Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΞΕΝΟΦΩΝ

Οἰκονομικός (11.19-11.25)


[11.19] Νὴ τὴν Ἥραν, ἔφην ἐγώ, ὦ Ἰσχόμαχε, ἀρεσκόντως γέ μοι ταῦτα ποιεῖς. τὸ γὰρ ἐν τῷ αὐτῷ χρόνῳ συνεσκευασμένοις χρῆσθαι τοῖς τε πρὸς τὴν ὑγίειαν καὶ τοῖς πρὸς τὴν ῥώμην παρασκευάσμασι καὶ τοῖς εἰς τὸν πόλεμον ἀσκήμασι καὶ ταῖς τοῦ πλούτου ἐπιμελείαις, ταῦτα πάντα ἀγαστά μοι δοκεῖ εἶναι. [11.20] καὶ γὰρ ὅτι ὀρθῶς ἑκάστου τούτων ἐπιμελῇ ἱκανὰ τεκμήρια παρέχῃ· ὑγιαίνοντά τε γὰρ καὶ ἐρρωμένον ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ σὺν τοῖς θεοῖς σε ὁρῶμεν καὶ ἐν τοῖς ἱππικωτάτοις τε καὶ πλουσιωτάτοις λεγόμενόν σε ἐπιστάμεθα.
[11.21] Ταῦτα τοίνυν ἐγὼ ποιῶν, ἔφη, ὦ Σώκρατες, ὑπὸ πολλῶν πάνυ συκοφαντοῦμαι, σὺ δ᾽ ἴσως ᾤου με ἐρεῖν ὡς ὑπὸ πολλῶν καλὸς κἀγαθὸς κέκλημαι.
[11.22] Ἀλλὰ καὶ ἔμελλον δὲ ἐγώ, ἔφην, ὦ Ἰσχόμαχε, τοῦτο ἐρήσεσθαι, εἴ τινα καὶ τούτου ἐπιμέλειαν ποιῇ, ὅπως δύνῃ λόγον διδόναι καὶ λαμβάνειν, ἄν τινί ποτε δέῃ.
Οὐ γὰρ δοκῶ σοι, ἔφη, ὦ Σώκρατες, αὐτὰ ταῦτα διατελεῖν μελετῶν, ἀπολογεῖσθαι μὲν ὅτι οὐδένα ἀδικῶ, εὖ δὲ ποιῶ πολλοὺς ὅσον ἂν δύνωμαι, κατηγορεῖν δὲ οὐ δοκῶ σοι μελετᾶν ἀνθρώπων, ἀδικοῦντας μὲν καὶ ἰδίᾳ πολλοὺς καὶ τὴν πόλιν καταμανθάνων τινάς, εὖ δὲ ποιοῦντας οὐδένα;
[11.23] Ἀλλ᾽ εἰ καὶ ἑρμηνεύειν τοιαῦτα μελετᾷς, τοῦτό μοι, ἔφην ἐγώ, ἔτι, ὦ Ἰσχόμαχε, δήλωσον.
Οὐδὲν μὲν οὖν, ὦ Σώκρατες, παύομαι, ἔφη, λέγειν μελετῶν. ἢ γὰρ κατηγοροῦντός τινος τῶν οἰκετῶν ἢ ἀπολογουμένου ἀκούσας ἐλέγχειν πειρῶμαι, ἢ μέμφομαί τινα πρὸς τοὺς φίλους ἢ ἐπαινῶ, ἢ διαλλάττω τινὰς τῶν ἐπιτηδείων πειρώμενος διδάσκειν ὡς συμφέρει αὐτοῖς φίλους εἶναι μᾶλλον ἢ πολεμίους, [11.24] ‹ἢ› ἐπιτιμῶμέν τινι στρατηγῷ συμπαρόντες, ἢ ἀπολογούμεθα ὑπέρ του, εἴ τις ἀδίκως αἰτίαν ἔχει, ἢ κατηγοροῦμεν πρὸς ἀλλήλους, εἴ τις ἀδίκως τιμᾶται. πολλάκις δὲ καὶ βουλευόμενοι ἃ μὲν ἂν ἐπιθυμῶμεν πράττειν, ταῦτα ἐπαινοῦμεν, ἃ δ᾽ ἂν μὴ βουλώμεθα πράττειν, ταῦτα μεμφόμεθα. [11.25] ἤδη δ᾽, ἔφη, ὦ Σώκρατες, καὶ διειλημμένως πολλάκις ἐκρίθην ὅ τι χρὴ παθεῖν ἢ ἀποτεῖσαι.
Ὑπὸ τοῦ, ἔφην ἐγώ, ὦ Ἰσχόμαχε; ἐμὲ γὰρ δὴ τοῦτο ἐλάνθανεν.
Ὑπὸ τῆς γυναικός, ἔφη.
Καὶ πῶς δή, ἔφην ἐγώ, ἀγωνίζει;
Ὅταν μὲν ἀληθῆ λέγειν συμφέρῃ, πάνυ ἐπιεικῶς· ὅταν δὲ ψευδῆ, τὸν ἥττω λόγον, ὦ Σώκρατες, οὐ μὰ τὸν Δία οὐ δύναμαι κρείττω ποιεῖν.
Καὶ ἐγὼ εἶπον· Ἴσως γάρ, ὦ Ἰσχόμαχε, τὸ ψεῦδος οὐ δύνασαι ἀληθὲς ποιεῖν.


