Εξώφυλλο

Εγκυκλοπαιδικός Οδηγός

Αρχαϊκή Επική Ποίηση

των Δ.Ν. Μαρωνίτη, Λ. Πόλκα, Κ. Τουλούμη

Ε4.1. Πόλις και οίκος

Η ομηρική πολιτική οργάνωση, όπως τουλάχιστον προκύπτει από τα ίδια τα κείμενα -και κυρίως από τον κατάλογο των πλοίων (>Νηών Κατάλογος< (http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9D%CE%B5%CF%8E%CE%BD_%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%AC%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%BF%CF%82)) που λαμβάνουν μέρος στον Τρωικό Πόλεμο- θεωρείται ότι παραπέμπει σε μια πολιτική οργάνωση η οποία αποτελείται από τρία επίπεδα (Carlier 2006: 105):

α) από τους περισσότερους από 300 δήμους, έθνη ή μικρές πόλεις, οι οποίοι αποτελούνται από μικρότερες ομάδες, τις φρατρίες, και συνιστούν μια ευρύτερη στρατιωτική μονάδα,

β) από τις 29 στρατιωτικές μονάδες που φαίνεται πως εκπροσωπούν ισάριθμα «βασίλεια», τα οποία διοικούνται από έναν βασιλιά και φέρουν εθνικά ονόματα (για παράδειγμα, Φωκείς, Αρκάδες κ.λπ.), και

γ) από την κοινότητα των Αχαιών στο σύνολό της, της οποίας φαίνεται πως ηγείται ο Αγαμέμνων.

Νεότερες έρευνες τείνουν να αναδείξουν και την περίπλοκη πολιτική οργάνωση των μυκηναϊκών «κρατών». Συνδυάζοντας τα αρχαιολογικά ευρήματα με τις πληροφορίες που παρέχουν οι πινακίδες της Γραμμικής Β από την Πύλο, για παράδειγμα, αποκαθίσταται μια τεσσάρων βαθμίδων ιεραρχία, η οποία αποτελείται (Cosmopoulos 2006: 205): α) από το λεγόμενο «ανάκτορο του Νέστορα», β) από μια περιφερειακή πρωτεύουσα που τοποθετείται στην περιοχή της Ίκλαινας, γ) από μικρότερες θέσεις, ίσως αγροτικά χωριά, γύρω από κάποια πιθανόν «βιοτεχνικά» κέντρα, δ) από κάποιες αγροικίες ή μέρη όπου ασκούνται περιορισμένες αγροτικές δραστηριότητες. Οι παραπάνω διαπιστώσεις, όμως, δεν είναι αρκετές για να υπάρξει πλήρης ταύτιση της μυκηναϊκής με την ομηρική κοινωνία, καθώς δεν αντιστοιχούν με τις πληροφορίες που προέρχονται από τα ίδια τα έπη.

O Κ. Ράαφλαουμπ (Κ. Raaflaub) ήταν αυτός που διατύπωσε, το 1999, έναν από τους καλύτερους, ίσως, ορισμούς για την ομηρική κοινωνία όπως αυτή απεικονίζεται στα έπη (Raaflaub 2009: 750). Σύμφωνα λοιπόν με αυτόν τον ορισμό ό,τι αποκαλούμε «ομηρική κοινωνία» είναι το κοινωνικό περιβάλλον στο πλαίσιο του οποίου ζουν, δρουν, διαπρέπουν και πάσχουν οι ομηρικοί ήρωες. Ο παραπάνω ερευνητής θεώρησε ότι τα κύρια χαρακτηριστικά της ομηρικής κοινωνίας προσδιορίζονται από τη λειτουργία της πόλεως και του οίκουκαι, κυρίως, από τη μεταξύ τους σχέση. Παρατήρησε ότι τα ομηρικά έπη είναι γεμάτα από πόλεις, αλλά τέσσερις είναι αυτές που έχουν την πρωτοκαθεδρία: η Τροία (εικ. 5.30, 5.31), το αντίπαλό της οχυρωμένο στρατόπεδο των Αχαιών, η Σχερία, η χώρα των Φαιάκων δηλαδή, και η Ιθάκη.

