Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΛΑΤΩΝ

Μενέξενος (240a-241e)


Αἰτιασάμενος δὲ Δαρεῖος ἡμᾶς τε καὶ Ἐρετριᾶς, Σάρδεσιν ἐπιβουλεῦσαι προφασιζόμενος, πέμψας μυριάδας μὲν πεντήκοντα ἔν τε πλοίοις καὶ ναυσίν, ναῦς δὲ τριακοσίας, Δᾶτιν δὲ ἄρχοντα, εἶπεν ἥκειν ἄγοντα Ἐρετριᾶς καὶ Ἀθηναίους, εἰ βούλοιτο τὴν [240b] ἑαυτοῦ κεφαλὴν ἔχειν· ὁ δὲ πλεύσας εἰς Ἐρέτριαν ἐπ᾽ ἄνδρας οἳ τῶν τότε Ἑλλήνων ἐν τοῖς εὐδοκιμώτατοι ἦσαν τὰ πρὸς τὸν πόλεμον καὶ οὐκ ὀλίγοι, τούτους ἐχειρώσατο μὲν ἐν τρισὶν ἡμέραις, διηρευνήσατο δὲ αὐτῶν πᾶσαν τὴν χώραν, ἵνα μηδεὶς ἀποφύγοι, τοιούτῳ τρόπῳ· ἐπὶ τὰ ὅρια ἐλθόντες τῆς Ἐρετρικῆς οἱ στρατιῶται αὐτοῦ, ἐκ θαλάττης εἰς θάλατταν διαστάντες, συνάψαντες τὰς χεῖρας διῆλθον ἅπασαν τὴν [240c] χώραν, ἵν᾽ ἔχοιεν τῷ βασιλεῖ εἰπεῖν ὅτι οὐδεὶς σφᾶς ἀποπεφευγὼς εἴη. τῇ δ᾽ αὐτῇ διανοίᾳ κατηγάγοντο ἐξ Ἐρετρίας εἰς Μαραθῶνα, ὡς ἕτοιμόν σφισιν ὂν καὶ Ἀθηναίους ἐν τῇ αὐτῇ ταύτῃ ἀνάγκῃ ζεύξαντας Ἐρετριεῦσιν ἄγειν. τούτων δὲ τῶν μὲν πραχθέντων, τῶν δ᾽ ἐπιχειρουμένων οὔτ᾽ Ἐρετριεῦσιν ἐβοήθησεν Ἑλλήνων οὐδεὶς οὔτε Ἀθηναίοις πλὴν Λακεδαιμονίων —οὗτοι δὲ τῇ ὑστεραίᾳ τῆς μάχης ἀφίκοντο— οἱ δ᾽ ἄλλοι πάντες ἐκπεπληγμένοι, ἀγαπῶντες τὴν [240d] ἐν τῷ παρόντι σωτηρίαν, ἡσυχίαν ἦγον. ἐν τούτῳ δὴ ἄν τις γενόμενος γνοίη οἷοι ἄρα ἐτύγχανον ὄντες τὴν ἀρετὴν οἱ Μαραθῶνι δεξάμενοι τὴν τῶν βαρβάρων δύναμιν καὶ κολασάμενοι τὴν ὑπερηφανίαν ὅλης τῆς Ἀσίας καὶ πρῶτοι στήσαντες τρόπαια τῶν βαρβάρων, ἡγεμόνες καὶ διδάσκαλοι τοῖς ἄλλοις γενόμενοι ὅτι οὐκ ἄμαχος εἴη ἡ Περσῶν δύναμις, ἀλλὰ πᾶν πλῆθος καὶ πᾶς πλοῦτος ἀρετῇ ὑπείκει. ἐγὼ μὲν οὖν ἐκείνους [240e] τοὺς ἄνδρας φημὶ οὐ μόνον τῶν σωμάτων τῶν ἡμετέρων πατέρας εἶναι, ἀλλὰ καὶ τῆς ἐλευθερίας τῆς τε ἡμετέρας καὶ συμπάντων τῶν ἐν τῇδε τῇ ἠπείρῳ· εἰς ἐκεῖνο γὰρ τὸ ἔργον ἀποβλέψαντες καὶ τὰς ὑστέρας μάχας ἐτόλμησαν διακινδυνεύειν οἱ Ἕλληνες ὑπὲρ τῆς σωτηρίας, μαθηταὶ τῶν Μαραθῶνι γενόμενοι.
