Εξώφυλλο

Εγκυκλοπαιδικός Οδηγός

Αρχαία Ελληνική Κωμωδία

του Φ. Ι. Κακριδή

Δ. Παράσταση της Αρχαίας Κωμωδίας

Δ1. Προσωπεία

1. Στις αρχαίες δραματικές παραστάσεις -της Τραγωδίας, της Κωμωδίας και του Σατυρικού- οι υποκριτές και τα μέλη του Χορού φορούσαν μάσκες (πρόσωπα, προσωπεῖα). Πληροφορίες για τη φύση και τη μορφή τους μας παρέχουν (α) τα κείμενα των δραμάτων, οι βίοι των ποιητών, και όσα σχετικά έγραψαν συγγραφείς όπως ο Αριστοτέλης, ο Λουκιανός, o Πολυδεύκης κ.ά. που ενδιαφέρθηκαν για το θέατρο, (β) αγγειογραφίες που παριστάνουν θεατρικές σκηνές, μεμονωμένους ηθοποιούς να κρατούν στο χέρι το προσωπείο τους, κτό., (γ) πήλινα ή μαρμάρινα αντίγραφα προσωπείων, αναθήματα, που ανακαλύφτηκαν στις ανασκαφές.

 

2. Τα πρώτα θεατρικα προσωπεία φαίνεται πως ήταν πάνινα, κατασκευασμένα ἐν μόνῃ ὀθόνῃ. Αργότερα οι σκευοποιοί ενίσχυαν το λινό πανί με γύψο ή κόλλα, το προσάρμοζαν στο πρόσωπο του υποκριτή (περιτίθεσθαι), και στη συνέχεια το έβαφαν με ζωηρά χρώματα, πιο σκούρα για τους άντρες, πιο ανοιχτά για τις γυναίκες. Τα ανοίγματα για το στόμα και για τα μάτια ήταν μεγαλύτερα από το φυσικό, ενώ πρόσθετα, ήταν τα μαλλιά, τα γένια και τα μουστάκια, όλα από μαλλί. Προσωπεία κατασκευάζονταν και από λεπτό ξύλο ή φελλό, υλικά απαραίτητα, ας ήταν και μόνο συμπληρωματικά, όταν οι μάσκες παρίσταναν ζώα. Πώς αλλιώς θα ήταν δυνατό να κατασκευαστούν, παράδειγμα, τα ράμφη των πουλιών στους Όρνιθες;

 

3. Τα προσωπεία της Αρχαίας Κωμωδίας μπορούν να καταταγούν σε τέσσερις κατηγορίες:

(α) προσωπεία για τους υποκριτές που παρίσταναν φανταστικά του δράματος πρόσωπα, όπως ο Τρυγαίος, ο Δικαιόπολης, ο Πεισθέταιρος, ο Ευελπίδης, η Λυσιστράτη, η Μυρίννη, αλλά και μέλη του Χορού, όπως οι γυναίκες στις Θεσμοφοριάζουσες, οι αγρότες στην Ειρήνη κτό. - προσωπεία, που ο σκευοποιός προσπαθούσε, σε συνεργασία με τον ποιητή, να τα διαμορφώσει ταιριαστά στον αντίστοιχο ρόλο·

(β) προσωπεία που γελοιογραφούσαν πρόσωπα υπαρκτά και γνωστά, όπως ο Κλέων και ο Νικίας στους Ιππείς, ο Σωκράτης στις Νεφέλες, ο Ευριπίδης στους Αχαρνείς, στις Θεσμοφοριάζουσες και στους Βατράχους, κλπ. -, που ο σκευοποιός στόχευε να τα προσομοιάσει (προσεικάζειν) με τα αντίστοιχα ιστορικά πρόσωπα. Χαρακτηριστικό είναι το ανέκδοτο για τον Σωκράτη, που παρακολουθώντας στο θέατρο τις Νεφέλες σηκώθηκε όρθιος, να τον συγκρίνουν οι θεατές με το προσωπείο του υποκριτή που τον παρίστανε, καθώς και η σίγουρα επινοημένη από τον ποιητή άρνηση των σκευοποιών να κατασκευάσουν μάσκα που να μοιάζει του Κλέωνα, γιατί τον φοβόταν! (Ιππ. 230)·

