Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΛΑΤΩΝ

Μενέξενος (247e-249c)


Πάλαι γὰρ δὴ τὸ Μηδὲν ἄγαν λεγόμενον καλῶς δοκεῖ λέγεσθαι· τῷ γὰρ ὄντι εὖ λέγεται. ὅτῳ γὰρ ἀνδρὶ εἰς ἑαυτὸν ἀνήρτηται πάντα τὰ πρὸς εὐδαιμονίαν [248a] φέροντα ἢ ἐγγὺς τούτου, καὶ μὴ ἐν ἄλλοις ἀνθρώποις αἰωρεῖται ἐξ ὧν ἢ εὖ ἢ κακῶς πραξάντων πλανᾶσθαι ἠνάγκασται καὶ τὰ ἐκείνου, τούτῳ ἄριστα παρεσκεύασται ζῆν, οὗτός ἐστιν ὁ σώφρων καὶ οὗτος ὁ ἀνδρεῖος καὶ φρόνιμος· οὗτος γιγνομένων χρημάτων καὶ παίδων καὶ διαφθειρομένων μάλιστα πείσεται τῇ παροιμίᾳ· οὔτε γὰρ χαίρων οὔτε λυπούμενος ἄγαν φανήσεται διὰ τὸ αὑτῷ πεποιθέναι. τοιούτους [248b] δὲ ἡμεῖς γε ἀξιοῦμεν καὶ τοὺς ἡμετέρους εἶναι καὶ βουλόμεθα καὶ φαμέν, καὶ ἡμᾶς αὐτοὺς νῦν παρέχομεν τοιούτους, οὐκ ἀγανακτοῦντας οὐδὲ φοβουμένους ἄγαν εἰ δεῖ τελευτᾶν ἐν τῷ παρόντι. δεόμεθα δὴ καὶ πατέρων καὶ μητέρων τῇ αὐτῇ ταύτῃ διανοίᾳ χρωμένους τὸν ἐπίλοιπον βίον διάγειν, καὶ εἰδέναι ὅτι οὐ θρηνοῦντες οὐδὲ ὀλοφυρόμενοι ἡμᾶς ἡμῖν μάλιστα χαριοῦνται, ἀλλ᾽ εἴ τις ἔστι τοῖς τετελευτηκόσιν αἴσθησις [248c] τῶν ζώντων, οὕτως ἀχάριστοι εἶεν ἂν μάλιστα, ἑαυτούς τε κακοῦντες καὶ βαρέως φέροντες τὰς συμφοράς· κούφως δὲ καὶ μετρίως μάλιστ᾽ ἂν χαρίζοιντο. τὰ μὲν γὰρ ἡμέτερα τελευτὴν ἤδη ἕξει ἥπερ καλλίστη γίγνεται ἀνθρώποις, ὥστε πρέπει αὐτὰ μᾶλλον κοσμεῖν ἢ θρηνεῖν· γυναικῶν δὲ τῶν ἡμετέρων καὶ παίδων ἐπιμελούμενοι καὶ τρέφοντες καὶ ἐνταῦθα τὸν νοῦν τρέποντες τῆς τε τύχης μάλιστ᾽ ἂν εἶεν ἐν λήθῃ καὶ [248d] ζῷεν κάλλιον καὶ ὀρθότερον καὶ ἡμῖν προσφιλέστερον.
Ταῦτα δὴ ἱκανὰ τοῖς ἡμετέροις παρ᾽ ἡμῶν ἀγγέλλειν· τῇ δὲ πόλει παρακελευοίμεθ᾽ ἂν ὅπως ἡμῖν καὶ πατέρων καὶ ὑέων ἐπιμελήσονται, τοὺς μὲν παιδεύοντες κοσμίως, τοὺς δὲ γηροτροφοῦντες ἀξίως· νῦν δὲ ἴσμεν ὅτι καὶ ἐὰν μὴ ἡμεῖς παρακελευώμεθα, ἱκανῶς ἐπιμελήσεται.
