Εξώφυλλο

Εγκυκλοπαιδικός Οδηγός

Αρχαία Ελληνική Κωμωδία

του Φ. Ι. Κακριδή

Δ6. Κοινό

1. Οι θεατές των κωμικών παραστάσεων δεν ήταν άλλοι από τους θεατές των παραστάσεων της Τραγωδίας: αθηναίοι αξιωματούχοι και απλοί πολίτες, πλούσιοι και φτωχοί, αστοί και ξωμάχοι, που πρωί πρωί έρχονταν από κάθε γωνιά της Αττικής να πάρουν θέση, να παρακολουθήσουν τη μια μετά την άλλη τις παραστάσεις. Μόνο η συμπεριφορά τους θα ήταν στις κωμωδίες διαφορετική, καθώς τα θέματα ήταν επίκαιρα, ο λόγος λαϊκός και αθυρόστομος, η σάτιρα σε θεσμούς και πρόσωπα καυστική, οπότε το κοινό φυσικό ήταν να ξεσπά σε ζωηρές εκδηλώσεις, ταράζοντας την πειθαρχία της παράστασης. Έστεκαν βέβαια στις παρυφές του κοίλου ῥαβδοφόροι τινές, οἳ τῆς εὐκοσμίας ἐμέλοντο τῶν θεατῶν (Σχόλ. Ειρ. 733), αλλά το πιο πολύ ήταν οι ποιητές που εφρόντιζαν να πειθαρχήσουν το ακροατήριο προλαβαίνοντας και εκτονώνοντας με λόγια και πράξεις επί σκηνής τις ενδεχόμενες αντιδράσεις του κοινού τους.

 

2. Καλοδεχούμενοι στις παραστάσεις ήταν όχι μόνο οι μέτοικοι -ξένοι που είχαν γίνει δεκτοί και κατοικούσαν μόνιμα στην Αθήνα-, αλλά και επισκέπτες από άλλες πολιτείες, ιδιαίτερα την Άνοιξη, στα Μεγάλα Διονύσια, τότε που έφταναν οι αποστολές από τις συμμαχικές πόλεις κομίζοντας την εισφορά τους στο συμμαχικό ταμείο. Έτσι, στα Μεγάλα Διονύσια του 421 π.Χ., ο Τρυγαίος, προσφωνεί το κοινό με τα λόγια: ὦ γεωργοὶ κἄμποροι καὶ τέκτονες / καὶ δημιουργοὶ καὶ μέτοικοι καὶ ξένοι / καὶ νησιῶται, δεῦρ᾽ ἴτ᾽ ὦ πάντες λεῴ (Ειρήν. 296-8). Διαφορετικά, στους Αχαρνείς, που παραστάθηκαν το καταχείμωνο στα Λήναια, ο Δικαιόπολης διαπιστώνει ότι οι Αθηναίοι ήταν σχεδόν μεταξύ τους (496κκ.).

 

3. Άμεσες μαρτυρίες για την παρουσία των γυναικών, των παιδιών και των δούλων στις παραστάσεις της Παλαιάς Κωμωδίας δεν έχουμε· και ορισμένοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι τον 5ο π.Χ. αι. η είσοδος στο θέατρο επιτρεπόταν μόνο στους άντρες. Υπάρχουν ωστόσο αρκετές έμμεσες μαρτυρίες, ανέκδοτα και πληροφορίες, που μας οδηγούν να πιστέψουμε ότι η παρουσία των γυναικών, των παιδιών και των δούλων, ρητά επιβεβαιωμένη από τον 4ο π.Χ. αι. και κάτω, αποτελούσε εξαρχής πραγματικότητα, τόσο στις τραγικές όσο και στις κωμικές παραστάσεις. Μόνη διαφορά, ότι χωρίς προκαθορισμένες θέσεις στο κοίλο οι γυναίκες με τα παιδιά και τους δούλους, όταν αποφάσιζαν να παρακολουθήσουν τις παραστάσεις, θα συνωστίζονταν πίσω πίσω στην περιφέρεια του κοίλου.

