Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΣΟΦΟΚΛΗΣ

Οἰδίπους Τύραννος (834-862)


ΧΟ. ἡμῖν μέν, ὦναξ, ταῦτ᾽ ὀκνήρ᾽· ἕως δ᾽ ἂν οὖν
835πρὸς τοῦ παρόντος ἐκμάθῃς, ἔχ᾽ ἐλπίδα.
ΟΙ. καὶ μὴν τοσοῦτόν γ᾽ ἐστί μοι τῆς ἐλπίδος,
τὸν ἄνδρα τὸν βοτῆρα προσμεῖναι μόνον.
ΙΟ. πεφασμένου δὲ τίς ποθ᾽ ἡ προθυμία;
ΟΙ. ἐγὼ διδάξω σ᾽· ἢν γὰρ εὑρεθῇ λέγων
840σοὶ ταὔτ᾽, ἔγωγ᾽ ἂν ἐκπεφευγοίην πάθος.
ΙΟ. ποῖον δέ μου περισσὸν ἤκουσας λόγον;
ΟΙ. λῃστὰς ἔφασκες αὐτὸν ἄνδρας ἐννέπειν
ὥς νιν κατακτείνειαν. εἰ μὲν οὖν ἔτι
λέξει τὸν αὐτὸν ἀριθμόν, οὐκ ἐγὼ ᾽κτανον·
845οὐ γὰρ γένοιτ᾽ ἂν εἷς γε τοῖς πολλοῖς ἴσος·
εἰ δ᾽ ἄνδρ᾽ ἕν᾽ οἰόζωνον αὐδήσει, σαφῶς
τοῦτ᾽ ἐστὶν ἤδη τοὔργον εἰς ἐμὲ ῥέπον.
ΙΟ. ἀλλ᾽ ὡς φανέν γε τοὔπος ὧδ᾽ ἐπίστασο,
κοὐκ ἔστιν αὐτῷ τοῦτό γ᾽ ἐκβαλεῖν πάλιν·
850πόλις γὰρ ἤκουσ᾽, οὐκ ἐγὼ μόνη, τάδε.
εἰ δ᾽ οὖν τι κἀκτρέποιτο τοῦ πρόσθεν λόγου,
οὔτοι ποτ᾽, ὦναξ, τόν γε Λαΐου φόνον
φανεῖ δικαίως ὀρθόν, ὅν γε Λοξίας
διεῖπε χρῆναι παιδὸς ἐξ ἐμοῦ θανεῖν.
855καίτοι νιν οὐ κεῖνός γ᾽ ὁ δύστηνός ποτε
κατέκταν᾽, ἀλλ᾽ αὐτὸς πάροιθεν ὤλετο.
ὥστ᾽ οὐχὶ μαντείας γ᾽ ἂν οὔτε τῇδ᾽ ἐγὼ
βλέψαιμ᾽ ἂν οὕνεκ᾽ οὔτε τῇδ᾽ ἂν ὕστερον.
ΟΙ. καλῶς νομίζεις. ἀλλ᾽ ὅμως τὸν ἐργάτην
860πέμψον τινὰ στελοῦντα μηδὲ τοῦτ᾽ ἀφῇς.
ΙΟ. πέμψω ταχύνασ᾽· ἀλλ᾽ ἴωμεν ἐς δόμους.
οὐδὲν γὰρ ἂν πράξαιμ᾽ ἂν ὧν οὔ σοι φίλον.


ΧΟΡ. Με πλημμύρισες, βασιλιά μου, με τρόμο·
ώσπου να πληροφορηθείς
απ᾽ τον αυτόπτη μάρτυρα,
κράτησε την ελπίδα.
ΟΙΔ. Ελπίδα που κρεμάστηκε σ᾽ ένα βοσκό.
ΙΟΚ. Κι όταν φανεί, τί σκέφτεσαι να κάνεις;
ΟΙΔ. Θα σου πω.
Αν πει κι αυτός αυτά που λες κι εσύ
840γλιτώνω μια για πάντα.
ΙΟΚ. Και ποιό σπουδαίο σου ᾽δωσα τεκμήριο;
ΟΙΔ. Κατέθετε, βεβαίωνες,
πως σκότωσαν τον Λάιο ληστές.
Αν επιμένει στον αριθμό,
εγώ δεν σκότωσα τον άνθρωπο.
Ο ένας κι οι πολλοί δεν είναι ίσα κι όμοια.
Αν έναν οδοιπόρο μαρτυρήσει,
τότε το φονικό ξεκάθαρα
βαραίνει την ψυχή μου.
ΙΟΚ. Πίστεψέ με, λοιπόν· αβίαστα μιλούσε
και δεν μπορεί το λόγο του ν᾽ αλλάξει.
Δεν τ᾽ άκουσα μονάχα εγώ,
850στην αγορά της πόλης
τ᾽ αφηγήθηκε.
Μα κι αν τα στρίψει,
δεν θ᾽ αποδείξει, βασιλιά,
πως σκότωσες εσύ το Λάιο.
Ο Πυθικός Λοξίας μήνυσε
πως θα τον σκότωνε παιδί
που θα ᾽κανε μαζί μου.
Ούτε και το μωρό το δύσμοιρο
τον σκότωσε.
Χάθηκε πρώτο.
Γι᾽ αυτό δεν έχω πίστη στους χρησμούς,
παλιούς και νέους.
ΟΙΔ. Έχεις δίκιο.
Όμως μην αμελήσεις
860να στείλεις να φωνάξουνε το δούλο.
ΙΟΚ. Στέλνω γοργά.
Ας πάμε τώρα στο παλάτι.
Ό,τι ποθείς, θα κάνω πάντα πρόθυμα.


