Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ

Περικλῆς (38.1-39.4)


[38.1] Τότε δὲ τοῦ Περικλέους ἔοικεν ὁ λοιμὸς λαβέσθαι λαβὴν οὐκ ὀξεῖαν ὥσπερ ἄλλων οὐδὲ σύντονον, ἀλλὰ βληχρᾷ τινι νόσῳ καὶ μῆκος ἐν ποικίλαις ἐχούσῃ μεταβολαῖς διαχρωμένην τὸ σῶμα σχολαίως καὶ ὑπερείπουσαν τὸ φρόνημα τῆς ψυχῆς. [38.2] ὁ γοῦν Θεόφραστος ἐν τοῖς Ἠθικοῖς διαπορήσας, εἰ πρὸς τὰς τύχας τρέπεται τὰ ἤθη καὶ κινούμενα τοῖς τῶν σωμάτων πάθεσιν ἐξίσταται τῆς ἀρετῆς, ἱστόρηκεν ὅτι νοσῶν ὁ Περικλῆς ἐπισκοπουμένῳ τινὶ τῶν φίλων δείξειε περίαπτον ὑπὸ τῶν γυναικῶν τῷ τραχήλῳ περιηρτημένον, ὡς σφόδρα κακῶς ἔχων ὁπότε καὶ ταύτην ὑπομένοι τὴν ἀβελτερίαν. [38.3] ἤδη δὲ πρὸς τῷ τελευτᾶν ὄντος αὐτοῦ, περικαθήμενοι τῶν πολιτῶν οἱ βέλτιστοι καὶ τῶν φίλων οἱ περιόντες λόγον ἐποιοῦντο τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς δυνάμεως, ὅση γένοιτο, καὶ τὰς πράξεις ἀνεμετροῦντο καὶ τῶν τροπαίων τὸ πλῆθος· ἐννέα γὰρ ἦν ἃ στρατηγῶν καὶ νικῶν ἔστησεν ὑπὲρ τῆς πόλεως. [38.4] ταῦθ᾽ ὡς οὐκέτι συνιέντος, ἀλλὰ καθῃρημένου τὴν αἴσθησιν αὐτοῦ, διελέγοντο πρὸς ἀλλήλους· ὁ δὲ πᾶσιν ἐτύγχανε τὸν νοῦν προσεσχηκώς, καὶ φθεγξάμενος εἰς μέσον ἔφη θαυμάζειν ὅτι ταῦτα μὲν ἐπαινοῦσιν αὐτοῦ καὶ μνημονεύουσιν, ἃ καὶ πρὸς τύχης ἐστὶ κοινὰ καὶ γέγονεν ἤδη πολλοῖς στρατηγοῖς, τὸ δὲ κάλλιστον καὶ μέγιστον οὐ λέγουσιν. «οὐδεὶς γάρ» ἔφη «δι᾽ ἐμὲ τῶν πολιτῶν [Ἀθηναίων] μέλαν ἱμάτιον περιεβάλετο».
[39.1] Θαυμαστὸς οὖν ὁ ἀνὴρ οὐ μόνον τῆς ἐπιεικείας καὶ πρᾳότητος, ἣν ἐν πράγμασι πολλοῖς καὶ μεγάλαις ἀπεχθείαις διετήρησεν, ἀλλὰ καὶ τοῦ φρονήματος, εἰ τῶν αὑτοῦ καλῶν ἡγεῖτο βέλτιστον εἶναι τὸ μήτε φθόνῳ μήτε θυμῷ χαρίσασθαι μηδὲν ἀπὸ τηλικαύτης δυνάμεως, μηδὲ χρήσασθαί τινι τῶν ἐχθρῶν ὡς ἀνηκέστῳ. [39.2] καί μοι δοκεῖ τὴν μειρακιώδη καὶ σοβαρὰν ἐκείνην προσωνυμίαν ἓν τοῦτο ποιεῖν ἀνεπίφθονον καὶ πρέπουσαν, οὕτως εὐμενὲς ἦθος καὶ βίον ἐν ἐξουσίᾳ καθαρὸν καὶ ἀμίαντον Ὀλύμπιον προσαγορεύεσθαι, καθάπερ τὸ τῶν θεῶν γένος ἀξιοῦμεν αἴτιον μὲν ἀγαθῶν, ἀναίτιον δὲ κακῶν πεφυκὸς ἄρχειν καὶ βασιλεύειν τῶν ὄντων, οὐχ ὥσπερ οἱ ποιηταὶ συνταράττοντες ἡμᾶς ἀμαθεστάταις δόξαις ἁλίσκονται τοῖς αὑτῶν μυθεύμασι, τὸν μὲν τόπον, ἐν ᾧ τοὺς θεοὺς κατοικεῖν λέγουσιν, ἀσφαλὲς ἕδος καὶ ἀσάλευτον καλοῦντες, οὐ πνεύμασιν, οὐ νέφεσι χρώμενον, ἀλλ᾽ αἴθρᾳ μαλακῇ καὶ φωτὶ καθαρωτάτῳ τὸν ἅπαντα χρόνον ὁμαλῶς περιλαμπόμενον, ὡς τοιαύτης τινὸς τῷ μακαρίῳ καὶ ἀθανάτῳ διαγωγῆς μάλιστα πρεπούσης, αὐτοὺς δὲ τοὺς θεοὺς ταραχῆς καὶ δυσμενείας καὶ ὀργῆς ἄλλων τε μεστοὺς παθῶν ἀποφαίνοντες, οὐδ᾽ ἀνθρώποις νοῦν ἔχουσι προσηκόντων. [39.3] ἀλλὰ ταῦτα μὲν ἴσως ἑτέρας δόξει πραγματείας εἶναι.