[11.19] «Μά την Ήρα», είπα εγώ, Ισχόμαχε, «αυτά που κάνεις μου αρέσουν. Το να χρησιμοποιείς ταυτόχρονα και με την ίδια διάθεση για προσωπικό σου όφελος τα πρακτικά μέσα που σου δίνουν την υγεία μα και την καλή σωματική δύναμη και τα σχετικά με την προετοιμασία για πολεμικές ασκήσεις και τις ιδιαίτερες φροντίδες για τον ειρηνικό πλούτο, όλα αυτά νομίζω ότι είναι άξια θαυμασμού. [11.20] Και βέβαια, ότι τα φροντίζεις σωστά το καθένα απ᾽ αυτά το έχεις αποδείξει ικανοποιητικά· γιατί και υγιή και δυνατό με τη βοήθεια των θεών, ως επί το πλείστον, σε βλέπουμε και γνωρίζουμε καλά ότι συγκαταλέγεσαι ανάμεσα στους πιο καλούς ιππείς και στους πιο πλούσιους ανθρώπους».
[11.21] «Ενώ λοιπόν εγώ, Σωκράτη, συμπεριφέρομαι με αυτόν τον τρόπο, αναμφίβολα με συκοφαντούν πολλοί· εσύ ίσως φανταζόσουν ότι θα πω πως πράγματι πολλοί με έχουν ονομάσει “καλό και αγαθό”».
[11.22] «Και αυτό, Ισχόμαχε, είχα σκοπό να σε ρωτήσω, αν φροντίζεις και αυτό, πώς θα είσαι ικανός να υπερασπίζεσαι τον εαυτό σου και να διεκδικείς το δίκιο σου, αν παρουσιαστεί ανάγκη».
«Δεν βλέπεις, Σωκράτη, ότι συνεχώς ασκούμαι σε αυτά: να υπερασπίζομαι τον εαυτό μου ότι δεν αδικώ κανένα, απεναντίας ότι ευεργετώ πολλούς, όσο μπορώ· και δεν βλέπεις ότι εξασκούμαι στο να κατηγορώ κυρίως όταν πληροφορούμαι ότι μερικοί άνθρωποι αδικούν πολλούς στα ατομικά τους συμφέροντα και την πόλη τους, ενώ δεν ευεργετούν κανέναν;»
[11.23] «Ακόμη, φανέρωσέ μου και αυτό, Ισχόμαχε, αν προσπαθείς να διευθετήσεις τις διαφορές με τη συζήτηση».
«Ποτέ, Σωκράτη, δεν σταματώ να εξασκούμαι στον ρητορικό λόγο. Αν ακούσω, για παράδειγμα, κάποιον δούλο να κατηγορεί ή να υπερασπίζεται κάποιον, προσπαθώ να τον ελέγξω αποκαθιστώντας την αλήθεια. Ή ακόμη κατηγορώ κάποιον μπροστά στους φίλους μου ή επαινώ ή προσπαθώ να συμφιλιώσω μερικούς φίλους, προσπαθώντας να τους αποδείξω ότι τους συμφέρει περισσότερο να είναι φίλοι παρά εχθροί. [11.24] Ή κατηγορούμε κάποιον στρατηγό όλοι μαζί ή υπερασπιζόμαστε κάποιον, εάν άδικα τον κατηγορούν, ή κατηγορούμε ο ένας τον άλλο, εάν κάποιος άδικα απολαμβάνει τιμές. Πολλές φορές επίσης, καθώς σκεπτόμαστε, επαινούμε αυτά που ενδεχομένως επιθυμούμε να κάνουμε, ενώ κατηγορούμε αυτά που δεν θέλουμε να κάνουμε. [11.25] Άλλωστε», πρόσθεσε, «εγώ πολλές φορές καταδικάστηκα και προσωπικά σε μια τιμωρία ή σε μια αποζημίωση».
«Από ποιόν Ισχόμαχε;» είπα εγώ, «δεν είχα ιδέα».
«Από τη γυναίκα μου», είπε.
«Πώς, λοιπόν», είπα εγώ, «υπερασπίζεσαι τον εαυτό σου για την κατηγορία;»
«Όταν με συμφέρει να πω την αλήθεια, όλα εξελίσσονται ομαλά. Όταν όμως χρειάζεται να πω ένα ψέμα, μά τον Δία, δεν μπορώ να κάνω το άσπρο μαύρο».
Εγώ πρόσθεσα: «Ίσως, Ισχόμαχε, δεν μπορείς να κάνεις το ψέμα αλήθεια».