ΑΙΓΙΣΤΟΣ
Ποιά από σας ξέρει πού ᾽ναι οι ξένοι, πού ηρθαν
απ᾽ τη Φωκίδα, να μας φέρουν, λέγει,
την είδηση πως πέθαν᾽ ο Ορέστης
από δυστύχημα σε ιπποδρομίες;
Σένα, σένα ρωτώ, ναι, σένα, πού ειχες
τόσο θράσος ως τώρα, γιατί εσένα
πιότερο, λέγω, να σ᾽ ενδιαφέρει
κι από κάθε άλλον πιο καλά θα ξέρεις
να μου απαντήσεις. ΗΛΕ. Ξέρω· και πώς όχι;
γιατί αλλιώς θα ᾽μουν έξω από την τύχη
του πιο ακριβού μου. ΑΙΓ. Λοιπόν, πού ᾽ναι οι ξένοι;
1450πες μου, να ξέρω. ΗΛΕ. Μέσα στο παλάτι,
κι υποδοχή καθώς ταίριαζε βρήκαν
από φίλη οικοδέσποινα. ΑΙΓ. Μα λένε
πραγματικά πως πέθανε; ΗΛΕ. Όχι μόνο
το λένε, μα έχουν δώσει κι αποδείξεις.
ΑΙΓ. Ώστε μπορώ και με τα μάτια μου ο ίδιος
να το βεβαιωθώ; ΗΛΕ. Πώς δε μπορείς;
Και θέαμ᾽ αζήλευτο θα δεις. ΑΙΓ. Μου δίνεις
πολλή χαρά, που δεν το ᾽χεις συνήθεια,
μ᾽ αυτά που μού ειπες τώρα. ΗΛΕ. Χαρά να ᾽χεις,
αν είν᾽ αυτά χαρά για να σου δίνουν.
ΑΙΓ. Σιωπή, προστάζω! Κι ας ανοίξουνε
στους Μυκηναίους και στους Αργείους τις πόρτες,
όλοι να δουν, που κι αν κανείς των πρώτα
1460στήριζ᾽ ελπίδες κούφιες στον Ορέστη,
τώρα που θα τον δει νεκρό, να μάθει
να δέχεται το χαλινό μου, δίχως
ν᾽ αναγκαστεί να βάλει με τη βία
γνώση, σα θά βρει κολαστή του εμένα.
ΗΛΕ. Όσο για μένα, ιδού, στις προσταγές σου·
γιατί μου ᾽βαλε γνώση ο χρόνος, ώστε
με του πιο δυνατού το μέρος να ᾽μαι.
|