(γ) προσωπεία για τους ηθοποιούς που θα παρίσταναν θεούς και ήρωες, όπως η Ίριδα, ο Ποσειδώνας, ο Τριβαλλός και ο Ηρακλής στους Όρνιθες, ο Ερμής στην Ειρήνη, ο Διόνυσος στους Βατράχους, ο Πλούτος στην ομώνυμη κωμωδία κ.ά. - προσωπεία, όπου ο σκευοποιός, πέρα από τη φανταστική προσομοίωση, εύκολα αποκάλυπτε την ταυτότητα του θεού δίνοντας, παράδειγμα, στον Ποσειδώνα να βαστά την τρίαινα, στον Ερμή το κηρύκειο, στον Ηρακλή το ρόπαλο, και φορώντας στον Διόνυσο τη χαρακτηριστική κατακόκκινη σάρπα (κροκωτόν). Δύσκολη δεν ήταν και η κατασκευή προσωπείων που παρίσταναν κατώτερες ακόμα και φανταστικές θεότητες, όπως ήταν, παράδειγμα, η καλλίστη κόρη Βασίλεια στους Όρνιθες, ο Πόλεμος, ο Κυδοιμός, η Θεωρία και η Οπώρα στην Ειρήνη κ.ά. Ο σκευοποιός δεν είχε παρά ν᾽ αποδώσει στις μάσκες χαρακτηριστικά ανάλογα με το ήθος των προσωποποιημένων εννοιών και να ολοκληρώσει το συμβολισμό ντύνοντας, παράδειγμα, τη Βασίλεια ως πολύφερνη νύφη, τις Νεφέλες με μάλλινο ξαντό, και δίνοντας στην Οπώρα να κρατά ένα καλαθάκι οπωρικά·

(δ) προσωπεία προορισμένα για ζωομορφικούς Χορούς πουλιών, σφηκών, δελφινιών, στρουθοκαμήλων, αλόγων κλπ., όπου πρέπει πάλι να ξεχωρίσουμε από τη μια περιπτώσεις, όπου οι χορευτές έχουν οι ίδιοι περισσότερα ή λιγότερα χαρακτηριστικά πουλιών, όπως στους Όρνιθες, ή σφηκών, όπως στους Σφήκες, και από την άλλη περιπτώσεις όπου οι χορευτές παρουσιάζονται καβάλα σε άλογα, όπως στους Ιππείς, σε δελφίνια, σε στρουθοκάμηλους κλπ., όπου μιαν ιδέα για τις λύσεις που έδιναν κάθε φορά οι σκευοποιοί μάς δίνουν ορισμένες αγγειογραφίες από το τέλος του 6ου και τις αρχές του 5ου π.Χ. αιώνα.

 

4. Με το πέρασμα του χρόνου, από τις παραπάνω κατηγορίες άλλες ατόνησαν, άλλες διατηρήθηκαν. Κυρίαρχη ως το τέλος έμεινε η πρώτη, όπου τα προσωπεία κατασκευάζονταν ταιριαστά με το ήθος και το ρόλο των αντίστοιχων θεατρικών προσώπων. Καθώς όμως τα θεατρικά πρόσωπα είχαν στο μεταξύ σχεδόν όλα τυποποιηθεί, τυποποιημένα ήταν πια και τα προσωπεία. Έτσι, ένας αττικιστής λεξικογράφος του 2ου μ.Χ. αιώνα, ο Ιούλιος Πολυδεύκης, ακολουθώντας παλαιότερες πηγές, αφού επιβεβαιώσει ότι τα κωμικὰ πρόσωπα … τῆς παλαιᾶς κωμῳδίας ὡς τὸ πολὺ τοῖς προσώποις ὧν ἐκωμῴδουν ἀπεικάζετο, ἢ ἐπὶ τὸ γελοιότερον ἐσχημάτιστο, προχωρεί να κατονομάσει και να περιγράψει με λεπτομέρεια πάνω από σαράντα διαφορετικές μάσκες γερόντων, νεανίσκων, γυναικῶν και νέων γυναικῶν.