Τὰ μὲν οὖν ἀριστεῖα τῷ λόγῳ ἐκείνοις [241a] ἀναθετέον, τὰ δὲ δευτερεῖα τοῖς περὶ Σαλαμῖνα καὶ ἐπ᾽ Ἀρτεμισίῳ ναυμαχήσασι καὶ νικήσασι. καὶ γὰρ τούτων τῶν ἀνδρῶν πολλὰ μὲν ἄν τις ἔχοι διελθεῖν, καὶ οἷα ἐπιόντα ὑπέμειναν κατά τε γῆν καὶ κατὰ θάλατταν, καὶ ὡς ἠμύναντο ταῦτα· ὃ δέ μοι δοκεῖ καὶ ἐκείνων κάλλιστον εἶναι, τούτου μνησθήσομαι, ὅτι τὸ ἑξῆς ἔργον τοῖς Μαραθῶνι διεπράξαντο. οἱ μὲν γὰρ Μαραθῶνι τοσοῦτον μόνον ἐπέδειξαν τοῖς Ἕλλησιν, ὅτι [241b] κατὰ γῆν οἷόν τε ἀμύνασθαι τοὺς βαρβάρους ὀλίγοις πολλούς, ναυσὶ δὲ ἔτι ἦν ἄδηλον καὶ δόξαν εἶχον Πέρσαι ἄμαχοι εἶναι κατὰ θάλατταν καὶ πλήθει καὶ πλούτῳ καὶ τέχνῃ καὶ ῥώμῃ· τοῦτο δὴ ἄξιον ἐπαινεῖν τῶν ἀνδρῶν τῶν τότε ναυμαχησάντων, ὅτι τὸν ἐχόμενον φόβον διέλυσαν τῶν Ἑλλήνων καὶ ἔπαυσαν φοβουμένους πλῆθος νεῶν τε καὶ ἀνδρῶν. ὑπ᾽ ἀμφοτέρων δὴ συμβαίνει, τῶν τε Μαραθῶνι μαχεσαμένων καὶ τῶν ἐν [241c] Σαλαμῖνι ναυμαχησάντων, παιδευθῆναι τοὺς ἄλλους Ἕλληνας, ὑπὸ μὲν τῶν κατὰ γῆν, ὑπὸ δὲ τῶν κατὰ θάλατταν μαθόντας καὶ ἐθισθέντας μὴ φοβεῖσθαι τοὺς βαρβάρους.
Τρίτον δὲ λέγω τὸ ἐν Πλαταιαῖς ἔργον καὶ ἀριθμῷ καὶ ἀρετῇ γενέσθαι τῆς Ἑλληνικῆς σωτηρίας, κοινὸν ἤδη τοῦτο Λακεδαιμονίων τε καὶ Ἀθηναίων. τὸ μὲν οὖν μέγιστον καὶ χαλεπώτατον οὗτοι πάντες ἠμύναντο, καὶ διὰ ταύτην τὴν ἀρετὴν νῦν τε ὑφ᾽ ἡμῶν ἐγκωμιάζονται καὶ εἰς τὸν ἔπειτα [241d] χρόνον ὑπὸ τῶν ὕστερον· μετὰ δὲ τοῦτο πολλαὶ μὲν πόλεις τῶν Ἑλλήνων ἔτι ἦσαν μετὰ τοῦ βαρβάρου, αὐτὸς δὲ ἠγγέλλετο βασιλεὺς διανοεῖσθαι ὡς ἐπιχειρήσων πάλιν ἐπὶ τοὺς Ἕλληνας. δίκαιον δὴ καὶ τούτων ἡμᾶς ἐπιμνησθῆναι, οἳ τοῖς τῶν προτέρων ἔργοις τέλος τῆς σωτηρίας ἐπέθεσαν ἀνακαθηράμενοι καὶ ἐξελάσαντες πᾶν τὸ βάρβαρον ἐκ τῆς θαλάττης. ἦσαν δὲ οὗτοι οἵ τε ἐπ᾽ Εὐρυμέδοντι [241e] ναυμαχήσαντες καὶ οἱ εἰς Κύπρον στρατεύσαντες καὶ οἱ εἰς Αἴγυπτον πλεύσαντες καὶ ἄλλοσε πολλαχόσε, ὧν χρὴ μεμνῆσθαι καὶ χάριν αὐτοῖς εἰδέναι, ὅτι βασιλέα ἐποίησαν δείσαντα τῇ ἑαυτοῦ σωτηρίᾳ τὸν νοῦν προσέχειν, ἀλλὰ μὴ τῇ τῶν Ἑλλήνων ἐπιβουλεύειν φθορᾷ.