ΧΟΡ. Και μας φόβο μάς δίνουν, βασιλιά μας,
αυτά που λες· μα ως να τα καλομάθεις
απ᾽ τον ίδιο το μάρτυρα, έχ᾽ ελπίδα.
ΟΙΔ. Κι αλήθεια, τόση ελπίδα πια μου μένει,
να περιμένω αυτό το βοσκό μόνο.
ΙΟΚ. Κι όταν φανεί, ποιό ᾽ναι το θάρρος πὄχεις;
ΟΙΔ. Εγώ θα στο εξηγήσω· αν θα βρεθεί
να λέει τα ίδια με σένα, τότε, βέβαια
840θενά ᾽χω από τη συφορά ξεφύγει.
ΙΟΚ. Και τί περίσσιο μ᾽ άκουσες να λέγω;
ΟΙΔ. Έλεγες πως αυτός διηγόνταν ότι
το Λάιο σκότωσαν ληστές· λοιπόν
αν τον ίδιο αριθμό θα λέει ακόμα,
δεν εσκότωσα εγώ, γιατί δεν είναι
ο ένας με τους πολλούς βέβαια το ίδιο·
μα αν ένα πει, ένα μόνο στρατοκόπο,
τότε πια φανερά βαραίνει εμένα
η πράξη. ΙΟΚ. Μα, έτσ᾽ είπε, πίστεψέ μου,
κι ούτε μπορεί πια να το πάρει πίσω,
850γιατί τ᾽ άκουσαν όλοι, όχι εγώ μόνο.
Μ᾽ αν κι απ᾽ ό,τι ᾽πε πριν τα στρίψει τώρα,
ποτέ δε θ᾽ αποδείξει πως ο φόνος
του Λάιου σύμφωνα έγινε μ᾽ εκείνον
το χρησμό του Θεού, μια που ο Λοξίας
καθαρά το ᾽πε, πως θα σκοτωνότουν
απ᾽ το παιδί που εγώ θα του γεννούσα·
μα εκείνο το δυστυχισμένο πλάσμα
καθόλου δεν τον σκότωσε, μα το ίδιο
πήγε χαμένο πριν· γι᾽ αυτό κι εγώ, όσο
για μαντείες, ποτέ πια δε θα στρέψω
τα μάτια μου ούτε δώθε, ούτε κείθε.
ΟΙΔ. Κι έχεις δίκιο· μα στείλε κάποιον
860να φέρει το δούλο και μη αμελήσεις.
ΙΟΚ. Αμέσως στέλλω, μα έλ᾽ ας πάμε μέσα,
κι εγώ ό,τι εσένα ευχαριστεί θα κάμω.


ΧΟΡ. Τρομαχτικά για μας αυτά, άρχοντα, είναι·
μα ώσπου ν᾽ ακούσεις το βοσκό, έχε ελπίδα.
ΟΙΔ. Κι αλήθεια τόση ελπίδα μού απομένει
μονάχα, να προσμένω αυτόν τον άντρα.
ΙΟΚ. Κι άμα μιλήσει, τί ζητάς να κάνεις;
ΟΙΔ. Άκου· αν τύχει και πει τα ίδια μ᾽ εσένα,
840τότες εγώ τη συφορά ξεφεύγω.
ΙΟΚ. Και τί από με ξεχωριστό έχεις μάθει;
ΟΙΔ. Είπε αυτός, έλεες, πως ληστές σκοτώσαν
το Λάιο. Αν ξαναπεί λοιπόν παρόμοιο
τώρα αριθμό, φονιάς εγώ δεν είμαι.
Γιατί ένας και πολλοί δεν είναι το ίδιο.
Μα αν μόνο ένας διαβάτης ήταν, τότε
καθαρά πια βαραίνει εμένα ο φόνος.
ΙΟΚ. Ησύχασε, και τα είπε έτσι. Ούτε πίσω
πια τα λόγια του αυτός μπορεί να πάρει,
850που τ᾽ άκουσε όλη η χώρα, όχι εγώ μόνο.
Κι αν κάτι αλλάξει, πάλι δε θα δείξει
με τους χρησμούς το φόνο αρμονισμένο
ποτέ, γιατί ο Λοξίας είπε στο Λάιο
πως δικό μου παιδί θα τον σκοτώσει.
Κι όμως εκείνο το άμοιρο φονιάς του
δε γίνηκε, μα πέθανε αυτό πρώτα.
Κι έτσι για προφητείες, ούτε τώρα, ούτε
ποτέ πια δε χαλώ εγώ την καρδιά μου.
ΟΙΔ. Σωστά κρίνεις. Ωστόσο μην ξεχάσεις
860να στείλεις κάποιον, το βοσκό να φέρει.
ΙΟΚ. Γοργά θα στείλω· μα ας μπούμε στο σπίτι·
ό,τι ευχάριστο σου είναι, αυτό θα κάνω.