Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΛΑΤΩΝ

Πολιτεία (585d-588a)

[585d] Οὐκοῦν ὅλως τὰ περὶ τὴν τοῦ σώματος θεραπείαν γένη γῶν γενῶν αὖ τῶν περὶ τὴν τῆς ψυχῆς θεραπείαν ἧττον ἀληθείας τε καὶ οὐσίας μετέχει;
Πολύ γε.
Σῶμα δὲ αὐτὸ ψυχῆς οὐκ οἴει οὕτως;
Ἔγωγε.
Οὐκοῦν τὸ τῶν μᾶλλον ὄντων πληρούμενον καὶ αὐτὸ μᾶλλον ὂν ὄντως μᾶλλον πληροῦται ἢ τὸ τῶν ἧττον ὄντων καὶ αὐτὸ ἧττον ὄν;
Πῶς γὰρ οὔ;
Εἰ ἄρα τὸ πληροῦσθαι τῶν φύσει προσηκόντων ἡδύ ἐστι, τὸ τῷ ὄντι καὶ τῶν ὄντων πληρούμενον μᾶλλον μᾶλλον [585e] ὄντως τε καὶ ἀληθεστέρως χαίρειν ἂν ποιοῖ ἡδονῇ ἀληθεῖ, τὸ δὲ τῶν ἧττον ὄντων μεταλαμβάνον ἧττόν τε ἂν ἀληθῶς καὶ βεβαίως πληροῖτο καὶ ἀπιστοτέρας ἂν ἡδονῆς καὶ ἧττον ἀληθοῦς μεταλαμβάνοι.
Ἀναγκαιότατα, ἔφη.
[586a] Οἱ ἄρα φρονήσεως καὶ ἀρετῆς ἄπειροι, εὐωχίαις δὲ καὶ τοῖς τοιούτοις ἀεὶ συνόντες, κάτω, ὡς ἔοικεν, καὶ μέχρι πάλιν πρὸς τὸ μεταξὺ φέρονταί τε καὶ ταύτῃ πλανῶνται διὰ βίου, ὑπερβάντες δὲ τοῦτο πρὸς τὸ ἀληθῶς ἄνω οὔτε ἀνέβλεψαν πώποτε οὔτε ἠνέχθησαν, οὐδὲ τοῦ ὄντος τῷ ὄντι ἐπληρώθησαν, οὐδὲ βεβαίου τε καὶ καθαρᾶς ἡδονῆς ἐγεύσαντο, ἀλλὰ βοσκημάτων δίκην κάτω ἀεὶ βλέποντες καὶ κεκυφότες εἰς γῆν καὶ εἰς τραπέζας βόσκονται χορταζόμενοι καὶ ὀχεύοντες, [586b] καὶ ἕνεκα τῆς τούτων πλεονεξίας λακτίζοντες καὶ κυρίττοντες ἀλλήλους σιδηροῖς κέρασί τε καὶ ὁπλαῖς ἀποκτεινύασι δι᾽ ἀπληστίαν, ἅτε οὐχὶ τοῖς οὖσιν οὐδὲ τὸ ὂν οὐδὲ τὸ στέγον ἑαυτῶν πιμπλάντες.
Παντελῶς, ἔφη ὁ Γλαύκων, τὸν τῶν πολλῶν, ὦ Σώκρατες, χρησμῳδεῖς βίον.
Ἆρ᾽ οὖν οὐκ ἀνάγκη καὶ ἡδοναῖς συνεῖναι μεμειγμέναις λύπαις, εἰδώλοις τῆς ἀληθοῦς ἡδονῆς καὶ ἐσκιαγραφημέναις, [586c] ὑπὸ τῆς παρ᾽ ἀλλήλας θέσεως ἀποχραινομέναις, ὥστε σφοδροὺς ἑκατέρας φαίνεσθαι, καὶ ἔρωτας ἑαυτῶν λυττῶντας τοῖς ἄφροσιν ἐντίκτειν καὶ περιμαχήτους εἶναι, ὥσπερ τὸ τῆς Ἑλένης εἴδωλον ὑπὸ τῶν ἐν Τροίᾳ Στησίχορός φησι γενέσθαι περιμάχητον ἀγνοίᾳ τοῦ ἀληθοῦς;
Πολλὴ ἀνάγκη, ἔφη, τοιοῦτόν τι αὐτὸ εἶναι.