Την εποχή εκείνη ο Δαρείος, έχοντας στο νου του να υποτάξει και την Ελλάδα, κατηγόρησε κι εμάς και τους Ερετριείς, πως τάχα επιβουλευτήκαμε τις Σάρδεις, και με πρόφαση την κατηγόρια αυτή έστειλε ενάντιά μας πεντακόσιες χιλιάδες στρατό μέσα σε μεταγωγικά και πολεμικά πλοία και συνάμα πολεμικό στόλο από τριακόσια πολεμικά καράβια, με διαταγές στον αρχηγό του στρατού και του στόλου, τον Δάτι, στο γυρισμό του στην Περσία να του πάει δεμένους ως αντράποδα τους Ερετριείς και τους Αθηναίους, αν ήθελε [240b] να γλιτώσει το κεφάλι του. Ο Δάτις έπλευσε μ᾽ όλο το στόλο του κι όλο το στρατό του πρώτα εναντίον των Ερετριέων, αντρών πολεμικότατων και ξακουσμένων σ᾽ όλη την Ελλάδα για την παλικαριά τους και την πολεμική τέχνη τους κι όχι και λίγων στον αριθμό, και κατόρθωσε να τους υποτάξει μέσα σε τρεις ημέρες. Έπειτα για να μην κατορθώσει να ξεφύγει κανένας από τους Ερετριείς και τους πιάσει όλους στα χέρια, ερεύνησε όλη τη χώρα της Ερέτριας με το ακόλουθο σχέδιο: Οι στρατιώτες του έπιασαν όλες τις άκρες της χώρας της Ερέτριας από στεριά και θάλασσα κι έπειτα κρατώντας ο ένας το χέρι του άλλου επέρασαν κι έψαξαν όλη [240c] τη γη των Ερετριέων, απ᾽ τη μια θάλασσα ως την άλλη θάλασσα, για να ᾽χουνε να λένε στο βασιλιά της Περσίας, πως κανείς τους δεν κατάφερε να ξεφύγει απ᾽ τα χέρια τους. Με τον ίδιο σκοπό να υποτάξουνε και τους Αθηναίους έπλευσαν κατόπι οι Πέρσες από την Ερέτρια στο Μαραθώνα κι αποβιβαστήκανε στην Αττική γη, πιστεύοντας πως θα τους ήταν εύκολο να εξαντραποδίσουνε και τους Αθηναίους όπως τους Ερετριείς, και δεμένους όλους στον ίδιο ζυγό να τους πάνε σαν αντράποδα στο βασιλιά της Περσίας. Κι ενώ όλ᾽ αυτά επιχειρούσαν οι Πέρσες στην Ελλάδα κι είχε ήδη τελειώσει η εκστρατεία τους εναντίον των Ερετριέων κι άρχιζαν την επίθεσή τους εναντίον των Αθηναίων, κανένας από τους άλλους Έλληνες δεν εβοήθησε ούτε τους Ερετριείς ούτε τους Αθηναίους έκτος από τους Λακεδαιμόνιους — αλλά κι αυτοί εφτάσανε την άλλη μέρα ύστερ᾽ απ᾽ τη μάχη. Όλοι οι άλλοι Έλληνες τρομαγμένοι έμειναν ήσυχοι στους τόπους τους ευχαριστημένοι, [240d] γιατί προς το παρόν εξασφάλιζαν τη σωτηρία τους. Όποιος τώρα ανατρέξει με τη φαντασία του στους καιρούς εκείνους μπορεί να συλλάβει στο νου του, σαν τί άντρες ήσαν στο πολεμικό φρόνημα και στην πολεμική αντρεία οι Μαραθωνομάχοι, που εδέχτηκαν απάνου τους και αντιμετώπισαν όλη τη δύναμη κι όλη την ορμή των βαρβάρων κι εταπείνωσαν την περηφάνια όλης της Ασίας και πρώτοι έστησαν τρόπαια εναντίον του κόσμου των βαρβάρων. Οι Μαραθωνομάχοι είναι αυτοί που έγιναν με τους ηρωικούς άθλους τους οι πρωτοπόροι και οι διδάσκαλοι όλων των άλλων