Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΞΕΝΟΦΩΝ

Οἰκονομικός (10.7-10.13)


[10.7] Καὶ ἐμὲ τοίνυν νόμιζε, εἰπεῖν ἔφη ὁ Ἰσχόμαχος, ὦ γύναι, μήτε ψιμυθίου μήτε ἐγχούσης χρώματι ἥδεσθαι μᾶλλον ἢ τῷ σῷ, ἀλλ᾽ ὥσπερ οἱ θεοὶ ἐποίησαν ἵπποις μὲν ἵππους, βουσὶ δὲ βοῦς ἥδιστον, προβάτοις δὲ πρόβατα, οὕτω καὶ οἱ ἄνθρωποι ἀνθρώπου σῶμα καθαρὸν οἴονται ἥδιστον εἶναι· [10.8] αἱ δ᾽ ἀπάται αὗται τοὺς μὲν ἔξω πως δύναιντ᾽ ἂν ἀνεξελέγκτως ἐξαπατᾶν, συνόντας δὲ ἀεὶ ἀνάγκη ἁλίσκεσθαι, ἂν ἐπιχειρῶσιν ἐξαπατᾶν ἀλλήλους. ἢ γὰρ ἐξ εὐνῆς ἁλίσκονται ἐξανιστάμενοι πρὶν παρασκευάσασθαι ἢ ὑπὸ ἱδρῶτος ἐλέγχονται ἢ ὑπὸ δακρύων βασανίζονται ἢ ὑπὸ λουτροῦ ἀληθινῶς κατωπτεύθησαν.
[10.9] Τί οὖν πρὸς θεῶν, ἔφην ἐγώ, πρὸς ταῦτα ἀπεκρίνατο;
Τί δέ, ἔφη, εἰ μὴ τοῦ ‹γε› λοιποῦ τοιοῦτον μὲν οὐδὲν πώποτε ἔτι ἐπραγματεύσατο, καθαρὰν δὲ καὶ πρεπόντως ἔχουσαν ἐπειρᾶτο ἑαυτὴν ἐπιδεικνύναι. καὶ ἐμὲ μέντοι ἠρώτα εἴ τι ἔχοιμι συμβουλεῦσαι ὡς ἂν τῷ ὄντι καλὴ φαίνοιτο, ἀλλὰ μὴ μόνον δοκοίη. [10.10] καὶ ἐγὼ μέντοι, ὦ Σώκρατες, ἔφη, συνεβούλευον αὐτῇ μὴ δουλικῶς ἀεὶ καθῆσθαι, ἀλλὰ σὺν τοῖς θεοῖς πειρᾶσθαι δεσποτικῶς πρὸς μὲν τὸν ἱστὸν προσστᾶσαν ὅ τι μὲν βέλτιον ἄλλου ἐπίσταιτο ἐπιδιδάξαι, ὅ τι δὲ χεῖρον ἐπιμαθεῖν, ἐπισκέψασθαι δὲ καὶ σιτοποιόν, παραστῆναι δὲ καὶ ἀπομετρούσῃ τῇ ταμίᾳ, περιελθεῖν δ᾽ ἐπισκοπουμένην καὶ εἰ κατὰ χώραν ἔχει ᾗ δεῖ ἕκαστα. ταῦτα γὰρ ἐδόκει μοι ἅμα ἐπιμέλεια εἶναι καὶ περίπατος. [10.11] ἀγαθὸν δὲ ἔφην εἶναι γυμνάσιον καὶ τὸ δεῦσαι καὶ μάξαι καὶ ἱμάτια καὶ στρώματα ἀνασεῖσαι καὶ συνθεῖναι. γυμναζομένην δὲ ἔφην οὕτως ἂν καὶ ἐσθίειν ἥδιον καὶ ὑγιαίνειν μᾶλλον καὶ εὐχροωτέραν φαίνεσθαι τῇ ἀληθείᾳ. [10.12] καὶ ὄψις δέ, ὁπόταν ἀνταγωνίζηται διακόνῳ καθαρωτέρα οὖσα πρεπόντως τε μᾶλλον ἠμφιεσμένη, κινητικὸν γίγνεται ἄλλως τε καὶ ὁπόταν τὸ ἑκοῦσαν χαρίζεσθαι προσῇ ἀντὶ τοῦ ἀναγκαζομένην ὑπηρετεῖν. [10.13] αἱ δ᾽ ἀεὶ καθήμεναι σεμνῶς πρὸς τὰς κεκοσμημένας καὶ ἐξαπατώσας κρίνεσθαι παρέχουσιν ἑαυτάς. καὶ νῦν, ἔφη, ὦ Σώκρατες, οὕτως εὖ ἴσθι ἡ γυνή μου κατεσκευασμένη βιοτεύει ὥσπερ ἐγὼ ἐδίδασκον αὐτὴν καὶ ὥσπερ νῦν σοι λέγω.