Ενδιαφέροντα συμπεράσματα προκύπτουν και από την ανάλυση της σχέσης ατόμου-οικογένειας-πόλεως και κράτους (Raaflaub 2009: 756-761). Κάθε πόλη μοιάζει πολύ με τη μορφή των αρχαίων πόλεων-κρατών. Περιλαμβάνει έναν κύριο οικισμό και την περιφέρειά του. Πρόκειται, δηλαδή, για μια εδαφική κοινότητα. Ο κύριος οικισμός αποτελείται από τα οικήματα των κατοίκων και τον μεγάλο οίκο του βασιλέως, αλλά και από κοινοτικά κτίρια και χώρους. Χαρακτηρίζεται, επίσης, από την ύπαρξη τειχών, αλλά και ιερών και ναών. Οι πόλεις είναι ανεξάρτητες και αυτοδιοικούμενες με συλλογικά όργανα που συσκέπτονται στην αγορά, η οποία αποτελεί τον χώρο λήψης των αποφάσεων, αφού εκεί γίνονται οι κύριες συνελεύσεις των κατοίκων με παρουσία των αρχηγών οι οποίοι κάθονται σε σταθερές θέσεις. Δεν υπάρχουν, πάντως, γραπτοί νόμοι, αλλά εθιμικοί κανόνες και προστασία της δικαιοσύνης

Η περιγραφή του οίκου του Οδυσσέα (Οδύσσεια ζ 291 κ.εξ.) και του οίκου του Αλκίνοου (Οδύσσεια η 84-132) συνιστούν, σύμφωνα πάντα με τον Κ. Ράαφλαουμπ, χαρακτηριστικές περιπτώσεις:

«Το κέντρο του είναι το οίκημα (δώμα) στην πόλη της Ιθάκης. Περιλαμβάνει τη μεγάλη αίθουσα με την εστία (όπου κανονικά, όπως στη Σχερία, ο βασιλιάς ψυχαγωγεί τους άλλους ευγενείς και τους εκάστοτε ξένους, αλλά τώρα οι μνηστήρες επιδίδονται στα άνομα συμπόσιά τους), τα διαμερίσματα της οικογένειας, των υπηρετών και των δούλων, κτίρια και χώρους για την εκτροφή οικόσιτων ζώων και αποθήκες. Το δώμα του ηγεμόνα συνεπώς είναι μια ευμεγέθης εκδοχή αγροκτήματος … το κέντρο ενός εκτεταμένου υποστατικού που περιλαμβάνει κήπους, οπωρώνες και αγρούς κοντά στην πόλη, αλλά και κοπάδια αιγοπροβάτων και χοίρων». Η κοινωνική τους θέση εξηγείται καλύτερα στο πλαίσιο μιας υπό διαμόρφωση αριστοκρατίας».

Η δράση των ομηρικών ηρώων διακρίνεται, παράλληλα, από την παροχή υπηρεσιών προς την κοινότητα, αλλά και προς την οικογένεια.

«Εν ολίγοις, η αφοσίωση του ατόμου κυρίως στην οικογένεια και τον οίκο δεν απέκλειε την υψηλή εκτίμηση των υπηρεσιών προς την πόλιν αλλά και των αισθημάτων ευθύνης απέναντι σε αυτήν. Έτσι δικαιολογείται ο έπαινος του δίκαιου βασιλιά και των ευεργεσιών που προσφέρει στην κοινότητα. Ο ήρωας γνωρίζει ότι η ευημερία της οικογένειάς του εξαρτάται από την τύχη της κοινότητας».

Το ατομικό ηρωικό ιδεώδες υποτάσσεται σιγά-σιγά, συνεπώς, στη συλλογική συνείδηση της πόλης. Πρόκειται για μια κοινωνία υπό διαμόρφωση, η οποία πορεύεται από την οικογενειακή αριστοκρατική συγγένεια προς τη συλλογικότητα της πόλης. Στην Ιλιάδα (ραψωδία Μ 243) άλλωστε, δηλώνεται απερίφραστα η νέα συνθήκη, καθώς «εἷς οἰωνὸς ἄριστος, ἀμύνεσθαι περὶ πάτρης» («ένας είναι ο καλύτερος οιωνός, να υπερασπίζεται κανείς την πατρίδα του»). Η «πατρίδα» παίρνει τη θέση του αριστοκρατικού «οίκου».

