Εξώφυλλο

Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση

Ιστορία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας

του Α.-Φ. Χριστίδη

12. Προς τα νέα ελληνικά

Γιατί αυτή η επιμονή στην αρχαΐζουσα γλώσσα;

Το ερώτημα αυτό το απαντήσαμε σε ένα προηγούμενο κεφάλαιο, όπου συζητήσαμε τη γέννηση του κινήματος του αττικισμού. Η υπερτίμηση της γλώσσας της ένδοξης κλασικής εποχής (της αττικής διαλέκτου και της ένδοξης Αθήνας) και η υποτίμηση της ομιλούμενης γλώσσας (της κοινής) γεννήθηκε από τις ιστορικές περιπέτειες της εποχής: τη ρωμαϊκή κατάκτηση του ελληνικού κόσμου, την εξάπλωση της ελληνικής, με τις κατακτήσεις του Μ. Αλεξάνδρου, σε ένα τεράστιο γεωγραφικό εύρος, τις επαφές της με άλλες γλώσσες, την υιοθέτησή της από αλλόγλωσσους που θεωρούνταν συχνά «βάρβαροι», και τις μεγάλες αλλαγές που αυτό το καινούργιο ιστορικό σκηνικό έφερε στη γλώσσα. Έτσι γεννήθηκε η νοσταλγία για έναν χαμένο γλωσσικό, και όχι μόνο, «παράδεισο». Και αυτή τη γλωσσική νοσταλγία τη συνέχισε, όπως είδαμε, η ελληνόφωνη Βυζαντινή Αυτοκρατορία.

Η κατάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και η κατάκτησή της από τους Οθωμανούς Τούρκους ενίσχυσε αυτή τη γλωσσική νοσταλγία, που ξεκίνησε με τον αττικισμό, αλλά με ένα νέο περιεχόμενο που οφειλόταν στις νέες ιστορικές συνθήκες  . Τα τουρκικά δάνεια της ελληνικής (αλλά και δάνεια από άλλες γλώσσες - σλαβικές, ιταλική κ.ά.), γλωσσικά αποτυπώματα του κατακτητή, θεωρήθηκαν από πολλούς μορφωμένους της εποχής, Έλληνες αλλά και ξένους, ότι «χάλασαν» την ομιλούμενη γλώσσα - την έκαναν «γραικοβάρβαρη» όπως έλεγαν Επομένως, η μόνη μορφή γλώσσας που «άξιζε» το όνομα της ελληνικής γλώσσας ήταν η αρχαΐζουσα γλώσσα, που «κρατούσε» τη συνέχεια με την ένδοξη αρχαιότητα.

Για τους μορφωμένους Έλληνες, που ζούσαν τώρα ως υπήκοοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η αρχαΐζουσα γλώσσα ήταν ένα σημαντικό επιχείρημα στον διάλογο τους με τους ισχυρούς Ευρωπαίους, από τους οποίους περίμεναν πολλά για να πραγματοποιηθεί το όραμα μιας ανεξάρτητης Ελλάδας. Στους ισχυρούς λοιπόν Ευρωπαίους, θαυμαστές της ένδοξης ελληνικής αρχαιότητας και του πολιτισμού της, πρότειναν, σαν λάβαρο, την αρχαΐζουσα γλώσσα ως απόδειξη ότι οι ταπεινοί υπόδουλοι ελληνόφωνοι «ραγιάδες» διέθεταν, πέρα από τη «χαλασμένη» γλώσσα που μιλούσαν, μια άλλη γλώσσα, που τόσο τιμούσαν οι Ευρωπαίοι. Άξιζαν, λοιπόν, την προσοχή των Ευρωπαίων, γιατί ήταν και οι ίδιοι Ευρωπαίοι, και μάλιστα οι πρώτοι Ευρωπαίοι, καθώς η αρχαΐζουσα γλώσσα τους συνέχιζε την αρχαία ελληνική γλώσσα, στην οποία γράφτηκαν τα μεγάλα έργα, φιλοσοφικά, ιστορικά, λογοτεχνικά, στα οποία βασίστηκε ολόκληρος ο νεότερος ευρωπαϊκός πολιτισμός.

Εικ. 10: Ιστορικός χάρτης που δείχνει τη βαλκανική επικράτεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένης