Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΣΟΦΟΚΛΗΣ

Αἴας (1223-1265)


ΕΞΟΔΟΣ


ΤΕΥ. καὶ μὴν ἰδὼν ἔσπευσα τὸν στρατηλάτην
Ἀγαμέμνον᾽ ἡμῖν δεῦρο τόνδ᾽ ὁρμώμενον·
1225δῆλος δέ μοὐστὶ σκαιὸν ἐκλύσων στόμα.
ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ
σὲ δὴ τὰ δεινὰ ῥήματ᾽ ἀγγέλλουσί μοι
τλῆναι καθ᾽ ἡμῶν ὧδ᾽ ἀνοιμωκτεὶ χανεῖν;
σέ τοι, τὸν ἐκ τῆς αἰχμαλωτίδος λέγω·
ἦ που τραφεὶς ἂν μητρὸς εὐγενοῦς ἄπο
1230ὑψήλ᾽ ἐκόμπεις κἀπ᾽ ἄκρων ὡδοιπόρεις,
ὅτ᾽ οὐδὲν ὢν τοῦ μηδὲν ἀντέστης ὕπερ,
κοὔτε στρατηγοὺς οὔτε ναυάρχους μολεῖν
ἡμᾶς Ἀχαιῶν οὔτε σοῦ διωμόσω,
ἀλλ᾽ αὐτὸς ἄρχων, ὡς σὺ φής, Αἴας ἔπλει.
1235ταῦτ᾽ οὐκ ἀκούειν μεγάλα πρὸς δούλων κακά;
ποίου κέκραγας ἀνδρὸς ὧδ᾽ ὑπέρφρονα,
ποῖ βάντος ἢ ποῦ στάντος οὗπερ οὐκ ἐγώ;
οὐκ ἆρ᾽ Ἀχαιοῖς ἄνδρες εἰσὶ πλὴν ὅδε;
πικροὺς ἔοιγμεν τῶν Ἀχιλλείων ὅπλων
1240ἀγῶνας Ἀργείοισι κηρῦξαι τότε,
εἰ πανταχοῦ φανούμεθ᾽ ἐκ Τεύκρου κακοί,
κοὐκ ἀρκέσει ποθ᾽ ὑμὶν οὐδ᾽ ἡσσημένοις
εἴκειν ἃ τοῖς πολλοῖσιν ἤρεσκεν κριταῖς,
ἀλλ᾽ αἰὲν ἡμᾶς ἢ κακοῖς βαλεῖτέ που
1245ἢ σὺν δόλῳ κεντήσεθ᾽ οἱ λελειμμένοι.
ἐκ τῶνδε μέντοι τῶν τρόπων οὐκ ἄν ποτε
κατάστασις γένοιτ᾽ ἂν οὐδενὸς νόμου,
εἰ τοὺς δίκῃ νικῶντας ἐξωθήσομεν
καὶ τοὺς ὄπισθεν ἐς τὸ πρόσθεν ἄξομεν.
1250ἀλλ᾽ εἰρκτέον τάδ᾽ ἐστίν· οὐ γὰρ οἱ πλατεῖς
οὐδ᾽ εὐρύνωτοι φῶτες ἀσφαλέστατοι,
ἀλλ᾽ οἱ φρονοῦντες εὖ κρατοῦσι πανταχοῦ.
μέγας δὲ πλευρὰ βοῦς ὑπὸ σμικρᾶς ὅμως
μάστιγος ὀρθὸς εἰς ὁδὸν πορεύεται.
1255καὶ σοὶ προσέρπον τοῦτ᾽ ἐγὼ τὸ φάρμακον
ὁρῶ τάχ᾽, εἰ μὴ νοῦν κατακτήσῃ τινά·
ὃς ἀνδρὸς οὐκέτ᾽ ὄντος, ἀλλ᾽ ἤδη σκιᾶς,
θαρσῶν ὑβρίζεις κἀξελευθεροστομεῖς.
οὐ σωφρονήσεις; οὐ μαθὼν ὃς εἶ φύσιν
1260ἄλλον τιν᾽ ἄξεις ἄνδρα δεῦρ᾽ ἐλεύθερον,
ὅστις πρὸς ἡμᾶς ἀντὶ σοῦ λέξει τὰ σά;
σοῦ γὰρ λέγοντος οὐκέτ᾽ ἂν μάθοιμ᾽ ἐγώ·
τὴν βάρβαρον γὰρ γλῶσσαν οὐκ ἐπαΐω.
ΧΟ. εἴθ᾽ ὑμὶν ἀμφοῖν νοῦς γένοιτο σωφρονεῖν·
1265τούτου γὰρ οὐδὲν σφῷν ἔχω λῷον φράσαι.


