Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ

Βάτραχοι (674-705)


ΧΟ. Μοῦσα, χορῶν ἱερῶν ἐπίβηθι καὶ ἔλθ᾽ ἐπὶ τέρψιν [στρ.]
675ἀοιδᾶς ἐμᾶς,
τὸν πολὺν ὀψομένη λαῶν ὄχλον, οὗ σοφίαι
μυρίαι κάθηνται
φιλοτιμότεραι Κλεοφῶντος, ἐφ᾽ οὗ δὴ
680χείλεσιν ἀμφιλάλοις δεινὸν ἐπιβρέμεται
Θρηικία χελιδὼν
ἐπὶ βάρβαρον ἑζομένη πέταλον·
τρύζει δ᾽ ἐπίκλαυτον ἀηδόνιον νόμον, ὡς ἀπολεῖται,
685κἂν ἴσαι γένωνται.

τὸν ἱερὸν χορὸν δίκαιόν ἐστι χρηστὰ τῇ πόλει
ξυμπαραινεῖν καὶ διδάσκειν. πρῶτον οὖν ἡμῖν δοκεῖ
ἐξισῶσαι τοὺς πολίτας κἀφελεῖν τὰ δείματα.
κεἴ τις ἥμαρτε σφαλείς τι Φρυνίχου παλαίσμασιν,
690ἐγγενέσθαι φημὶ χρῆναι τοῖς ὀλισθοῦσιν τότε
αἰτίαν ἐκθεῖσι λῦσαι τὰς πρότερον ἁμαρτίας.
εἶτ᾽ ἄτιμόν φημι χρῆναι μηδέν᾽ εἶν᾽ ἐν τῇ πόλει.
καὶ γὰρ αἰσχρόν ἐστι τοὺς μὲν ναυμαχήσαντας μίαν
καὶ Πλαταιᾶς εὐθὺς εἶναι κἀντὶ δούλων δεσπότας.
695κοὐδὲ ταῦτ᾽ ἔγωγ᾽ ἔχοιμ᾽ ἂν μὴ οὐ καλῶς φάσκειν ἔχειν,
ἀλλ᾽ ἐπαινῶ· μόνα γὰρ αὐτὰ νοῦν ἔχοντ᾽ ἐδράσατε.
πρὸς δὲ τούτοις εἰκὸς ὑμᾶς, οἳ μεθ᾽ ὑμῶν πολλὰ δὴ
χοἰ πατέρες ἐναυμάχησαν καὶ προσήκουσιν γένει
τὴν μίαν ταύτην παρεῖναι ξυμφορὰν αἰτουμένοις.
700ἀλλὰ τῆς ὀργῆς ἀνέντες, ὦ σοφώτατοι φύσει,
πάντας ἀνθρώπους ἑκόντες ξυγγενεῖς κτησώμεθα
κἀπιτίμους καὶ πολίτας, ὅστις ἂν ξυνναυμαχῇ.
εἰ δὲ ταῦτ᾽ ὀγκωσόμεσθα κἀποσεμνυνούμεθα,
τὴν πόλιν καὶ ταῦτ᾽ ἔχοντες κυμάτων ἐν ἀγκάλαις,
705ὑστέρῳ χρόνῳ ποτ᾽ αὖθις εὖ φρονεῖν οὐ δόξομεν.


ΧΟΡ. Μούσα, προστάτευε εσύ τους ιερούς μας Χορούς,
στήσε καλόβουλο αφτί στο τραγούδι μας
κι έλα, στα εδώλια τα πλήθη να δεις του λαού.
Πόσοι σοφοί! Πιο φιλόδοξοι
κι απ᾽ τον Κλεοφώντα, που πάνω στα δίγλωσσα χείλια του,
έτσι όπως κάθεται πάνω σε βάρβαρο φύλλο,
680άγρια λαλεί χελιδόνι θρακιώτικο·
σκούζει και λέει αηδονιού θρηνερό μοιρολόι·
ναι, γιατί ξέρει πως κι αν
ισοψηφία του δοθεί, πάει χαμένος ο μαύρος.

ΚΟΡ. Ο ιερός Χορός στην πόλη πρέπει συμβουλές καλές
και σωστές να δίνει ορμήνιες. Λέμε πρώτα: Να σβηστεί
κάθε φόβος κι οι πολίτες όλοι πια να εξισωθούν.
Σε όλους, που απ᾽ του Φρύνιχου είχαν γελαστεί τις πονηριές
690και παραστρατίσει, πρέπει τώρα η άδεια να δοθεί
ν᾽ απολογηθούνε κι έτσι τα παλιά να ξεγραφτούν.
Το δικαίωμα του πολίτη να ᾽χουν όλοι· είναι ντροπή,
κείνοι που έκαμαν μια μόνο ναυμαχία, να χαίρονται
το προνόμιο που είχαν πάρει οι φίλοι από τις Πλαταιές,
να ᾽ναι αντίς για δούλοι αφέντες — και δε λέω πως είν᾽ αυτό
λάθος· όχι· ήταν το μόνο λογικό που κάματε —
και να μη λυγάτε λίγο για ένα λάθος συγγενών,
που κοινούς μ᾽ εσάς αγώνες έκαμαν πολλούς, κι αυτοί
κι οι γονιοί τους, και που τώρα τη συγγνώμη σας ζητούν.
700Φρόνιμοι είστε, μαλακώστε το θυμό σας, πρόθυμα
συγγενείς ας κάμουμε όλους που αγωνίζονται μ᾽ εμάς,
ας τους κάμουμε πολίτες με ίσα δικαιώματα.
Αν στην ξιπασιά ριχτούμε και στην ακαταδεξιά,
τη στιγμή που τ᾽ άγριο κύμα την πατρίδα μας χτυπά,
θά ᾽ρθει μέρα που θα πούνε πως δεν είχαμε μυαλό.