Δυνατοί και αδύνατοι

Επίπεδο: Γ1 Δεξιότητα: Κατανόηση Γραπτού Λόγου
Πηγή: Μάρω Βαμβουνάκη: Κυριακή απόγευμα στη Βιέννη
Επικοινωνιακή γλωσσική δραστηριότητα:

Κατανόηση Γραπτού Λόγου

Τι πρέπει να ξέρει και τι μπορεί να κάνει ο εξεταζόμενος:

Ο υποψήφιος αναμένεται να μπορεί να κατανοεί, με πολύ μικρές πιθανότητες παρανόησης, όλα σχεδόν τα είδη γραπτών κειμένων, σύνθετα, εξειδικευμένα, λογοτεχνικά.

Πρέπει να είναι σε θέση να διακρίνει αποχρώσεις ύφους καθώς και άρρητες διαθέσεις του συγγραφέα σε οποιοδήποτε κείμενο.

Πιο συγκεκριμένα, πρέπει να μπορεί να κατανοεί όλα τα είδη αλληλογραφίας, ακόμα και στον επαγγελματικό τομέα με πιθανότητα μικρής δυσκολίας σε σημεία όπου αναφέρονται τεχνικές λεπτομέρειες. Αναφορές και εξειδικευμένα άρθρα δεν πρέπει να προκαλούν ιδιαίτερη δυσκολία για τον υποψήφιο του επιπέδου Γ1.

Επιπλέον, πρέπει να είναι σε θέση να εντοπίζει γρήγορα μέσα σε κείμενα τις λεπτομέρειες που τον ενδιαφέρουν, να χρησιμοποιεί τις πηγές πληροφοριών αποτελεσματικά για την πλήρη κατανόηση του κειμένου και να αξιολογεί το υλικό του.

Πρέπει, τέλος, να μπορεί να κατανοεί λεπτομερείς οδηγίες για το χειρισμό συσκευών ή μηχανημάτων, ακόμα και αν δεν έχουν σχέση με την ειδικότητά του, καθώς και να μπορεί να ανατρέχει σε λεξικά για μεγαλύτερη βοήθεια.

Τύπος εξεταστικού ερωτήματος: Συμπλήρωση κενών
Λέξεις κλειδιά: Γονείς, παιδιά, σχέσεις, οικογένεια
Πεδίο:
Προσωπικό Επαγγελματικό
Δημόσιο Εκπαιδευτικό
Θέμα:
1. Γλώσσα
2. Εκπαίδευση
3. Ελεύθερος χρόνος, Διασκέδαση
4. Επαγγελματική ζωή
5. Καθημερινή ζωή
6. Καιρός
7. Κοινωνικοπολιτική δομή
8. Προσωπικά στοιχεία
9. Σπίτι, κατοικία, περιβάλλον
10. Σχέσεις με άλλους ανθρώπους
11. Ταξίδια
12. Τόποι
13. Φαγητό και ποτό
14. Ψώνια
15. Υγεία και σωματική φροντίδα
16. Υπηρεσίες
Είδος κειμένου:
Άρθρο Λαογραφικό
Αφήγηση Λογοτεχνικό
Βιογραφικό Ομιλία
Διαφήμιση Περιγραφικό
Δοκίμιο Συνέντευξη
Επιστολή Συνταγή
Θεατρικό Συζήτηση
Ιστορικό Άλλο
Επίπεδο ύφους:
Φιλικό Τυπικό
Ενδιάμεσο  