ΕΞΟΔΟΣ


ΤΕΥ. Άνοιξα βήμα, βλέποντας να φτάνει εδώ φουριόζος
ο στρατηλάτης Αγαμέμνων· το δείχνει η όψη του,
θα βγάλει άτσαλη γλώσσα.
ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ
Εσύ λοιπόν, όπως μου λεν, είσαι που τόλμησες
να ξαμολήσεις, ατιμώρητος, λόγια μεγάλα
και βαριά εναντίον μας;
Μιλώ σ᾽ εσένα, σπόρε αιχμάλωτης. Σκέψου να είχες
γεννηθεί κι από γυναίκα ευγενικής γενιάς
πόσο θα ψήλωνε ο κομπασμός, θα φούσκωνε
1230το κόρδωμά σου, όταν εσύ, μηδενικό,
μας σήκωσες κεφάλι για κάποιον που είναι τίποτα·
και πήρες όρκο μάλιστα πως ούτε στρατηγοί
ούτε και ναύαρχοι δεν είμαστε των Αχαιών,
ούτε δικοί σου· πως αυτοκέφαλος, όπως μας λες,
έφτασε εδώ ο Αίας με τα πλοία του.
Δεν είναι ανήκουστο ν᾽ ακούς τέτοιες διαβολές
από το στόμα δούλων;
Ποιός είναι αυτός που τον ανέβασες στα ύψη
με τα λόγια σου; πού στάθηκε, πού πήγε που να μην ήμουνα
εκεί κι εγώ; Άντρες δεν είναι οι άλλοι Αχαιοί;
είναι αυτός ο μόνος άντρας; Φαίνεται τότε πως κηρύξαμε
1240λάθος αγώνα για του Αχιλλέα τα όπλα, αφού παντού
ο Τεύκρος πάει να μας βγάλει τώρα σκάρτους.
Και δεν σας άρεσε, παρότι νικημένοι, να υποταχτείτε
στην απόφαση των περισσότερων κριτών· έτοιμοι είστε,
όπου τύχει, να μας προσβάλετε με αλαζονικές βρισιές,
ή κάθε τόσο επίβουλα να μας υπονομεύετε
—εσείς οι νικημένοι.
Με τέτοιους όμως τρόπους, ποτέ δεν θα μπορούσε κανένας
νόμος να σταθεί, αν, όσοι δίκαια νικούν,
τους βάζαμε στην άκρη, και φέρναμε μπροστά
αυτούς που πίσω ξέμειναν.
1250Πρέπει με κάθε τρόπο αυτά να εμποδιστούν. Γιατί
δεν είναι οι μπρατσωμένοι, με μεγάλες πλάτες,
που μένουν πάντα σταθεροί, αλλ᾽ όσοι έχουνε
γερό μυαλό, αυτοί παντού υπερέχουν.
Ακόμη κι ένα βόδι με ράχη στιβαρή, όταν του πέσει, λίγο
έστω, μαστίγιο στη ράχη, μπαίνει ξανά στον ίσιο δρόμο.
Κι εσένα βλέπω τέτοιο φάρμακο σε περιμένει, ανίσως
και δεν βάλεις φρένο στο μυαλό σου· αφού για χάρη ενός
που δεν υπάρχει πια, για μια σκιά, με θράσος εξυβρίζεις,
ξέφρενη αφήνοντας τη γλώσσα σου.
Δεν ήρθε η ώρα πια να βρεις τα λογικά σου; να θυμηθείς
1260ποιός είσαι πράγματι; Κανέναν άλλο φέρε μας εδώ,
άνδρα ελεύθερο, που να μας πει τί θες να πεις. Όπως μιλάς
εσύ, δεν παίρνω είδηση τί λες, δεν την καταλαβαίνω εγώ
τη βάρβαρή σου γλώσσα.
ΧΟ. Εύχομαι και των δυο ο νους να βρει τα συγκαλά του·
εγώ δεν έχω να σας πω κάτι καλύτερο απ᾽ αυτό.


