Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ

Θεμιστοκλῆς (2.1-2.8)


[2.1] Ἔτι δὲ παῖς ὢν ὁμολογεῖται φορᾶς μεστὸς εἶναι, καὶ τῇ μὲν φύσει συνετός, τῇ δὲ προαιρέσει μεγαλοπράγμων καὶ πολιτικός. ἐν γὰρ ταῖς ἀνέσεσι καὶ σχολαῖς ἀπὸ τῶν μαθημάτων γιγνόμενος, οὐκ ἔπαιζεν οὐδ᾽ ἐρρᾳθύμει καθάπερ οἱ πολλοὶ παῖδες, ἀλλ᾽ εὑρίσκετο λόγους τινὰς μελετῶν καὶ συνταττόμενος πρὸς ἑαυτόν. [2.2] ἦσαν δ᾽ οἱ λόγοι κατηγορία τινὸς ἢ συνηγορία τῶν παίδων. ὅθεν εἰώθει λέγειν πρὸς αὐτὸν ὁ διδάσκαλος ὡς «οὐδὲν ἔσει, παῖ, σὺ μικρόν, ἀλλὰ μέγα πάντως ἀγαθὸν ἢ κακόν». [2.3] ἐπεὶ καὶ τῶν παιδεύσεων τὰς μὲν ἠθοποιοὺς ἢ πρὸς ἡδονήν τινα καὶ χάριν ἐλευθέριον σπουδαζομένας ὀκνηρῶς καὶ ἀπροθύμως ἐξεμάνθανε, τῶν δ᾽ εἰς σύνεσιν ἢ πρᾶξιν † λεγομένων δῆλος ἦν ὑπερερῶν παρ᾽ ἡλικίαν ὡς τῇ φύσει πιστεύων. [2.4] ὅθεν ὕστερον ἐν ταῖς ἐλευθερίοις καὶ ἀστείαις λεγομέναις διατριβαῖς ὑπὸ τῶν πεπαιδεῦσθαι δοκούντων χλευαζόμενος, ἠναγκάζετο φορτικώτερον ἀμύνεσθαι, λέγων ὅτι λύραν μὲν ἁρμόσασθαι καὶ μεταχειρίσασθαι ψαλτήριον οὐκ ἐπίσταιτο, πόλιν δὲ μικρὰν καὶ ἄδοξον παραλαβὼν ἔνδοξον καὶ μεγάλην ἀπεργάσασθαι. [2.5] καίτοι Στησίμβροτος Ἀναξαγόρου τε διακοῦσαι τὸν Θεμιστοκλέα φησὶ καὶ περὶ Μέλισσον σπουδάσαι τὸν φυσικόν, οὐκ εὖ τῶν χρόνων ἁπτόμενος· Περικλεῖ γάρ, ὃς πολὺ νεώτερος ἦν Θεμιστοκλέους, Μέλισσος μὲν ἀντεστρατήγει πολιορκοῦντι Σαμίους, Ἀναξαγόρας δὲ συνδιέτριβε. [2.6] μᾶλλον οὖν ἄν τις προσέχοι τοῖς Μνησιφίλου τὸν Θεμιστοκλέα τοῦ Φρεαρρίου ζηλωτὴν γενέσθαι λέγουσιν, οὔτε ῥήτορος ὄντος οὔτε τῶν φυσικῶν κληθέντων φιλοσόφων, ἀλλὰ τὴν τότε καλουμένην σοφίαν, οὖσαν δὲ δεινότητα πολιτικὴν καὶ δραστήριον σύνεσιν, ἐπιτήδευμα πεποιημένου καὶ διασῴζοντος ὥσπερ αἵρεσιν ἐκ διαδοχῆς ἀπὸ Σόλωνος· ἣν οἱ μετὰ ταῦτα δικανικαῖς μείξαντες τέχναις καὶ μεταγαγόντες ἀπὸ τῶν πράξεων τὴν ἄσκησιν ἐπὶ τοὺς λόγους, σοφισταὶ προσηγορεύθησαν. [2.7] τούτῳ μὲν οὖν ἤδη πολιτευόμενος ἐπλησίαζεν. ἐν δὲ ταῖς πρώταις τῆς νεότητος ὁρμαῖς ἀνώμαλος ἦν καὶ ἀστάθμητος, ἅτε τῇ φύσει καθ᾽ αὑτὴν χρώμενος, ἄνευ λόγου καὶ παιδείας ἐπ᾽ ἀμφότερα μεγάλας ποιουμένῃ μεταβολὰς τῶν ἐπιτηδευμάτων, καὶ πολλάκις ἐξισταμένῃ πρὸς τὸ χεῖρον, ὡς ὕστερον αὐτὸς ὡμολόγει, καὶ τοὺς τραχυτάτους πώλους ἀρίστους ἵππους γίγνεσθαι φάσκων, ὅταν ἧς προσήκει τύχωσι παιδείας καὶ καταρτύσεως. [2.8] ἃ δὲ τούτων ἐξαρτῶσιν ἔνιοι διηγήματα πλάττοντες, ἀποκήρυξιν μὲν ὑπὸ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ, θάνατον δὲ τῆς μητρὸς ἑκούσιον ἐπὶ τῇ τοῦ παιδὸς ἀτιμίᾳ περιλύπου γενομένης, δοκεῖ κατεψεῦσθαι, καὶ τοὐναντίον εἰσὶν οἱ λέγοντες, ὅτι τοῦ τὰ κοινὰ πράττειν ἀποτρέπων αὐτὸν ὁ πατὴρ ἐπεδείκνυε πρὸς τῇ θαλάττῃ τὰς παλαιὰς τριήρεις ἐρριμμένας καὶ παρορωμένας, ὡς δὴ καὶ πρὸς τοὺς δημαγωγούς, ὅταν ἄχρηστοι γένωνται, τῶν πολλῶν ὁμοίως ἐχόντων.


