Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ

Ἑλένη (947-997)


ΜΕ. ἐγὼ σὸν οὔτ᾽ ἂν προσπεσεῖν τλαίην γόνυ
οὔτ᾽ ἂν δακρῦσαι βλέφαρα· τὴν Τροίαν γὰρ ἂν
δειλοὶ γενόμενοι πλεῖστον αἰσχύνοιμεν ἄν.
950καίτοι λέγουσιν ὡς πρὸς ἀνδρὸς εὐγενοῦς
ἐν ξυμφοραῖσι δάκρυ᾽ ἀπ᾽ ὀφθαλμῶν βαλεῖν.
ἀλλ᾽ οὐχὶ τοῦτο τὸ καλόν, εἰ καλὸν τόδε,
αἱρήσομαι ᾽γὼ πρόσθε τῆς εὐψυχίας.
ἀλλ᾽, εἰ μὲν ἄνδρα σοι δοκεῖ σῶσαι ξένον
955ζητοῦντά γ᾽ ὀρθῶς ἀπολαβεῖν δάμαρτ᾽ ἐμήν,
ἀπόδος τε καὶ πρὸς σῶσον· εἰ δὲ μὴ δοκεῖ,
ἐγὼ μὲν οὐ νῦν πρῶτον ἀλλὰ πολλάκις
ἄθλιος ἂν εἴην, σὺ δὲ γυνὴ κακὴ φανῆι.
ἃ δ᾽ ἄξι᾽ ἡμῶν καὶ δίκαι᾽ ἡγούμεθα
960καὶ σῆς μάλιστα καρδίας ἀνθάψεται,
λέξω τάδ᾽ ἀμφὶ μνῆμα σοῦ πατρὸς πεσών·
Ὦ γέρον, ὃς οἰκεῖς τόνδε λάινον τάφον,
ἀπόδος, ἀπαιτῶ τὴν ἐμὴν δάμαρτά σε,
ἣν Ζεὺς ἔπεμψε δεῦρό σοι σώιζειν ἐμοί.
965οἶδ᾽ οὕνεχ᾽ ἡμῖν οὔποτ᾽ ἀποδώσεις θανών·
ἀλλ᾽ ἥδε πατέρα νέρθεν ἀνακαλούμενον
οὐκ ἀξιώσει τὸν πρὶν εὐκλεέστατον
κακῶς ἀκοῦσαι· κυρία γάρ ἐστι νῦν.
ὦ νέρτερ᾽ Ἅιδη, καὶ σὲ σύμμαχον καλῶ,
970ὃς πόλλ᾽ ἐδέξω τῆσδ᾽ ἕκατι σώματα
πεσόντα τὠμῶι φασγάνωι, μισθὸν δ᾽ ἔχεις·
ἢ νῦν ἐκείνους ἀπόδος ἐμψύχους πάλιν
ἢ τήνδ᾽ ἀνάγκασόν γ᾽ ἔτ᾽ εὐσεβοῦς πατρὸς
κρείσσω φανεῖσαν †τἄμ᾽ ἀποδοῦναι† λέχη.
975εἰ δ᾽ ἐμὲ γυναῖκα τὴν ἐμὴν συλήσετε,
ἅ σοι παρέλιπεν ἥδε τῶν λόγων φράσω.
ὅρκοις κεκλήιμεθ᾽, ὡς μάθηις, ὦ παρθένε,
πρῶτον μὲν ἐλθεῖν διὰ μάχης σῶι συγγόνωι,
κἀκεῖνον ἢ ᾽μὲ δεῖ θανεῖν· ἁπλοῦς λόγος.
980ἢν δ᾽ ἐς μὲν ἀλκὴν μὴ πόδ᾽ ἀντιθῆι ποδί,
λιμῶι δὲ θηρᾶι τύμβον ἱκετεύοντε νώ,
κτανεῖν δέδοκται τήνδε μοι κἄπειτ᾽ ἐμὸν
πρὸς ἧπαρ ὦσαι δίστομον ξίφος τόδε
τύμβου ᾽πὶ νώτοις τοῦδ᾽, ἵν᾽ αἵματος ῥοαὶ
985τάφου καταστάζωσι· κεισόμεσθα δὲ
νεκρὼ δύ᾽ ἑξῆς τῶιδ᾽ ἐπὶ ξεστῶι τάφωι,
ἀθάνατον ἄλγος σοί, ψόγον δὲ σῶι πατρί.
οὐ γὰρ γαμεῖ τήνδ᾽ οὔτε σύγγονος σέθεν
οὔτ᾽ ἄλλος οὐδείς· ἀλλ᾽ ἐγώ σφ᾽ ἀπάξομαι
990εἰ μὴ πρὸς οἴκους δυνάμεθ᾽ ἀλλὰ πρὸς νεκρούς.
τί ταῦτα; δακρύοις εἰς τὸ θῆλυ τρεπόμενος
ἐλεινὸς ἦν ἂν μᾶλλον ἢ δραστήριος.
κτεῖν᾽, εἰ δοκεῖ σοι· δυσκλεᾶς γὰρ οὐ κτενεῖς·
μᾶλλόν γε μέντοι τοῖς ἐμοῖς πείθου λόγοις,
995ἵν᾽ ἦις δικαία καὶ δάμαρτ᾽ ἐμὴν λάβω.
ΧΟ. ἐν σοὶ βραβεύειν, ὦ νεᾶνι, τοὺς λόγους·
οὕτω δὲ κρῖνον ὡς ἅπασιν ἁνδάνηις.