Τοῦ δὲ Περικλέους ταχεῖαν αἴσθησιν καὶ σαφῆ πόθον Ἀθηναίοις ἐνειργάζετο τὰ πράγματα. καὶ γὰρ οἱ ζῶντος βαρυνόμενοι τὴν δύναμιν ὡς ἀμαυροῦσαν αὐτούς, εὐθὺς ἐκποδὼν γενομένου πειρώμενοι ῥητόρων καὶ δημαγωγῶν ἑτέρων, ἀνωμολογοῦντο μετριώτερον ἐν ὄγκῳ καὶ σεμνότερον ἐν πρᾳότητι μὴ φῦναι τρόπον. [39.4] ἡ δ᾽ ἐπίφθονος ἰσχὺς ἐκείνη, μοναρχία λεγομένη καὶ τυραννὶς πρότερον, ἐφάνη τότε σωτήριον ἔρυμα τῆς πολιτείας γενομένη· τοσαύτη φορὰ καὶ πλῆθος ἐπέκειτο κακίας τοῖς πράγμασιν, ἣν ἐκεῖνος ἀσθενῆ καὶ ταπεινὴν ποιῶν ἀπέκρυπτε καὶ κατεκώλυεν ἀνήκεστον ἐν ἐξουσίᾳ γενέσθαι.


Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΚΛΗ (Κεφ. 38 - 39)
Ο Περικλής προσβάλλεται από την επιδημία. Εγκώμιο των αρετών του
[38.1] Τότε φαίνεται πως η επιδημία χτύπησε και τον Περικλή. Η αρρώστια δεν παρουσίασε οξύτητα και ορμή, όπως σε άλλους. Ήταν ήπια, αλλά μακροχρόνια, είχε διάφορες φάσεις και του εξαντλούσε σιγά σιγά το σώμα και του ερείπωνε το φρόνημα της ψυχής. [38.2] Ο Θεόφραστος στα «Ηθικά» του, διερευνώντας αν οι χαρακτήρες των ανθρώπων αλλάζουν ανάλογα με όσα τους παρουσιάζει κάθε φορά η τύχη και αν αλλοιώνονται από τα πάθη του σώματος και χάνουν την αρετή τους, διηγείται ότι ο Περικλής, όταν ήταν άρρωστος, έδειξε σε κάποιο φίλο του που ήρθε να τον δει ένα φυλαχτό που του είχαν κρεμάσει οι γυναίκες στο λαιμό, σα να του έδινε να καταλάβει σε ποιά σοβαρή κατάσταση βρίσκεται, αφού ανέχεται και αυτήν ακόμη την ανοησία.
[38.3] Ενώ αυτός πλησίαζε πια στο θάνατο, καθισμένοι γύρω του οι επισημότεροι πολίτες και όσοι από τους φίλους του είχαν επιζήσει μιλούσαν για την αρετή και τη δύναμη που είχε και απαριθμούσαν τις πράξεις και τα πολλά του τρόπαια· και ήταν εννιά τα τρόπαια που είχε στήσει από μέρος της Αθήνας σα στρατηγός και νικητής. [38.4] Τα έλεγαν αυτά μεταξύ τους, με την ιδέα πως αυτός είχε χάσει τις αισθήσεις του και δεν καταλάβαινε πια. Και όμως εκείνος πρόσεχε σε όλα όσα έλεγαν, τους έκοψε την ομιλία τους και τους είπε πως απορεί γιατί επαινούν και μνημονεύουν τα έργα του εκείνα που και η τύχη βοήθησε να γίνουν και που έχουν κάμει ήδη πολλοί στρατηγοί, δεν αναφέρουν όμως το καλύτερο και το σπουδαιότερο, ότι «Κανείς Αθηναίος δε μαυροφόρεσε εξαιτίας μου».

