Εξώφυλλο

Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της

των Μανόλη Βουτυρά & Αλεξάνδρας Γουλάκη-Βουτυρά
Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών

  • 233. Μεγάλο ανάγλυφο από την Ελευσίνα: Δήμητρα, Περσεφόνη και μικρό αγόρι, 440-430 π.Χ. Αθήνα, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.

  • 234. Τρίμορφο ανάγλυφο: Ο αποχωρισμός του Ορφέα και της Ευρυδίκης. Παρίσι, Λούβρο.

  • 235. Τρίμορφο ανάγλυφο: Οι Πελιάδες και η Μήδεια ετοιμάζουν τον λέβητα στον οποίο θα βράσουν τον Πελία. Βερολίνο, Staatliche Museen Preussischer Kulturbestitz, Antikensammlung.

6.3.3. Μνημειακά ανάγλυφα: Το μεγάλο Ελευσινιακό ανάγλυφο και τα Τρίμορφα ανάγλυφα

Ένα παράδειγμα της τεχνοτροπίας της εποχής του Παρθενώνα είναι το λεγόμενο Ελευσινιακό ανάγλυφο (εικ. 233), που βρέθηκε το 1859 στο ιερό της Ελευσίνας ξαναχρησιμοποιημένο σε μια μικρή χριστιανική εκκλησία, και χρονολογείται στη δεκαετία 440-430 π.Χ. Το ανάγλυφο είναι έργο εξαιρετικής ποιότητας και ασυνήθιστα μεγάλου μεγέθους (έχει ύψος 2,20 m). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η παράσταση, για την οποία έχουν προταθεί διαφορετικές ερμηνείες: εικονίζονται οι δύο μεγάλες θεές της Ελευσίνας, η Δήμητρα και η Κόρη (ή Περσεφόνη), η μία απέναντι στην άλλη, με ένα μικρό αγόρι ανάμεσά τους. Η Δήμητρα, θεά-μητέρα, είναι ντυμένη με πέπλο και κρατάει ένα σκήπτρο ως σύμβολο εξουσίας, ενώ η Κόρη έχει νεανικά χαρακτηριστικά, φοράει χιτώνα και ιμάτιο και έχει στο χέρι μια δάδα, που χρησίμευε για να φωτίζει τις νυχτερινές μυστηριακές τελετές στο ιερό της Ελευσίνας. Το νεαρό παιδί έχει μακριά μαλλιά, που δένονται σε κόμπο επάνω από το μέτωπο, φοράει σανδάλια στα πόδια, είναι όμως σχεδόν γυμνό, με μόνο ένδυμα ένα μικρό ιμάτιο, που καλύπτει τον δεξιό ώμο, πέφτει πίσω από την πλάτη και συγκρατείται με το αριστερό χέρι. Η Δήμητρα φαίνεται να δίνει στο παιδί ένα μικρό αντικείμενο, ενώ η Κόρη υψώνει το δεξί της χέρι με μισάνοιχτα τα δάχτυλα επάνω από το κεφάλι του, χωρίς να είναι σαφές αν κρατάει κάτι. Για την ταυτότητα του αγοριού δεν υπάρχει ομοφωνία: πολλοί αρχαιολόγοι νομίζουν ότι είναι ο Τριπτόλεμος, ο πρωτότοκος γιος του μυθικού βασιλιά της Ελευσίνας Κελεού και της γυναίκας του Μετανείρας, στον οποίο η Δήμητρα έδωσε ένα δεμάτι από στάχυα και τον έστειλε να διδάξει στους ανθρώπους την καλλιέργεια των δημητριακών, επάνω σε ένα άρμα που το έσερναν φτερωτά φίδια. Ο μύθος του Τριπτόλεμου ήταν θέμα μιας χαμένης σήμερα τραγωδίας του Σοφοκλή με αυτό τον τίτλο. Η δυσκολία με την ερμηνεία αυτή είναι ότι στο Ελευσινιακό ανάγλυφο δεν εικονίζονται τα στάχυα και το άρμα με τα φτερωτά φίδια, τα οποία συναντούμε πάντοτε στις αγγειογραφίες και τα ανάγλυφα του 5ου και του 4ου αιώνα π.Χ., όπου αναγνωρίζεται χωρίς αμφιβολία ο Τριπτόλεμος. Άλλοι έχουν σκεφτεί ότι μπορεί να εικονίζεται ο Ίακχος, ένας θεός που συνδέεται με τα Ελευσίνια Μυστήρια, ή ο Πλούτος, ο οποίος παρουσιάζεται ως γιος της Δήμητρας ήδη στα ποιήματα του Ομήρου και του Ησιόδου. Πολύ ενδιαφέρουσα είναι η πρόταση να αναγνωρίσουμε στη μορφή του αγοριού όχι ένα μυθικό πρόσωπο, αλλά τον παῖδα ἀφ᾽ ἑστίας, το παιδί που κάθε χρόνο μυούνταν συμβολικά στα Ελευσίνια Μυστήρια με έξοδα της πόλης της Αθήνας. Όποιο και αν είναι το θέμα της παράστασής του, το Ελευσινιακό ανάγλυφο πρέπει να θεωρηθεί σημαντικό θρησκευτικό μνημείο που συνδέεται με την ελευσινιακή λατρεία, ενδεχομένως με τις μυστηριακές τελετές που γίνονταν στο τελεστήριο της Ελευσίνας. Η σημασία του φαίνεται άλλωστε και από το γεγονός ότι αντιγράφηκε στα ρωμαϊκά χρόνια: μας είναι γνωστά ένα μαρμάρινο αντίγραφο (σήμερα στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης) και δύο πήλινα, που προέρχονται όλα από μια ρωμαϊκή βίλα στο Λάτιο.