Τί δέ; περὶ τὸ θυμοειδὲς οὐχ ἕτερα τοιαῦτα ἀνάγκη γίγνεσθαι, ὃς ἂν αὐτὸ τοῦτο διαπράττηται ἢ φθόνῳ διὰ φιλοτιμίαν ἢ βίᾳ διὰ φιλονικίαν ἢ θυμῷ διὰ δυσκολίαν, [586d] πλησμονὴν τιμῆς τε καὶ νίκης καὶ θυμοῦ διώκων ἄνευ λογισμοῦ τε καὶ νοῦ;
Τοιαῦτα, ἦ δ᾽ ὅς, ἀνάγκη καὶ περὶ τοῦτο εἶναι.
Τί οὖν, ἦν δ᾽ ἐγώ· θαρροῦντες λέγωμεν ὅτι καὶ περὶ τὸ φιλοκερδὲς καὶ τὸ φιλόνικον ὅσαι ἐπιθυμίαι εἰσίν, αἳ μὲν ἂν τῇ ἐπιστήμῃ καὶ λόγῳ ἑπόμεναι καὶ μετὰ τούτων τὰς ἡδονὰς διώκουσαι, ἃς ἂν τὸ φρόνιμον ἐξηγῆται, λαμβάνωσι, τὰς ἀληθεστάτας τε λήψονται, ὡς οἷόν τε αὐταῖς ἀληθεῖς [586e] λαβεῖν, ἅτε ἀληθείᾳ ἑπομένων, καὶ τὰς ἑαυτῶν οἰκείας, εἴπερ τὸ βέλτιστον ἑκάστῳ, τοῦτο καὶ οἰκειότατον;
Ἀλλὰ μήν, ἔφη, οἰκειότατόν γε.
Τῷ φιλοσόφῳ ἄρα ἑπομένης ἁπάσης τῆς ψυχῆς καὶ μὴ στασιαζούσης ἑκάστῳ τῷ μέρει ὑπάρχει εἴς τε τἆλλα τὰ ἑαυτοῦ πράττειν καὶ δικαίῳ εἶναι, καὶ δὴ καὶ τὰς ἡδονὰς τὰς ἑαυτοῦ ἕκαστον καὶ τὰς βελτίστας καὶ εἰς τὸ δυνατὸν τὰς [587a] ἀληθεστάτας καρποῦσθαι.
Κομιδῇ μὲν οὖν.
Ὅταν δὲ ἄρα τῶν ἑτέρων τι κρατήσῃ, ὑπάρχει αὐτῷ μήτε τὴν ἑαυτοῦ ἡδονὴν ἐξευρίσκειν, τά τε ἄλλ᾽ ἀναγκάζειν ἀλλοτρίαν καὶ μὴ ἀληθῆ ἡδονὴν διώκειν.
Οὕτως, ἔφη.
Οὐκοῦν ἃ πλεῖστον φιλοσοφίας τε καὶ λόγου ἀφέστηκεν, μάλιστ᾽ ἂν τοιαῦτα ἐξεργάζοιτο;
Πολύ γε.
Πλεῖστον δὲ λόγου ἀφίσταται οὐχ ὅπερ νόμου τε καὶ τάξεως;
Δῆλον δή.
Ἐφάνησαν δὲ πλεῖστον ἀφεστῶσαι οὐχ αἱ ἐρωτικαί τε [587b] καὶ τυραννικαὶ ἐπιθυμίαι;
Πολύ γε.