Ταῦτα οὖν, ὦ παῖδες καὶ γονῆς τῶν τελευτησάντων, ἐκεῖνοί [248e] τε ἐπέσκηπτον ἡμῖν ἀπαγγέλλειν, καὶ ἐγὼ ὡς δύναμαι προθυμότατα ἀπαγγέλλω· καὶ αὐτὸς δέομαι ὑπὲρ ἐκείνων, τῶν μὲν μιμεῖσθαι τοὺς αὑτῶν, τῶν δὲ θαρρεῖν ὑπὲρ αὑτῶν, ὡς ἡμῶν καὶ ἰδίᾳ καὶ δημοσίᾳ γηροτροφησόντων ὑμᾶς καὶ ἐπιμελησομένων, ὅπου ἂν ἕκαστος ἑκάστῳ ἐντυγχάνῃ ὁτῳοῦν τῶν ἐκείνων. τῆς δὲ πόλεως ἴστε που καὶ αὐτοὶ τὴν ἐπιμέλειαν, ὅτι νόμους θεμένη περὶ τοὺς τῶν ἐν τῷ πολέμῳ τελευτησάντων παῖδάς τε καὶ γεννήτορας ἐπιμελεῖται, καὶ [249a] διαφερόντως τῶν ἄλλων πολιτῶν προστέτακται φυλάττειν ἀρχῇ ἥπερ μεγίστη ἐστίν, ὅπως ἂν οἱ τούτων μὴ ἀδικῶνται πατέρες τε καὶ μητέρες· τοὺς δὲ παῖδας συνεκτρέφει αὐτή, προθυμουμένη ὅτι μάλιστ᾽ ἄδηλον αὐτοῖς τὴν ὀρφανίαν γενέσθαι, ἐν πατρὸς σχήματι καταστᾶσα αὐτοῖς αὐτὴ ἔτι τε παισὶν οὖσιν, καὶ ἐπειδὰν εἰς ἀνδρὸς τέλος ἴωσιν, ἀποπέμπει ἐπὶ τὰ σφέτερ᾽ αὐτῶν πανοπλίᾳ κοσμήσασα, ἐνδεικνυμένη καὶ ἀναμιμνῄσκουσα τὰ τοῦ πατρὸς ἐπιτηδεύματα ὄργανα τῆς πατρῴας [249b] ἀρετῆς διδοῦσα, καὶ ἅμα οἰωνοῦ χάριν ἄρχεσθαι ἰέναι ἐπὶ τὴν πατρῴαν ἑστίαν ἄρξοντα μετ᾽ ἰσχύος ὅπλοις κεκοσμημένον. αὐτοὺς δὲ τοὺς τελευτήσαντας τιμῶσα οὐδέποτε ἐκλείπει, καθ᾽ ἕκαστον ἐνιαυτὸν αὐτὴ τὰ νομιζόμενα ποιοῦσα κοινῇ πᾶσιν ἅπερ ἑκάστῳ ἰδίᾳ γίγνεται, πρὸς δὲ τούτοις ἀγῶνας γυμνικοὺς καὶ ἱππικοὺς τιθεῖσα καὶ μουσικῆς πάσης, καὶ ἀτεχνῶς τῶν μὲν τελευτησάντων ἐν κληρονόμου καὶ ὑέος [249c] μοίρᾳ καθεστηκυῖα, τῶν δὲ ὑέων ἐν πατρός, γονέων δὲ τῶν τούτων ἐν ἐπιτρόπου, πᾶσαν πάντων παρὰ πάντα τὸν χρόνον ἐπιμέλειαν ποιουμένη. ὧν χρὴ ἐνθυμουμένους πρᾳότερον φέρειν τὴν συμφοράν· τοῖς τε γὰρ τελευτήσασι καὶ τοῖς ζῶσιν οὕτως ἂν προσφιλέστατοι εἶτε καὶ ῥᾷστοι θεραπεύειν τε καὶ θεραπεύεσθαι. νῦν δὲ ἤδη ὑμεῖς τε καὶ οἱ ἄλλοι πάντες κοινῇ κατὰ τὸν νόμον τοὺς τετελευτηκότας ἀπολοφυράμενοι ἄπιτε.