 

4. Πολλαπλά βεβαιωμένο είναι το πάθος των Αθηναίων για το θέατρο. Στις επίσημες παραστάσεις η τεράστια ζήτηση για εισιτήρια (σύμβολα) δημιουργούσε κοινωνικό πρόβλημα, που η πολιτεία προσπάθησε να το λύσει διανέμοντας στους φτωχούς πολίτες χρήματα και δωρεάν εισιτήρια, τα θεωρικά. Όπως εξηγεί ο σχολιαστής στον Ολυνθιακό λόγο του Δημοσθένη (1.1), αυτή η «κοινωνική παροχή» θεσμοθετήθηκε από τον Περικλή για τον ακόλουθο λόγο: επειδή ήταν πολλοί οι θεατές, και ξένοι και πολίτες, κι εμάλωναν για τις θέσεις, κι ακόμα, επειδή οι πλούσιοι αγόραζαν τις θέσεις, (ο Περικλής) θέλοντας ν᾽ αρέσει στο πλήθος και στους φτωχούς, να έχουν και αυτοί τη δυνατότητα ν᾽ αγοράσουν θέσεις, νομοθέτησε οι εισπράξεις της πολιτείας να δίνονται ως «θεωρικά» στους πολίτες.

5. Τυχαίνει συχνά ν᾽ αναρωτηθούμε, αν και ως ποιο σημείο ήταν δυνατό το αθηναϊκό πλήθος του 5ου αιώνα ν᾽ αντιλαμβάνεται, να εκτιμά και να χαίρεται τη μαστοριά των δραματικών ποιητών, ιδιαίτερα τις εκλεπτυσμένες μορφές της τεχνικής τους, τους υπαινιγμούς, τα παραθέματα, την παρατραγωδία κτό. Το πρώτο που έχουμε ν᾽ απαντήσουμε είναι ότι οι κωμωδιογράφοι ενδιαφέρονταν τόσο για τους «επαρκείς» καλλιεργημένους όσο και για τους απλοϊκούς αμόρφωτους θεατές τους. Η τεχνική τους κινείται σε όλα τα επίπεδα, προσφέροντας στον καθένα ό,τι μπορεί ν᾽ αναγνωρίσει και ν᾽ απολαύσει: στους μορφωμένους λεπτή προχωρημένη σάτιρα, στους ακαλλιέργητους χοντρά χωρατά και καραγκιοζλίκια. Έτσι και στις Εκκλησιάζουσες, ο Χορός απευθύνεται στους κριτές του δραματικού αγώνα και συμβουλεύει: …τα σοφά οι σοφοί ας θυμούνται κι ας με κρίνουν νικητή, / και τ᾽ αστεία του γέλιου οι φίλοι κι ας με κρίνουν νικητή, / κι έτσι απ᾽ όλους, πες, προσμένω να με κρίνουν νικητή (1155-1157, μτφ. Θρ. Σταύρου).

 

6. Γενικά, μην το υποτιμούμε το αθηναϊκό κοινό. Στην πιο περίτεχνη και λόγια κωμωδία του, τους Βατράχους (404 π.Χ.), με θέμα τη λογοτεχνική κριτική, ο ίδιος ο ποιητής φρόντισε να τονίσει την επάρκεια των θεατών του, γράφοντας: … κι αν φοβάστε πως δεν έχουν ίσως μόρφωση αρκετή / οι θεατές ώστε να νιώσουν / τη λεπτή συζήτησή σας / μη δειλιάζετε καθόλου, κι άλλαξαν πολύ οι καιροί. / Πήγανε όλοι σ᾽ εκστρατείες, / και βιβλίο κρατά ο καθένας κι εννοεί το καθετί· / έμφυτη έχουνε ξυπνάδα, / την περάσαν και στο ακόνι. / Ε λοιπόν, κανένας φόβος· πιάστε κι ερευνήστε τα όλα· οι θεατές είναι σοφοί (1109-1118, μτφ. Θρ. Σταύρου).

 

7. Το κοινό δεν έπαιρνε άμεσα μέρος στην κρίση των έργων και στην απονομή των βραβείων· όμως οι αντιδράσεις του στη διάρκεια της παράστασης, όταν εκδηλώνονταν επιδοκιμάζοντας ή αποδοκιμάζοντας με χειροκροτήματα, ποδοκροτήματα, φωνές, σφυρίγματα κτό. τους χορευτές, τους υποκριτες και το έργο, φυσικό ήταν να επηρεάζουν τις αποφάσεις των κριτών, και οι ποιητές είχαν κάθε λόγο να τους καθοδηγούν και να τους κολακεύουν ως δεξιούς, εὐνόους, σοφωτάτους, κτό.