Ἐλάχιστον δὲ αἱ βασιλικαί τε καὶ κόσμιαι;
Ναί.
Πλεῖστον δὴ οἶμαι ἀληθοῦς ἡδονῆς καὶ οἰκείας ὁ τύραννος ἀφεστήξει, ὁ δὲ ὀλίγιστον.
Ἀνάγκη.
Καὶ ἀηδέστατα ἄρα, εἶπον, ὁ τύραννος βιώσεται, ὁ δὲ βασιλεὺς ἥδιστα.
Πολλὴ ἀνάγκη.
Οἶσθ᾽ οὖν, ἦν δ᾽ ἐγώ, ὅσῳ ἀηδέστερον ζῇ τύραννος βασιλέως;
Ἂν εἴπῃς, ἔφη.
Τριῶν ἡδονῶν, ὡς ἔοικεν, οὐσῶν, μιᾶς μὲν γνησίας, δυοῖν [587c] δὲ νόθαιν, τῶν νόθων εἰς τὸ ἐπέκεινα ὑπερβὰς ὁ τύραννος, φυγὼν νόμον τε καὶ λόγον, δούλαις τισὶ δορυφόροις ἡδοναῖς συνοικεῖ, καὶ ὁπόσῳ ἐλαττοῦται οὐδὲ πάνυ ῥᾴδιον εἰπεῖν, πλὴν ἴσως ὧδε.
Πῶς; ἔφη.
Ἀπὸ τοῦ ὀλιγαρχικοῦ τρίτος που ὁ τύραννος ἀφειστήκει· ἐν μέσῳ γὰρ αὐτῶν ὁ δημοτικὸς ἦν.
Ναί.
Οὐκοῦν καὶ ἡδονῆς τρίτῳ εἰδώλῳ πρὸς ἀλήθειαν ἀπ᾽ ἐκείνου συνοικοῖ ἄν, εἰ τὰ πρόσθεν ἀληθῆ;
Οὕτω.
Ὁ δέ γε ὀλιγαρχικὸς ἀπὸ τοῦ βασιλικοῦ αὖ τρίτος, ἐὰν [587d] εἰς ταὐτὸν ἀριστοκρατικὸν καὶ βασιλικὸν τιθῶμεν.
Τρίτος γάρ.
Τριπλασίου ἄρα, ἦν δ᾽ ἐγώ, τριπλάσιον ἀριθμῷ ἀληθοῦς ἡδονῆς ἀφέστηκεν τύραννος.
Φαίνεται.
Ἐπίπεδον ἄρ᾽, ἔφην, ὡς ἔοικεν, τὸ εἴδωλον κατὰ τὸν τοῦ μήκους ἀριθμὸν ἡδονῆς τυραννικῆς ἂν εἴη.
Κομιδῇ γε.
Κατὰ δὲ δύναμιν καὶ τρίτην αὔξην δῆλον δὴ ἀπόστασιν ὅσην ἀφεστηκὼς γίγνεται.
Δῆλον, ἔφη, τῷ γε λογιστικῷ.
Οὐκοῦν ἐάν τις μεταστρέψας ἀληθείᾳ ἡδονῆς τὸν βασιλέα [587e] τοῦ τυράννου ἀφεστηκότα λέγῃ ὅσον ἀφέστηκεν, ἐννεακαιεικοσικαιεπτακοσιοπλασιάκις ἥδιον αὐτὸν ζῶντα εὑρήσει τελειωθείσῃ τῇ πολλαπλασιώσει, τὸν δὲ τύραννον ἀνιαρότερον τῇ αὐτῇ ταύτῃ ἀποστάσει.
Ἀμήχανον, ἔφη, λογισμὸν καταπεφόρηκας τῆς διαφορότητος [588a] τοῖν ἀνδροῖν, τοῦ τε δικαίου καὶ τοῦ ἀδίκου, πρὸς ἡδονήν τε καὶ λύπην.
