Απόσπασμα από την εκπομπή «Αυτοί που πήραν τα βουνά»

Επίπεδο: Β2 Δεξιότητα: Κατανόηση Προφορικού Λόγου
Πηγή: Παρασκήνιο (3/12/2009)

Κείμενο

Ομιλητής (Κώστας): Ωραίο το άγνωστο λες θα βρεις ανθρώπους; Ήξερα δυο-τρεις ανθρώπους, πολύ επιφανειακά, όμως, από την πρώτη φορά που είχα έρθει. Και μετά συνειδητοποίησα τελικά ότι για να κάνεις φίλους είναι πάρα πολύ εύκολο στην επαρχία.
Δημοσιογράφος: Γιατί;
Ομιλητής: Γιατί οι άνθρωποι πολλές φορές σε βλέπουν σαν εξωτικό πουλί. Σε βλέπουν σαν έναν άνθρωπο που τους φέρνεις πράγματα που δεν είναι συνηθισμένα στη ζωή τους. Τους φέρνεις εικόνες που δεν τις ζουν εκείνοι, τους φέρνεις απόψεις που ίσως να φοβούνται να τις πούνε, ή να τις ζήσουνε, τους φέρνεις βιώματα που δεν τα έχουν ζήσει.
Ομιλητής 2: Ο Κώστας, σαφέστατα, είναι ένας άνδρας που έχει να προσφέρει πάρα πολλά πράγματα σε πάρα πολλές διαστάσεις και επίπεδα. Καταρχήν είναι ένας εξαιρετικά εύθυμος και θετικός άνθρωπος, οπότε στην καθημερινότητα έχει μια θετική ενέργεια την οποία μεταδίδει, ας το πούμε έτσι, στο περιβάλλον και στην παρέα. Η απόφαση του Κώστα να φύγει από την Αθήνα, θεωρητικά και με βάση τις συμβάσεις τις κοινωνικές είναι αρκετά γενναία. Θεωρώ, όμως, ότι είναι κάτι απλό τελικά που μπορεί κάποιος να κάνει, αν υπάρχει δηλαδή δυνατότητα να ζήσει στην επαρχία και να έχει κάποιους πόρους ώστε να αντεπεξέρχεται στις απαιτήσεις του νομίζω ότι είναι κάτι το οποίο μπορεί κάποιος να κάνει εύκολα.
Δημοσιογράφος: Η ένταξη σε μια καινούρια κοινότητα σε καμία περίπτωση δεν είναι εύκολη διαδικασία. Όχι μόνο για τον νεοφερμένο, που συχνά νιώθει σαν εξωτικό πουλί, αλλά και για τους παλιούς, που όχι άδικα, ζητούν αποδείξεις για να ανοίξουν την αγκαλιά τους. Υπάρχει, βέβαια, ένα σίγουρο χαρτί για την αποδοχή και την ένταξη, η ειλικρινής προσφορά, η διαθεσιμότητα, η αποδοχή. Μπροστά σε όλα αυτά ακόμα και ο πιο δύσπιστος λυγίζει. Οι Καστοριανοί είναι ανοιχτοί άνθρωποι;
Ομιλητής: Ναι πάρα πολύ, είναι άνθρωποι που σε γοητεύουν από την πρώτη στιγμή που θα τους συναντήσεις.
Δημοσιογράφος: Χρειάστηκε να καταβάλεις κόπο για να τους κερδίσεις;
Ομιλητής: Μπα καθόλου. Καθόλου δηλαδή κάθεσαι πίνεις ένα καφέ και ξαφνικά μπορεί να σε χαιρετήσει ένας άνθρωπος και μετά να είστε στο ίδιο τραπέζι δυο ώρες και να πίνετε
Δημοσιογράφος: Περνάνε και πίνετε καφέδες…
Ομιλητής: τσίπουρα και να στε μια χαρά. Ναι. Και μετά έτσι ανοίγεις κάθε σχέση, είναι πολύ εύκολο πράγμα. Δεν αισθάνομαι ότι είμαι ξένος στην πόλη, πολλοί ας πούμε γελάνε μαζί μου και λένε «Είσαι πιο Καστοριανός από τους Καστοριανούς».
Δημοσιογράφος: Αυτό που σε κρατάει σε έναν τόπο είναι ο τόπος ή οι άνθρωποι;
Ομιλητής: Χμμμ…εεε
Δημοσιογράφος: Γιατί φαντάζομαι θα είχες αγαπημένους φίλους στην Αθήνα.
Ομιλητής: Και έχω ακόμα.
Δημοσιογράφος: Έχεις.
Ομιλητής:Έχω αγαπημένους φίλους στην Αθήνα βέβαια είναι αυτό που το λέω πολλές φορές σε γνωστούς μου και γελάνε, τους λέω γνωστούς πια και όχι φίλους, είναι πιο πολύ γνωστοί…
Δημ.: Επειδή τους έχεις χάσει;
Ομιλητής: Όχι. Επειδή όταν φύγεις συνειδητοποιείς πως οι άνθρωποι μπορούν να είναι φίλοι σου, και ουσιαστικοί, ή πώς μπορούν να είναι γνωστοί σου. Αλλά με τους φίλους-φίλους τελικά συνειδητοποιείς ότι είναι πολύ λίγοι, οι άνθρωποι που είναι φίλοι σου και που είναι δίπλα σου ακόμα κι όταν φύγεις μακριά, γιατί όταν συναντιέσαι μαζί τους είναι σαν να μη έχει περάσει λεπτό. Ο τόπος είναι ένα κομμάτι που με δένει πιο πολύ. Οι φίλοι είναι αυτοί που χτίζουν τον τόπο να είναι πιο δυνατός ακόμα.
Δημ.: Κάνει πιο ισχυρούς τους δεσμούς
Ομιλητής: Το ένα δένει…ναι, ναι, ναι. Δηλαδή η Αθήνα, εγώ έλεγα πάντα ότι είμαι ένας αστός που δεν θα φύγω ποτέ από την Αθήνα αλλά…αλλά τελικά ο τόπος με έκανε να φύγω. Οι φίλοι, όμως, μείνανε.
Δημ.: Σε έδιωξε η Αθήνα.
Ομιλητής: Με έδιωξε η Αθήνα. Ήταν ένας τόπος που δεν θα μπορούσα να ζήσω άλλο πια.
Δημ.: Μάλλον δεν ήταν αυτό που ήθελες πια.
Ομιλητής: Ναι
Δημ.: Γιατί η Αθήνα έχει ομορφιές πολλές.
Ναι. Και όταν κατεβαίνω στην Αθήνα
Τις χαίρεσαι
Πάντα τις ψάχνω και τις βρίσκω. Βέβαια. Δηλαδή όταν κατεβαίνω στην Αθήνα θέλω να φάω σούσι, θέλω
Δεν έχει σούσι στην Καστοριά;
Δεν έχει σούσι στην Καστοριά.
Αυτό είναι κάτι που μου λείπει. Θέλω να πάω σε μπαρ που ουσιαστικά έχουν χαρακτήρα, που στην Καστοριά δεν έχουν πολλά μπαρ χαρακτήρα πέρα από δυο, τρία που μου αρέσει να πηγαίνω. Θέλω να περπατάω στην Αθήνα το βράδυ, ας πούμε, με γοητεύει αυτό.
Σου λείπουν αυτά
Αυτά μου λείπουν.
Τι άλλο, τι άλλο σου λείπει;
Μου λείπει το θέατρο πάρα πολύ αλλά το τακτοποιώ και αυτό σιγά σιγά το φέρνω στα μέτρα του.