Τα παιδικά και νεανικά χρόνια
[2.1] Λέγεται ακόμη ότι ο Θεμιστοκλής, από παιδί ακόμη, ήταν γεμάτος ορμητικότητα και ότι από τη φύση είχε προικιστεί με σύνεση, η προαίρεσή του όμως τον ωθούσε στις μεγάλες πράξεις και στην πολιτική. Κατά τις ώρες της αργίας και όταν ήταν ελεύθερος από τα μαθήματά του, δεν έπαιζε ούτε έμενε χωρίς να κάνει τίποτε, όπως τα περισσότερα παιδιά, παρά τον έβλεπαν να μελετά και να συνθέτει ρητορικούς λόγους που τους έλεγε στον εαυτό του. [2.2] Και είχαν οι λόγοι αυτοί ως θέμα την κατηγορία ή την υπεράσπιση ενός από τα παιδιά. Γι᾽ αυτό συνήθιζε να του λέει ο δάσκαλός του: «Εσύ, παιδί μου, δε θα γίνεις καθόλου κάτι μέτριο, παρά ασφαλώς κάτι μεγάλο, ή καλό ή κακό». [2.3] Αυτό φαινόταν και από τις σπουδές του, γιατί, όσα μαθήματα είναι απλώς ηθοπλαστικά ή διδάσκονται για κάποια ευχαρίστηση και για να προσδώσουν τις χάρες που αρμόζουν στους ελεύθερους πολίτες, αυτά τα μάθαινε με οκνηρία και με απροθυμία, ενώ απεναντίας εκείνα που συντελούν στη φρόνηση ή παρακινούν προς δράση φαινόταν πως τα αγαπούσε υπερβολικά παρά την ηλικία του, γιατί πίστευε πως ταίριαζαν στη φύση του. [2.4] Γι᾽ αυτό, όταν αργότερα στις ασχολίες που αρμόζουν στους ελεύθερους πολίτες και στους κατοίκους των πόλεων, εκείνοι που νομίζουν πως είναι μορφωμένοι τον χλεύαζαν σαν αδέξιο, αναγκαζόταν να υπερασπίζει τον εαυτό του με τρόπο απότομο, λέγοντας πως βέβαια δεν ήξερε να κουρδίζει τη λύρα και να παίζει την κιθάρα, ήξερε όμως πώς μια πόλη που θα την παραλάβει μικρή και άδοξη να την κάμει ένδοξη και μεγάλη.
[2.5] Ο Στησίμβροτος όμως λέει πως ο Θεμιστοκλής παρακολούθησε τα μαθήματα του Αναξαγόρα και πως ήταν μαθητής του Μελίσσου του φυσικού, αλλά δεν υπολογίζει σωστά τις χρονολογίες· γιατί, όταν ο Περικλής, που ήταν πολύ νεότερος από το Θεμιστοκλή, πολιορκούσε τους Σαμίους, ο Μέλισσος ήταν στρατηγός των Σαμίων αντίπαλός του και ο Αναξαγόρας ήταν φίλος του Περικλή. [2.6] Περισσότερο μπορεί κανείς να πιστεύει εκείνους που λένε ότι ο Θεμιστοκλής παρακολούθησε με ζήλο το Μνησίφιλο το Φρεάρριο, που δεν ήταν ούτε ρήτορας ούτε από τους φιλοσόφους που ονομάστηκαν φυσικοί, παρά είχε ως επάγγελμα την τότε λεγόμενη σοφία, που ήταν πράγματι πολιτική ικανότητα και ενεργητική φρόνηση και που ο Μνησίφιλος τη διατήρησε σα φιλοσοφικό σύστημα κατά παράδοση από το Σόλωνα· αυτή τη σοφία την ανακάτεψαν με τέχνες που ήταν χρήσιμες στα δικαστήρια και έφεραν την άσκησή της από τις πράξεις στα λόγια οι υστερότεροι, που γι᾽ αυτό ονομάστηκαν σοφιστές. [2.7] Αυτόν όμως τον παρακολουθούσε κυρίως από τότε που άρχισε ν᾽ ανακατεύεται στην πολιτική.
Στις πρώτες ορμές των νεανικών του χρόνων ήταν παράφορος και ασυγκράτητος, γιατί, χωρίς να έχει οδηγό τη λογική και την πειθαρχία, ακολουθούσε μόνο τη φυσική του παρόρμηση, που έφερνε στις πράξεις του μεγάλες μεταπτώσεις από τη μιαν υπερβολή στην άλλη και πολλές φορές τον παράσερνε στο κακό· τούτο και ο ίδιος ύστερα το ομολογούσε, λέγοντας ότι και τ᾽ άγρια πουλάρια γίνονται άριστα άλογα, όταν πάρουν την ανατροφή και την εξάσκηση που πρέπει. [2.8] Όσα όμως περιέχονται σε διάφορες διηγήσεις που εξαιτίας της διαγωγής του αυτής πλάθουν μερικοί, πως δηλαδή ο πατέρας του τον αποκήρυξε και πως η μητέρα του αυτοκτόνησε περίλυπη για τη δυσφήμηση αυτή του παιδιού της, φαίνεται ότι είναι ολότελα ψέματα. Απεναντίας υπάρχουν άλλοι που λένε ότι ο πατέρας του, για να τον αποτρέψει από το ν᾽ ανακατευτεί στην πολιτική, του έδειχνε τα παλαιά πολεμικά πλοία που ήταν ριγμένα στην παραλία και ήταν εκεί παραμελημένα, λέγοντας ότι έτσι φέρνεται ο λαός και στους πολιτικούς, όταν δεν τους χρειάζεται πια.