Ε4.2. Άνακτες και βασιλιάδες

Από τη στιγμή της ανακάλυψης -και, πολύ περισσότερο, της αποκρυπτογραφήσής τους το 1952- οι πινακίδες της Γραμμικής Β γραφής προκάλεσαν σημαντικά ερωτήματα στους ερευνητές. Ένα από αυτά, το οποίο προέκυψε εύλογα, ήταν αν στα ομηρικά έπη αντικατοπτρίζεται η κοινωνική οργάνωση, έτσι όπως αυτή μπορεί να αποκατασταθεί από τις πληροφορίες που προσέφεραν οι παραπάνω μυκηναϊκές πινακίδες.

Η συζήτηση, για παράδειγμα, για το αν υπάρχουν βασιλιάδες με την κλασική έννοια του όρου στην Ιλιάδα και στην Οδύσσεια είναι ενδιαφέρουσα προς αυτήν την κατεύθυνση. Στα έπη συναντώνται, πράγματι, δύο όροι που υπάρχουν και στις πινακίδες της μυκηναϊκής Γραμμικής β γραφής: άναξκαι βασιλεύς (Carlier 2006).

Ο μυκηναίος άνακτας φαίνεται πως είναι, σύμφωνα με τις πινακίδες, ο ανώτατος άρχοντας, ενώ ο βασιλεύς είναι τοπικός αξιωματούχος με κατώτερη ιεραρχικά θέση. Ο διαχωρισμός αυτός ισχύει, πιθανόν, και στα έπη καθώς ο όρος άναξ εμφανίζεται μόνο στον ενικό αριθμό, ενώ οι βασιλῆες είναι πολλοί. Προκύπτουν, συνεπώς, διάφορα ερωτήματα. Υπάρχουν στα έπη οι τυπικοί μυκηναίοι άνακτες ή «πρωταγωνιστεί» σε αυτά η ηγετική τάξη της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου; Ήταν ο Αγαμέμνων άναξ και οι υπόλοιποι αρχηγοί των μυκηναϊκών κρατών βασιλῆες; ΄Η μήπως ο άναξ ήταν ο επικεφαλής της «πρωτεύουσας» ενός μυκηναϊκού «κράτους», όπως ήταν η Πύλος ή οι Μυκήνες, για παράδειγμα, και οι βασιλῆες οι άρχοντες που διαφέντευαν τις μικρότερες θέσεις ενός «κράτους» που εξαρτιόταν από την «πρωτεύουσα»; Άνακτες και βασιλιάδες ήταν απόλυτοι μονάρχες ή η εξουσία τους περιοριζόταν από άλλα πολιτικά όργανα; Ποιά ήταν η θέση των δήμων, των λαών όπως ονομάζονται στα ομηρικά έπη, στην άσκηση της εξουσίας;

Το παράδειγμα του Αλκίνοου στη Σχερία, στο νησί των Φαιάκων, στην Οδύσσεια ο οποίος «προΐσταται» δώδεκα βασιλιάδων που συμμετέχουν στις συνελεύσεις είναι χαρακτηριστικό για τη σχέση των κατόχων των δύο τίτλων. Οι συνελεύσεις, πάλι, των Αχαιών ηγητόρων στην Ιλιάδα δεν αποτελούνται από όλους τους αρχηγούς, αλλά από τους πιο σοφούς και γηραιούς, ένα είδος «γερουσίας» δηλαδή, ενώ στην Οδύσσεια ο Τηλέμαχος πριν ξεκινήσει για την αναζήτηση του πατέρα του συγκαλεί συνέλευση των Ιθακησίων στην «αγορά». Η «αγορά» δεν είναι ο τόπος των οικονομικών συναλλαγών που ξέρουμε σήμερα. Εκεί πραγματοποιούνταν οι συνελεύσεις όπου μαζεύονταν ο δήμος, ο βασιλιάς και οι γεροντότεροι αξιωματούχοι. Σύμφωνα με τον Κ. Ράαφλαουμπ (K. Raaflaub),

«ο δήμος και οι βασιλείς λοιπόν μοιράζονται την πολιτική σφαίρα: η αγορά είναι το κέντρο της κοινότητας. Οι σχέσεις της κοινότητας (κοινόν, δήμιον) τοποθετούνται στη μέση (ες μέσον), για να διευθετηθούν από τη συνέλευση» (Raaflaub 2009: 777).