Καὶ μέντοι καὶ ἀληθῆ καὶ προσήκοντά γε, ἦν δ᾽ ἐγώ, βίοις ἀριθμόν, εἴπερ αὐτοῖς προσήκουσιν ἡμέραι καὶ νύκτες καὶ μῆνες καὶ ἐνιαυτοί.
Ἀλλὰ μήν, ἔφη, προσήκουσιν.
Οὐκοῦν εἰ τοσοῦτον ἡδονῇ νικᾷ ὁ ἀγαθός τε καὶ δίκαιος τὸν κακόν τε καὶ ἄδικον, ἀμηχάνῳ δὴ ὅσῳ πλείονι νικήσει εὐσχημοσύνῃ τε βίου καὶ κάλλει καὶ ἀρετῇ;
Ἀμηχάνῳ μέντοι νὴ Δία, ἔφη.

[585d] Ώστε γενικά όλα όσα χρησιμεύουν στη συντήρηση του σώματος δεν μετέχουν στην αλήθεια και στην ουσία λιγότερο από κείνα που χρησιμεύουν στην εξυπηρέτηση της ψυχής;
Πολύ λιγότερο.
Και για το σώμα δεν νομίζεις το ίδιο άμα το συγκρίνεις με την ψυχή;
Μάλιστα.
Επομένως και εκείνο που γεμίζει από πράγματα ουσιαστικότερα, μετέχει δε και το ίδιο περισσότερο στην ουσία, έχει πιο ουσιαστική πλήρωση από το άλλο που γεμίζει με πράγματα λιγότερο ουσιαστικά, και το ίδιο μετέχει στην ουσία λιγότερο;
Πώς όχι;
Εάν λοιπόν η πλήρωση με πράγματα σύμφωνα με τη φύση είναι ηδονή, αυτό που αληθινά γεμίζει με πράγματα ουσιαστικότερα [585e] θα προκαλεί μια πιο πραγματική και αληθινή χαρά με ηδονήν αληθινή, ενώ εκείνο που δέχεται πράγματα λιγότερο ουσιαστικά θα γεμίζει λιγότερο αληθινά και σίγουρα, και η ηδονή που απολαμβάνει θα είναι λιγότερο αληθινή και βέβαιη.
Είναι απόλυτη ανάγκη να συμβαίνει αυτό.
[586a] Επομένως εκείνοι που δεν γνωρίζουν τί θα ειπεί σοφία και αρετή, και είναι παραδομένοι στις ευωχίες και στις παρόμοιες υλικές απολαύσεις, φέρονται, καθώς φαίνεται, προς τα κάτω και το πολύ έως το μέσον, και σ᾽ όλη τη ζωή τους ανεβοκατεβαίνουν ανάμεσα στα δύο αυτά σημεία, χωρίς ποτέ να μπορέσουν να το ξεπεράσουν και χωρίς ποτέ να σταθούν ικανοί να σηκώσουν τα βλέμματά τους προς το αληθινά απάνω, ούτε πραγματικά να απολαύσουν το αληθινά ον και να γευθούν τη γνήσια και καθαρήν ηδονή· αλλά πάντα βλέποντας προς τα κάτω, σαν ζώα, και σκυμμένοι στη γη και σε τραπέζια βόσκουν χορταίνοντας την κοιλιά τους και τις σαρκικές τους επιθυμίες, [586b] και από την πλεονεξία αυτών των ηδονών κλωτσούν και χτυπούν με τα κέρατα ο ένας τον άλλο, και στο τέλος σκοτώνονται μεταξύ τους με σιδερένια κέρατα και οπλές από την απληστία τους, γιατί δεν είναι σε θέση να γεμίσουν με πράγματα ουσιαστικά εκείνο το μέρος του εαυτού των που μετέχει στο ον και είναι το μόνο που μπορεί να δεχτεί αληθινή πλήρωση.
Πιστότατα σαν χρησμολόγος απεικόνισες τον βίο των πολλών, Σωκράτη.