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν επίσης τέσσερα ανάγλυφα με μυθολογικά θέματα, που μας είναι γνωστά από αντίγραφα της ρωμαϊκής εποχής και τα ονομάζουμε Τρίμορφα ανάγλυφα, επειδή εικονίζουν τρεις ανθρώπινες μορφές το καθένα. Τα ανάγλυφα αποτελούσαν ένα ενιαίο σύνολο και κοσμούσαν ένα σημαντικό αθηναϊκό μνημείο των χρόνων 430-420 π.Χ., όπως φανερώνουν οι ίδιες διαστάσεις τους και οι ομοιότητες στη σύνθεση και την τεχνοτροπία. Το συμπέρασμα αυτό ενισχύεται ακόμη από τη διαπίστωση ότι στις παραστάσεις εμφανίζονται και οι τέσσερις δυνατοί συνδυασμοί ανδρικών και γυναικείων μορφών (τρεις ανδρικές, τρεις γυναικείες, δύο ανδρικές και μία γυναικεία, δύο γυναικείες και μία ανδρική). Τα θέματα σχετίζονται όλα με τον θάνατο και τη μετάβαση στον κάτω κόσμο, αλλά και την αδυναμία επιστροφής από εκεί: (1) Στο πρώτο ανάγλυφο εικονίζεται ο χωρισμός του Ορφέα και της Ευρυδίκης, την οποία ο Ερμής οδηγεί οριστικά και αμετάκλητα στον Άδη (εικ. 234). (2) Στο δεύτερο βλέπουμε τις δύο κόρες του Πελία, του βασιλιά της Ιωλκού και θείου του Ιάσωνα, καθώς ετοιμάζονται να σφάξουν τον πατέρα τους και να βράσουν τα κομμάτια του σε μεγάλο λέβητα ώστε να γίνει νέος, ακολουθώντας τις απατηλές οδηγίες της μάγισσας Μήδειας, που στέκεται απέναντι τους φορώντας ανατολίτικα ρούχα και κρατώντας ένα δοχείο με μαγικά βότανα (εικ. 235). (3) Στο τρίτο ο Ηρακλής έχει κατεβεί στον κάτω κόσμο και στέκεται δίπλα στον Πειρίθου και τον Θησέα, θέλοντας να τους πάρει μαζί του πίσω. Σύμφωνα με τον μύθο, κατόρθωσε να απελευθερώσει μόνο τον Θησέα, που εικονίζεται όρθιος απέναντι του. Ο Πειρίθους έμεινε κολλημένος στο έδαφος και έτσι δεν μπόρεσε να φύγει από το βασίλειο του Άδη· γι᾽ αυτό τον βλέπουμε να κάθεται περίλυπος σε έναν βράχο. (4) Το τέταρτο ανάγλυφο δείχνει τον Ηρακλή στον κήπο των Εσπερίδων, ένα θέμα που, όπως είδαμε, δήλωνε συμβολικά την ευτυχισμένη μεταθανάτια ζωή που περίμενε τους ενάρετους ανθρώπους. Έχει υποστηριχθεί ότι τα ανάγλυφα αυτά κοσμούσαν τον βωμό των δώδεκα θεών στην Αγορά της Αθήνας, όπου κατέφευγαν οι διωκόμενοι για να βρουν άσυλο. Ωστόσο, η αναφορά όλων των παραστάσεων στον κόσμο των νεκρών και στην αδυναμία επανόδου από εκεί οδηγεί στη σκέψη ότι ίσως τα ανάγλυφα αυτά ανήκαν σε ένα σημαντικό επιτύμβιο μνημείο.