Εξώφυλλο

Νόστος:

Ο Αρχαιοελληνικός Μύθος στην Παγκόσμια Λογοτεχνία

Μνήμη Δ. Ν. Μαρωνίτη

[Τεκμηρίωση: βλ. Πυξίς]

Άγγελος Σικελιανός

Ο Δαίδαλος στην Κρήτη


απόσπασμα

Η ΠΑΣΙΦΑΗ
Κι η Νύχτα η δεύτερη;…

Ο ΔΑΙΔΑΛΟΣ
Μ’ εμύησεν ο Ορφέας
στη Νύχτα αυτήν από καιρούς, Βασίλισσά μου,
όταν η Αργώ, που ’χα μονάχος μου σταφνίσει,
γεμάτη μ’ ήρωες, όλο κι έσκιζε το κύμα,
κι όλα ως να τ’ άφηνε από πίσω από την πρύμνα…
Κι όλοι στο νου μας το Χρυσό ’χαμε το Δέρας,
ως μεσοπέλαγα αρμενίζαμε, όταν ξάφνου
μια νύχτα, ανάμεσα ουρανού και του πέλαγου,
στην πλώρα ανέβηκεν Αυτός και, με την όψη
σκωμένη στ’ άστρα, μοναχός Του αρχίνησε έτσι:

«Ένα λυχνάρι στα σκοτάδια μας είν’ ο ήλιος,
και μια συμπόνια στην ερμιά μας το φεγγάρι…
Μα η μαύρη νύχτα στέλνει πλούσιο το έλεός της…
Τι, πότε βγάνει την ψυχή από το κορμί μας
στον ύπνο μέσα, σα σπαθί από το φηκάρι,
πότε σ’ αγρύπνιες μυστικές μάς κράζει απάνω,
να μετρηθούμε με την άβυσσο… Συντρόφοι,
πριν βγει το φως και μες στα δίχτυα του μας κλείσει,
αχ, κι ας προλάβουμε να ιδούμε στα σκοτάδια,
σ’ ένα βλεφάρου ανοιγοσφάλισμα… Τι, αλί μας,
μάτια δεν είν’ ακόμα αυτά, μόν’ είναι τρύπες
μες στα κρανία μας, και πιο πάνω απ’ όλα τ’ άστρα
έχει ο Απόλλωνας τις ρίζες του βυθίσει!…
Μόν’ τάξετε όλη Σας τη δύναμη στα σκότη,
τι ο ήλιος φτάνει και ψαρεύει την ψυχή Σας
σε δίχτυα ολόχρυσα, και βγαίνει το φεγγάρι
και σπαταλάτε μέσα σ’ όνειρα το νου Σας.
Μα Εσάς ο νους Σας έχει ρίζες στον Αθέρα,
και τα χρυσά του ηλιού να σπάσει δίχτυα πρέπει,
κι απάνω απ’ τα όνειρα να πιάσει την πηγή του!»

Η ΠΑΣΙΦΑΗ
Και ποιά είν’ η Νύχτα τώρα, Δαίδαλε, που μπαίνεις;

Ο ΔΑΙΔΑΛΟΣ
Ο Ορφέας μάς είπε πάλι τότε τ’ όνομά της,
τι, ως εδιαβαίναμε τον Καύκασο αποκάτου
με την Αργώ, και ξάφνου γιόμισεν ο αγέρας
απ’ του Τιτάνα τις κραυγές, που κρεμασμένο
σ’ άγριους γκρεμνούς ο Δίας Τον έχει, λεν, καρφώσει:

«Τούτ’ είν’ η Νύχτα η πιο μεγάλη» απολογήθη,
«της Δικαιοσύνης, της πλατιάς Δικαιοσύνης,
που, αφού γνωρίσετε την άλλη, θα να μπείτε…
Τι η πίκρα, η πίκρα», —τούτο πρόστεσε μονάχα—
«στη γη, του Ανθρώπου είναι πολλή, κι απ’ τους ανθρώπους
κι απ’ τους Θεούς…»
Κι ο λόγος έπεσε σα σπόρος
μες στην καρδιά μου, κι από τότε τονε κλώθει,
όπου σταθεί, μέρα και νύχτα τονε κλώθει,
πάνω απ’ την Τέχνη μου, της Τέχνης μου σα να ’ναι
το αληθινότερο, Βασίλισσα, σημάδι…

Άγγελος Σικελιανός. 1971. Θυμέλη. Τόμ. Β΄. Επιμέλεια Γ. Π. Σαββίδης. Αθήνα: Ίκαρος.