Χαρακτηρισμός του Περικλή. Ο θάνατός του. τα επακόλουθα
[39.1] Ήταν, αλήθεια, θαυμαστός άνθρωπος, όχι μόνο για τη μετριοπάθεια και την πραότητα, που διατήρησε μέσα σε τόσο πολλές περιστάσεις και σε τόσο μεγάλες εχθρότητες, αλλά και για το μεγαλείο του φρονήματός του. Πίστευε πως το καλύτερο απ᾽ όλα τα προτερήματά του είναι το ότι, αν και είχε τόσο μεγάλη δύναμη, ποτέ δεν παρασύρθηκε ούτε από φθόνο ούτε από θυμό και ποτέ δεν αντίκρισε κανέναν αντίπαλό του σαν εχθρό ασυμφιλίωτο. [39.2] Και νομίζω πως η αλαζονική και βαριά εκείνη προσωνυμία που του έδωσαν, όταν τον είπαν «Ολύμπιο», μόνο για τούτο είναι αποδεχτή και σωστή, γιατί δόθηκε σε άνθρωπο που είχε τόσο ήρεμο χαρακτήρα και έζησε ζωή τόσο καθαρή και αμίαντη παρ᾽ όλη τη μεγάλη εξουσία που είχε στα χέρια του. Το ίδιο πιστεύουμε πως συμβαίνει και στο γένος των θεών. Πιστεύουμε πως οι θεοί είναι αίτιοι του καλού και όχι του κακού και γι᾽ αυτό είναι κύριοι και βασιλείς του σύμπαντος. Δεν πιστεύουμε τα λόγια των ποιητών που μας ταράζουν με τις τόσο ανόητες δοξασίες τους, όπως φαίνεται καθαρά στα ίδια τους τα ποιήματα. Μας λένε πολύ σωστά ότι ο τόπος της διαμονής των θεών είναι ένα μέρος σταθερό και ασάλευτο, που δεν έχει ανέμους ούτε νέφη, παρά καταυγάζεται αιώνια και αδιατάραχτα από καθαρή ξαστεριά και λαμπρότατο φως, γιατί ένα τέτοιο είδος ζωής αρμόζει προπάντων σε μακάρια και αθάνατα όντα· και όμως αυτούς τους θεούς μας τους παρουσιάζουν γεμάτους από ταραχή και μίσος και οργή και από άλλα ταπεινά πάθη, που δεν αρμόζουν ούτε σε ανθρώπους μυαλωμένους. [39.3] Αλλ᾽ αυτά ίσως έχουν τη θέση τους σε άλλου είδους πραγματεία.
Όταν ο Περικλής πέθανε, τα γεγονότα που ακολούθησαν έκαμαν γρήγορα αισθητή στους Αθηναίους την έλλειψή του και όλοι τον αποζητούσαν με μεγάλο πόθο. Ακόμη και όσοι αισθάνονταν βαριά τη δύναμή του, όσο εκείνος ζούσε, γιατί τους επισκίαζε, αμέσως μόλις αυτός έλειψε και δοκίμασαν άλλους πολιτικούς και άλλους αρχηγούς, συμφωνούσαν ότι ποτέ δεν είχε φανεί άλλος άνθρωπος με χαρακτήρα πιο μετρημένο στην περηφάνια του και πιο σεβαστό στην πραότητά του. [39.4] Αλλά η δύναμή του εκείνη που προκαλούσε το φθόνο και την έλεγαν πρωτύτερα μοναρχία και τυραννία, φάνηκε τότε πόσο σωτήριο στήριγμα ήταν για την πολιτεία. Τότε φάνηκε πόσο είχε εισχωρήσει στην πολιτική ζωή η διαφθορά και πόσο μεγάλη φαυλότητα υπήρχε, που εκείνος την περιόριζε και την ελάττωνε σε σημείο που να είναι κρυμμένη, και την εμπόδιζε να επικρατήσει και να μεταβληθεί σε εξουσία, που τότε θα ήταν αθεράπευτη.