Δεν είναι λοιπόν ανάγκη και να γνωρίζουν μόνο ηδονές ανάμεικτες με λύπες, είδωλα της αληθινής ηδονής και ατυχείς σκιαγραφίες [586c] που παίρνουν χρώμα μόνο από την αντιπαράθεση της μιας προς την άλλη, έτσι ώστε να φαίνουνται έντονες και οι δύο και να γεννούν λυσσώδεις έρωτες στους άφρονες και να γίνουνται τόσο περιμάχητες, όπως έγινε, κατά τον Στησίχορο, περιμάχητο το είδωλο της Ελένης στους μαχητές της Τροίας, επειδή δεν εγνώριζαν την αληθινή Ελένη;
Πραγματικά κάτι τέτοιο θα συμβαίνει κατ᾽ ανάγκη και μ᾽ αυτό.
Αλλά πώς; το ίδιο δεν θα συμβαίνει κατ᾽ ανάγκη και με το θυμοειδές, όταν η φιλοδοξία υποδαυλιζόμενη από τον φθόνο, η φιλονικία από την αυθαιρεσία και η δυστροπία από την οργή [586d] σπρώχνουν τον άνθρωπο να επιδιώκει δίχως νου και κρίση την πλησμονή της τιμής, της νίκης και του θυμού;
Τέτοια θα συμβαίνουν κατ᾽ ανάγκη και μ᾽ αυτό.
Τί λοιπόν; δεν μπορούμε να πούμε με θάρρος ότι και οι επιθυμίες που ανήκουν σ᾽ αυτά τα δύο μέρη της ψυχής, το φιλοκερδές και το φιλόνικο, όταν οδηγούνται από την επιστήμη και το λογικό, και με τη δική τους καθοδήγηση επιδιώκουν μόνο εκείνες τις ηδονές που υποδείχνει η φρόνηση, θα δοκιμάσουν τότε τις ηδονές τις πιο αληθινές και τις πιο σύμφωνες με τη φύση τους που είναι ποτέ δυνατόν [586e] να αισθανθούν, εφόσον ακολουθούν την αλήθεια και αφού το συμφερότερο σε κάθε πράγμα είναι συγχρόνως και το συμφωνότερο με τη φύση του;
Και βέβαια είναι το συμφωνότερο με τη φύση του.
Όταν λοιπόν ολόκληρη η ψυχή πηγαίνει πίσω από το φιλόσοφο μέρος της και δεν στασιάζει, τότε καθένα από τα μέρη της όχι μόνο περιορίζεται στο δικό του έργο, σύμφωνα με τον ορισμό της δικαιοσύνης, αλλά και απολαμβάνει τις ηδονές που του ανήκουν, τις πιο καλές και τις [587a] αληθινότερες που μπορεί να καρπωθεί.
Χωρίς αμφιβολία.
Ενώ απεναντίας, όταν επικρατήσει κανένα από τα δύο άλλα μέρη της ψυχής, συμβαίνει τότε και αυτό το ίδιο να μη μπορεί να βρει την ηδονή που του προσιδιάζει, και τα άλλα να εξαναγκάζει να επιδιώκουν ηδονές ξένες προς τη φύση τους και όχι αληθινές.
Έτσι είναι.
Ώστε εκείνα που περισσότερο απέχουν από τη φιλοσοφία και τον ορθό λόγο, αυτά δεν είναι που μπορούν να φέρουν τέτοια αποτελέσματα;
Χωρίς άλλο.
Και δεν απέχει ένα πράγμα από τον ορθό λόγο όσο περισσότερο απέχει από τον νόμο και την τάξη;
Φανερό.
Και δεν βρήκαμε ότι περισσότερο από κάθε άλλο απέχουν οι ερωτικές [587b] και οι τυραννικές επιθυμίες;
Μάλιστα.
Και λιγότερο οι βασιλικές και οι κόσμιες;
Ναι.