ΜΕΝ. Δεν θα προσπέσω εγώ στα γόνατά σου
μήτε θα κλάψω. Τα έργα μου στην Τροία
950θα ντρόπιαζα δειλιάζοντας, κι ας λένε
πως κλαίνε κι οι γενναίοι όταν τους βρίσκουν
οι συμφορές. Ωραίο ετούτο, αν είναι
ωραίο· όμως εγώ θα προτιμήσω
τ᾽ αντρίκειο θάρρος. Αν σωστό λογιάζεις
να σώσεις έναν ξένο που γυρεύει
τη γυναίκα του πίσω, τότε δώσ᾽ την
και σώσε τον· αλλιώς η δυστυχία
για με δεν θα ᾽ναι η πρώτη, αλλά κι εσένα
θα σε λένε κακιά. Στον τάφο απάνω
θα ριχτώ του γονιού σου και θα πω όσα
κρίνω για μένα αντάξια και δίκαια
960κι όσα κεντήσουν την καρδιά σου. Γέρο,
που κατοικείς στο πέτρινο αυτό μνήμα,
τη γυναίκα μου δώσ᾽ μου, τη ζητάω·
στην είχε στείλει ο Δίας να τη φυλάξεις
για μένα. Είσαι νεκρός, το ξέρω, κι ούτε
μπορείς να μου την πάρεις πια, μα ετούτη
ποτέ τον τιμημένο της πατέρα
που από τον Κάτω Κόσμο τον καλούμε,
δεν θα δεχτεί να τον κακολογήσουν·
έχει τη δύναμη γι᾽ αυτό. Βοηθό σε κράζω,
βαθύσκιωτε Άδη· πλήθος έχεις λάβει
970κορμιά για την Ελένη απ᾽ το σπαθί μου·
πήρες την αμοιβή σου· τώρα ή φέρ᾽ τους
στη ζωή πάλι, ή ετούτη ανάγκασέ την
να γίνει απ᾽ τον ενάρετο γονιό της
ακόμη πιο καλή και να μου δώσει
τη γυναίκα μου. Αν μου το αρνηθείτε,
θα πω όσα δεν φανέρωσ᾽ η Ελένη. Πρώτα
μάθε, τ᾽ ορκίστηκα να πολεμήσω
τον αδερφό σου κι ένας από τους δυο μας
θα σκοτωθεί· ξεκάθαρα το λέω·
980κι άμα δεν χτυπηθεί μαζί μου κι έχει
στον νου του να μας πιάσει τους ικέτες
στον τάφο με την πείνα, απόφαση έχω
να τη σκοτώσω κι ύστερα να μπήξω
στα σπλάχνα μου το δίκοπο ξιφάρι
στο μνήμα εδώ, να στάζει όλο το αίμα·
κι απάνω στην ταφόπετρα σφαγμένοι
θα μείνουμε, για σένα αιώνιος πόνος
και του γονιού σου ντρόπιασμα· κανένας,
ούτ᾽ ο αδερφός σου, ούτε άλλος θα την πάρει·
990μονάχα εγώ κι αν όχι για την Σπάρτη,
τότε στον Άδη. Αυτά γιατί; Μα εγώ δεν θέλω
κλαίγοντας σα γυναίκα τη συμπόνια·
σαν άντρας ό,τι έχω θα το πράξω.
Σωστό αν το κρίνεις, σκότωσέ με· ωστόσο
δεν θα πεθάνω ατιμασμένος. Κάλλιο
σ᾽ αυτά που λέω θα στέρξεις· έτσι θα ᾽σαι
και δίκαιη και θα πάρω την Ελένη.
ΧΟΡ. Τα λόγια τους εσύ θα κρίνεις, κοίτα
σε όλους η απόφασή σου αυτή ν᾽ αρέσει.