Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΙΣΧΥΛΟΣ

Ἱκέτιδες (234-276)


ΒΑΣΙΛΕΥΣ
ποδαπὸν ὅμιλον τόνδ᾽ ἀνελληνόστολον
235 πέπλοισι βαρβάροισι κἀμπυκώμασι
χλίοντα προσφωνοῦμεν; οὐ γὰρ Ἀργολὶς
ἐσθὴς γυναικῶν οὐδ᾽ ἀφ᾽ Ἑλλάδος τόπων.
ὅπως δὲ χώραν οὔτε κηρύκων ὕπο,
ἀπρόξενοί τε, νόσφιν ἡγητῶν, μολεῖν
240 ἔτλητ᾽ ἀτρέστως, τοῦτο θαυμαστὸν πέλει.
κλάδοι γε μὲν δὴ κατὰ νόμους ἀφικτόρων
κεῖνται παρ᾽ ὑμῶν πρὸς θεοῖς ἀγωνίοις·
μόνον τόδ᾽ Ἑλλὰς χθὼν συνοίσεται στόχῳ.
† καὶ τἄλλα πόλλ᾽ ἐπεικάσαι δίκαιον ἦν,
245 εἰ μὴ παρόντι φθόγγος ἦν ὁ σημανῶν.
ΧΟ. εἴρηκας ἀμφὶ κόσμον ἀψευδῆ λόγον.
ἐγὼ δὲ πρὸς σὲ πότερον ὡς ἔτην λέγω,
ἢ τηρὸν ἱεροῦ ῥάβδον, ἢ πόλεως ἀγόν;
ΒΑ. πρὸς ταῦτ᾽ ἀμείβου καὶ λέγ᾽ εὐθαρσὴς ἐμοί.
250 τοῦ γηγενοῦς γάρ εἰμ᾽ ἐγὼ Παλαίχθονος
ἶνις Πελασγός, τῆσδε γῆς ἀρχηγέτης.
ἐμοῦ δ᾽ ἄνακτος εὐλόγως ἐπώνυμον
γένος Πελασγῶν τήνδε καρποῦται χθόνα.
καὶ πᾶσαν αἶαν, ἧς δί᾽ ἁγνὸς ἔρχεται
255 Στρυμών, τὸ πρὸς δύνοντος ἡλίου, κρατῶ.
ὁρίζομαι δὲ τήν τε Περραιβῶν χθόνα,
Πίνδου τε τἀπέκεινα, Παιόνων πέλας,
ὄρη τε Δωδωναῖα· συντέμνει δ᾽ ὅρος
ὑγρᾶς θαλάσσης· τῶνδε τἀπὶ τάδε κρατῶ.
260 αὐτῆς δὲ χώρας Ἀπίας πέδον τόδε
πάλαι κέκληται φωτὸς ἰατροῦ χάριν.
Ἆπις γὰρ ἐλθὼν ἐκ πέρας Ναυπακτίας
ἰατρόμαντις παῖς Ἀπόλλωνος χθόνα
τήνδ᾽ ἐκκαθαίρει κνωδάλων βροτοφθόρων,
265 τὰ δὴ παλαιῶν αἱμάτων μιάσμασι
χρανθεῖσ᾽ ἀνῆκε γαῖα † μηνεῖται ἄκη
δρακονθόμιλον δυσμενῆ ξυνοικίαν.
τούτων ἄκη τομαῖα καὶ λυτήρια
πράξας ἀμέμπτως Ἆπις Ἀργείᾳ χθονὶ
270 μνήμην ποτ᾽ ἀντίμισθον ηὕρετ᾽ ἐν λιταῖς.
ἔχουσα δ᾽ ἤδη τἀπ᾽ ἐμοῦ τεκμήρια
γένος τ᾽ ἂν ἐξεύχοιο καὶ λέγοις πρόσω.
μακράν γε μὲν δὴ ῥῆσιν οὐ στέργει πόλις.
ΧΟ. βραχὺς τορός θ᾽ ὁ μῦθος· Ἀργεῖαι γένος
275 ἐξευχόμεσθα, σπέρματ᾽ εὐτέκνου βοός·
καὶ ταῦτ᾽ ἀληθῆ πάντα προσφύσω λόγῳ.


