε ό,τι ήταν μπροστά μας
να κοιτούμε, τ᾽ αθώρητα ξεχνώντας.