Κείμενο

Δυνατοί και αδύνατοι

Πώς ξεφεύγει κανείς από την υποβολή των γονιών του; Πότε; Κι εκείνη η σκληρή όσο και λυτρωτική παραίνεση κατά το μυστήριο του γάμου, «να απαρνηθείς τους γονείς σου και να προχωρήσεις στη νέα σου ζωή» είναι μια απόδραση εφικτή; Είναι τόσο δυνατός ο νέος άντρας, η νέα γυναίκα ώστε να αναλάβουν την ευθύνη της αγάπης τους εν ελευθερία; Είναι όντως στοργικοί και ώριμοι οι γονείς, ώστε, όχι μόνο να επιστρέψουν, αλλά και να υποβοηθήσουν την εγκατάλειψή τους; Γιατί είναι φορές που το παιδί διστάζει να απομακρυνθεί από τη ζεστή φωλιά τους. Ποιος αντέχει εύκολα την παγωνιά του έξω κόσμου άμα έχει ζήσει σε τόσο θερμή ασφάλεια; Καλούνται, τότε ιδίως, οι γονείς να ενθαρρύνουν την έξοδο, όσο κι αν τους πονάει, να δώσουν φτερά και πεποίθηση για να πετάξουν τα παιδιά μακριά τους και να τους αφήσουν μόνους, χωρίς πίκρα, χωρίς παράπονο, κρύβοντας τη θλίψη τους και τους φόβους.

Το έχουμε αναλογιστεί πολλές φορές: αγαπάει αληθινά ο γονιός – η μάνα, ο πατέρας-, που ανατρέφει το παιδί του έτσι ώστε να δεχτεί ότι το παιδί του θα τον «απαρνηθεί» μια μέρα; Όχι, δεν εννοούμε το παιδί να απορρίψει το πρόσωπό του γονιού του, αλλά να μην υποτάσσεται στην επιρροή, την οποία ως μικρό παιδάκι, αδύναμο και φοβισμένο, δεχόταν, σκλαβωνόταν ή βολευόταν κάτω από τη φτερούγα του και να πετάξει με τα δικά του προσωπικά μέτρα και γούστα προς τον μόνο τρόπο ζωής που είναι ζωή: τον τρόπο της μοναδικότητάς του, της δικής του απόφασης, του δικού του θελήματος όποιο και αν είναι. Ίσως τότε, μάλιστα, αρχίσει και μια πραγματική, ουσιαστική σχέση ανάμεσα σε γονέα και παιδί, όταν η πιεστική ανάγκη του να υπακούει πάψει, όταν η σχέση μεταξύ γονιού και παιδιού γίνει σχέση ελεύθερων ενηλίκων, τότε θα αγαπηθούν, τότε δηλαδή θα γνωριστούν πραγματικά. Τότε ο καθένας θα μάθει ποιος στ’ αλήθεια είναι ο πατέρας του, ποια η μητέρα του, ποιο το παιδί του. Δίχως γνώση και αποδοχή του άλλου δεν υφίσταται δεσμός. Βράζει μονάχα τυφλή ανάγκη, φαντασίωση και φαντάσματα εκείνη η μίζερη εξάρτηση που ακυρώνει τη σχέση.

Και δεν ξέρω αν η εξάρτηση είναι ποτέ μονομερής. Δεν ξέρω αν μπορεί να υπάρξει το σχήμα όπου ένα αδύναμο πλάσμα εξαρτάται από ένα άλλο, ελεύθερο πλάσμα. Γιατί κανένα ελεύθερο πλάσμα δεν ανέχεται και δεν επιτρέπει κάτι τέτοιο. Η ίδια του η ωριμότητα αντιδρά, αγωνίζεται να διορθώσει τα πράγματα ή τρέχει και εξαφανίζεται μακριά από κάτι τόσο νοσηρό και πνιγηρό. Όσο πιο ελεύθερος είναι κανείς τόσο πιο πολύ πνίγεται κοντά σε ανελεύθερους.

Για να διαρκεί μια εξάρτηση σημαίνει πως και τα δύο μέρη είναι εξαρτησιακά. Και ο «αδύναμος» και ο «δυνατός». Κατά κανόνα μάλιστα η εξάρτηση του «δυνατού» είναι μεγαλύτερη, όπως και η αδυναμία του «αδύναμου» μπορεί να υποκρύπτει μια τυραννία. Η δυναστεία των αδύναμων είναι εξαιρετικά ύπουλη και διαβρωτική, έχει συνειδητά ή υποσυνείδητα μελετήσει πάμπολλα τεχνάσματα ώστε να καταφέρνει εκείνο που χρειάζεται. Ο οίκτος που έχει μάθει να καλλιεργεί είναι απ’ τα ισχυρότερα όπλα, ίσως το ισχυρότερο. «Από ένα μεγάλο έρωτα ξεφεύγεις πολύ πιο εύκολα απ’ ό,τι από έναν οίκτο που σου προκαλεί ο άλλος», άκουσα να εξομολογείται ένας «δυνατός».

