Formative assessment/evaluation

*Διαμορφωτική αξιολόγηση. Δημητρόπουλος 1983:27. Κασσωτάκης 200110:24. Καψάλης 1998:112. Ταρατόρη-Τσαλκατιδου 2009:65.

Ενδιάμεση αξιολόγηση. Ταρατόρη-Τσαλκατίδου 2009:65.

Σταδιακή αξιολόγηση. Κασσωτάκης 200110: 24.

Η συστηματική αξιολόγηση κατά τη διάρκεια ενός προγράμματος, με σκοπό τη βελτίωσή του και την καλύτερη κάλυψη των αναγκών και ενδιαφερόντων των μαθητών, ονομάζεται διαμορφωτική αξιολόγηση (Weir & Roberts 1994:14). Πρόκειται για συνεχή και ανεπίσημη διαδικασία που εκτυλίσσεται, ενώ η σειρά μαθημάτων σε ένα αντικείμενο βρίσκεται σε εξέλιξη (McKay 2006:21). Η δυνατότητα συλλογής πληροφοριών είναι αναπόσπαστο κομμάτι της διαδικασίας αυτής. Η διαμορφωτική αξιολόγηση δίνει τη δυνατότητα να εκτιμηθεί η πρόοδος της διδασκαλίας και μπορεί να λειτουργήσει και ως μια μορφή ελέγχου ποιότητας του προγράμματος.

Το σημαντικό στοιχείο της διαμορφωτικής αξιολόγησης είναι ουσιαστικά η ανατροφοδότηση που προσφέρει στο μαθητή και τον καθηγητή για την κατανόηση και ανάπτυξη των δεξιοτήτων, καθορίζοντας την πορεία του προγράμματος. Η ανατροφοδότηση που δίνεται μπορεί να είναι είτε περιγραφική είτε αξιολογική, θετική ή αρνητική. Μπορεί να δοθεί από τον ίδιο τον καθηγητή στους μαθητές του, είναι καλύτερο, όμως, οι ίδιοι οι μαθητές να κρίνουν την ποιότητα της δουλειάς τους. Επομένως, η διαμορφωτική αξιολόγηση διασαφηνίζει στους μαθητές σημεία επιτυχίας ή και αποτυχίας τους, ενώ ενημερώνει τον εκπαιδευτικό για πιθανές αδυναμίες του ως προς τη μέθοδο διδασκαλίας που χρησιμοποιεί ή για ελλείψεις που υπάρχουν σε εκπαιδευτικό υλικό κτλ.

Για τη διεξαγωγή διαμορφωτικής αξιολόγησης, θα πρέπει ο καθηγητής να ξέρει όχι μόνο τι πρέπει να μάθει ο μαθητής, αλλά και πώς πρέπει να το μάθει. Σε θεωρητικό επίπεδο, η διαμορφωτική αξιολόγηση είναι συχνά συνδεδεμένη με το κονστρουκτιβιστικό μοντέλο, σύμφωνα με το οποίο ο μαθητής είναι υπεύθυνος για τη μάθηση και την ανάπτυξη της γνώσης, αποκτά αυτονομία, αυτοπεποίθηση και παίρνει πρωτοβουλίες σε περιβάλλοντα κατάλληλα για μάθηση μέσα από τη συνεργασία με τους συμμαθητές του και τον καθηγητή (Clarke 2005:12).

Βιβλιογραφία

  • Δημητρόπουλος Ε. (1983). Εκπαιδευτική Αξιολόγηση, η Αξιολόγηση της Σχολικής Επίδοσης. Θεσσαλονίκη: Εκδ. Πουρνάρα.
  • Κασσωτάκης Μ. (200110). Η Αξιολόγηση της επιδόσεως των μαθητών: Μέσα, Μέθοδοι, προ­βλή­ματα, προοπτικές. Αθήνα: Εκδ. Γρηγόρη.
  • Καψάλης Γ. Α. (1998). Αξιολόγηση και Βαθμολογία στο Δημοτικό Σχολείο. Αθήνα: Gutenberg.
  • Ταρατόρη-Τσαλκατίδου Ε. (2009). Σχολική αξιολόγηση: Αξιολόγηση της σχολικής μονάδας, του εκπαιδευτικού και της επίδοσης του μαθητή. Θεσσαλονίκη: Αφοί Κυριακίδη.


  • Clarke S. (2005). Formative Assessment in the Secondary Classroom. London: Hodder Murray.
  • McKay P. (2006). Assessing Young Language Learners. Cambridge. Cambridge University Press.

  • Torrance H., Pryor J. (2002). Investigating Formative Assessment: Teaching, Learning and Assessment in the Classroom.Maidenhead: Open University Press.
  • Weir R., Roberts J. (1994). Evaluation in ELT. Oxford: Blackwell Publishers.