 

5. Δείγμα: (προσωπεία) τὰ δὲ γυναικῶν: γρᾴδιον ἰσχνὸν ἢ λυκαίνιον (μικρή λύκαινα), γραῦς παχεῖα, γρᾴδιον οἰκουρὸν ἢ οἰκετικὸν ἢ ὀξύ. Τὸ μὲν λυκαίνιον ὑπόμηκες (μακρουλό)· ῥυτίδες λεπταὶ καὶ πυκναί· λευκόν, ὕπωχρον, στρεβλὸν τὸ ὄμμα. Ἡ δὲ παχεῖα γραῦς παχείας ἔχει τὰς ῥυτίδας ἐν εὐσαρκίᾳ καὶ ταινίδιον τὰς τρίχας περιλαμβάνον. Τὸ δὲ οἰκουρὸν γρᾴδιον σιμόν, ἐν ἑκατέρᾳ τῇ σιαγόνι ἀνὰ δύο ἔχει γομφίους (Ονομαστ. 4.151). Παρόμοιες περιγραφές δε θα συναντήσουμε παρά αιώνες αργότερα, στην Ερμηνεία ζωγραφικής τέχνης του Διονυσίου του εκ Φουρνά (17ος /18ος αι.), που βέβαια δεν απευθύνεται σε σκευοποιούς, αλλά σε αγιογράφους.

 

6. Το προσωπείο ανήκει στα αρχέγονα στοιχεία του θεάτρου, που οι απαρχές του ταυτίζονται με πανάρχαιες εθιμικές τελετές, όπου η μάσκα έδινε σ᾽ εκείνον που τη φορούσε τη δυνατότητα, ν᾽ αποβάλει την αληθινή του ταυτότητα και, αν όχι να μετουσιωθεί, τουλάχιστο να παρουσιαστεί ως θεός, δαίμονας, ζώο ή άλλος άνθρωπος. Το προσωπείο και οι ανθρωπολογικές λειτουργίες του φαίνεται να συνδέονταν ιδιαίτερα με τη λατρεία του Διονύσου, που και ο ίδιος τυχαίνει να παριστάνεται ως απλή μάσκα· όμως ας μη μας κάνει αυτό να ξεχάσουμε το πόσο εξυπηρετικά και ως ένα σημείο απαραίτητα ήταν ως μέσο μεταμφίεσης τα προσωπεία στις θεατρικές παραστάσεις, όπου οι υποκριτές άλλαζαν κάθε τόσο πρόσωπον, και μόνο οι θεατές διατηρούσαν την αληθινή τους ταυτότητα! Και αν κανείς υποστηρίξει, δικαιολογημένα, ότι από την άποψη της υποκριτικής οι μάσκες, κρύβοντας το πρόσωπο, εμείωναν την απόδοση των ηθοποιών, θ᾽ αντιτάξουμε ότι η μεγάλη απόσταση ανάμεσα στο προσκήνιο και το κοινό έτσι κι αλλιώς θα ακύρωνε κάθε προσπάθεια του ηθοποιού να υποκριθεί με μορφασμούς και διαθέσεις του προσώπου. Είχαν, θα διαπιστώσουμε, άλλους τρόπους να εκφραστούν οι υποκριτές, με τη στάση και την κίνηση του κορμιού, με τις χειρονομίες, με τη φωνή πάνω απ᾽ όλα - και με όλ᾽ αυτά δε φαίνεται αδύνατο η ίδια μάσκα να έδειχνε πότε χαρούμενη, πότε λυπημένη, πότε αποφασιστική και πότε φοβισμένη.

 

7. Για τα προσωπεία της Αρχαίας Κωμωδίας, βλ. C.W. Dearden, The Stage of Aristophanes, London: Athlone 1976, κεφ. «The Masks», σ. 122-142, D. Wiles, «The poetics of Mask in Old Comedy», στον τόμο M. Ravermann & P. Wilson (επιμ.), Performance, Iconography, Reception: Studies in honour of Oliver Taplin, Oxford: ΟUP 2008, K.J. Dover, «Portrait-masks in Aristophanes» (1967), ανατύπωση στο H.-J. Newiger (επιμ.), Aristophanes und die Alte Komödie, Wege der Forschung 265, Darmstadt 1975, σ. 155-69· και για τα προσωπεία της Νέας, S. Charitonidis, L. Kahil, R. Ginouvès, Les Mosaiques de la maison de Ménandre à Mytilène, Βέρνη 1970 και D. Wiles, The masks of Menander: Sign and Meaning in Greek and Roman Performance, Cambridge: CUP 1991.