»Το γνωμικό «Τίποτα πιο πολύ απ᾽ ό,τι πρέπει», που λέγεται απ᾽ τα πιο παλιά χρόνια, φαίνεται πως πολύ σωστά λέγεται, γιατί στ᾽ αληθινά είναι ο πιο σωστός λόγος. Πράγματι ο άντρας, που εξαρτάει μονάχα από τον εαυτό του και τις δικές του δυνάμεις όλα εκείνα που οδηγούν στην ευτυχία [248a] ή σιμά στην ευτυχία και δεν αφήνει να κρέμεται η ζωή του απ᾽ τη ζωή των άλλων ανθρώπων που η επιτυχία τους ή η αποτυχία τους δεν μπορεί παρά να ᾽χει κατ᾽ ανάγκη τον αντίχτυπό της και στη δική του τη ζωή, αυτός είναι ο καλύτερα από κάθε άλλον προετοιμασμένος και οπλισμένος για τον αγώνα της ζωής. Αυτός ο άντρας είναι ο σώφρων κι αυτός είναι ο ηρωικός και ο γνωστικός· και πλούτη και παιδιά ν᾽ αποχτήσει στη ζωή του και να τα χάσει, απάνω απ᾽ όλα ως κανόνα της ζωής του θα ᾽χει το πιο πάνω γνωμικό· γιατί πράγματι δε θα φανεί ποτέ πως χαίρεται ή λυπάται πέρ᾽ απ᾽ ό,τι πρέπει, γιατί θα ᾽χει σ᾽ όλη τη ζωή του πεποίθηση μοναχά στον εαυτό του και στις εσωτερικές του δυνάμεις. Τέτοιοι [248b] έχουμε την αξίωση και θέλουμε να ᾽ναι και οι δικοί μας και διακηρύσσουμε πως πράγματι είναι. Και τέτοιοι δειχνόμαστε στη στιγμή αυτή κι εμείς οι ίδιοι κι ούτε λυπόμαστε ή φοβόμαστε πάρα πολύ αν πρέπει και μας μέλλει να πεθάνουμε τώρα. Θερμοπαρακαλάμε λοιπόν και ικετεύουμε τους πατέρες μας και τις μητέρες μας με το πνεύμα αυτό να περνούνε τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής τους, και να ξέρουν πως με τα κλάματά τους και τα σκουξίματα και τα μοιρολογήματά τους για το θάνατό μας δε θα μας ευχαριστήσουν πιο πολύ, αλλά πως, αν αισθάνονται οι νεκροί κάτι [248c] για κείνους που είναι στη ζωή, βαθιά θα μας πικράνουν και θα μας λυπήσουν, αν ταλαιπωρούνε και βασανίζουνε σκληρά τους εαυτούς τους και υποφέρνουνε βαριά τις συφορές τους· απεναντίας θα μας χαρίζουν την πιο μεγάλη χαρά, αν κυριαρχούνε τον εαυτό τους και υπομένουνε με ηρεμία τον πόνο τους. Γιατί η ζωή μας θα ᾽χει στ᾽ αληθινά τ᾽ ωραιότατο τέλος που μπορεί να ᾽χει η ζωή για μας τους θνητούς ανθρώπους, ώστε πρέπει περισσότερο να υμνούμε και να δοξολογάμε τη ζωή, παρά να κλαίμε και να μοιρολογάμε γι᾽ αυτή. Όσο δα για τις οικογένειές μας, αν οι γονείς μας γνοιάζονται στο μέλλον για τις γυναίκες μας και τα παιδιά μας και φροντίζουν κι έχουνε το νου τους πώς να θρεφτούν καλύτερα και πώς να καλοπερνούνε στη ζωή τους, θα ᾽ναι τ᾽ ωραιότερο που θα ᾽χουν να κάμουν στο υπόλοιπο της ζωής τους και το καλύτερο για να ξεχάσουνε τη μοίρα τους και [248d] να ζούνε καλύτερα και ωραιότερα και σε μας αγαπητότερα.
»Αυτά είναι τα μηνύματά μας, που θεωρούμε αρκετά για ν᾽ απευθύνουμε στους δικούς μας. Την πολιτεία μας όμως έχουμε να παραινέσουμε να γνοιαστεί και για τους γονείς μας και για τα παιδιά μας, πώς να εκπαιδευτούν τούτα και να διαπλαστούν με ήθος κόσμιο και σεμνό, και πώς να γεροκομηθούν εκείνοι στα γεράματά τους με αξιοπρέπεια όπως αξίζει στους γονείς ηρώων· αλλ᾽ είμαστε απόλυτα βέβαιοι πως και χωρίς την παραίνεσή μας αυτή η πατρίδα μας θα γνοιαστεί για τους δικούς μας και θα κάμει όπως πρέπει το χρέος της».