Ελλήνων στους αγώνες τους εναντίον των Περσών κι αυτοί που εδίδαξαν κι αποκάλυψαν σ᾽ όλο τον κόσμο ότι οι πολεμικές δυνάμεις των Περσών δεν ήσαν ακαταμάχητες, αλλ᾽ ότι όλα τα πλήθη όλων των στρατών κι όλων των στόλων κι όλα τα πλούτη όλης της γης λυγίζουν κάτω από την αρετή. Εγώ λοιπόν διακηρύσσω και τονίζω, πως οι ήρωες εκείνοι [240e] της μάχης και της νίκης του Μαραθώνα είναι οι πατέρες όχι μόνο των δικών μας σωμάτων, αλλά και της δικής μας λευτεριάς και της λευτεριάς όλων των ανθρώπων όλης αυτής της ηπείρου· γιατί το θρίαμβο του Μαραθώνα έχοντας μπρος στα μάτια τους όλοι οι άλλοι Έλληνες ετόλμησαν να ξεσηκωθούν εναντίον των βαρβάρων και να ριψοκινδυνέψουν τις μάχες που έδωσαν ενάντιά τους στα κατοπινά χρόνια για την εθνική σωτηρία τους κι έτσι έγιναν μαθητές των Μαραθωνομάχων.
Το πρώτο λοιπόν βραβείο πρέπει ο πανηγυρικός μου [241a] να δώσει στους Μαραθωνομάχους· το δεύτερο βραβείο πρέπει στους ναυμάχους και νικητές της Σαλαμίνας και του Αρτεμισίου. Γιατί και για τους άντρες αυτούς πράγματι πολλά θα ᾽χε κανείς να διηγηθεί πολεμικά κατορθώματα, και για τις πολεμικές δυνάμεις που ρίχτηκαν κατ᾽ απάνου τους και αντιμετώπισαν και στη στεριά και στη θάλασσα και για τους αγώνες τους για να νικήσουν και να συντρίψουν τους βαρβάρους. Θα μνημονεύσω μονάχα πως εκείνο που εγώ θεωρώ ως τον ωραιότατο άθλο τους είναι ότι αποτέλειωσαν το έργο των Μαραθωνομάχων. Γιατί οι Μαραθωνομάχοι ανοίξανε τα μάτια των Ελλήνων και τους έδειξαν μονάχα τούτο, πως [241b] με μια χούφτα ανθρώπων μπορούσαν στη στεριά να τα βάλουν μ᾽ όλα τα πλήθη των βαρβάρων και να νικήσουν, ήταν όμως άγνωστο αν θα μπορούσαν να νικήσουν τους βαρβάρους και στη θάλασσα, γιατί οι Πέρσες ήσαν κοσμοξακουσμένοι ως περίφημοι και τρομεροί θαλασσινοί και πολεμιστές ακαταμάχητοι κι ανίκητοι στον πόλεμο της θάλασσας και με το πλήθος τους και τα πλούτη τους και με τη ναυτική τέχνη τους και τη ρωμαλεότητά τους. Κι αυτό που αξίζει να εγκωμιαστεί ως άθλος των ναυμάχων των χρόνων εκείνων είναι ακριβώς το ότι με τ᾽ αντραγαθήματά τους και τις νίκες τους κατόρθωσαν να διαλύσουν το φόβο που κατείχε τους Έλληνες πρωτύτερα όσον αφορά τον πόλεμο απάνω στη θάλασσα και τους έκαμανε να μη φοβούνται πια στο μέλλον τους στόλους των βαρβάρων κι όλα τα πλήθη των καραβιών τους και των πολεμιστών τους. Η αλήθεια λοιπόν είναι πως και οι Μαραθωνομάχοι και οι Σαλαμινομάχοι [241c] υπήρξαν οι διδάσκαλοι όλων των Ελλήνων στα πολεμικά έργα. Οι πρώτοι τούς εμάθανε και τους εσυνηθίσανε να μη φοβούνται πια τους βαρβάρους στους πολέμους απάνω στη στεριά, οι δεύτεροι το ίδιο να μην τρέμουνε τους βαρβάρους στους πολέμους της θάλασσας.