Στη συνέλευση λένε όλοι τη γνώμη τους σχετικά με κάποιο ζήτημα, αλλά την τελική απόφαση φαίνεται πως την λαμβάνει ο βασιλιάς. Συνελεύσεις στην «αγορά» και στο «συμβούλιο των γερόντων» είναι συχνές στα ομηρικά έπη. Ο Π. Καρλιέ (P. Carlier) καταμέτρησε 42 ανάλογες σκηνές. Το συμπέρασμά του είναι πως όλες καταλήγουν στο ίδιο αποτέλεσμα: «ο δήμος ακούει, οι γεροντότεροι μιλούν, ο βασιλιάς αποφασίζει» (Carlier 2006: 106). Στην Ιθάκη (Οδύσσεια β 6-257, και ω 420-466), αλλά και στο Τρωικό στράτευμα και ακόμη και μεταξύ των θεών συγκαλούνται συνελεύσεις, στις οποίες συζητούνται τα σημαντικά ζητήματα. Οι ηλικιωμένοι μιλούν συνήθως πρώτοι ενώ ένας κήρυκας διευθύνει τη συζήτηση δίνοντας ένα σκήπτρο σε όποιον θέλει να πάρει τον λόγο. Οι αντιλογίες είναι πολύ συχνές και η γνώμη όσων θεωρούνται ειδικοί για κάποιο ζήτημα ακούγεται με προσοχή. Η ρητορική δεινότητα αποτελεί καθοριστικό στοιχείο στην ανάδειξη του ηγέτη. Είναι, όμως, γεγονός ότι αυτές οι συνελεύσεις δεν λαμβάνουν αποφάσεις, αλλά λειτουργούν περισσότερο ως μέσα για να ακουστεί τί αποφάσισαν οι ιθύνοντες. Πρόκειται, λοιπόν, για μια «λεπτή ισορροπία ανάμεσα σε συμβατικούς κανόνες, ατομική εξουσία και κοινοτική συμμετοχή» (Osborne 2006: 212).Το άτομο-ηγέτης λαμβάνει αποφάσεις, αλλά η συνέλευση συμμετέχει, έστω και με την απλή παρουσία της ορισμένες φορές.

Κάτι ανάλογο περιγράφεται, μάλλον, και σε μέρος της ασπίδας του Αχιλλέα που κατασκευάζει ο Ήφαιστος στη ραψωδία Σ 497-505 της Ιλιάδας. Η περίφημη δίκη που απεικονίζεται εκεί και γίνεται στην «αγορά», περιλαμβάνει την με φωνές υποστήριξη των λαών στον έναν από τους δύο αντίδικους, την έκφραση της προσωπικής γνώμης του καθένα από τους γεροντότερους, αλλά την απόφαση την παίρνει τελικά ένας κριτής, αξιωματούχος (;) ή βασιλιάς (;) που αποκαλείται ἴστωρ.

Ο ρόλος του βασιλιά στα έπη λοιπόν, φαίνεται να είναι κάπως αντιφατικός. Παρότι έχει εξουσίες, αυτές αμφισβητούνται έντονα σε κάθε περίπτωση, γεγονός που οδηγεί στο συμπέρασμα πως υπήρχαν στιγμές που ο βασιλιάς ήταν ανίσχυρος[21] ή περιοριζόταν η εξουσία του. Ο Αγαμέμνονας στην Ιλιάδα είναι αρχιστράτηγος, αλλά με ευκολία ο Αχιλλέας παρακούει τις εντολές του, ενώ και το στράτευμα των Αχαιών εύκολα θα αποχωρούσε από την Τροία, εξαιτίας της παραπάνω διένεξης, αν δεν παρενέβαινε ο Οδυσσέας. Η μεγάλη απουσία του Οδυσσέα από το σπίτι του στην Ιθάκη, στην Οδύσσεια, έχει ανοίξει την όρεξη των μνηστήρων, οι οποίοι διεκδικούν τη βασιλεία, ενώ ο νεαρός γιος του Οδυσσέα, ο Τηλέμαχος, δεν φαίνεται να έχει κληρονομικά δικαιώματα στον θρόνο.