Αυτά λοιπόν είναι, παιδιά και γονείς των πεθαμένων ηρώων της πατρίδας μας, τα μηνύματα που κι εκείνοι [248e] μας παράγγειλαν να σας μεταδώσουμε κι εγώ τώρα, όσο μπορώ, σας απαγγέλλω μ᾽ όλη την καρδιά μου. Κι εγώ ο ίδιος για χάρη εκείνων σας παρακαλώ και σας παραινώ, τα παιδιά τους να ᾽χουν ως πρότυπο και να μιμούνται στη ζωή τους τους πατέρες τους, και οι γονείς τους για το καλό τους να παρηγοριούνται και να ᾽χουν θάρρος στη ζωή τους, γιατί και η πολιτεία και όλοι εμείς οι συμπατριώτες σας, και ο καθένας χωριστά κι όλοι μαζί ενωμένοι, θα φροντίσουμε για να σας γεροκομήσουμε όπως πρέπει στα γεράματά σας και θα σας προστατεύσουμε σε κάθε περίσταση κι όπου κι αν τύχει και συναντάμε στη ζωή μας όποιον και να ᾽ναι από τους γονείς εκείνων που πεθάναν για την πατρίδα τους. Όσο για την πολιτεία και σεις οι ίδιοι ξέρετε πολύ καλά πως φροντίζει και προστατεύει πάντα τις οικογένειες των πολεμιστών που έπεσαν στους πολέμους, πως έχει θεσπίσει νόμους που προστατεύουν τα παιδιά τους και τους γονείς τους και [249a] πως έχει αναθέσει στον ανώτατο απ᾽ όλους τους άρχοντές της να επιβλέπει ξεχωριστά και περισσότερο γι᾽ αυτούς παρά για όλους τους άλλους πολίτες, πώς να μη γίνεται από κανέναν καμιά αδικία στους πατέρες τους και στις μητέρες τους όσο ζουνε. Για των παιδιών τους επίσης φροντίζει την κοινή διαπαιδαγώγηση και ανατροφή κι απάνω απ᾽ όλα ενδιαφέρεται και πασκίζει πώς να μην αισθάνονται καθόλου την ορφάνια τους στη ζωή τους. Όσο είναι ακόμα παιδιά τούς φέρνεται στοργικά σα να ᾽ναι η ίδια η πολιτεία ο αληθινός πατέρας τους κι όταν μεγαλώσουν και γίνουν πια άντρες, τα στέλνει στα σπίτια τους αφού τα στολίσει πρωτύτερα με λαπρή πολεμική πανοπλία. Έτσι χαρίζοντάς τους τα όργανα της πατρικής πολεμικής αντρείας θέλει να τους δείχνει και να τους θυμίζει ολοένα τον ηρωισμό και τους πολεμικούς άθλους των πατέρων τους· [249b] συνάμα το ᾽χει συμβολικά ως ωραίο οιωνό να ᾽ναι ο νιος αρματοστολισμένος τη στιγμή που πρωτομπαίνει στην πατρική του εστία για να διαφεντέψει με στιβαρό κι αντρίκειο χέρι το νοικοκυριό του. Κοντά σ᾽ όλ᾽ αυτά η πολιτεία μας δεν παύει ποτέ να τιμάει όπως πρέπει τους ηρωικούς νεκρούς της των πολέμων. Κάθε χρόνο οργανώνει προς τιμή τους την καθιερωμένη απ᾽ το νόμο δημόσια πανηγυρική τελετή, όπου γίνονται για όλους μαζί τους πεθαμένους στους πολέμους μας όσα είναι έθιμο στην πόλη μας να γίνονται για τον καθένα χωριστά από τους δικούς του· ταυτόχρονα και για τον ίδιο σκοπό οργανώνει γυμνικούς και ιππικούς αγώνες και αγώνες κάθε λογής μουσικής. Κοντολογίς η πολιτεία έχει σύμφωνα με το νόμο απέναντι των νεκρών των πολέμων τη θέση κληρονόμου και γιου, [249c] απέναντι των παιδιών τους τη θέση πατέρα και απέναντι των γονιών τους τη θέση κηδεμόνα, και γενικά φροντίζει και προστατεύει όλους με κάθε τρόπο και σ᾽ όλη τους τη ζωή. Όλ᾽ αυτά πρέπει να φέρνετε πάντα στη μνήμη σας στο μέλλον και με τη θύμησή τους να πραΰνετε τον πόνο σας και να υποφέρνετε πιο γαλήνια τη συφορά σας. Έτσι και σ᾽ εκείνους που πέθαναν και σ᾽ αυτούς που κρατιόνται ακόμα στη ζωή θα ᾽στε αγαπητότατοι κι ευκολότατο θα ᾽ναι κι εσείς να προστατεύετε τους άλλους κι οι άλλοι να προστατεύουν εσάς. Και τώρα κι εσείς κι όλοι οι άλλοι αφού εκάματε το χρέος σας κι εκλάψατε μαζί μ᾽ όλη την πολιτεία, όπως είναι έθιμο κι επιβάλλει ο νόμος, τους νεκρούς που έδωσαν ως ήρωες τη ζωή τους για την πατρίδα τους, άστε στο καλό».