ΕΞΟΔΟΣ


(Έρχεται ο Τεύκρος)
ΤΕΥ. Ήρθα γοργά, σαν είδα να ζυγώνει
το στρατηγό Αγαμέμνονα με βιάση·
θα λύσει, ως δείχνει, την κακιά του γλώσσα.
(Έρχεται ο Αγαμέμνονας)
ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ
Εσύ, καθώς μου λένε, είχες το θράσος,
δίχως να φοβηθείς την τιμωρία,
λόγια φριχτά για μας να ξεστομίσεις;
Για σένανε μιλώ, το γιο της σκλάβας·
αν είχες μάνα κάποια αρχοντοπούλα,
1230πόσο πιο ξιπασμένα θα μιλούσες
και τί καμάρι θα ᾽δειχνες στο βήμα,
που ενώ δεν είσαι τίποτα, για κάποιον
που είναι μηδέν ενάντια μάς πήγες·
κι ορκίστηκες πως ήρθαμε εδώ πέρα
μήτε σαν αρχηγοί του στόλου, μήτε
σα στρατηλάτες των Ελλήνων, ούτε
δικοί σου· κι όπως λες, ο Αίαντας ήρθε
σαν αυτεξούσιος αρχηγός· ετούτα
πολύ βαριά δεν είναι να τ᾽ ακούει
κανένας από δούλους; Για ποιόν τάχα
με τέτοια ξιπασιά μιλάς; Πού πήγε,
πού εστάθηκε λοιπόν που εγώ δεν ήμουν;
Μήπως, εξόν αυτόν, δεν έχουν άντρες
οι Αχαιοί; Θαρρώ πως για κακό μας
1240βάλαμε τότε αγώνες στους Αργείους
για του Αχιλλέα τα όπλα, μια κι ο Τεύκρος
σαν τιποτένιους θα μας λέει ολούθε
κι ούτε ποτέ σας θα παραδεχτείτε
και νικημένοι ακόμη, τα όσα κρίναν
οι πιο πολλοί απ᾽ τους δικαστές· μα πάντα
θα μας χτυπάτε με βρισιές και δόλους
εσείς που χάσατε; Με τέτοιους τρόπους
ποτέ δε θα σταθεί κανένας νόμος,
αν βάζουμε στην άκρη όσους νικούνε
και φέρνουμε μπροστά τους τελευταίους.
1250Να εμποδίσουμε είναι ανάγκη ετούτα.
Γιατί όσοι έχουνε κορμί μεγάλο
και φαρδιές πλάτες, πιότερη δε δίνουν
σιγουριά, μα οι φρόνιμοι νικάνε
παντού. Κι ένα μικρό μαστίγιο κάνει
τον ταύρο το χοντρό να προχωράει
σωστά στο δρόμο. Κι αν δε βάλεις γνώση,
βλέπω γοργά να σε ζυγώνει τέτοιο
κι εσένα γιατρικό· γιατί με θράσος
τη γλώσσα σου αμολάς και βρίζεις για έναν
που δεν υπάρχει πια και γίνηκε ίσκιος.
Μα δε θα φρονιμέψεις; Δε θα μάθεις
1260ποιός είσαι κι άλλον άντρα δε θα φέρεις
που να μην είναι σκλάβος, να μιλήσει
γι᾽ αυτά που θες αντί για σένα; Τι όσα
λόγια μου λες δεν τα καταλαβαίνω·
τη βάρβαρη γλώσσα δεν την ξέρω.
ΧΟΡ. Μακάρι και στους δυο να ξαναρχόταν
ο νους κι η φρονιμάδα· άλλο δεν έχω
να πω για σας καλύτερο από ετούτο.