[10.7] “Όσο για μένα, λοιπόν, πίστεψέ με, γυναίκα μου”, είπε ο Ισχόμαχος, “δεν μου είναι ευχάριστο το χρώμα του φκιασιδιού ή του ρουζ πιο πολύ από το πραγματικό φυσικό σου χρώμα. Εξάλλου, όπως ακριβώς τα άλογα φκιάχτηκαν από τον θεό να ευχαριστιούνται με το ίδιο τους το σώμα, το ίδιο τα βόδια με τα βόδια, τα πρόβατα με τα πρόβατα, έτσι και οι άνθρωποι νομίζουν πως τη μεγαλύτερη ευχαρίστηση τη δίνει το καθαρό σώμα του ανθρώπου. [10.8] Αυτές οι απάτες μπορούν με κάποιο τρόπο να ξεγελάσουν τους ξένους που δεν μπορούν να διακρίνουν την πραγματικότητα, αλλά όταν οι άνθρωποι ζουν μαζί πάντα είναι αναπόφευκτο να πιαστούν, εάν προσπαθήσουν να εξαπατήσουν ο ένας τον άλλο: ή συλλαμβάνονται, όταν σηκώνονται από το κρεβάτι πριν να προετοιμασθούν, ή αποκαλύπτονται από τον ιδρώτα ή δοκιμάζονται από τα δάκρυα ή μ᾽ ένα βλέμμα την ώρα που είναι στο λουτρό φαίνονται πώς είναι στην πραγματικότητα”».
[10.9] «Στο όνομα των θεών», του είπα, «τί αποκρίθηκε, λοιπόν, σ᾽ αυτά;»
«Τί άλλο», είπε εκείνος, «παρά από εκείνη την ημέρα ποτέ μέχρι τώρα δεν ασχολήθηκε με τίποτε παρόμοιο, αλλά προσπαθούσε να δείχνει τον εαυτό της καθαρό και καθώς πρέπει. Με ρωτούσε αν μπορούσα να τη συμβουλεύσω σε κάτι για να φαίνεται πραγματικά ωραία και όχι να δίνει την εντύπωση μόνο της ωραίας. [10.10] Και ᾽γω, Σωκράτη», είπε, «τη συμβούλευα να μην κάθεται πάντοτε όπως μια δούλα, αλλά με τη βοήθεια των θεών να προσπαθεί να στέκεται όρθια σαν οικοδέσποινα μπροστά στον αργαλειό, και όποιο πράγμα κατέχει καλύτερα από κάποιον άλλον, να το διδάξει, ενώ όποιο χειρότερα, να το μάθει· επίσης, τη συμβούλευα να επιθεωρεί και τη γυναίκα που κάνει το ψωμί, και να παρευρίσκεται βοηθώντας και την οικονόμο, όταν μετρά και αποδίδει λογαριασμό, και να τριγυρίζει και να επιβλέπει, εάν κάθε πράγμα είναι στο μέρος όπου πρέπει να είναι. Γιατί αυτά, σύμφωνα με τη γνώμη μου, είναι και επίβλεψη και περίπατος. [10.11] Είναι, είπα, καλή σωματική άσκηση και το να ανακατώνει η νοικοκυρά αλεύρι και νερό και να ζυμώνει και να τινάζει και να διπλώνει τα ρούχα και τα στρωσίδια. Και εάν γυμναζόταν έτσι, είπα, θα έτρωγε με μεγαλύτερη ευχαρίστηση, θα ήταν πιο υγιής και θα φαινόταν, αληθινά, πιο ροδοκόκκινη. [10.12] Όταν η εμφάνιση μιας οικοδέσποινας συγκρίνεται με μιας υπηρέτριας, επειδή η οικοδέσποινα είναι πιο καθαρή και πολύ πιο ελκυστικά ντυμένη, αυτό της προσφέρει θελκτική χάρη, κυρίως αν πλησιάζει κάποιον από ευχαρίστηση, με τη θέλησή της αντί να προσφέρει όπως η δούλα τις υπηρεσίες της, επειδή την πιέζουν. [10.13] Οι γυναίκες που κάθονται σεμνά μ᾽ έναν αέρα αρχοντιάς παρουσιάζουν οι ίδιες τον εαυτό τους για σύγκριση σε σχέση με τις φιλάρεσκες, τις στολισμένες με απατηλά τεχνάσματα. Και τώρα, είπε, Σωκράτη, να ξέρεις πως, συμβιβασμένη με αυτά που της δίδαξα, η γυναίκα μου ζει όπως ακριβώς στα λέω».