ΒΑΣΙΛΕΑΣ
Ποιό να ᾽ν᾽ αυτό το ανελληνόστολο το πλήθος
με ξενικιά εντυμή και πέπλα στολισμένο
που προσφωνούμε; βέβαια Αργολική δεν είναι
ουδ᾽ απ᾽ τα μέρη η φορεσιά σας της Ελλάδας.
Μα πώς στη χώρα εδώ τολμήσετε να ρθείτε
άφοβα χωρίς συνοδειά κηρύκων, δίχως
240πρόξενο μ᾽ ούτε κι οδηγό, για με είναι θάμα.
Βέβαια κλαδιά από μέρος σας, κατά τους νόμους
των ικετών, βλέπω στημένα στους βωμούς μας·
μα μόνο απ᾽ το σημάδι αυτό θα ᾽χε η Ελλάδα
να συμπεράνει· όσο για τ᾽ άλλα, πολλ᾽ ακόμα
θα μπορούσε κανείς να στοχασθεί, αν δεν ήταν
εμπρός ο λόγος όλα να τα ξεδιαλύνει.
ΧΟΡΟΣ
Ψέμα δεν είν᾽ αυτά που λες για την στολή μας·
μα εγώ με ποιόν εσέ μιλώ; μ᾽ απλόν πολίτη;
με ραβδούχο του Ερμή; ή μ᾽ άρχοντα της χώρας;
ΒΑΣΙΛΕΑΣ
Μ᾽ όλο το θάρρος λεύτερα μπορείς σε μένα
να μιλάς κι αποκρίνεσαι· γιατί του ντόπιου
250του Παλαίχθονα ο γιος, ο Πελασγός, εγώ είμαι,
αυτής της χώρας ο άρχοντας και που από μένα
το βασιλιά τους φυσικά ονοματισμένοι
οι Πελασγοί καρπίζονται τη χώρα τούτη·
κι όλα τα μέρη, που ο αγνός περνάει Στρυμόνας
κι αφήνει δυτικά, στην εξουσία μου έχω,
κι ακόμα ορίζω και των Περραιβών τη χώρα
και τα κείθ᾽ απ᾽ τον Πίνδο, προς την Παιονία,
και της Δωδώνης τα βουνά, ως εκεί που κόβει
της θάλασσας το σύνορο· αυτούς τους τόπους
ορίζω κάτω ίσαμ᾽ εδώ· μα η χώρα τούτη
260που πατείς τώρα, απ᾽ τα παλιά τα χρόνια Απία
έχει απ᾽ τον Άπη ονομαστεί το γιατρομάντη
του Απόλλωνα το γιο, που από τη Ναυπακτίαν
αντίπερα ήρθε και καθάρισε τη χώρα
από τ᾽ ανθρωποφτόρα κνώδαλα, που η γη μας
μολυσμένη απ᾽ το μίασμα παλιών αιμάτων
ανάδινε, άστρεγη θεριών συντροφιά αγρίων·
μα τέτοια εκείνος μ᾽ άξιο ζήλο για τη χώρα
του Άργους αντίδοτα έφερε και γιατροσόφια
για να την σώσει, που ηύρε δίκια αντιμισθία,
270πάντα να μνημονεύεται στις προσευχές μας.
Κι έτσι αφού τώρα σου ᾽δωκα να με γνωρίσεις,
εμπρός, πες μου λοιπόν και συ τη γενεά σου·
μα ξέρε εδώ δεν αγαπούν τα πολλά λόγια.
ΧΟΡΟΣ
Σύντομα θα ᾽ν᾽ τα λόγια μου κι απλά· η γενιά μας
καυχιόμαστε πως απ᾽ εδώ κρατάει απ᾽ τ᾽ Άργος
κι απ᾽ της καλλίτεκνης το σπέρμα βοϊδομάνας·
πως λέγω αλήθεια, κάθε απόδειξη θα δώσω.