Στην περίπτωση για την οποία γίνεται λόγος, ο γονέας-ισχυρός θα χάσει τον κόσμο, όταν το παιδί του φύγει στο στρατό, αποφασίσει να κατοικήσει αλλού, και κυρίως όταν αποφασίσει να παντρευτεί. Άλλο το ανησυχώ, άλλο το νοιάζομαι, άλλο το χάνω το έδαφος κάτω από τα πόδια μου. Και όποιος χάνει τον κόσμο και το έδαφος κάτω απ’ τα πόδια του κάνει κινήσεις σπασμωδικές πανικόβλητου, χρησιμοποιεί χίλιους τρόπους επιβίωσης, θυμώνει άσχημα με εκείνον που τον τυραννά τόσο, και συνηθέστερα χρησιμοποιεί την απειλή και την υπερπροσφορά. Και ασφαλώς η μεγαλύτερη απειλή για ένα εξαρτημένο παιδί είναι ακριβώς εκείνη που είχε μάθει να αισθάνεται από βρέφος: Αν στενοχωρήσω τη μαμά μου θα πληγωθεί, θα αρρωστήσει – έτσι λέει κάθε τόσο - , θα πάθει κακό, ίσως στο τέλος και να πεθάνει, κι αν πεθάνει αυτή, θα πεθάνω και εγώ. Είμαστε ένα! Σε μεγάλο ή μικρότερ βαθμό αυτός είναι ο εσωτερικός τρόμος ενός προσκολλημένου παιδιού και η προσκολλημένη μητέρα τον γνωρίζει πολύ καλά και τον χειρίζεται, υποσυνείδητα έστω.

Η σκιά του πατέρα

Επικρατεί πάντα η γενική αίσθηση να θεωρούμε πως η μητέρα είναι ένα βουνό δυσανάβατο για την ψυχή του κοριτσιού, σύνορο αξεπέραστο για την ψυχή του αγοριού. Και όταν εδώ μέσα κάποιες φορές χρησιμοποιούμε τη λέξη ψυχή, εννοούμε τον ψυχισμό και την ψυχολογία, όχι τον γνήσιο εαυτό ή το πνεύμα, όπως εννοούν συχνά θεωρίες, φιλοσοφίες, θρησκείες.

Η εμπειρία μας, η γύρω κοινωνική μυθολογία, τα πάμπολλα περιστατικά, που κυκλοφορούν στην ατμόσφαιρα της ελληνικής και γενικότερα της μεσογειακής οικογενειακής ζωής, μας ωθούν να πιστεύουμε πως το πρόσωπο-ταμπού, η μάνα, και αργότερα η πεθερά, είναι ένα ζήτημα δυσχερές, συχνότατα παθολογικό. Σίγουρα είναι! Ωστόσο με την τεράστια κουβέντα γύρω από αυτού του τύπου την ψυχολογική μητριαρχία, υποβαθμίζουμε ένα άλλο μεγάλο, ιδιαιτέρως περίπλοκο σχήμα ζωής : τη σχέση γιού και πατέρα.

Γενικά οι σχέσεις μεταξύ αντρών είναι μια ιστορία με λιγότερα λόγια. Δεν ξέρουμε αν η ροπή να συζητούν οι άντρες κατά πολύ λιγότερο ή και καθόλου τα συναισθηματικά τους θέματα απείρως λιγότερο από όσο οι γυναίκες, να μην ασχολούνται πολύ με εσωτερικά προβλήματα και να μην τα αναλύουν-είναι συνέπεια κοινωνικών ιδεών ή ανήκει στην αρσενική φύση. Πιθανόν, και όπως στα περισσότερα παρόμοια ερωτήματα συμβαίνει, πρόκειται για μια σύνθεση και των δύο αιτιών και όχι μόνο. Όμως, όπως λέει και η γερμανική παροιμία, «σιωπηλά νερά, βαθιά νερά».