Επομένως περισσότερο θα απέχει από την αληθινή και προσιδιάζουσα στον άνθρωπο ηδονή ο τύραννος, και λιγότερο ο βασιλεύς.
Κατ᾽ ανάγκη.
Επομένως αηδέστατη θα είναι η ζωή του τυράννου και ευχαριστότατη η ζωή του βασιλέως.
Αυτό είναι αναμφισβήτητο.
Και γνωρίζεις πόσο αηδέστερα ζει ο τύραννος από τον βασιλέα;
Αν μου το πεις…
Υπάρχουν, καθώς παραδεχθήκαμε, τρεις ηδονές, μια γνήσια και δύο [587c] νόθες· ο τύραννος λοιπόν, εχθρός του νόμου και του ορθού λόγου, και τριγυρισμένος από ακολουθίαν ηδονών δουλικών, βρίσκεται στο ακρότατο σημείο των νόθων ηδονών, και πόσο υστερεί κατά την ευτυχία είναι δύσκολο να το ορίσομε, εκτός ίσως με τον εξής τρόπο.
Ποιόν;
Ο τύραννος έρχεται στη σειρά τρίτος, έπειτ᾽ από τον ολιγαρχικό, γιατί στη μέση αυτών των δύο βρίσκεται ο δημοκρατικός.
Μάλιστα.
Επομένως, αν όσα είπαμε παραπάνω είναι αληθινά, το είδωλο της ηδονής που απολαμβάνει ο τύραννος έχει από την αλήθεια τρεις φορές μεγαλύτερη απόσταση, σχετικά με την ηδονή του ολιγαρχικού.
Ναι.
Και ο ολιγαρχικός πάλι έρχεται τρίτος στη σειρά έπειτα από τον βασιλικό, αν [587d] λογαριάσομε ένα πρόσωπο τον αριστοκρατικό και τον βασιλικό.
Βέβαια τρίτος.
Ώστε ο τύραννος απέχει από την αληθινή ηδονή το τριπλάσιο του τριπλασίου.
Φανερό.
Θα μπορούσε λοιπόν το είδωλο της ηδονής του τυράννου, με βάση το μήκος, να παρασταθεί μ᾽ έναν επίπεδο αριθμό.
Μάλιστα.
Εάν τώρα πολλαπλασιάσομε αυτό τον αριθμό με τον εαυτό του και τον υψώσομε στην τρίτη του δύναμη, γίνεται φανερό σε πόσην απόσταση βρίσκεται από την αληθινή ηδονή.
Φανερό σ᾽ έναν μαθηματικό που μπορεί να την υπολογίσει.
Εάν λοιπόν τώρα αντιστρέψομε αυτή την αναλογία και ζητήσομε ποιά είναι η απόσταση του βασιλέως [587e] από τον τύραννο ως προς την αλήθεια της ηδονής, θα βρούμε, ως εξαγόμενο του πολλαπλασιασμού, ότι ο βασιλεύς ζει επτακόσιες είκοσι εννέα φορές πιο ευχάριστα από τον τύραννο, και ο τύραννος πιο δυσάρεστα από τον βασιλέα άλλες τόσες φορές.
Καταπληκτικός είναι αυτός ο υπολογισμός της διαφοράς [588a] που έστησες μεταξύ του δικαίου και του αδίκου ως προς την ηδονή και τη λύπη.
Αληθινός όμως αριθμός, αφού εκφράζει ακριβώς τη ζωή που τους ανήκει, όπως τους ανήκουν οι ημέρες τους και οι νύχτες και οι μήνες και τα έτη.
Πραγματικά τους ανήκει.
Αφού λοιπόν τόσον υπερέχει κατά την ηδονή ο αγαθός και δίκαιος από τον κακό και άδικο, φαντάσου τώρα πόσο άπειρα πρέπει να υπερέχει κατά την κοσμιότητα του βίου, κατά την ωραιότητα και κατά την αρετή.
Βέβαια άπειρα.