ΕΞΟΔΟΣ


ΤΕΥ. Γύρισα γλήγορα, γιατί τον στρατηγό Αγαμέμνο
είδα εδώ πέρα να ᾽ρχεται. Μου φαίνεται πως τώρα
θ᾽ αρχίσει με το στόμα του χοντρά να λέει λόγια.
ΑΓΑΜΕΜΝΟΣ
Συ ᾽σαι που λόγια φοβερά, μαθαίνω, ενάντιά μας
πως είχες θάρρος να τα πεις δίχως κακό να πάθεις;
Εσένα λέω, που βαστάς από τη σκλάβα, πόσο
θα το ᾽παιρνες απάνω σου αρχοντογεννημένη
1230αν ήτανε η μάνα σου, στη γης δεν θα πατούσες
αφού, ενώ είσαι τίποτα, για τον νεκρό αντιστάθης
και λες πως μήτε στρατηγοί και μήτε και ναυάρχοι
δεν ήρθαμε στους Αχαιούς μήτε σε σένα ακόμα.
Κι ως λες ο Αίας αρχηγός του κεφαλιού του ήρθε.
Δεν είναι αυτά φριχτά κακά ν᾽ ακούμε από τους δούλους;
Για ποιόνε άνδρα λες αυτά τα φουσκωμένα λόγια;
Πού πήγε και πού στάθηκε που εγώ εκεί δεν ήμουν;
Μονάχα αυτός στους Αχαιούς βρέθηκε παλικάρι;
Πικρούς αγώνες φαίνεται για τ᾽ Αχιλλέα τα όπλα
1240μες στους Αργίτες κάμαμε τότε, που απ᾽ τον Τεύκρο
να ᾽μαστε πάντα πρόστυχοι, και μήτε νικημένοι
να τη δεχτείτε θέλετε τη γνώμη των κριτάδων,
μόν᾽ πάντα μάς προσβέλνετε και για κακούς μάς λέτε
γιά θενα μας χτυπήσετε κλεφτά σεις οι χαμένοι.
Έτσι όμως δεν θενα σταθεί ποτέ κανένας νόμος,
αν τους παραπετάξομε εκείνους που στην κρίση
νικήσανε και τους στερνούς τούς βάλουμε για πρώτους.
1250Όχι, δεν γίνονται αυτά. Γιατί ασφαλισμένοι
δεν είναι μόνο οι παχιοί και οι πλατάτοι άντρες
μόν᾽ όσοι κρίση έχουνε, αυτοί νικούνε πάντα.
Ίσα στον δρόμο του τραβά το τραχηλάτο βόδι
από μικρούτσικο λουρί. Και τούτο το βοτάνι
για σένα βρίσκω ταιριαστό στον νου σου α δεν έρθεις.
Που σαν αυτός απέθανε κι είναι πλια ίσκιος τώρα,
βρίζεις ακόμα αδιάντροπα και είσαι αυθάδης έτσι·
στον νου σου τάχα δεν θα ᾽ρθεις; Δεν θέλεις να το νιώσεις
1260ποιός είσαι, άλλον άνθρωπο ελεύθερο να βάλεις
αυτός για σένα να μιλά; γιατί εσύ σαν κρένεις
εγώ ν᾽ ακούω δεν μπορώ, τη γλώσσα σου δεν ξέρω
τη βάρβαρη.
ΧΟΡ. Μακάρι να ᾽ρθετε κι οι δυο μαζί στο λογικό σας
δεν έχω άλλο καλύτερο για να σας συμβουλέψω.