Εξώφυλλο

Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της

των Μανόλη Βουτυρά & Αλεξάνδρας Γουλάκη-Βουτυρά
Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών

  • 35. Πρωτοαττικός αμφορέας από την Ελευσίνα, δεύτερο τέταρτο του 7ου αι. π.Χ. Ελευσίνα, Αρχαιολογικό Μουσείο.

  • 36. Λεπτομέρεια της εικ. 35

2.3.2. Η πρωτοαττική κεραμική

Οι Αθηναίοι κεραμείς και αγγειογράφοι του 7ου αιώνα π.Χ. εξακολουθούν να παράγουν αγγεία για την εσωτερική κυρίως αγορά, σε αντίθεση με τους Κορινθίους, που, όπως είδαμε, ήταν περισσότερο προσανατολισμένοι στις εξαγωγές. Τα αττικά αγγεία της εποχής αυτής τα ονομάζουμε πρωτοαττικά. Τα πιο εντυπωσιακά είναι μεγάλοι αμφορείς και υδρίες, που τοποθετούνται σε τάφους ως τεφροδόχοι και διατηρούν ακόμη, ειδικά στην πρώιμη φάση (700-675 π.Χ.), στοιχεία της γεωμετρικής παράδοσης. Στα χρόνια αυτά ανήκει μια υδρία από έναν τάφο στον Ανάλατο, κοντά στο Νέο Φάληρο. Το σώμα του αγγείου καλύπτεται από ζώνες με άγρια ζώα και πουλιά καθώς και από ελεύθερα σχεδιασμένα φυτικά κοσμήματα, ενώ στον λαιμό κυριαρχεί η απεικόνιση ενός κυκλίου χοροῦ με νέους και νέες. Σημαντική είναι, ωστόσο, η αλλαγή που συντελείται στο δεύτερο τέταρτο του αιώνα. Οι ζώνες με φυτικά κοσμήματα και σειρές ζώων περιορίζονται πολύ, ενώ κυριαρχούν οι παραστάσεις με μυθολογικά θέματα.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ένας μεγάλος αμφορέας από παιδικό τάφο της Ελευσίνας (εικ. 35). Στο σώμα εικονίζεται ο αποκεφαλισμός της Μέδουσας από τον Περσέα και η καταδίωξη του ήρωα (που τον προστατεύει η Αθηνά) από τις δύο τερατόμορφες αδελφές της, την Ευρυάλη και τη Σθενώ. Οι τρεις φοβερές αδελφές, γνωστές ως Γοργόνες, ήταν φτερωτές και είχαν φρικτή όψη με φίδια στα μαλλιά και μεγάλα μυτερά δόντια· το πρόσωπό τους είχε τη δύναμη να απολιθώνει όποιον το κοίταζε. Η μόνη θνητή ήταν η Μέδουσα και αυτής το κεφάλι έπρεπε να κόψει ο Περσέας· όπλα του ήταν ένα ζευγάρι φτερωτά πέδιλα, ένα κυρτό μαχαίρι, η άρπη, και η σκούφια του Άδη (ᾍδου κυνέη), που έκανε αόρατο όποιον τη φορούσε. Ο Περσέας πλησίασε τις Γοργόνες την ώρα που κοιμούνταν και έκοψε το κεφάλι της Μέδουσας, κοιτάζοντας το είδωλο του σε μια χάλκινη ασπίδα για να μην απολιθωθεί. Οι δύο αθάνατες αδελφές της Μέδουσας ξύπνησαν και καταδίωξαν τον φονιά, δεν μπόρεσαν όμως να τον πιάσουν, γιατί η σκούφια του Άδη δεν άφηνε να τον δουν. Το κομμένο κεφάλι της Μέδουσας, το γοργόνειον, το πήρε η Αθηνά και το τοποθέτησε επάνω στην αιγίδα της, το προστατευτικό κάλυμμα από δέρμα κατσίκας που φορούσε στους ώμους και στο στήθος. Στην αρχαία ελληνική τέχνη το γοργόνειον χρησιμοποιείται συχνά ως αποτροπαϊκό μοτίβο, ιδιαίτερα επάνω σε ασπίδες. Όλο το ύψος του λαιμού του αγγείου το καταλαμβάνει μια παράσταση εμπνευσμένη από έναν μύθο γνωστό από την Οδύσσεια: η τύφλωση του Πολύφημου (εικ. 36). Ο μονόφθαλμος γίγαντας κάθεται στο έδαφος, κρατώντας ακόμη στο χέρι το ποτήρι με το κρασί που τον μέθυσε και τον αποκοίμισε· απέναντί του ο Οδυσσέας, με τη βοήθεια δύο συντρόφων, χώνει στο μάτι του το ξύλινο κοντάρι που είχε ετοιμάσει γι᾽ αυτό τον σκοπό. Ο αγγειογράφος διαφοροποιεί τη μορφή του Οδυσσέα, αφήνοντας το σώμα του στο χρώμα του πηλού και δηλώνοντας την πλαστικότητά του με σκίαση, σε αντίθεση με τα μονόχρωμα σκούρα σώματα των συντρόφων του και του Πολύφημου.

Η πρωτοαττική κεραμική συνέχισε να παράγεται ως το 620 π.Χ. περίπου. Από εκεί και έπειτα οι Αθηναίοι αγγειοπλάστες και αγγειογράφοι αρχίζουν να ανταγωνίζονται τους Κορινθίους για την κατάκτηση των πλούσιων αγορών της Ιταλίας (ιδιαίτερα της Ετρουρίας) και για τον σκοπό αυτό υιοθετούν μια πιο απαιτητική αλλά και πιο όμορφη τεχνική για τη διακόσμηση των αγγείων, που οι τελευταίοι είχαν επινοήσει: τον μελανόμορφο ρυθμό.