Ως τρίτο, και για τον αριθμό και για την πολεμική αντρεία των νικητών, απ᾽ όλους τους πολεμικούς άθλους των Ελλήνων για τη σωτηρία της Ελλάδας στους καιρούς εκείνους διακηρύσσω κι εγκωμιάζω το τρόπαιο των Πλαταιών, κοινό ετούτη τη φορά έργο των Λακεδαιμονίων και των Αθηναίων. Ενωμένοι εδώ όλοι αντιμετώπισαν και απόκρουσαν το σοβαρότατο και τρομερότατο απ᾽ όλους τους κινδύνους που απείλησαν στα χρόνια εκείνα όλο τον Ελληνισμό, και για τον ηρωισμό τους αυτό και από εμάς τώρα εγκωμιάζονται και θα εγκωμιάζονται και σ᾽ όλους τους αιώνες [241d] απ᾽ όλες τις γενεές όλου του κόσμου που θα ᾽ρθουν στο μέλλον. Αλλά και ύστερ᾽ απ᾽ τις μάχες και νίκες αυτές πολλές ελληνικές πόλεις εξακολουθούσαν να είναι σύμμαχοι των βαρβάρων και να πολεμούνε στο πλευρό τους και μάλιστα στον καιρό εκείνο μήνυμα έφτασε στην Ελλάδα πως ο βασιλιάς της Περσίας εσκόπευε να επιχειρήσει μια νέα εκστρατεία εναντίον των Ελλήνων. Είναι δίκαιο λοιπόν να μνημονεύσουμε και να εγκωμιάσουμε και τους άντρες εκείνους, που συνέχισαν τα πολεμικά κατορθώματα των προδρόμων τους και αποτελειώσανε το έργο της εθνικής σωτηρίας του Ελληνισμού ξεπαστρεύοντας κι ελευθερώνοντας όλες τις θάλασσες απ᾽ όλους τους βαρβάρους. Οι άντρες αυτοί είναι οι ναυμάχοι της ναυμαχίας στη θάλασσα των εκβολών του Ευρυμέδοντα ποταμού [241e] κι εκείνοι που επήραν μέρος στην εκστρατεία εναντίον της Κύπρου κι όσοι έπλευσαν εναντίον της Αιγύπτου και άλλων πολλών χωρών. Όλους τους ήρωες των πολέμων αυτών χρέος μας είναι να τους μνημονεύσουμε και να τους χρωστάμε παντοτινή ευγνωμοσύνη, γιατί με τις πολεμικές νίκες τους εκάμανε το βασιλιά της Περσίας να τρέμει στο μέλλον την Ελλάδα και να μη σκέφτεται τίποτ᾽ άλλο στο νου του παρά πώς θα σώσει τον ίδιο τον εαυτό του και τον ανάγκασαν να μην επιβουλεύεται πια την Ελλάδα και να μη μηχανεύεται σχέδια πώς να εξολοθρεύσει όλους τους Έλληνες.