Πώς μεταβιβάζεται, λοιπόν, η εξουσία στα ομηρικά έπη; Φαίνεται πως οι γυναίκες και ο γάμος παίζουν εδώ κάποιον ρόλο, χωρίς όμως αυτό να δίνει στις γυναίκες και κάποια σημαντική κοινωνική θέση. Οι άντρες, τουλάχιστον αυτοί που είναι ευγενικής καταγωγής, παίρνουν δώρα για να παντρευτούν μια γυναίκα, αλλά συμβαίνει και το αντίθετο. Ο γάμος, όμως, με τη βασίλισσα σημαίνει και μεταβίβαση της εξουσίας στον νέο της σύζυγο, όπως δείχνουν οι περιπτώσεις Πηνελόπης-Μνηστήρων-Οδυσσέα και Κλυταιμνήστρας-Αίγισθου-Αγαμέμνονα. Ο ίδιος ο Οδυσσέας όταν επιστρέφει στην Ιθάκη και φανερώνει την ταυτότητά του πρέπει πρώτα να εξοντώσει τους Μνηστήρες για να μπορέσει να επιβάλλει ξανά την εξουσία του. Η ασταθής πολιτική κατάσταση, ο κλονισμός της παλαιάς άρχουσας τάξης και η δημιουργία νέων κοινωνικών δεδομένων είναι εμφανής πια στην Ιθάκη, αν συνυπολογιστεί, επιπλέον, και ότι ο Οδυσσέας κληρονόμησε μεν από τον πατέρα του, τον Λαέρτη, την εξουσία, φαίνεται όμως πως δεν μπορεί να την κληροδοτήσει με τη σειρά του στο δικό του γιο, στον Τηλέμαχο.

Το τελικό συμπέρασμα που μπορεί να προκύψει από όλα τα παραπάνω είναι ότι τους ηγέτες και τους ήρωες των επών δεν μπορούμε, σίγουρα, να τους αναζητήσουμε ως πραγματικούς ανθρώπους στη μυκηναϊκή εποχή. Μπορεί να κουβαλούν κάποια από τα χαρακτηριστικά της, αλλά δεν είναι οι ηγέτες των ανακτόρων των Μυκηνών, της Πύλου και των υπόλοιπων μυκηναϊκών κέντρων. Είναι περισσότερο πιθανό η εξουσία αυτών των «βασιλιάδων» να άκμασε κατά τον 12ο αι. π.Χ., μετά την καταστροφή των μυκηναϊκών ανακτόρων, όταν η κεντρική διοίκηση κατέρρευσε. Έτσι και αλλιώς, όμως, η αναφορά σε αυτούς μπορεί να συμβάλει στην αποκατάσταση μιας πραγματικής ιστορικής εξέλιξης:

«Όλα αυτά τα φαινομενικώς αντιφατικά στοιχεία συνθέτουν μια εικόνα της κοινωνίας η οποία αντιπροσωπεύει ένα αμάλγαμα, αλλά -με ελάχιστες εξαιρέσεις- δεν είναι, όπως εικάζεται συχνά μια τεχνητή ή μη ιστορική κοινωνία, που αυθαίρετα συνδυάζει συστατικά από πολύ διαφορετικές περιόδους και πολιτισμούς. Αποτελεί ένα φυσικό και οργανικό αμάλγαμα, το οποίο αντανακλά την πραγματική ιστορική εξέλιξη και είναι απολύτως κατανοητό στους ακροατές του ποιητή» (Raaflaub 2009: 781).

Είναι μήπως οι ηγέτες των επών άνθρωποι της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου; Κάτι τέτοιο είναι πιθανό, αλλά πολύ δύσκολα αποδείξιμο. Μπορεί ο άνδρας στο Λευκαντί να ήταν ένας βασιλιάς παρόμοιος με τους ομηρικούς ήρωες. Μπορεί να υπήρχαν ανάλογοι ηγέτες στην Ερέτρια ή στην Ελεύθερνα ή σημαντικοί «πολεμιστές» στην Αθήνα και στο Άργος. Η γενικότερη εικόνα, όμως, που θα βεβαίωνε για μια καλά διαρθρωμένη κοινωνική ιεραρχία που έχει ένα άτομο στην κορυφή της, έναν βασιλιά, είναι δύσκολο να αποκατασταθεί. Εκτός από τα ταφικά και τα αρχιτεκτονικά αρχαιολογικά ευρήματα που αφήνουν παρόμοιες υπόνοιες, τα μόνα άλλα στοιχεία στα οποία μπορούμε να πιστέψουμε προέρχονται από τις πληροφορίες και τις μνήμες που διασώζονται στην αθηναϊκή ιστοριογραφία της κλασικής εποχής για την ύπαρξη της βασιλείας ως πολιτεύματος με αρχαιότατη προέλευση.

21 Osborne 2000: 224-243 και κυρίως σ. 226.